Να μην συνηθίσουμε στην ύβρη

hub

Σε αντίθεση με την έννοια που η νεότερη και μετα-αρχαϊκή ανθρωπότητα αποδίδει στην λέξη ύβρη, ως ασέβεια προς οτιδήποτε πρεσβεύει κάποια κοινή αξία ή ταύτιση με κάθε είδους ενέργεια που θίγει την τιμή, το αξίωμα και την αξιοπρέπεια κάποιου, για τον αρχαιοελληνικό κόσμο η ὕβρις έχει αυστηρά πολιτικό χαρακτήρα. Η ὕβρις αποτελεί συστατικό στοιχείο του πολιτικού συστήματος των Αθηνών και η σημασία της μεταφέρεται μέσα από έναν εξίσου πολιτικό θεσμό, την Τραγωδία. (Δεν  είναι τυχαίο άλλωστε ότι με την πτώση του δημοκρατικού πολιτεύματος το 401 π.Χ. αμέσως μετά δηλαδή το τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου, επήλθε και ο θάνατος της τραγωδίας, αλλά και της φιλοσοφίας. Έκτοτε οι πολιτικές ‘ύβρεις’ που διεπράχθησαν από τα Μακεδονικά βασίλεια και τις διάφορες πολιτικές ελίτ συνεχίζουν μέχρι σήμερα μέσω των φιλελεύθερων ολιγαρχιών να συμβάλλουν στην κοινωνική υποδούλωση και στον σφετερισμό κάθε προσπάθειας της ανθρώπινης χειραφέτησης). Η ὕβρις αναφέρεται στην λυσσαλέα επιθυμία της παράβασης (Καστοριάδης 2006, σ.177) αλλά πάνω απ’ όλα στην υπερβολή του δήμου και την παραφροσύνη (Καστοριάδης 2008, σ.111), στην παραβίαση των ορίων (Καστοριάδης 2008, σ.210) και στην αδυναμία του να αυτοπεριορίζεται, βασική προϋπόθεση για να επιτευχθεί η δημοκρατία, ως πολίτευμα και καθεστώς αυτονομίας. Συνεπώς, για τον Καστοριάδη (2008, σ.193) η δημοκρατία είναι συνεχώς εκτεθειμένη σε θεωρητικούς κινδύνους, ένα καθεστώς που μπορεί να οδηγήσει σε θανάσιμα λάθη. Η πτώση της Αθήνας είναι ταυτόχρονα το αποτέλεσμα και η αιτία της ύβρεως που κυρίευσε τον δῇμον – λόγω της αδυναμίας του αθηναϊκού λαού να αυτοπεριοριστεί – οδηγώντας την δημοκρατία στην καταστροφή της. Ο ίδιος (1999, σ.22-23) γράφει χαρακτηριστικά: «το χάος το έχουμε και μέσα μας με τη μορφή της ύβρεως, δηλαδή της άγνοιας ή της αδυναμίας αναγνωρίσεως των ορίων των πράξεων μας. Διότι αν τα όρια ήταν σαφή και αναγνωρίσιμα εκ των προτέρων, δεν θα υπήρχε ύβρις, θα υπήρχε απλώς παράβαση ή αμάρτημα, έννοιες χωρίς κανένα βάθος».

Η ὕβρις δεν είναι η παράβαση ενός νόμου, αλλά ούτε συνιστά κάποιου είδους αμαρτία (Καστοριάδης 2006, σ.433). Στις θρησκείες για παράδειγμα, η παραβίαση των ηθικών κανόνων συνιστά παραβίαση του Θεϊκού δικαίου και επομένως ο πιστός διαπράττει αμάρτημα που θα επιφέρει την ανάλογη τιμωρία, συνήθως ηθικής τάξεως, σε κάποιον μεταφυσικό κόσμο. Τα όρια εδώ είναι καθορισμένα. Αντίθετα η αρχαιοελληνική ὕβρις συνίσταται ακριβώς στην απουσία του πολιτικού αυτοπεριορισμό (όπως είπαμε και παραπάνω), μια έννοια που έχει βαθειά φιλοσοφική βάση γιατί συνδέεται απευθείας με την ευθύνη, η βαρύτητα της οποίας μέσα στα πλαίσια της πόλεως πέφτει στις πλάτες του κάθε πολίτη ξεχωριστά που καλείται μέσα από τις δημοκρατικές διαδικασίες (στις δημόσιες συνελεύσεις της εκκλησίας του δήμου) να αποφασίσει για τον μέλλον της κοινωνίας που ζει. Οι αποφάσεις αυτές αφορούσαν σχεδόν τα πάντα, από την διεξαγωγή πολέμου μέχρι τα έσχατα φιλοσοφικά ερωτήματα για το τί είναι δίκαιο και τί νόμιμο. Με βάση ποιά κριτήρια όμως καθορίζεται το όριο; Σε ότι αφορά το πολιτικό και κοινωνικό πεδίο μόνο η ίδια η παράβαση θα καταστήσει εφικτό τον προσδιορισμό του μέτρου. Έτσι «ο Ευριπίδης στις Τρωάδες δείχνει την ὕβριν των  Ελλήνων, οι οποίοι μετά τη πτώση της Τροίας επιδίδονται σε ένα όργιο ωμότητας και κτηνωδίας, σκοτώνοντας, βιάζοντας πάνω στους βωμούς των θεών, κατακρημνίζοντας τα παιδιά από τα τείχη. Λέει στους Έλληνες και ιδιαίτερα στους Αθηναίους: «ιδού τα τέρατα που είστε, που είμαστε» (Καστοριάδης 2008, σ.211). Όπως καταλαβαίνουμε λοιπόν, ολόκληρη η ανθρώπινη ιστορία βρίθει από περιστατικά ύβρεως, δεδομένου ότι πάμπολλες φορές τα ανθρώπινα όντα είτε παρασυρόμενα από διάφορους δημαγωγούς και λαοπλάνους οδηγήθηκαν σε όργια μακαβριότητας, σαν αυτά του Άουσβιτς, των γκούλαγκ, των φασιστικών καθεστώτων του Φράνκο, του Βιντέλα ή των Ερυθρών Χμερ. Τόσο μεγάλη σπουδαιότητα είχε λοιπόν στην διαμόρφωση του δημοκρατικού πολίτη ο θεσμός της Τραγωδίας και της κεντρικής φαντασιακής σημασίας της, της ύβρεως.

