Παρατηρήσεις στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο – Raoul Vaneigem

0db1135bbb20c6d9971e0e18176d0c7b

1

Το Κομμουνιστικό Μανιφέστο αποτελεί ένα διδακτικό παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο ένα σχέδιο ανθρώπινης πραγμάτωσης γεννά ένα ακόμη πιο απάνθρωπο σύστημα από αυτό που ισχυρίζεται ότι θέλει να καταστρέψει και επιδιώκει ν’ αντικαταστήσει.

2

Aυτό που διαχωρίζει το κάθε άτομο μέσω της αποξένωσης από την ίδια του την ύπαρξη, λειτουργεί καταπιεστικά για το ίδιο αργά ή γρήγορα. Το Κομμουνιστικό Μανιφέστο περιείχε σε εμβρυακή μορφή την αυτοκρατορία των απίστευτων ψεμμάτων και την κομμουνιστική ιδεoλογία που αποτέλεσε την κρατική αλήθεια, επειδή το πνεύμα της χειραφέτησης που την ενέπνευσε λειτούργησε σαν μία ξεχωριστή μορφή από τη θέληση για ζωή, η οποία παράλληλα επιβεβαιώνεται και ακυρώνεται την ίδια στιγμή καθημερινά.

3

Η ιστορία όλων των κοινωνιών που υπήρξαν μέχρι σήμερα είναι μόνο η ιστορία ενός οικονομικού και κοινωνικού συστήματος, όπου ο άνθρωπος αρνείται την έμφυτη ανθρωπιά του με το να μετατρέπεται σε προϊόν του εμπορεύματος που ο ίδιος παράγει. Σε αντίθεση με μια ενιαία ελευθερία που πιστοποιεί την εκλεπτυσμένη πραγματοποίηση των επιθυμιών, οι αφηρημένες ελευθερίες πάντοτε υπήρξαν το αποτέλεσμα μιας επέκτασης του εμπορεύματος, καθορισμένη από την ανάγκη για κέρδος.

4

Κατά τη διάρκεια της εξέλιξής της, κάθε φορά που η οικονομία βρισκόνταν περιορισμένη σε αρχαϊκές μορφές, τις κατέστρεψε στο όνομα του ελεύθερου εμπορίου, μόνο για να εφαρμοστούν αμέσως νέες τυραννίες, θεσπισμένες απ’ το νόμο του κέρδους. Ό,τι κι αν επενδύει η οικονομία σε κοινωνικές παροχές, το παίρνει πίσω στην τιμή του διπλού εγκλήματος απέναντι στην ανθρωπότητα: καταπιέζει στο όνομα της ελευθερίας του έθνους, του λαού και του ατόμου, και μετατρέπει σε θανατηφόρα ορμή την παθιασμένη παρόρμηση υπέρ της ζωής, που είχε αναζωπυρώσει η διάλυση των προηγούμενων τυραννιών.

5

Είναι η δημιουργία, όχι η εργασία, που διαφοροποιεί τον άνθρωπο από τα υπόλοιπα όντα. Ο μετασχηματισμός της δύναμης για ζωή σε εργασιακή δύναμη καταστέλλει και αντιστρέφει την επιθυμία για αυτο-απόλαυση που απαιτεί το συνδυασμό δημιουργίας της κοσμικής και ατομικής τύχης. Ένα σύμπαν μεταμορφωμένο από την εργασία επιτυγχάνει μόνο τη νεωτερικότητα της θεμελιώδους απανθρωπιάς του, διότι υπονοεί την μετατροπή του ανθρώπου σε εργάτη, την αναίρεσή του ως όντος που ζει και επιθυμεί. Βασίζοντας τη χειραφέτηση στη συλλογική διαχείριση των μέσων παραγωγής, ο Μαρξ και ο Ένγκελς μετέτρεψαν την ελευθερία σε σημαία της παγκόσμιας καταπίεσης.

6

Η αντίθεση μεταξύ της αστικής τάξης και του προλεταριάτου επισκίασε το διαχωρισμό που εισήγαγε η εργασία στο ατομικό σώμα: το κεφάλι, που αποτελεί το κέντρο της συνείδησης των επιθυμιών, ανεγείρεται ως το επίκεντρο ενός Νου που έχει παραδωθεί στην καταστολή της λιμπιντικής ουσίας και της επίπονης εκμετάλλευσής της.

7

Η ιδέα ότι ένα κόμμα θα μπορούσε ν’ αποτελέσει την «αιχμή του δόρατος του προλεταριάτου» αναπαρήγαγε στο προλεταριάτο την ιεραρχία που οι αφύσικες λειτουργίες της εργασίας καθιέρωσαν στον σκεπτόμενο εγκέφαλο – το «αφεντικό»- και στο υπόλοιπο σώμα. Τελικά ενίσχυσε μια θέληση για εξουσία ήδη ευνοούμενη από τον ανταγωνιστικό χαρακτήρα της οικονομίας η οποία, όχι μόνο δεν ξεπέρασε τον προσαρμοστικό και επιθετικό χαρακτήρα του ζωϊκού βασιλείου, αλλά το κοινωνικοποίησε, παρεμποδίζοντας έτσι την ανθρώπινη εξέλιξη και καταστέλλοντας τη δημιουργία στα σύνορα της αυτοκρατορίας της, στο περιθώριο της τέχνης και του ονείρου.

8

Η οικονομική, πολιτική και κοινωνική ιστορία έχει αποδείξει πως η μαρξιστική θεωρία είχε δίκιο σε δύο βασικά σημεία: στο μαρασμό του κράτους και στην τάση του ποσοστού κέρδους να μειώνεται.

α) Έχοντας το κράτος καταπιεί ιδιωτικό Κεφάλαιο τόσο στην Ανατολή όσο και στη Δύση, επανήλθε σε χειρότερη κατάσταση, εντός της οποίας δεν μπορεί πλέον να βρει μια λύση.

β) Η εκμετάλλευση της ανθρώπινης φύσης και του περιβάλλοντος εξαπλώθηκαν σε σημείο που η εξάντληση των πόρων της Γης έχει εξαντλήσει και την κερδοφορία της. Η τάση του ποσοστού κέρδους να πέφτει, οδηγεί τελικά σήμερα σ’ ένα κλειστό κύκλωμα χρηματοπιστωτικής κερδοσκοπίας. Το τελευταίο, επενδυόμενο όλο και λιγότερο στην παραγωγή, εμμένει στην υπολειμματική κερδοφορία του τριτογενούς τομέα – ο οποίος κυριαρχείται από μια αδίστακτη γραφειοκρατία που καθοδηγείται από το κέρδος – εις βάρος του πρωτογενούς τομέα (γεωργία, εκπαίδευση, κλωστοϋφαντουργία, μεταλλουργία, κλπ), η καταστροφή του οποίου απαιτεί την παρέμβαση ενός οικολογικού νεο-καπιταλισμού.