Η ὕβρις όμως αναπαράγεται εντός κοινωνιών που απουσιάζει κάθε μέτρο, και συνεπώς κάθε αυτοπεριορισμός, κάτι που δεν αφορά μόνο τα ολοκληρωτικά καθεστώτα: οι δυτικές καπιταλιστικές κοινωνίες θέτουν ως βασικό τους στόχο την αλόγιστη συσσώρευση ανανεώσιμου πλούτου και την αέναη εξάπλωση των παραγωγικών δυνατοτήτων μέσα από ορθολογικές κινήσεις (Finley 1973; Weber 1992, σ.17). Συνεπώς απουσιάζει από αυτές η έννοια του αυτο-περιορισμού και η ύπαρξη εσωτερικών ορίων, εφόσον η παραγωγική διαδικασία και η οικονομική ανάπτυξη όχι μόνο δεν γνωρίζουν σταθερές, αλλά απεναντίας κάθε ενέργεια που παρακωλύει τις διαδικασίες αυτές εκλαμβάνεται ως παρασιτισμός. Τόσο στην περίπτωση των ολοκληρωτικών καθεστώτων/κινημάτων όσο και στις καπιταλιστικές κοινωνίες έρχεται κανείς άμεσα σ’ επαφή με την ετερονομία που διέπει τις Δυτικές παραδόσεις, μια κατάσταση που ενδυναμώνεται καθώς εξαφανίζονται και υποχωρούν τα σπέρματα αυτονομίας. Στην δεύτερη περίπτωση ειδικά, η αλόγιστη συσσώρευση κεφαλαίου στα χέρια μιας ολιγαρχίας οδηγεί στην φτώχεια και την εξαθλίωση, η οποία με τη σειρά της καλλιεργεί την εσωστρέφεια, διαλύοντας κάθε είδος κοινωνικής συνοχής, κάθε δεσμό φιλίας και αλληλεγγύης. Έτσι, ο εθνικισμός, η υπερβολική προσκόλληση στις παραδόσεις και τα έθιμα για τα οποία δεν επιδέχεται καμία αμφισβήτηση, ενισχύεται ακριβώς όταν η κοινωνική απελπισία αναζητά μια αιτιολόγηση και οι πολίτες μια ταχεία διέξοδο. Στο σημείο αυτό ο ρόλος των δημαγωγών είναι καταλυτικός: οι ίδιοι (που άλλοτε χρησιμοποιώντας σοσιαλιστικές ρητορείες και άλλοτε εθνικιστικές) λειτουργούν ως «διαμορφωτές συνειδήσεων» μέσω του τον αόριστου, τρομολαγνικού και διφορούμενου λόγου τους, εκστομίζοντας ατεκμηρίωτες ασυναρτησίες, με στόχο είτε να κατευθύνουν τις μάζες προς τα δικά τους ιδιωτικά συμφέροντα παρουσιάζοντάς τα ως κοινωφελή όπως λέει ο Finley (1985, σ.41) παίρνοντας ως παράδειγμα την παρακμή της Αθηναϊκής δημοκρατίας και την παράδοσή της στα χέρια διαφόρων λαοπλάνων, είτε καθοδηγούμενοι από μια ιδεολογική φαντασίωση που ταιριάζει σε έναν ιδεατό κόσμο (όπως το φυλετικό κράτος στην περίπτωση του Χίτλερ ή της ελληνικής καθαρότητας που επικαλούνται οι δολοφόνοι της Χρυσής Αυγής) παρουσιάζοντάς την ως τη μοναδική απάντηση στα αδιέξοδα του φιλελευθερισμού. Κάτι τέτοιο, άλλωστε, εξηγεί και την ραγδαία άνοδο της Χρυσής Αυγής καθώς και των διαφόρων ακροδεξιών ή λαϊκιστικών μορφωμάτων σ’ ολόκληρη την Ευρώπη, όπως για παράδειγμα του United Kingdom Independence στη Βρετανία, των Σουηδών Δημοκρατών ή του Γιόμπικ στην Ουγγαρία, ενώ σε άλλες κοινωνίες (είτε σε άλλες εποχές) παρόμοιου τύπου δημαγωγοί εγκαθίδρυσαν τυραννικά πολιτεύματα (όπως αυτό του Άσσαντ ή του Χίτλερ και του Στάλιν κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου). Έτσι γράφονται οι μαύρες σελίδες στην ιστορία της ανθρωπότητας, όπου η σύνεση και η διαλεκτική αποσύρονται, με την ύβρη να αποτελεί τον μοναδικό νόμο.

Άλλωστε ο εθνικισμός από μόνος του αποτελεί μια από τις πιο έντονες μορφές ύβρεως καθώς με τον τρόπο που επιβάλλεται στα κοινωνικά άτομα ευνουχίζει κάθε τάση αυτο-περιορισμού: η φυλετική ή εθνική υπερηφάνεια (που λόγω της έντασής της εκλαμβάνεται ως ανωτερότητα) ενός ανθρώπου υιοθετείται ως ύψιστο ιδανικό προσδιορίζοντας κύρος και αναγνωρισιμότητα στο ίδιο το άτομο την ίδια στιγμή που ο κόσμος γύρω του καταρρέει και οι παλιές αξίες, που για χρόνια εξαγόραζαν την θνητότητά του προτάσσοντας κατανάλωση και καριερισμό σβήνουν ολοσχερώς, αναπληρώνουν έτσι το κενό. Ο άνθρωπος μετατρέπεται σε εργαλείο ικανό να να σκοτώσει και να σκοτωθεί για ένα καλύτερο χθες, όπως λέει και ο Δεσποινιάδης (2008). Πρόκειται για έναν ταυτιστικό παραλογισμό που απαντά σε υπαρξιακής μορφής ερωτήματα: αν αμφισβητηθεί το έθνος και η φυλή ως έννοιες και αξίες κοινωνικές, τότε το ίδιο το άτομο νοιώθει ότι αμφισβητείται και η ύπαρξή του αλλά και οι ικανότητές τους. Κάτι τέτοιο δεν φανερώνει μονάχα κλειστότητα του εθνικιστικού φαντασιακού η οποία λειτουργεί ως κινητοποιός δύναμη κατά τη συνάντηση της κοινωνίας αυτής με άλλες, οδηγώντας στο εξής συμπέρασμα: οι θεσμοί [της άλλης] είναι υποδεέστεροι και όχι ίσοι. Ιδιαίτερα όταν όλες οι ανθρώπινες σχέσεις διέπονται από ανταγωνισμό (οικονομικό και κατ’ επέκταση γεωπολιτικό), ο εθνικισμός και η δημαγωγία παίζουν καταλυτικό ρόλο στον όχλο που έχει χάσει την πολιτική του σύσταση, παρασύρεται από τη μονομέρεια της ιδεολογικής τύφλωσης σε μια κατάσταση γενικευμένου μίσους και τέλος στην ύβρη. Οι αναφορές του Ευριπίδη στις φρικαλεότητες του Τρωικού πολέμου τονίζουν υπόρρητα την ετερονομία αυτής της ταυτιστικής λογικής και την προτροπή στην αυθάδεια η οποία προβάλλεται ως υπερηφάνεια, υποδεικνύοντας τις καταστροφικές συνέπειες της αδυναμίας των ανθρώπων να θέτουν εσωτερικά όρια. Με άλλα λόγια, η μη κατανόηση του διαφορετικού ως ίσο (ή έστω ως εν δυνάμει ίσο) αποτελεί ύψιστο δείγμα έκφρασης της αυθάδειας που γεννά η κλειστότητα του εθνικισμού η οποία ωθεί κάθε κοινωνία να παραγνωρίσει τον εαυτό της, έχοντας αποτύχει να αυτοπεριοριστεί αλλά και να οικουμενικοποιηθεί, πράγμα που ούτε λίγο ούτε πολύ συναντά κανείς στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες οι οποίες έχοντας παραλύσει πολιτικά αδυνατούν να εκφράσουν κάποιο νέο πρόταγμα ως απάντηση στην φιλελεύθερη πολυπολιτισμικότητα, και όντας ανίκανες να αυτοπεριοριστούν αγκαλιάζουν τον κοινωνικό συντηρητισμό και σταδιακά οδηγούνται στο ρατσισμό. Αυτού του είδους την ετερονομία προσέγγιζαν οι τραγωδίες, υπενθυμίζοντας τον δήμο κάθε λεπτό για τις συνέπειες της ύβρεως, όπως και στην περίπτωση του Ευριπίδη ο οποίος χρησιμοποιεί την περίπτωση του Τρωικού πολέμου για να υπενθυμίσει στους Αθηναίους πολίτες την περίπτωση της σφαγής των Μιλησίων (Καστοριάδης 2008, σ.197)[1]

Και επειδή σήμερα τραγωδίες πλέον δεν παίζονται στα θέατρα ως μέσον διαπαιδαγώγησης των πολιτών, αλλά στα αθηναϊκά πεζοδρόμια από ανεγκέφαλους και αποκτηνωμένους σαλτιμπάγκους’, που ως άβουλες μαριονέτες και χωρίς να έχουν καν το δικαίωμα να επικαλεστούν το «εν βρασμώ ψυχής» χύνουν με μια απλή κίνηση του στιλέτου, το αίμα κάθε καλλιτέχνη που ανοιχτά τολμά και καταδικάζει την αισχρότητα και την χυδαιότητα του λουμπενισμού τους, εμφανίζονται οι λεγόμενες δυνάμεις του «συνταγματικού τόξου», που με αφορμή τον θάνατο του Παύλου Φύσσα επικαλούνται τις αρχές της «νομιμότητας» και της «αποφυγής των άκρων» κάνοντας ακριβώς την ίδια δουλειά με τους δημαγωγούς και τους λαϊκιστές. Αντί να χαϊδεύουν τα αυτιά του δήμου, αντί να εκφράζονται με βάση που αυτά ο ίδιος θέλει ν’ ακούσει λένε δήθεν ότι επικαλούνται αυτό που πρέπει να ακουστεί, ακόμη και αν δεν αρέσει σε πολλούς. Όπως οι εμφανείς λαϊκιστές δημαγωγοί έτσι και οι εκπρόσωποι της «υπευθυνότητας» παίζουν ποντάροντας πάνω στον ίδιο παράγοντα, τα συναισθήματα, τον φόβο, την ελπίδα για ταχεία διέξοδο (από την ολική ταπείνωση και εξαθλίωση), την βαθύτερη ουσία της ανθρώπινης υπόστασης, αυτό που ο Freud ονόμαζε ψυχή (μια ψυχή που όντας εκ φύσεως βάρβαρη ποτέ κανείς δεν σκέφτηκε να την εκπολιτίσει), πράγμα που τους κατατάσσει στην ίδια κατηγορία με τους πρώτους.

Οι δημαγωγοί προβάλλοντας αληθοφανείς και μονομερείς διατυπώσεις και αναζητώντας αποδιοπομπαίους τράγους που συνήθως είναι οι μετανάστες, που με βάση τη δική τους λογική συμπιέζουν τις θέσεις εργασίας αφήνοντας απ’ έξω τους Έλληνες να πεινάνε, είτε οι Εβραίοι και οι μασόνοι που βάλλονται κατά του έθνους, ή στη λιγότερο ακραία εκδοχή, οι Γερμανοί που επειδή μισούν τους Έλληνες τιμωρούν έναν ολόκληρο λαό. Οι λαϊκιστές με προσωπείο υπευθυνότητας επικαλούμενοι τη γνώση και την αυθεντία επιβάλλονται μέσω του φόβου: αν δεν μας ψηφίσετε πείνα, κατάρες και καταστροφές θα σας βρουν, είτε, εσείς δεν ξέρετε τι θα πει διαχείριση της εξουσίας και γι’ αυτό ψηφίστε εμάς τους γνώστες και άριστους στην τέχνη της πολιτικής να ρυθμίσουν την κατάσταση με όποιο κόστος. Και ποιά είναι η απάντησή τους στη ρατσιστική βία; Οι ίδιοι μας λένε ότι για να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο Χρυσή Αυγή, θα πρέπει να τεθεί το μόρφωμα αυτό εκτός νόμου. Ξεχνάνε όμως ότι η ὕβρις του φόνου, που υπήρξε απλά η κορυφή του παγόβουνου ενός γενικευμένου κυνισμού που καλλιεργούνταν τόσα χρόνια, δεν αντιμετωπίζεται με διατάγματα και νομοθετικές ρυθμίσεις. Ξεχνάνε επίσης ότι το ίδιο το πολιτικό σύστημα της μεταπολίτευσης που ακόμα υπηρετούν, εκπαίδευε στους κόλπους του τον μανιχαϊσμό, τον διαχωρισμό των ανθρώπων σε ‘άριους’ κι υπανάπτυκτους, σε ιδιωτικούς και δημόσιους, σε trendy και ‘κλασσικούς’. Και όλα αυτά με την παράλληλη απουσία κάθε δημοκρατικής παιδείας, καθώς αντί για τα διδάγματα του αρχαίου θεάτρου, οι σύγχρονοι αστοί δημοκράτες προσέφεραν την «παιδεία» της ευτυχίας, της επιτυχίας, των χόμπυς, την ολοκλήρωση μέσο του άκρατου καταναλωτισμού, την ‘αλήθεια’ μέσο της παθητικής και άκριτης ενημέρωσης από τα ΜΜΕ, την επαγγελματική αποκατάσταση μέσο του προσανατολισμού της παιδείας σε ‘πρακτικού’ τύπου γνώσεις με αποτέλεσμα να αποδυναμώνονται τα κοινωνικά και πολιτικά αντανακλαστικά των ψηφοφόρων. Ξεχνάνε ότι ο σπόρος της ολοκληρωτικής απανθρωπιάς έχει ήδη ριζώσει στην Ελληνική κοινωνία και αυτό δεν μπορεί να λυθεί μέσα από γραφειοκρατικές διαδικασίες. Κάτι τέτοιο επιβεβαιώνεται άλλωστε και ιστορικά: πού ήταν η «νομιμότητα» να σταματήσει την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία την περίοδο του μεσοπολέμου; Ποιοί νόμοι ήταν ικανοί να σταματήσουν την γενοκτονία των Εβραίων και συνάμα την εξόντωση άλλων 50 εκατομμυρίων ανθρώπων; Αν πραγματικά η ανθρωπότητα θελήσει να αυτοκτονήσει τότε κανείς δεν θα μπορέσει να την σταματήσει, παρά μόνο η ίδια και αυτό μπορεί να το πετύχει μονάχα μέσω της δημοκρατίας[2], την μόνη απάντηση στην ύβρη (Καστοριάδης 2006, σ.457)

Τέλος, όπως λέει κι ο χορός των πολιτών στις Ευμενίδες του Αισχύλου: «Των Συμφορών η διχόνοια, εγώ εύχομαι να μην ξεσπάσει στη πόλη. Μήτε εμφύλιο αίμα οργής η γη να πιει, και να ζητά για το χυμένο αίμα άλλο αίμα. Τη χαρά να ανταποδίδουν αδελφωμένοι οι πολίτες και από κοινού να αποφασίζουν. Η συμφωνία σώζει το κακό από τους ανθρώπους» (στ. 1009-1016).

[1] Επίσης με βάση τον V.Naquet (2010), ο Αισχύλος στην τραγωδία του «Πέρσαι», που έγραψε αμέσως μετά την ναυμαχία  της Σαλαμίνας, για να τονίσει την σημασία της ύβρεως έγραψε την τραγωδία από την σκοπιά του ηττημένου, δλδ των Περσών, παρόλο που ο ίδιος είχε  πολεμήσει στην Σαλαμίνα σαν νικητής με το πλευρό των Αθηναίων, που θα είχε κάθε λόγο να πανηγυρίζει, θέλοντας  έτσι να δείξει ότι δεν μετράει η στρατιωτική νίκη των Αθηναίων, ή αντίστοιχα η νίκη ενός έθνους θα λέγαμε σήμερα, αλλά η ύβρις ή αλλιώς εκείνη η παράλογη δύναμη της ψυχής που οδηγεί κάποιον στην καταστροφή, ακόμα και ένα ολόκληρο λαό. Θα μπορούσε  κάλλιστα να γράψει ενα κείμενο που να τονίζει την Νίκη της Πόλης του. Αυτό ήταν το αντι-εθνικιστικό μύνημα του Αισχύλου, όσο και της ετερότητας του Ελληνικού πολιτισμού με βάση τον Γάλλο συγγραφέα.

Επιπλέον, η Hannah Arendt (1998, σ.176) επίσης λέει ότι η Ετερότητα ως αμεροληψία και αποδοχή του άλλου ξεκίνησε στη Αρχαία Ελλάδα. Συνεπώς, όχι μόνο κάθε έννοια εθνικισμού και κλειστότητας κοινωνιών κατά την περίοδο αυτήν ήταν απούσα αλλά, ταυτόχρονα, η χρήση των αρχαίων Ελληνικών κειμένων με σκοπό την ανάδειξη ενός εθνικιστικού φαντασιακού αποτελεί μέγιστη ημιμάθεια και ασέβεια ως προς το πραγματικό αρχαιοελληνικό πνεύμα, την γέννηση της δημοκρατίας, της ισότητας, της ισηγορίας και της ελευθερίας.

[2] Η πραγματική (ή αλλιώς η άμεση) δημοκρατία με τίποτα δεν θα πρέπει να συνδέεται με την νεοτερική έκβαση της φιλελεύθερης ολιγαρχίας/αριστοκρατίας, που θέτει ως βασίζεται πάνω στην αρχή της αντιπροσώπευσης και του κοινοβουλευτικού θεσμού: «Η ιδέα των αντιπροσώπων είναι νεότερη. Προέρχεται από τη φεουδαρχία, το άδικο και παράλογο σύστημα διακυβέρνησης που υποβιβάζει το ανθρώπινο όν και εξευτελίζει το όνομά του. Στις αρχαίες πολιτείες, ακόμα και στις μοναρχίες, ουδέποτε ο λαός είχε αντιπροσώπους. Η λέξη αυτή ήταν άγνωστη» (Rousseau 2003, σ.114)

Στη μνήμη του Παύλου Φύσσα…

Βιβλιογραφία
Αισχύλος, 1992. Ευμενίδες – Ορέστεια. Αθήνα: Εκδόσεις Κάκτος.
Δεσποινιάδης, Κ., 2008. Πόλεμος και Ασφάλεια, Θεσσαλονίκη: Πανόπτικον.
Καστοριάδης, Κ., 1999. Η Αρχαία Ελληνική δημοκρατία και η Σημασία της για μας Σήμερα. Αθήνα: Υψιλον βιβλία.
Καστοριάδης, Κ., 2006. Η Ελληνική Ιδιαιτερότητα. Αθήνα: Κριτική.
Καστοριάδης, Κ., 2008. Η Ελληνική Ιδιαιτερότητα. Αθήνα: Κριτική.
Arendt, H., and Canovan, M., 1998. The Human Condition. 2Nd ed. Chicago: The University of Chicago Press.
Naquet, V., 2010. Aeschylean Tragedy. London: Bloomsbury Academic.
Finley, M. I. 1973. The ancient economy. London: Chatto & Windus.
Finley, M. I. 1985. Democracy ancient and modern. 2Nd ed. London: Hogarth.
Rousseau, J., J., and Gourevith, V., 2003. Rousseau: ‘The Social Contract’ and Other Later Political Writings. 2Nd ed. Cambridge: Cambridge University Press.
Weber, M., 1992. The Protestant Ethic and the Spirit of Capitalism. 2Nd ed. London: Routledge.