9

Kατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο αιώνων, η Ιστορία επιταχύνεται διαρκώς. Το 1789 σηματοδότησε το τέλος της κυριαρχίας της γεωργικής οικονομίας. Η καθιέρωση του ελεύθερου εμπορίου προπαγάνδισε το δημοκρατικό πνεύμα, ενώ η άνοδος της βιομηχανίας ενδυνάμωσε το αυταρχικό πνεύμα, φυσικό χαρακτηριστικό της οργάνωσης της παραγωγής, που θα κορυφωνόταν από τον κρατικό συγκεντρωτισμό, φασιστικής και μπολσεβίκικης μορφής.

Στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, η σημασία του παραγωγικού τομέα μειώθηκε για χάρη του καταναλωτικού τομέα, ο οποίος προσέφερε την καλύτερη εγγύηση κερδοφορίας. Η απο-αποικιοποίηση εισέρχεται πολύ ευκολότερα στη διαδικασία του οικονομικού μετασχηματισμού απ’ τη στιγμή που η νέα επιταγή «δεν έχει σημασία τί αγοράζεις, απλά αγόραζε!» επιβλέπει μια νέα μορφή αποικιοποίησης των μαζών στις βιομηχανοποιημένες χώρες.

Ο ποσοτικός πληθωρισμός των προϊόντων προς κατανάλωση οδηγεί σε πτώση την ποιότητα των αγαθών, σε υποβάθμιση της αξίας χρήσης, σταδιακή εγκατάλειψη του πρωτογενούς τομέα για χάρη του τριτογενούς, ο οποίος κυριαρχείται από μια παρασιτική και αδίστακτα καθοδηγούμενη από το κέρδος γραφειοκρατία. Πάνω απ’ όλα, ο δεσποτισμός του κέρδους με κάθε κόστος σημαίνει ότι η απειλή μιας παγκόσμιας καταστροφής βαραίνει τον άνθρωπο και τη φύση.

Στο βαθμό που υπάκουσε, όπως οι προκάτοχοί της, σε έναν οικονομικό ντετερμινισμό, η επανάσταση του Μάη του ’68 αναδεικνύει την ανάγκη για μετασχηματισμό του εμπορευματικού συστήματος που, στην κρίση του, ανακάλυψε μια νέα πηγή κερδοφορίας στην ανασυγκρότηση του φυσικού περιβάλλοντος που κατέστρεψε ο, από τότε, αρχαϊκός καπιταλισμός, ο τόσο κυρίαρχος που εξακολουθεί να βρίσκεται μαζί μας. Σηματοδότησε τη σταδιακή εξαφάνιση των πολιτικών ιδεολογιών και την ανάδυση άλλων που ήταν περισσότερο άμεσα επικεντρωμένες στην καθημερινή ζωή: τον ηδονισμό, την ηθική κατανάλωση, τον ανθρωπισμό και τον περιβαλλοντισμό.

10

Από την άλλη, η επανάσταση του 1968 έχει ένα συγκεκριμένο χαρακτηριστικό: ήταν η πρώτη που είχε συνείδηση ​​του γεγονότος ότι, περιορίζοντας τον εαυτό τους στην εργασία για νέες μορφές της οικονομίας, οι επαναστάτες ενεργούν σε αντίθεση με τις ανθρώπινες στοχεύσεις, που είναι το να ζήσουν καλύτερα και όχι να θάψουν τους εαυτούς τους πιο βαθιά μέσα στο σύστημα της επιβίωσης, που μετατρέπει τις επιθυμίες σε εμπορικές αξίες. Αν ο κόσμος έχει αλλάξει περισσότερο μέσα σε λίγα χρόνια από ότι σε πολλές χιλιετίες, είναι γιατί το 1968 άρχισε ν’ αλλάζει τα θεμέλιά του.

11

Kαθώς ο νεο-καπιταλισμός πρέπει τώρα να επιβάλλει τον εαυτό του απέναντι στη βαρβαρότητα ενός καπιταλισμού, του οποίου η αγωνιώδης κερδοφορία περιλαμβάνει και την αγωνία για την τύχη της Γης, οι συνθήκες ενθαρρύνουν την καθιέρωσή του μέσω μιας ηθικής. Όμως, το ίδιο ισχύει και για την ανθρωπιστική ηθική, όπως για την ελευθερία της σκέψης και της δράσης, τα οποία οι δημοκρατικοί θεσμοί επίσημα εγγυώνται: προσποιείται ότι προστατεύει απέναντι στην προσοδοφόρα απανθρωπιά, τη ρύπανση, τη διαφθορά και την μαφία των επιχειρήσεων, αλλά μειώνει σε ηθελημένη αφαίρεση τη θέληση για ζωή που μόνο η απόλαυση του εαυτού και του κόσμου είναι ικανή να θέσει ως θεμέλιο για τη δημιουργία της ατομικής μοίρας και του περιβάλλοντός της.

12

Αν για να είναι κανείς ριζοσπαστικός, όπως έγραψε ο Μαρξ, θα πρέπει «να κατανοήσει τη ρίζα του προβλήματος. Αλλά, για τον άνθρωπο, η ρίζα είναι ο ίδιος ο άνθρωπος», τότε είναι η ώρα για τον καθένα, να συλλάβει τον εαυτό του ως το κέντρο της μάχης της οποίας το καθημερινό αποτέλεσμα επηρεάζει σημαντικά – προς την κατεύθυνση της ζωής ή της παραιτημένης νοσηρότητας – την έκβαση των γεγονότων παγκοσμίως. Aυτή η σύγκρουση είναι η ρίζα στην οποία πρέπει να αναφέρονται όλα όσα συμβαίνουν στο όνομα της οικονομίας, της κοινωνίας, της ηθικής και της ανθρωπότητας

13

Κάθε αξία χρήσης που δεν είναι μέρος του σχεδίου της απόλαυσης του εαυτού και κόσμου μέσω της δημιουργίας του εαυτού και του κόσμου, συμμετέχει στο αλλοτριωτικό εμπορευματικό σύστημα.