Συγγραφή: Μιχάλης Θεοδοσιάδης και Μίλτος.

Λίγο ακόμα για τη Συνωμοσιολογία

Δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο να κατανοήσει κανείς τους λόγους που οι διαφόρων ειδών θεωρίες συνωμοσίας κατακλύζουν τα Μέσα Ενημέρωσης και το διαδίκτυο. Στην εποχή του ποβερισμού, της ασημαντότητας, της απουσίας πολιτικού στοχασμού και έλλειψης νοήματος, το φαινόμενο εξελίσσεται σε μάστιγα. Όλο και περισσότεροι δημαγωγοί εμφανίζονται μέρα με τη μέρα, κάνοντας λόγο για κάποια «Νέα Τάξη Πραγμάτων» (ΝΤΠ), για τους Ιλλουμινάτι, ή υποστηρίζουν ότι η τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου ήταν εσωτερική δουλειά κάποιων συνωμοτών (κυρίως Εβραίων). Ζώντας στην εποχή της μαζικής απάθειας και απο-πολιτικοποίησης, δεν μας εκπλήσσει καθόλου που η εν γένει πραγματικότητα επιχειρείται να προσεγγιστεί μέσω αβάσιμων σεναρίων επιστημονικής φαντασίας. Η έλλειψη πολιτικών προταγμάτων και κινήτρων είναι μάλλον αυτό που ως επί τω πλείστων χαρακτηρίζει τις σύγχρονες Δυτικές κοινωνίες, οι οποίες έχοντας πέσει σε βαθύ λήθαργο για πάνω από δύο δεκαετές (όπου η πλασματική οικονομία ευημερούσε, η εξασφάλιση της επιβίωσης μέσω του βολέματος και της θεσούλας θεωρούνταν δεδομένη για μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού), ξαφνικά συνειδητοποιούν ότι αυτό το απατηλό καταναλωτικό όνειρο κρέμεται από μια κλωστή. Βλέπουν τον εαυτό τους ένα βήμα πριν την πτώση στο βάραθρο που οι ίδιες έσκαψαν εδώ και τόσα χρόνια. Το μέλλον τους φαντάζει ζοφερό. Η αυτο-κριτική τις τρομάζει. Έτσι, επιλέγουν να κλείσουν τα μάτια τους και να εφεύρουν ένα ψέμα, να κατασκευάσουν μια εικονική πραγματικότητα που θα δικαιολογεί κάθε τους σφάλμα, νομίζοντας πως έτσι θα καταφέρουν να δραπετεύσουν από τον εφιάλτη που τις κυνηγά, από την Λερναία Ύδρα που ανέστησαν προκειμένου να ικανοποιήσουν την ψευδαίσθηση ότι όλα είναι εφικτά στο καταναλωτικό Κυνήγι της Ευτυχίας. Εδώ γεννιέται ο νέος Leviathan της εποχής μας, η ανευθυνότητα, η ευκολία, η αδράνεια και η αποκτήνωση, η μονομέρεια, ο homo economicus ανίκανος να μεταστραφεί σε homo politicus εθισμένος στην ευκολία και ακρισία καταντά ένας θλιβερός και ασήμαντος ανθρωπάκος.

Από τον Μπρέιβικ, τους ναζιστές, τη Χρυσή Αυγή και τους ακροδεξιούς που κάνουν λόγο για πολιτισμικό εξισλαμισμό καθοδηγούμενο από ισχυρά κέντρα εξουσίας, μέχρι τους αριστερούς εθνικιστές, όλοι πλέον οι πολιτικοί χώροι εντός των οποίων η συνωμοσιολογία ευδοκιμεί, κάνουν λόγο για μια κρυφή συνωμοσία πανίσχυρων ανθρώπων, που στόχο έχουν να υποδουλώσουν την ανθρωπότητα για δικό τους συμφέρον. Όλοι, σχεδόν μιλούν για μια «Παγκόσμια Κυβέρνηση», για «αεροψεκασμούς», ή στην πιο ακραία τους εκδοχή, για UFO και μυστικά ταξίδια στο διάστημα. Μάλιστα, όπως άλλωστε λέει και ο Josh Lucker, σε άρθρο του στο Marxist.com (2012), η συνωμοσιολογία είναι εξαιρετικά δημοφιλής στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σύμφωνα με δημοσκοπήσεις, το 80% των Αμερικανών πιστεύουν ότι η κυβέρνηση κρύβει πληροφορίες σχετικά με τα UFO, ενώ ένα ποσοστό της τάξης του 15% απορρίπτει ότι η Αλ-Κάιντα ήταν υπεύθυνη για τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου. Μεγάλο ποσοστό, επίσης, χρηστών του διαδικτύου σερφάρει σε ιστοσελίδες που «αποκαλύπτουν» ποιες διασημότητες είναι μέλη των «Illuminati» ή ελευθεροτέκτονες, ενώ, όπως αναφέρει η Guardian (2012, μέσω tvxs) κατά 250% έχουν αυξηθεί στις Η.Π.Α οι ρατσιστικές και ακροδεξιές ομάδες, που βασίζουν την ιδεολογία τους σε συνωμοσιολογικά σενάρια. Ποιός, άραγε, δεν έχει υπ’ όψιν του τις περίφημες δοξασίες περί «κλωνοποιημένου Hitler», αποικιών στη Σελήνη, ή τις διάφορες «αποκαλύψεις» του Νοστράδαμου, του Παίσιου και άλλων «προφητών» που αναπαράγονται συνεχώς από τα διάφορα κιτς ιστολόγια; Πόσες φορές δεν έχουμε έρθει σε επαφή με ανθρώπους που κάνουν λόγο για «Σιωνιστικές κρυφές ατζέντες που έχουν βαλθεί να αλλοιώσουν τις παραδόσεις μας μέσω της μαζικής μετανάστευσης» ή για την περιβόητη επιστολή φάντασμα του Κίσσιγκερ, για τα σχέδια εξισλαμισμού της Ελλάδας από τους Τούρκους, για «προδότες» και «ανθέλληνες»…;

Τί πραγματικά, όμως, θα μπορούσε να θεωρηθεί ως «θεωρία συνωμοσίας»; Ονομάζουμε, λοιπόν, συνωμοσιολογικό κάθε επιχείρημα σύμφωνα με το οποίο, ένα γεγονός ή μια σειρά από γεγονότα ερμηνεύονται αποκλειστικά και μόνο ως αποτέλεσμα συνωμοτικής, μυστικής, οργανωμένης και υπόγειας δράσης ατόμου ή ομάδας ανθρώπων (π.χ. κυβερνήσεων ή αδελφάτων). Στην ευρύτερη πολιτική γλώσσα, αποκαλούμε «θεωρία συνωμοσίας» οποιοδήποτε (αυθαίρετο) συμπέρασμα προκύπτει μέσω μη διασταυρωμένων πληροφοριών, δίχως να υπάρχουν αποδείξεις και τεκμήρια ή, έστω, λογική ερμηνεία των καταστάσεων και των γεγονότων βάσει μιας σαφούς μεθοδολογίας. Πρόκειται για παραληρητικές και, εν μέρη, κατασκευασμένες ιστορίες που περισσότερο μοιάζουν με σενάριο ταινίας του Hollywood, αλλά πλασάρονται ως «αληθινές» ή «πιθανές» εξαιτίας μιας αληθοφάνειας που τους προσδίδεται. Με άλλα λόγια, οι θεωρίες συνωμοσίας αναφέρονται συχνά σε κάτι που θα μπορούσε να είναι αληθινό ή πιθανό εξαιτίας της αληθοφάνειάς του. Όπως κάθε προπαγανδιστικός λόγος έτσι και ο συνωμοσιολογικός, θα πρέπει πάντοτε να χρησιμοποιεί ένα προσωπείο μιας δήθεν αντικειμενικότητας, να είναι απλός (ή απλουστευτικός), ώστε να υιοθετείται εύκολα από τις απο-πολιτικοποιημένες μάζες. Θα πρέπει να απευθύνεται στη βούληση του γενικού συνόλου (όπως θα έλεγε και ο Jacques Ellul) παρά στο άτομο ως ξεχωριστή και αυτόνομη οντότητα. Έτσι κάθε συνωμοσιολογική θεώρηση κατασκευάζει έναν δικό της μύθο[1] εντός του οποίου εντάσσεται κάθε προσπάθεια προσέγγισης της παγκόσμιας πολιτικής σκηνής. Τα (συχνά ιδεολογικά χρωματισμένα) σενάρια αυτά λειτουργούν ως αφετηρία σε κάθε προσπάθεια προσέγγισης του «πολιτικού» πράττειν, των δηλώσεων και των πράξεων διαφόρων ηγετών ή πολιτικών προσώπων. Κοντολογίς, κάθε πολιτική κίνηση μπαίνει στο ιδεολογικό κρεβάτι του Προκρούστη και ερμηνεύεται με βάση ένα ήδη έτοιμο δοσμένο συμπέρασμα-απάντηση συνοδευόμενα από έναν δήθεν επιστημονικό βερμπαλισμό – πως για παράδειγμα, οι αποφάσεις κάποιων ηγετών αναγκαστικά εξυπηρετούν ή αντιτάσσονται στα σχέδια της ΝΤΠ – αντί να προσπαθεί κανείς να αναζητήσει απαντήσεις αναφορικά με τους λόγους και τις αιτίες που λαμβάνονται οι εκάστοτε αποφάσεις, έπειτα από στοχασμό και διαύγαση του κεντρικού πυρήνα των αξιών που διέπουν το κοινωνικό υποκείμενο.

Φυσικά, σε μια περίοδο που ο παγκόσμιος καπιταλισμός ταλανίζεται από τις εγγενείς αδυναμίες του, δεν φαίνεται καθόλου παράξενο το γεγονός ότι αντιδραστικές ιδεολογίες (οι οποίες αποτελούν πεμπτουσία της συνωμοσιολογίας) κερδίζουν έδαφος. Μια από τις βασικότερες επιδιώξεις των συνωμοσιολόγων είναι να τονίζουν πως τα τεράστια προβλήματα που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε σήμερα δεν αποτελούν παράγωγα της φύσης του καπιταλιστικού συστήματος (δηλαδή του ασύστολου κέρδους, της αέναης εξάπλωσης των παραγωγικών δυνατοτήτων και της αλόγιστης κυριαρχίας του ανθρώπου πάνω στη φύση) αλλά αποτελέσματα της πολιτικής διαφθοράς, δηλαδή «των συνωμοσιών που σκαρφίζονται οι πολιτικοί ηγέτες μεταξύ τους και σε συνεργασία μ’ αυτούς που ελέγχουν τις πολυεθνικές – για δικό τους φυσικά όφελος». Ποιές είναι, όμως, οι πιο διαδεδομένες θεωρίες συνωμοσίας; Ας τις πάρουμε μία μία!

Εβραϊκές συνωμοσίες

Σχεδόν οι περισσότεροι συνωμοσιολόγοι θεωρούν τους Εβραίους υπαίτιους για όλα τα δεινά της ανθρωπότητας με αποκορύφωμα το υπερβολικά διαδεδομένο επιχείρημα ότι «οι Εβραίοι υπάλληλοι στους Δίδυμους Πύργους γνώριζαν για την επίθεση και απουσίαζαν από τα γραφεία τους εκείνη τη μέρα, και για τον λόγο αυτόν κανένας Εβραίος δεν υπήρξε θύμα την ημέρα της επίθεσης». Ακόμα, όμως, και αν, στη χειρότερη των υποθέσεων, όπου, εξαντλώντας κάθε αίσθημα ανθρωπιάς, υιοθετήσουμε το παραπάνω επιχείρημα (που μόνο ορθό δεν είναι, δεδομένου ότι τουλάχιστον 270-400 άτομα Εβραϊκής καταγωγής βρήκαν τραγικό θάνατο μέσα στο World Trade Center, εκ των οποίων οι πέντε ήταν Ισραηλινοί πολίτες) οι απαντήσεις που θα λάβουμε όχι μόνο μισανθρωπικές θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν, αλλά, ταυτόχρονα, και πέρα για πέρα μυωπικές [2].

Μια από τις ευρύτερα διαδεδομένες αντι-σημιτικές θεωρίες συνωμοσίας είναι Τα πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών, (βιβλίο που σήμερα προωθείται συστηματικά από τα αυταρχικά καθεστώτα της Μέσης Ανατολής). Στην πραγματικότητα, τα ΠΣΦ δεν είναι τίποτα περισσότερο παρά μια πλαστογραφία ίσως ενός ενός αναρχικού μανιφέστο του 1900 που αναφέρονταν στις κινήσεις των πολιτικών αρχηγών και στους τρόπους με τους οποίους οι ίδιοι επιβάλλονται στις μάζες, κείμενο που παραποιήθηκε από την Τσαρική αντί-σημιτική Ρωσική αστυνομία (ή στην πιο απλή εκδοχή του, ένα απλό κατασκεύασμα της Οχράνα με στόχο να δικαιολογηθούν οι αντι-Εβραϊκές Τσαρικές πολιτικές και τα αντί-σημιτικά πογκρόμ στη Ρωσία). Μόλις, δηλαδή, το ανέκδοτο μανιφέστο διέρρευσε και έπεσε στα χέρια του Τσαρικού μηχανισμού προκειμένου να στοχοποιηθεί το εγχώριο εβραϊκό στοιχείο αντικατέστησε τη λέξη εξουσία με τη λέξη Σιωνιστές, ώστε να φαίνεται ότι πίσω από την μελλοντική πολιτική πορεία κρύβεται κάποιος Σιωνιστικός κίνδυνος. Εξέδωσε, στη συνέχεια, το βιβλίο αυτό σε χιλιάδες αντίτυπα, από τα οποία αργότερα όταν κυκλοφόρησαν στην Ευρώπη έγιναν διάσημα με το όνομα Τα πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών.

Όπως αναφέρουν οι Back και Solomos (2000), όλα ξεκίνησαν στην Γαλλία, κάπου μεταξύ 1894 και 1899 διαρκούσης της υπόθεσης Dreyfus. Η Γαλλική δεξιά και ο όχλος κατηγορούσαν τον Dreyfus πως υποκινούσε μυστική συνωμοσία με σκοπό την υποδούλωση της ανθρωπότητας από την φυλή των Εβραίων – κατηγορία που υποστήριξε επίσης και η Ρώσικη αστυνομία. Κατά την διάρκεια της εποχής εκείνης, γράφει η Hannah Arendt (1996)[3], ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένη η άποψη ότι οι Εβραίοι μαζί με ελευθεροτέκτονες προετοιμάζονταν για τη δημιουργία ενός δικού τους «υπερ-κράτους». Έτσι, τα ΠΣΦ, ήρθαν ακριβώς στην κατάλληλη στιγμή, προσφέροντας αυτό που πραγματικά ο Γαλλικός όχλος επιθυμούσε: ένα ψέμα για να επιβεβαιώσει τη μανία, την αγανάκτηση και την οργή του. Ως αποτέλεσμα όλης αυτής της μαζικής υστερίας μίσους, οι αντί-σημιτικές θεωρίες συνωμοσίας από τα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα πυροδοτούν αντί-εβραϊκές ταραχές καί στη Γαλλία (καθώς και σε διάφορα άλλα μέρη της Ευρώπης) που τροφοδοτούσαν η αντιδραστική αριστοκρατία και η καθολική εκκλησία και στην συνέχεια, αποτέλεσαν αναπόσπαστο κομμάτι της προπαγάνδας των φασιστικών καθεστώτων που οδήγησαν στο Ολοκαύτωμα, ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας όπου περισσότεροι από 6.000.000 Εβραίοι θανατώθηκαν (επιπλέον, πάνω από 1.500.000 τσιγγάνοι εξοντώθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης ή εκτελέστηκαν επί τόπου από τα αποσπάσματα των Ναζί και ντόπιων συνεργατών τους σε ολόκληρη την ήπειρο, καθώς και εκατοντάδες άλλοι, άτομα μειονοτικών πληθυσμών ακολούθησαν τον ίδιο δρόμο). Αυτός είναι λοιπόν ο απολογισμός της πιο θλιβερής συκοφάντησης και στοχοποίησης μιας ομάδας ανθρώπων εναντίον της οποίας για αιώνες οι ευρωπαϊκοί πληθυσμοί αντιμετώπιζαν με τόση καχυποψία και δυσπιστία (φαινόμενο που εξακολουθεί να υφίσταται μέσα στους χώρους της αριστεράς και της ακροδεξιάς όπου η βρίθει η συνωμοσιολογία).