14

Δεν είναι πια αρκετό η διάνοια να βασίζεται σε μια εποχή με στόχο να την αλλάξει. Από τώρα και στο εξής το σώμα πρέπει να αποκτήσει συνείδηση της θέλησής του για ζωή και του περιβάλλοντός του σαν ένα έδαφος που πρέπει να απελευθερωθεί με στόχο να καθιερώσει την κυριαρχία της ζωής.

 

Mετάφαση στα ελληνικά από eagainst.com/μεταφραστική ομάδα

Μετάφραση στα αγγλικά από Alastair Hemmens. Πηγή

[Vaneigem, Raoul. Postface: “Observations sur le Manifeste”. Manifeste du Parti Communiste par Karl Marx et Friedrich Engels. Paris: Mille et une nuits, 1994.]

Το Καταστασιακό Ιδεώδες

του Υβ Λε Μανάκ

Στο ξεκίνημα της, η Καταστασιακή Διεθνής απαρτιζόταν από καλλιτέχνες που προέρχονταν από την μεταπολεμική ευρωπαική πρωτοπορία: την ομάδα Cobra, τους Λετριστές, που κι αυτοί είχαν επηρεαστεί από παλαιότερα ρεύματα των αρχών του 20ού αιώνα (Νταντά, υπερρεαλιστές, φουτουριστές κλπ). Εκείνα τα διαφορετικά παλαιότερα κινήματα δεν είχαν μείνει ανεπηρέαστα από πολιτικά και κοινωνικά γεγονότα της εποχής τους (τον μαρξισμό, τη ρωσική επανάσταση κτλ.) και συχνά επαναφομοιώνονταν από αυτά. Όσοι γλίτωναν από την πολιτική επαναφομοίωση, επέστρεφαν και πάλι σε μια τέχνη, στην απαξίωση της οποίας είχαν και οι ίδιοι συνεισφέρει, και η οποία, μή μπορώντας να δώσει πλέον νόημα στη ζωή τους, μετασχηματίστηκε σε συντεχνιακή πρακτική και ιδεολογία.

Από την δική τους πλευρά, οι καταστασιακοί ήθελαν να ζήσουν την τέχνη, όχι απλά σαν μια μαρτυρία του αστικού ανθρωπισμού, αλλά σαν την ίδια τη μορφή αυτού του ανθρωπισμού. Δεν ήθελαν πλέον να παράγουν απλώς έργα τέχνης που εκθειάζουν τις νίκες της κυρίαρχης τάξης (ή του προλεταριάτου) αλλά να πράξουν έσι ώστε ο καλλιτέχνης, με την προσωπική του στάση, να μετέχει στη δημιουργική πράξη. Αυτό ακριβώς εξέφρασαν ως θέληση πραγμάτωσης και συνεπώς κατάργησης της τέχνης.

Βέβαια, ούτε οι καταστασιακοί έμειναν ανεπηρέαστοι από την εποχή τους. Ωστόσο υπήρξαν έντιμοι, και αυτό μαρτυρά το γεγονός ότι οι αναζητήσεις τους ξέφυγαν εν μέρει από τις ιδεολογικές επιρροές. Πράγματι, ως καλλιτέχνες καταπιάστηκαν ειλικρινά με το ξεπέρασμα της τέχνης και προώθησαν νέα πειραματικά εργαλεία: την μεταστροφή, την κατασκευή καταστάσεων, την κριτική της καθημερινής ζωής. «Δεν υπάρχει ελευθερία στη χρήση του χρόνου χωρίς την κατοχή των σύγχρονων εργαλείων κατασκευής της καθημερινής ζωής. Η χρήση τέτοιων εργαλείων θα σημαδέψει το άλμα από μια ουτοπική επαναστατική τέχνη σε μια πειραματική επαναστατική τέχνη» (Γκυ Ντεμπόρ, Internationale Siatuationniste, τχ.6)

Όπως οι κλασσικοί καλλιτέχνες εξερευνούσαν την αδρανή ύλη με τη βοήθεια πινέλων ή του σκαρπέλου, οι καταστασιακοί, οπλισμένοι με καινούργια εργαλεία, εξερεύνησαν το νέο υλικό τους την καθημερινή ζωή. «Η καθημερινή ζωή είναι το μέτρο των πάντων: της ολοκλήρωσης ή της μη ολοκλήρωσης των ανθρώπινων σχέσεων, της χρήσης του βιωμένου χρόνου, των ερευνών της τέχνης, της επαναστατικής πολιτικής» (Γκυ Ντεμπόρ).

Απέναντι σε καλλιτέχνες που δεν είχαν καταφέρει να βρουν το δρόμο για ν’αποφεύγουν τις παγίδες των ιδεολογιών ή του κορπορατισμού, η κριτική της καθημερινής ζωής έγινε μια στρατηγική τοποθέτηση: «Η καθημερινή ζωή είναι το σύνορο ανάμεσα στον κυριαρχούμενο και τον μη κυριαρχούμενο τομέα της ζωής, δηλαδή ο τόπους του τυχαίου-διακυβευόμενου».

Οι καταστασιακοί εισέδυσαν στον ιστό της πόλης, τον προκάλεσαν και δοκίμασαν εκεί νέες πειραματικές σχέσεις. Δεν το έκαναν στο όνομα ιδεολογικών προκαταλήψεων αλλά ελεύθερα με μια αυστηρότητα σχεδόν επιστημονική. Η Καταστασιακή Διεθνής ήταν αξιόλογη επειδή ήταν η μοναδική ομάδα καλλιτεχνών που προσπάθησαν να συγκρουστούν συστηματικά με την ιδεολογική δομή της αστικής κοινωνίας. «Θέλουμε ν’ απαλλοτριώσουμε τους θεσμούς που γονατίζουν τους ανθρώπους, ν’ απαλλοτριώσουμε τα εργαλεία παραγωγής εξαρτημένων ανακλαστικών τα οποία διαθέτουν αυτοί οι θεσμοί. Γα την απελευθέρωση των φυλακισμένων ονείρων μας, δεν υπάρχει πράγματι καμμιά άλλη δυνατότητα από το να ιδιοποιηθούμε για λογαριασμό μας τους παράγοντες που μας διαμορφώνουν» (Ουβε Λάουζεν).