Περί Νέας Τάξης Πραγμάτων

Ολόκληρη η μπλογκόσφαιρα διαρκώς κάνει λόγο για την εφαρμογή ενός κρυφού σχεδίου που ακούει στο όνομα Νέα Παγκόσμια Τάξη Πραγμάτων. Ο όρος αυτός, στην Ελληνική πολιτική, φυσικά, όταν αναπαράγεται συνεχώς από τους διάφορους δημαγωγούς, συγγραφείς και «ερευνητές» της συμφοράς, πανούργους εμπόρων βιβλίων, εκφωνητές ραδιοφωνικών εκπομπών ή παρουσιαστές τηλεοπτικών παραγωγών, συχνά συνδέεται με τις αντι-εβραϊκές συνωμοσίες (ότι πίσω από όλα κρύβεται μια πανίσχυρη ομάδα Σιωνιστών οι οποίοι ελέγχουν τον παγκόσμιο πλούτο και επιδιώκουν να επιβάλουν μια αυστηρά συγκεντρωτική πολιτική με στόχο να κυριαρχήσουν ολοκληρωτικά σε κάθε γωνιά του πλανήτη). Όλοι τους πάνω απ’ όλα, έμποροι, τις περισσότερες φορές με έντονο εθνικιστικό χαρακτήρα και άλλοτε με μια πιο ελευθεριακή επίφαση, λειτουργούν ως «διαμορφωτές συνειδήσεων», προσπαθώντας ν’ αποκοιμίσουν το κοινό με τον αόριστο, τρομολαγνικό και διφορούμενο λόγο τους, εκστομίζοντας ατεκμηρίωτες ασυναρτησίες, με στόχο να εκμεταλλευτούν τον φόβο που αισθάνεται ο σύγχρονος άνθρωπος μπροστά στο άγνωστο μέλλον.

Βέβαια, η ΝΤΠ λοιπόν χρησιμοποιήθηκε αρχικά από διάφορους νεοσυντηρητικούς θεωρητικούς, όπως ο Πολωνός αντι-κομμουνιστής Zbigniew Brzezinski και ο Αμερικανός Samuel Huntington, ενώ στη συνέχεια υιοθετήθηκε και από διάφορους ακαδημαϊκούς, όπως ο Noamh Chomsky. Για τί πράγμα μιλούν όμως οι αναφορές στα περί νέας τάξης πραγμάτων (και όχι Νέα Τάξη Πραγμάτων) που κάνουν οι παραπάνω σε σύγκριση με αυτά που αναπαράγει η μισή μπλογκόσφαιρα;

  1. Η ΝΤΠ, ως Νεοφιλελεύθερη ιδεολογία υιοθετήθηκε από μια περιθωριακή φράξια κατά το τέλος της δεκαετίας του 90. Πρόκειται για κάποιον ασαφή Μακιαβελικό «οδηγό» άσκησης (οικονομικής κυρίως) πολιτικής – πάντα με βάση τον πιο ακραίο και αγοραίο φιλελευθερισμό – και όχι μια αυστηρά συγκεκριμενοποιημένη στρατηγική επιβολής και κυριαρχίας.
  2. Ο George Herbet Walker Bush κατά τη διάρκεια του συνεδρίου της 11 Σεπτέμβρη του 1990, δήλωσε τα εξής:

    Μια νέα συνεργασία εθνών ξεκινάει, και σήμερα βρισκόμαστε σε μια μοναδική και εξαιρετική στιγμή. Η κρίση στον Περσικό Κόλπο, παρότι πολύ σοβαρή, μας προσφέρει και μια σπάνια ευκαιρία να προχωρήσουμε προς μια ιστορική περίοδο συνεργασίας. Από αυτή την ταραγμένη εποχή μπορεί να γεννηθεί μια νέα τάξη πραγμάτων: Μια νέα εποχή, πιο ελεύθερη από τον φόβο της τρομοκρατίας, πιο ισχυρή στην επιδίωξη του δικαίου και πιο ασφαλής στην αναζήτηση της ειρήνης. Μια εποχή στην οποία όλα τα έθνη του κόσμου, σε ανατολή και δύση, βορρά και νότο, μπορούν να ευημερούν και να ζουν σε αρμονία». ημέρες ήταν (υποτίθεται) και πάνω από μια νέα παγκόσμια τάξη αναδύθηκε, όπου η ανθρωπότητα θα είναι «απαλλαγμένη από την απειλή της τρομοκρατίας, ισχυρότερη στην επιδίωξη της δικαιοσύνης , και πιο ασφαλείς στην επιδίωξη της ειρήνης. Μια εποχή στην οποία τα έθνη του κόσμου, Ανατολής και Δύσης, Βορρά και Νότου, θα μπορούν να ευημερούν και να ζουν σε αρμονία.

    Εδώ ο όρος ΝΤΠ χρησιμοποιείται με σκοπό κατανοηθούν κάποιες αλλαγές που λαμβάνουν χώρα στο παγκόσμιο (γεω)πολιτικό τοπίο μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, του διπολισμού ΕΣΣΔ έναντι ΗΠΑ και τον τερματισμό των εχθροπραξιών στον Περσικό Κόλπο. Αν και τα γεγονότα αυτά αναμφίβολα υποδηλώνουν το τέλος μιας περιόδου και το ξεκίνημα μιας άλλης (γι’ αυτό άλλωστε και γίνεται λόγος και για νέα παγκόσμια τάξη, εφόσον η παλιά έχει ριζικά τελειώσει), ωστόσο η ερμηνεία που αποδίδεται εδώ όχι μόνο δεν αφορά μυστικές αδελφότητες Σιωνιστών που συνεδριάζουν σε μυστικά υπόγεια αρχηγεία, αλλά, απεναντίας, βλέπουμε ότι σχεδόν όλες οι ίντριγκες γίνονται στα φανερά παρά εντός σκοτεινών δωματίων. Άλλωστε, στον αιώνα της τεχνολογίας, τα καταπιεστικά καθεστώτα δεν χρειάζονται υπόγειες συναθροίσεις για να επιβληθούν, καθώς και αυτά καταφέρνουν να πετύχουν τους σκοπούς τους καθώς – αν κρίνουμε από το αποτέλεσμα των Ελληνικών εκλογών του 2012 – πολύ εύκολα καταφέρνουν να κατευνάσουν τις αντιδράσεις και την αγανάκτηση των μαζών.

  3. Σε αντίθεση, λοιπόν, με τα παραπάνω, οι διάφοροι ακροδεξιοί και απανταχού εθνικιστές προσδίδουν μια μεταφυσική χροιά και ένα είδος αρνητικής προφητείας, θα λέγαμε, στην έννοια της ΝΤΠ. Εν κατακλείδι, τους χωρίζει μια άβυσσος από τους πολιτικούς, θεωρητικούς, ακαδημαϊκούς ή οικονομολόγους οι οποίοι δεν αναφέρονται στην ΝΤΠ σαν να πρόκειται για έναν αυστηρά ιδεολογικοποιημένο όρο, αλλά σαν μια απλή έκφραση που περιγράφει συγκεκριμένες στιγμιαίες καταστάσεις, οι οποίες δεν είναι απαραίτητα προϊόν κάποιας κρυφο-σχεδιασμένης ατζέντας.

Η Παγκόσμια Διακυβέρνηση

Συχνά συγχέεται με την ΝΤΠ. Πολλοί εσφαλμένα την κατανοούν ως παγκόσμια κυβέρνηση. Ιδιαίτερα μετά τις δηλώσεις του Γ.Α.Παπανδρέου, «We need global governance» (και όχι global government), εκατοντάδες αναρτήσεις πλημμύρισαν το διαδίκτυο, για το πώς ο Γ.Α.Π είναι πράκτορας των Σιωνιστών, πώς εξυπηρετεί σκοτεινά «ανθελληνικά» συμφέροντα και οτιδήποτε μπορεί να φανταστεί το μυαλό ενός ανθρώπου[4].

Μέρος της Παγκόσμιας Διακυβέρνησης (ΠΔ) θα μπορούσε να ονομαστεί η λειτουργία οποιουδήποτε διακρατικού θεσμού: από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την Μαφία, την Καθολική Εκκλησία, τα Χρηματιστήρια, την Monsanto, την Google (της οποίας την πλατφόρμα Blogspot χρησιμοποιούν οι διάφοροι πολέμιοι της ΠΔ!!!), μέχρι και την Διεθνής Αμνηστία, τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα, τον ΟΗΕ, το Human Rights Watch και το internet. Συνεπώς, η ΠΔ δεν είναι κάτι απαραίτητα αρνητικό, ιδιαίτερα αν συνυπολογίσουμε τις δυναμικές του διαδικτύου στην διάδοση πληροφοριών από διάφορα μέρη του πλανήτη που τα επίσημα ΜΜΕ αποκρύπτουν. (Αναζητήστε περισσότερα σχετικά τόσο με την δική μου στάση, όσο και των υπόλοιπων μελών της ιστοσελίδας, απέναντι στην Παγκοσμιοποίηση σε αυτόν τον σύνδεσμο).