Ενώ τ’ απομεινάρια των παλαιών πρωτοποριών είχαν πλέον περιοριστεί σε μια επαναναληπτική και άψυχη πρακτική, το πρώτο καταστασιακό κύμα αποστασιοποιήθηκε από τα κλασσικά εργαλεία και στηρίγματα της τέχνης κι έφθασε ως την κριτική της πολεοδομίας. «Δεν κατοικούμε στη συνοικία κάποιας πόλης αλλά στην εξουσία. Κατοικούμε κάπου μέσα στην ιεραρχία» (Κοτάνυι και Βάνεγκεμ). «Η πολεοδομά είναι η πληρέστερη συγκεκριμένη πραγμάτωση ενός εφιάλτη» (Βάνεγκεμ). «Όλος ο χώρος έχει πλέον καταληφθεί από τον εχθρό, ο οποίος καθυπόταξε για λογαριασμό του ακόμα και τους στοιχειωδέστερους κανόνες του χώρου (πέρα από την νομοθεσία, την γεωμετρία). Η στιγμή εμφάνισης της αυθεντικής πλεοδομίας θα έρθει όταν, μέσα σε ορισμένες ζώνες καταγγείλουμε βροντερά το κενό αυτής της καθυπόταξης. Αυτό που ονομάζουμε «κατάσταση» αρχιζει από εκεί. Μπορούμε να την κατανοήσουμε με τη βοήθεια της έννοιας «θετική οπή», την οποία έφτιαξε η σύγχρονη Φυσική. Το να υλοποιήσουμε την ελευθερία, σημαίνει πρώτα απ’ όλα ν’ απαλλοτριώσουμε μερικά κομμάτια από την επιφάνεια του υποταγμένου πλανήτη» (Βάνεγκεμ).

Αυτή η εμμονή τους με την ποιότητα του χώρου, τούς οδήγησε στα όρια της κριτικής του δικαίου, των οφθαλμαπατών του και των νομικών κενών του. «Συναντάμε την έννοια «πατρίδα» στα βιβλία της ιστορίας. Λόγια τέτοιου είδους είναι φορτισμένα με την υπόσχεση ότι υπάρχει κάπου, σε μια γεωγραφική σχέση, μια αντιστοιχία ανάμεσα στην προσωπικότητα μας και ένα περιβάλλον. Τέτοια λόγια έχουν κινητοποιήσει τις σκέψεις και τα όνειρα. Η πατρίδα παρουσιαζόταν σαν ένας συλλογικός χώρος για τις ιδέες και τις πράξεις, σαν μια επαφή ανθρώπων μέσα σ’ ένα κοινοτικό έδαφος. Ειναι σαφές ότι σήμερα η πατρίδα μας βρίσκεται παντού. Ή, μάλλον, ακριβέστερα η πατρίδα μας δεν βρίσκεται πουθενά» (Ούβε Λάουζεν).

Ζώντας τις αντιφάσεις τους με ειλικρίνεια, οι καταστασιακοί δεν επεδίωξαν να καμωθούν πως είναι ελεύθεροι αλλά, αντίθετα, θέλησαν να δώσουν υλική μορφή στη δική τους έλλειψη ικανοποίησης ώστε να την καταγγείλουν. «Η πραγματικότητα από την οποία πρέπει να ξεκινάμε, είναι η έλλειψη ικανοποίησης» (Γκυ Ντεμπόρ, Σχετικά με το πέρασμα μερικών προσώπων δια μέσου μιας αρκετά σύντομης χρονικής ενότητας, 1959). Έτσι οδηγήθηκαν στη διατύπωση μιας αυθεντικής θεωρίας της έλλειψης ικανοποίησης: «Πράγματι, τα πάντα εξαρτώνται από το επίπεδο στο οποίο τολμάμε να θέσουμε αυτό το πρόβλημα: πώς ζούμε; πώς ικανοποιούμαστε; πώς δεν ικανοποιούμαστε;»

Η κριτική που έκαναν στην οργάνωση της ζωής, τούς οδήγησε σε μια κριτική του γλωσσικού συστήματος:  «Οι λέξεις δουλεύουν για λογαριασμό της κυρίαρχης οργάνωσης της ζωής». «Το πρόβλημα του γλωσσικού συστήματος βρίσκεται στο επίκεντρο όλων των αγώνων για την κατάργηση ή την συντήρηση της παρούσας αλλοτρίωσης. Ειναι αδιαχώριστο από το σύνολο του πεδίου αυτών των αγώνων. Ζούμε μέσα στο γλωσσικό σύστημα όπως ζούμε μέσα στον μολυσμένο αέρα.» (Ντεμπόρ)

Η κριτική της οργάνωσης της ζωής και η κριτική της οργάνωσης του γλωσσικού συστήματος τούς οδήγησε να επανεξετάσουν το ίδιο το ζήτημα της οργάνωσης: «Δεν αμφισβητούμε ποτέ πραγματικά μια οργάνωση της ύπαρξης χωρίς ν’αμφισβητούμε και όλες τις μορφές γλωσσικού συστήματος που ανήκουν σε αυτήν». «Οι ομάδες που ψάχνουν να δημιουργήσουν μια επαναστατική οργάνωση νέου τύπου, συναντούν τη μεγαλύτερη δυσκολία στο έργο της εγκαθίδρυσης καινούργιων ανθρώπινων σχέσεων μέσα σε μια τέτοια οργάνωση» (Internationale Situationiste). «Είναι αδιανόητο μια οργάνωση που αντιπροσωπεύει την αμφισβήτηση όπως τη βιώνουν οι άνθρωποι , και η οποία ξέρει να τους μιλά, να παραμένει αδύναμη…»

Μέσα στην καταστασιακή προοπτική υπήρχαν οι προϋποθέσεις μιας επανάστασης του νοήματος που θα μπορούσε να αφορά όλες τις κοινωνικές κατηγορίες. Το σκάνδαλο δεν είχε να κάνει τόσο με την έλλειψη ικανοποίησης των φτωχών, όσο με την έλλειψη ικανοποίησης των πλούσιων. Πώς είναι δυνατόν τραπεζίτες, πανεπιστημιακοί, καλλιτέχνες, επιχειρηματίες, άνθρωποι τόσο έξυπνοι να ζουν μια τόσο ποταπή καθημερινή ζωή;

Οι καταστασιακοί ανήγγειλαν τη θεωρία αυτής της έλλειψης ικανοποίησης αλλά δεν μπόρεσαν να περάσουν στην πράξη. Από τη Συνδιάσκεψη του Λονδίνου, τον Σεπτέβριο του 1960 χωρίστηκαν σε δύο τάσεις: μια καλλιτεχνική και μια προλεταριακή. Αυτή η διαίρεση έληξε με την Συνδιάσκεψη του Γκέντεμποργκ, τον Αυγουστο του 1961, που οδήγησε στον μαζικό εξοστρακισμό όλων των καλλιτεχνών κατά τους επόμενους μήνες.

Με επικεφαλής τους Γερμανούς της ομάδας Spur, οι καταστασιακοί της καλλιτεχνικής τάσης, που αμφισβητούσαν την επαναστατική ικανότητα του προλεταριάτου, τρομοκρατήθηκαν από τις συνέπειες ενός ξεπεράσματος της τέχνης, το οποίο έθετε υπό αμφισβήτηση την μίζερη ζωή τους ως καλλιτεχνών. Εγκατέλειψαν τα πειραματικά εργαλεία και ξαναγύρισαν στα πινέλα τους, στα σκαρπέλα και τα χάπενινγκς.

Έτσι, σ’ εκείνους που μετείχαν στην τάση που παρέμεινε και οι οποίοι αρνούνταν να παραμείνουν στο πλαίσιο μιας καλλιτεχνικής πρακτικής, την συντεχνιακή διάσταση της οποίας είχαν ξεγυμνώσει, έπεσε ο κλήρος να επεξεργαστούν την αυθεντική προοπτική των νέων εργαλείων τους, να εγκαθιδρύσουν νέες ανθρώπινες σχέσεις, τουλάχιστον μεταξύ τους. Ωστόσο, μόλις εσήμανε η ώρα να χτίσουν αυτήν την καινούργια οργάνωση, αποδείχθηκαν ανίκανοι για κάτι τέτοιο και το μόνο που κατάφεραν ήταν ν’ αλληλοσπαραχθούν.

Οι τελευταίοι καταστασιακοί δημιούργησαν μια νέα θεωρία, την θεωρία του θεάματος και επηρεασμένοι από την ομάδα Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα, εγκατέλειψαν τα πρωτότυπα εργαλεία τους για να κατέλθουν στις μάζες. Έτσι, κατάντησαν μια ακόμα αριστερίστικη οργάνωση. Από την στιγμή που έπαψαν ν’ ανιχνεύουν την δική τους έλλειψη ικανοποίησης, έπαψαν να είναι γνήσιοι, και οι δραστηριότητες τους σημαδεύτηκαν από την πιο ουσιαστική αστική έκφραση του διαχωρισμού: την αυτονόμηση της σκέψης.

Παγιδευμένοι μέσα στον μαρξιστικό ωφελιμισμό, διατήρησαν την καταστασιακή μορφή του περιοδικού τους και του λεξιλογίου τους, αλλά εγκατέλειψαν τα εργαλεία στα οποία όφειλαν την πρωτοτυπία τους και έτσι απώλεσαν την καταστασιακή αξιοπιστία τους. Η Καταστασιακή Διεθνής υπήρξε ο τόπος ενός λόγου, ο τόπος μιας αλήθειας, αλλά ποτέ δεν υπήρξε ο τόπος της κριτικής αυτού του λόγου κι αυτής της αλήθειας. Εκεί που άρχισαν οι αναμεταξύ τους διαφωνίες, εκεί που άρχιζε η ανθρώπινη ζωή, η Καταστασιακή Διεθνής έβαλε μπρος τις διαγραφές.

Μετάφραση:  Γ.Ιωαννίδης
Αναδημοσίευση από το έντυπο περιοδικό Νέα Κοινωνιολογία, τεύχος 46


Συντομο URL: http://wp.me/pyR3u-9LG

Μικρό Νεορομαντικό Λεξικό

ΑΓΑΠΗ: Η αγάπη δεν μπορεί να νοηθεί εκτός της περιοχής του έρωτος. Είναι μια από τις εξιδανικεύσεις που υφίσταται η σκοτεινιά του έρωτος προκειμένου να δράσει και να λειτουργήσει εν κοινότητι, στη φιλία, στη συντροφιά και σε κάθε άλλη σχέση που φανερώνει τη βαθιά συναισθηματική ζωή. Η αγάπη είναι «απόδεξις παντελής», ήτοι πλήρης προσχώρηση στον άλλον, χωρίς επιφύλαξη ή οπισθοβουλία.

ΒΛΕΜΜΑ: Το βλέμμα είναι το άνοιγμα στον κόσμο. Βλέποντας αποκαλύπτει τον άλλον και αποκαλύπτοντας τον άλλον φανερώνεται στον εαυτό του. Το βλέμμα βλέπει αλλά συγχρόνως βλέπεται. Χωρίς αυτή την αμφιδρομία χάνεται μέσα στην απουσία. Τα σάρκινα μάτια μας, γράφει ο Μωρίς Μερλώ-Ποντύ, είναι κάτι πολύ περισσότερο από απλοί δέκτες του φωτός, των χρωμάτων, και των γραμμών.

ΓΕΛΙΟ: Το γέλιο είναι το άνοιγμα του ανθρώπου στον άνθρωπο: είτε θετικά ως κίνηση χαράς και αποδοχής προς τον άλλον, είτε αρνητικά ως απόρριψη, ως απομάκρυνση, ως αποχωρισμός. Σε οποιαδήποτε περίπτωση, το γέλιο είναι το ξέσπασμα των συναισθημάτων, μια ιδιαίτερη στάση του πνεύματος απέναντι στον κόσμο: ένα ιδιαίτερο είδος στοχασμού και αναστοχασμού. Πρέπει κανείς να γελά φιλοσοφώντας, έλεγε ο Επίκουρος.

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ: Ο Πλάτων έλεγε: η δικαιοσύνη είναι «ομόνοια ψυχής προς αυτήν, και ευταξία των της ψυχής μερών προς άλληλα τε και περί άλληλα». Είναι, λοιπόν, η δικαιοσύνη η συμφιλίωση της ψυχής με τον εαυτό της, η συμφιλίωση των μερών της ψυχής μεταξύ τους. Άρα είναι ένα ψυχικό γεγονός, μια στάση της ψυχής. Αποδίδω δικαιοσύνη σημαίνει πάνω απ’ όλα κατασιγάζω την ψυχή μου, δεν την αφήνω έκθετη στην αντιπαλότητα με τον εαυτό της. Αλλά ο Πλάτων προσθέτει: «έξις διανεμητική του κατ’ αξίαν εκάστω», ήτοι η κατάσταση που απονέμει στον καθένα ό,τι του αξίζει. Όταν η δικαιοσύνη βγαίνει στους δρόμους (νόμος) γίνεται αδικία. Υπηρετεί αυτό που η κυριαρχία ονομάζει υπακοή και άρα καθυπόταξη του άλλου στις ετυμηγορίες της.

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ: Ελευθερία είναι η κατ’ εξοχήν τέχνη του βίου. Η ελευθερία προϋποθέτει τον άλλον ως συστατικό της όρο. Είναι ελευθερία ως προς κάποιον άλλο, ως προς κάποια κατάσταση. Μόνος μου δεν είμαι ούτε ελεύθερος ούτε ανελεύθερος. Η ελευθερία ενοικεί εντός της περιοχής του πνεύματος. Στην ιστορία, η ελευθερία δεν είναι παρά η ακύρωσή της. Η ιστορική διαδρομή της ελευθερίας είναι η διαδοχή μιας ανελευθερίας από μιαν άλλη ανελευθερία. Και τέλος, η ελευθερία είναι μια σιλωαμική στιγμή του χρόνου: είτε πρόκειται για ελευθερία πράξης, είτε ελευθερία βούλησης, είτε ελευθερία πνεύματος, η ελευθερία βαίνει πέραν του δυνατού, στην επικράτεια όπου το δυνατόν να γίνει δεν έχει καμιά εξουσία. Ελευθερία είναι συνεπώς η αναγγελία του πέραν του δυνατού μέσα από την αναγκαιότητα του δυνατόν να γίνει.

ΕΞΕΓΕΡΣΗ: Εξέγερση είναι το όριο της ψυχής και του σώματος. Εκεί που το τραγικό δοκιμάζει τον εαυτό του, την αντοχή του να υπερβαίνει τις δυνάμεις του σώματος και να διαστρέφει τις δικαιολογίες της ψυχής. Εξέγερση είναι τα λόγια που ηττόνται, οι πράξεις που μένουν ημιτελείς, οι έρωτες που κατασπαταλώνται σε δρόμους και πάρκα, μέσα σε ημιυπόγεια που τα λούζει το φως της ύπαρξής μας

ΕΡΩΣ: Έρως είναι η προσδοκία μιας αμαρτίας που ποτέ δεν θα βγει στο φως της ημέρας, αλλά που κατευθύνει την ουτοπία του σώματος και της ψυχής. Είναι ο εξ ευωνύμων ληστής που δεν στέργει να ζητήσει συγχώρεση, διότι η συγχώρεση είναι ο θάνατος του Έρωτος. Ένας θάνατος που ακυρώνει τον θάνατο δια του θανάτου: αυτός είναι ο Έρως.

ΖΗΛΙΑ: Ζήλια είναι ο φόβος της απόρριψης. Ζηλεύω σημαίνει ότι ο ναρκισσισμός μου έχει ανακοπεί σε ένα πρώιμο στάδιο, δεν έχει ολοκληρωθεί. Έτσι, η έξοδός μου προς αναζήτηση του άλλου είναι μια έμφοβη έξοδος, μια μνησίκακη έξοδος ή μια βασανιστική ενδοβολή. Δεν ζω με την υπερηφάνεια του νάρκισσου. Ζω με τον τρόμο της ακύρωσης του εαυτού μου από τον εαυτό μου και κατ’ επέκταση από τον άλλο.

ΉΛΙΟΣ:«Άστρον ημεροφανές. Ζώον αϊδιον έμψυχον το μέγιστον». Αυτός ο ορισμός του Πλάτωνος στηρίζεται μόνον από ένα ηλιοκεντρικό ποιητικό τοπίο, από την ποίηση του τόπου και από τον τόπο της ποίησης. «Έμψυχον» και «μέγιστον»: ο λοξίας ήλιος των Δελφών είναι η νοσταλγία των ποιητικών μας ηχοεικόνων.

ΘΛΙΨΗ: Θλίψη είναι η χαρά του έρωτος. Είναι η προστασία του έρωτος από τη λαγνεία του, από τον διονυσιασμό του, από την ακατάλυτη ορμή του να καταστρέφει και καταστρέφοντας να αυτοκαταστρέφεται. Θλίψη είναι η μετριοπάθεια του σώματος, η γλυκύτητα της οδύνης και της ηδονής του.

ΙΣΟΤΗΤΑ: Η ισότητα ούτε εγκαθιδρύεται με νόμους ούτε αναγνωρίζει νόμους. Η ισότητα δεν συγκροτεί ηθική κατηγορία ούτε εκτρέφεται από οποιαδήποτε ηθική τάξη. Η ισότητα ενοικεί μέσα στην επικράτεια της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και της αξιοπρέπειας της ανθρώπινης κουλτούρας. Το πρόβλημα δεν είναι αν οι άνθρωποι είναι ίσοι ή αν επιθυμούν να είναι ίσοι. Διότι η ισότητα είναι η υπαρκτική θέση του ανθρώπου, και μόνον εντός αυτής της περιοχής κρίνεται.

ΚΑΛΛΟΣ: Το πραγματικό κάλλος, έγραφε ο αλησμόνητος Δημήτριος Καπετανάκης στη «Μυθολογία του Ωραίου», σε πολύ λίγους αποκαλύπτεται. Οι περισσότεροι από τους λίγους αυτούς υποφέρουν τη μοίρα μιας τέτοιας αποκάλυψης χωρίς να μιλήσουν ή χωρίς οπωσδήποτε αλλιώς να εκφρασθούν. Το κάλλος, λοιπόν, είναι η σιωπή μας μπροστά του, όταν αποκαλύπτεται και σε όσους αποκαλύπτεται. Όμως αυτή η σιωπή είναι μια ομιλούσα σιωπή, μια σημαίνουσα σιωπή: μπροστά στο κάλλος που μας υπερβαίνει, μπροστά στο κάλλος που μας καθηλώνει και μας αξιώνει να το επιθυμούμε.

ΛΗΘΗ: Η ακύρωση της αλήθειας. Η λήθη είναι η ενόρμηση του ανθρώπου να λησμονήσει τον εαυτό του και να βυθιστεί μέσα στην επιλησμοσύνη. Ο Nietzsche λέγει «Μόνον διαμέσου της επιλησμοσύνης μπορεί ο άνθρωπος να φθάσει ποτέ στο σημείο να φανταστεί πως κατεχει τάχα μιαν αλήθεια». Αυτό σημαίνει ότι η αλήθεια αναδύεται όταν και οσάκις ο άνθρωπος αποτινάζει τη λήθη και εμφανίζεται στον κόσμο ως παρουσία, ως πρόσωπο, ως διάλογος πρόσωπο προς πρόσωπο

ΜΝΗΜΟΣΥΝΗ: Ο Πλάτων ορίζει την μνήμη ως διάθεση «ψυχής φυλακτική της εν αυτή υπαρχούσης αληθείας», δηλαδή ως ικανότητα της ψυχής να διαφυλλάσσει την αλήθεια που έχει μέσα της. Άρα , η μνημοσύνη είναι πάθος ψυχής το οποίο δεν επιτρέπει στη λήθη να εισχωρήσει και να εκπορθήσει το ανθρώπινο πρόσωπο κατά τρόπο ώστε να του στερήσει την αλήθεια του. Η μνημοσύνη είναι το αντίθετο της επιλησμόνησης.

ΝΟΣΤΟΣ: Νόστος είναι η νοσταλγία της ψυχής να επιστρέψει στον αληθινό της οίκο. Η ρομαντική κοσμοαντίληψη ανέδειξε τον νόστο ως την κατ’εξοχήν ουσία της ψυχής, καθώς η ψυχή κατοικεί αυτόν τον κόσμο ως εκπεσούσα, ως εξόριστη από την πραγματική της κατοικία που είναι ο άλλος τόπος πέρα από το εγκόσμιο, ο τόπος τον οποίο ενοικεί το Απόλυτο. Είναι γι’ αυτό που η ψυχή είναι πάντα θλιμμένη και δεν μπορεί παρά στην εγκόσμια κατοικία της να είναι θραύσμα ψυχής, απόσπασμα (fragmentum) ψυχής.

ΞΕΝΙΟΣ: Αυτός που ξενίζει τον ξένο, που τον φιλοξενεί και τον δεξιώνεται. Ο άλλος ως ξένος παύει λοιπόν να αποτελεί κινδυνο για το ανθρώπινο υποκείμενο, και αντίθετα καθίσταται πλουτισμός της ατομικότητας, απαρχή και συντήρηση της ανθρώπινης ύπαρξης ως διαλόγου πρόσωπο προς πρόσωπο με τον άλλον.

ΟΜΟΙΟΣ: Το «ιδιο μέσα στο άλλο» είναι η ουσία της ομοιότητας. Το όμοιο δεν είναι η κατασκευή ομοιώματος, και προπάντος δεν σημαίνει ταύτιση. Αντίθετα, σημαίνει διαφορά, καθώς το όμοιο αναδύεται πάντα ως όρος και συνθήκη μέσα στο άλλο, δηλαδή είναι μια ιδιαίτερη θέση του άλλου. Εξ αυτού, το όμοιο διατηρεί πάντα την απόστασή του από την ταυτιση και καθίσταται ομοίωση, δηλαδή συμφωνία πρός το άλλο.

ΠΑΘΗ: Τα πάθη (παθήσεις ή παθήματα) είναι οι τρόποι με τους οποίους εκδηλώνεται η ψυχή. Είναι λοιπόν τα πάθη όχι αντίθετα προς την ενέργεια, όπως πίστευε ο Αριστοτέλης, αλλά κατ`εξοχήν ενεργητικά. Ο Spinoza λέγει: «ονομάζουμε εικόνες των πραγμάτων τις παθήσεις του ανθρώπινου σώματος, οι ιδέες των οποίων παριστούν τα εξωτερικά σώματα ωσάν να μας ήταν παρόντα». Άρα τα πάθη είναι επιπλέον εκδηλώσεις της παρουσίας του σώματος, του σώματος που είναι ψυχή και της ψυχής που είναι σώμα. Χωρίς το σωματικό πάθος, το πάθος εξορίζεται από την ψυχή και χωρίς το ψυχικό πάθος, το πάθος εξορίζεται από το σώμα. Τότε ψυχή και σώμα περιπίπτουν στην απάθεια, δηλαδή ακυρώνουν τη ζωή.

ΠΟΙΗΣΗ: Ποίηση είναι η επίσκεψη της ψυχής μέσω των λέξεων που δεν είναι λέξεις αλλά πράγματα. Πράγματα που ακροβατούν στις απολήξεις των πραγμάτων, επιθυμώντας να είναι λέξεις-πράγματα, ήχοι -εικόνες, μαρτυρίες του μη δυνάμενου να μαρτυρηθεί, παραστάσεις του μη δυνάμενου να αναπαρασταθεί. Ποίηση είναι το άναρθρο ψέλλισμα μιας ψυχής καταδικασμένης σε σιωπή.

ΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟΣ: Οι ιδρυτικοί όροι του ρομαντικού υποκειμένου έχουν ήδη τεθεί και περιγραφεί ως εξέγερση και ρήξη του υπάρχοντος κυριότατα μέσω του προτάγματος της δημιουργικής Φαντασίας. Το ρομαντικό υποκείμενο συγκροτείται λοιπόν ως κατ`εξοχήν φαντασιακή δύναμη, ως φορέας σημασιών τον ορίζοντα των οποίων διανοίγουν οι φαντασιακές δυνάμεις του υποκειμένου, δηλαδή η ενεργητικότητα της φαντασίας, η οποία σαφώς προηγείται του υπάρχοντος/πραγματικού. Είναι εξ αιτίας αυτής της εξέγερσης και της ρήξης μέσω της φαντασίας που ο Ρομαντισμός αποτελεί ένα διαρκές κριτικό στοιχείο της κουλτούρας μας και διαποτίζει τις στάσεις και τον στοχασμό μας ενάντια σε έναν άνθρωπο χωρίς φύση και σε μια φύση χωρίς άνθρωπο, ενάντια σε μια τέχνη χωρίς μύθο και ενάντια σε μια θρησκεία χωρίς ιερό.

ΣΚΟΤΑΔΙ: Το σκοτάδι είναι η ιερότητα της νύχτας. Της νύχτας εκείνης που, όπως λέγει ο Hegel, είναι ο άνθρωπος. Τη νύχτα αυτή, εξακολουθεί ο Hegel, «την αντιλαμβάνεται κανείς όταν κοιτάζει έναν άνθρωπο μες τα μάτια: μέσα σε μια νύχτα που γίνεται φοβερή- είναι η νύχτα του κόσμου που επικρεμαται απέναντί μας». Αλλά επίσης το σκοτάδι είναι ο χρόνος και ο τόπος της εξόδου της ψυχής προς ανζήτηση του έρωτος. Ο έρως είναι το «μαύρο φως», δηλαδή το σκοτάδι που είναι ενθηκευμένο μέσα στην ανθρώπινη ψυχή και απευθύνεται προς τον κόσμο για να τον ανατρέψει, για να προκαλέσει ρήξη και πένθος, αλλά συγχρόνως απόλαυση και ηδονή. Είναι πράγματι ένα σκοτάδι που επικρέμαται απέναντί μας. Και το αντιλαμβανόμαστε όταν κοιτάζουμε ερωτικά έναν άνθρωπο στα μάτια.

ΤΡΕΛΑ: Η τρέλα είναι το ένθεο στοιχείο του ανθρώπου, η ιερότητα του Διονύσου ενάντια στο εγκαθιδρυμένο πραγματικό που υποκρίνεται τη νηφαλιότητα, τη σωφροσύνη, τον ήπιο λόγο και τις αξιώσεις της λογικής. Η τρέλα ανατρέπει τη λογική, όχι όμως και τον Λόγο. Ο Τρελός ήταν κάποτε προφήτης, διακατεχόμενος από την ένθεη μανία, οραματιστής, ανατροπέας, επαναστάτης, καλλιτέχνης. Οι κοινωνίες του εγκλεισμού και του ελέγχου εξορίζουν την τρέλα στο φρενοκομείο, κάνουν τον τρελό υποχείριο του ψυχιάτρου και τον ψυχίατρο «χωροφύλακα» του κόσμου. Κι όμως, ο Freud παρομοίαζε τα φιλοσοφικά συστήματα με επιτυχείς παράνοιες.

ΦΙΛΙΑ: Φιλία είναι η κατ`εξοχήν εξιδανικευμένη μορφή του έρωτος. Είναι η έκφραση μιας εκλεκτικής συγγένειας που πηγαίνει πέρα από τις μορφές της ανθρώπινης σχέσης, διότι είναι η ανθρώπινη σχέση εν γεωμετρική προόδω, υψωμένη στον μέγιστο βαθμό. Φιλία είναι μια νύχτα όπου τα στοιχεία της ανθρώπινης ψυχής έλκονται Magis ex Amore

ΧΑΟΣ: Ως χάος νοείται το αντίθετο της τάξης, της κανονικότητας και της προβλεψιμότητας. Ούτε όμως η τάξη, ούτε η κανονικότητα, ούτε η προβλεψιμότητα συγκροτούν το ανθρώπινο πρόσωπο, και πολύ περισσότερο την Raison d’etre του ανθρωπίνου προσώπου. Το χάος είναι η απουσία που σημασιοδοτεί την ισχυρότερη παρουσία. Είναι η άβυσσος (Abgrund) των χαϊντεγκεριανών ενοράσεων. Είναι η μη-προβλεψιμότητα της ψυχής. Είναι το ανθρώπινο πάθος στη μέγιστη έντασή του. Είναι ο κόσμος μας που υπονομεύεται από τα άρρητα ρήματα της ψυχής μας. Είναι το αναίτιο της αιτίας μας.

ΨΥΧΗ: Ψυχή είναι η ανεπαίσθητη χειρονομία ενός ανθρώπου. Μια χειρονομία ικανή να αναδεύσει και να αναμοχλεύσει τα πάθη και τις επιθυμίες, να δώσει μορφή στο άμορφο και σκοτεινό, να δώσει ομιλία στο βουβό και άρρητο, να δώσει σχήμα στο ασχημάτιστο, να δώσει κίνηση στο ακίνητο. Ο Georg Lukacs έλεγε: ψυχή είναι ο τόπος στον οποίο «συνυπάρχουν ισοδύναμα: το χάος και η κανονικότητα, η ζωή και η αφαίρεση, ο άνθρωπος και η μοίρα του, η διάθεση και η ηθική».

ΩΜΕΓΑ: Το Ω, αλφαβητικά και χρονικά, σημασιοδοτεί το τέλος, αλλά ταυτόχρονα σημασιοδοτεί και την αρχή: ή καλύτερα, το τέλος που ταυτίζεται με την αρχή, τον θάνατο που ταυτίζεται με τη γέννηση και την έναρξη της ζωής, το τέλος της εγκοσμιότητας που εγκαινιάζει την αιωνιότητα. «Εγώ είμαι το Α και το Ω», διαβάζουμε στην Αποκάλυψη. Κι αυτό σημαίνει: ο γιος που ταυτίζεται με τον πατέρα, ο χρόνος που καθίσταται αιωνιότητα, το πεπερασμένο που καθίσταται άπειρο. Εσχατολογικά, το Ω δεν είναι παρά η λυτρωτική πράξη, δηλαδή το τέλος της πράξης που οδηγεί στη λύτρωση.

Στέφανος Ροζάνης
Αναδημοσίευση από HappyFew

Περιοδικό για την κοινωνική και ατομική ελευθερία

1) Ο Δρόμος Προς Το Φασισμό  (Λάρι Γκάμποουν): Ο χαρακτήρας της ιταλικής ενοποίησης και του ιταλικού κράτους διαδραμάτισαν ένα σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του φασισμού.
2) Κάρλο Ροσέλι, Πρωτοπόρος Κριτικός Του Μαρξ Και Μάρτυρας Του Αντιφασιστικού Αγώνα (Γιάννης Καρύτσας): Ο Κάρλο Ροσέλι (1899-1937), μία από τις εμβληματικότερες φυσιογνωμίες του ιταλικού σοσιαλιστικού κινήματος, υπήρξε ένας άνθρωπος του στοχασμού και της πράξης.
3) Νόαμ Τσόμσκι, Πολιτικός Συνήγορος Του Ολοκληρωτισμού Των Ερυθρών Χμερ (Σόφαλ Ίαρ): Το γενικό πλαίσιο εντός του οποίου επωάστηκε η στήριξη προς τους Ερυθρούς Χμερ ήταν ο πόλεμος του Βιετνάμ.
4) Ο Κλίγκα Και Η Χώρα Του Μεγάλου Ψεύδους (Πάολο Σενσίνι).

http://www.scribd.com/embeds/58770895/content?start_page=1&view_mode=scroll&access_key=key-2b2ra3c4hhfc3n83l0wr