Οι «Ιλλουμινάτι»:

Ίσως η διασημότερη θεωρία συνωμοσίας στις μέρες μας. Το τάγμα των «Πεφωτισμένων» (όπως ακριβώς μεταφράζεται) αντιμετωπίστηκε από τους συντηρητικούς Χριστιανούς με υπερβολική εχθρότητα. Ακόμα και σήμερα διάφοροι συνωμοσιολόγοι ισχυρίζονται πως το τάγμα αυτό δρα μυστικά με στόχο να πλήξει τις παραδόσεις και τα έθιμα ενός λαού. Αγνοούν, βέβαια, πως η διάρκεια ζωής του τάγματος των «Πεφωτισμένων» δεν ξεπέρασε τα δέκα χρόνια (1776–1785)….

Συνωμοσιολογία vs μυωπικός φιλελευθερισμός vs αυτονομία

Ωστόσο, και προς αποφυγή οποιασδήποτε αναπόφευκτης παρεξήγησης, ο πόλεμος αυτός ενάντια στους διάφορους τσαρλατάνους συνωμοσιολάγνους, δεν αναιρεί και ούτε πρόκειται να αναιρέσει το γεγονός ότι το πολιτικό μας σύστημα έχει στηθεί πάνω σε σκευωρίες και προβοκάτσιες, ή ότι οι ολιγαρχίες έχουν την δύναμη ν’ ασκούν εξουσία μέσα στην κοινωνία (άλλωστε ο Μακιαβέλλι, που για πολλούς θεωρείται ο πατέρας της σύγχρονης πολιτικής θεωρίας, στον Ηγεμόνα μιλά συνεχώς για συνωμοσίες και ίντριγκες μεταξύ εξουσιαστών, δίνοντας σαφή οδηγίες στους Μέδικους της Φλωρεντίας για το πώς θα επιβληθούν στον λαό με κάθε μέσο). Η λέσχη Μπίλντερμπεργκ, για παράδειγμα, δεν αποτελεί μύθο όπως κι άλλες ανάλογες λέσχες. Οι ολιγαρχίες ή συγκεκριμένες μερίδες τους, και άλλα λόμπι, έχουν την ικανότητα να καθορίζουν υπουργούς ή ακόμα και πρωθυπουργούς. Ωστόσο, το οργανωτικό και διοικητικό χάος δε συνεπάγεται απαραίτητα ότι δεν υπάρχει μια βούληση ελέγχου του όλου πράγματος. Η αντίληψη, βέβαια, των συνωμοσιολόγων ότι ο κόσμος είναι ένα καλοκουρδισμένο ρολόι στα χέρια μιας μειοψηφίας, κατά βάθος, ευνουχίζει κάθε κινηματική δυναμική καθώς:

  1. δεν είναι μόνο οι ίντριγκες που χαρακτηρίζουν την διεθνής πολιτική σκακιέρα. Δεν είναι μόνο η χειραγώγηση μέσω της προπαγάνδας, ο κύριος λόγος που το σύστημα καταφέρνει κι επιβιώνει εδώ και τόσα χρόνια. Ο Δυτικός καπιταλισμός, έχει υποστεί σημαντικές αλλαγές από τις πρώτες μέρες της απόλυτης κυριαρχίας του. Λόγω των εργατικών αγώνων και της σύγκρουσης των αδύναμων με τα οικονομικά συμφέροντα των ολιγαρχιών, των κοινωνικών κινημάτων των γυναικών, ομοφυλόφιλων, μεταναστών και μειονοτήτων μπορεί πλέον και εξασφαλίζει μια θέση εργασίας, έναν μισθό και μια καταναλωτική ζωή σε μεγάλη μερίδα του πληθυσμού, του οποίου την εμπιστοσύνη κερδίζει, προσφέροντας μια Α ποιότητα ζωής, εκμεταλλευόμενος την φυσική ροπή του ανθρώπου προς την αδράνεια, τον ατομικισμό και το «βόλεμα». Δεν χρειάζονται, συνεπώς, κρυφά σχέδια και οργανώσεις (που αν υπάρχουν πρόκειται για μικρότερης κλίμακας κλειστές ομάδες, σε αντίθεση με την προπαγάνδα των συνωμοσιολόγων) για να διατηρηθεί το υπάρχον σύστημα. Υπάρχει το κέρδος, (για τις ολιγαρχίες) και η «θρησκεία» της κατανάλωση για τον μέσο άνθρωπο που εξαγοράζει κάθε νόημα ύπαρξης, με αποτέλεσμα ο καπιταλισμός ως σύστημα αξιών να ριζώνει βαθιά στο είναι και στο φαίνομαι του μέσου ανθρώπου.
  2. Οι θεωρίες συνωμοσίας παροτρύνουν τον πληθυσμό μιας χώρας να αποδοκιμάσει τους τραπεζίτες, τους πολιτικούς και τους δικαστές. Όμως, οι ίδιοι (οι συνωμοσιολόγοι) παρασυρόμενοι από το κλίμα εσωστρέφειας που κάθε κοινωνία εν ώρα κρίσης καλλιεργεί από μόνη της γίνονται φορείς ολοκληρωτικών ιδεών. Εν ολίγοις, από ένα σημείο και μετά, το επίκεντρο της συζήτησης παύει πλέον να εστιάζεται στο αν όσα λέγονται με βάση τους αεροψεκασμούς είναι αλήθειες ή ψέμματα. Η εξαθλίωση, ο φόβος, η αβεβαιότητα και ο πανικός δεν επιτρέπουν βαθιές πολιτικές και ανθρωπολογικές αναλύσεις. Απεναντίας, καταρρακώνουν κάθε αίσθημα ευσυνειδησίας, ενώ παράλληλα, το ατομικό ένστικτο της αυτοπροστασίας εντός μιας κοινωνίας που καταρρέει, δίνει ώθηση σε κάθε είδους καχυποψία να καπελώσει το πολιτικό πράττειν. Όλη αυτή η καχυποψία πως πίσω απ’ το κάθετί κρύβεται μια συνωμοσία είναι σχεδόν παρόμοια με ίδια τακτική που χρησιμοποιούν τα ολοκληρωτικά καθεστώτα, (χαφιεδισμός και παρακολουθήσεις «υπόπτων» που θα μπορούσαν να είναι πράκτορες του εχθρού).

Βρισκόμαστε όμως εδώ σε ένα εξαιρετικά λεπτό σημείο, όπου και καλούμαστε να απορρίψουμε εξίσου και την πίσω όψη της συνωμοσιολογίας: τον χυδαίο και επιτηδευμένα ρηχό θετικιστικό φιλελευθερισμό του δήθεν «κοινού νου», ο οποίος, προκειμένου να χλευάσει τους συνωμοσιολόγους, καταλήγει να αρνείται ότι υπάρχει οποιοδήποτε «δεύτερο» επίπεδο της πραγματικότητας πίσω από το φαινομενικό και αυτονόητο. Είναι η πεμπτουσία των διαφόρων «ρεαλιστών», της κάθε Νεοφιλελεύθερης ιντελιγκέντσιας, των τεχνοκρατών και του κάθε ειδήμονα που βαφτίζουν οποιονδήποτε έρχεται σε ρήξη με την καπιταλιστική βαρβαρότητα, ως «λαϊκιστή» ή ουτοπιστή, δεδομένου ότι γι’ αυτούς κάθε προσπάθεια να εξηγήσουμε τις κοινωνικές συμπεριφορές των από κάτω και τις πολιτικές αποφάσεις των από πάνω μέσω της επίκλησης και άλλων παραγόντων πέραν της απλής «επιλογής» τους, ταυτίζεται απαραίτητα με την κατάφωρη συνωμοσιολογία.

Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, συγκαλύπτεται η σημαντικότητα μιας ανάλυσης με όρους φαντασιακών σημασιών, που προσπαθεί να διαυγάσει τους κυρίαρχους θεσμούς κάθε κοινωνίας, να δει πώς δρα και αντιδρά το άτομο μέσα σε αυτήν την κοινωνική θέσμιση. Οι μεν συνωμοσιολόγοι αποφεύγουν να μιλούν γι’ αυτά, καθώς πιστεύουν πως αυτού του είδους οι προσεγγίσεις είναι κατευθυνόμενες και στοχεύουν να συγκαλύψουν τις ενέργειες των ολιγαρχιών, εφόσον θεωρούμε ότι υπάρχουν κι άλλοι παράγοντες διαμόρφωσης της πραγματικότητας εκτός από τις πολιτικές και τις ραδιουργίες των ελίτ. Οι δε φιλελεύθεροι επειδή πιστεύουν ότι αν προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε γιατί ο κόσμος, σε μια δεδομένη περίοδο, ενεργεί κατ’ αυτόν τον τρόπο, κάνοντας αναφορά στις κυρίαρχες αξίες με βάση τις οποίες διαμορφώνεται, συγκαλύπτουμε το γεγονός ότι τελικά όλα έχουν να κάνουν με «συνειδητές επιλογές» των ατόμων, τα οποία εκλαμβάνονται ως όντα αυτοφυή και όχι διαμορφωμένα κοινωνικά. Αυτό το θετικιστικό φαντασιακό αντανακλά έναν συγκεκαλυμμένο Χομπσιανό ντετερμινισμό, χαρακτηριστικό της φιλελεύθερης θεώρησης των πραγμάτων: ότι ο άνθρωπος ελάχιστα επηρεάζεται από το γύρω του περιβάλλον. Ότι υπάρχει μια σταθερή και αμετάβλητη αρχή που διέπει τον άνθρωπο, μια τετελεσμένη φύση, κάτι που συνεπάγεται ότι η σύγχρονη κοινωνία δεν αποτελεί τίποτα παραπάνω από μια αντανάκλαση των φυσικών αδυναμιών αλλά και επιτευγμάτων μας.

Επίλογος

Η φύση των θεωριών συνωμοσίας παρουσιάζει κοινά χαρακτηριστικά με δομή της σκέψης ενός παραληρητικού που πιστεύει ότι τον απατά η σύζυγός του ενώ αυτή όλη τη μέρα σφουγγαρίζει πατώματα ή σφραγίζει επιταγές. Θα μπορούσε, βέβαια, να τον απατά! Πόσο συχνά δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο; Στα πλαίσια της συζήτησης αυτής, όμως, δεν μας ενδιαφέρει τόσο αν η σύζυγος είναι άπιστη ή όχι, αν οι όλες οι αποφάσεις λαμβάνονται κεκλεισμένων των θυρών, αλλά ο τρόπος που διαχέονται οι διαφόρων ειδών θεωρίες συνωμοσίας σε μια κοινωνία, καθώς και τον αντικειμενικό ρόλο που αυτές παίζουν, επισημαίνοντας την αδυναμία της σύγχρονης Δυτικής κοινωνίας να ελέγξει τον εαυτό της, ώστε ν’ αποκομίσει, κατά το δυνατόν, αξιοπρεπή και λογικά συμπέρασμα (τα οποίο βέβαια, μπορούμε ν’ αναθεωρήσουμε κατόπιν καλύτερης και πιο διεισδυτικής σκέψης και διαύγασης των γεγονότων).

[1] Με βάση τον Jacques Ellul (1965 : 11), ο κάθε προπαγανδιστικός μύθος, «αποκτά τέτοια δύναμη, που εισβάλλει σε κάθε περιοχή της συνείδησης, μην αφήνοντας καμία ικανότητα ή κίνητρο ανέπαφο. […] Ο μύθος έχει μια τέτοια κινητήρια δύναμη που, μετά την αποδοχή, ελέγχει το σύνολο του ατόμου, στο βαθμό που καθίσταται απρόσβλητο σε οποιαδήποτε άλλη επιρροή»

[2] Κατηγορώντας σύσσωμη μια κοινωνική ομάδα για ένα αποτρόπαιο έγκλημα, κλείνουμε τα μάτια μας στις σχέσεις εκμετάλλευσης που υπάρχουν εντός της ίδιας. Όταν, δηλαδή, οι νεοσυντηρητικοί κρετίνοι στοχοποιούν όλους τους μουσουλμάνους του πλανήτη ως εν δυνάμει τρομοκράτες και αιμοδιψή όντα που κάνουν τα αδύνατα δυνατά προκειμένου να υποτάξουν κάθε ελεύθερο άνθρωπο στον θρησκευτικό τους σκοταδισμό, αυτόματα, όλη αυτή η χονδροειδής γενίκευση δεν μας επιτρέπει ούτε και στο ελάχιστο να διακρίνουμε τις σχέσεις εκμετάλλευσης εντός των μουσουλμανικών κοινοτήτων, και, πάνω απ’ όλα, αγνοούνται πλήρως οι φωνές των σεκουλαριστών, μεταρρυθμιστών ή και αγνωστικιστών που ζουν σε Ισλαμικές χώρες. Ως, εκ τούτου, κρίνουμε ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό να τελειώνουμε με όλες αυτές τις γενικεύσεις, απορρίπτοντας την ιδέα ότι μια εθνική ομάδα αποτελεί μια συμπαγής και ομογενοποιημένη οντότητα και όχι ένα σύνολο ξεχωριστών ανθρώπων, που ο καθένας τους θα μπορούσε να έχει τη δική του βούληση η οποία δεν είναι απαραίτητο να ταυτίζεται με τις κοινές αξίες της ομάδας αυτής.

[3] βλ. Η γέννεση του Ολοκληρωτισμού, κεφάλαιο «Αντισημιτισμός: μια εκτροπή της κοινής λογικής».

[4] Στην πραγματικότητα, ο Γ.Α.Π. δεν αποτελεί τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο, από έναν ακόμη παπατζή πολιτικάντη πρωθυπουργό, που τίποτα δεν έχει να ζηλέψει από τους προηγούμενους ομόλογούς του.

Πηγές
Arendt H., 1996. The Origins of Totalitarianism, 3d ed, London.
Back L., Solomos J., 2000. Theories of race and racism: a reader, New York: Routledge
Elul, J., 1965. Propaganda: the formation of men’s attitudes. New York: Vintage Books.
Lucker J., 2012. Class Struggle or Conspiracy? In Defence of Marxism. Διαθέσιμο: http://www.marxist.com/class-struggle-or-conspiracy.htm [Ημερομηνία πρόσβασης 8 Δεκεμβρίου 2012]

A For Alexis, Graphic Novel (gr)

http://www.scribd.com/embeds/114899395/content?start_page=1&view_mode=scroll&access_key=key-1gfyt5oduyovkj5jhwe

Το A for Alexis είναι μία απόπειρα απόδοσης του πασίγνωστου κόμικ V for Vendetta στα ελληνικά. Λέγοντας απόδοση δεν εννοούμε την ακριβή μετάφραση των κειμένων από τα αγγλικά στα ελληνικά, αλλά την μεταφορά της ιστορίας σ’ ένα δυστοπικό 2022, με την δράση να εξελίσσεται στην Αθήνα.

Όταν γράφηκε το V for Vendetta, το 1981, απ’ τον Alan Moore, η βρετανική κοινωνία δεχόταν την Νεοφιλελεύθερη επίθεση από την ολιγαρχία που εκπροσωπούσε η Μάργκαρετ Θάτσερ. Η ένταση της καταστολής, η κρατική τρομοκρατία, η ανυπαρξία πολιτικού λόγου, η ιδιωτικοποίηση της δημόσιας περιουσίας, η μετατροπή του Πολίτη σε υπήκοο, η οικολογική καταστροφή, η προπαγάνδα των ΜΜΕ, η εξύψωση της ηθικής της εργασίας ήταν μερικά από τα στοιχεία εκείνα που οδήγησαν στη δημιουργία αυτού του κόμικ. Οι ίδιοι, επίσης, λόγοι οδήγησαν εμάς στη μετάφραση και επικαιροποίηση του έργου αυτού, 31 χρόνια μετά. Το ρόλο της Θάτσερ στην Ελλάδα έχουν πρόθυμα αναλάβει επαγγελματίες πολιτικοί και τεχνοκράτες, σχηματίζοντας ένα ισχυρό αντικοινωνικό μέτωπο.Δημοσιογράφοι σε ρόλο δικαστή των κοινωνικών αγώνων,μεσάζοντες του φόβου και της καταστροφολογίας.

Οπλισμένοι φασίστες σε ρόλο συστημικού μαστιγίου, πλαισιώνουν τις ορδές των κρανοφόρων με τα χακί, διαπράττοντας καθημερινά, και ατιμώρητα, τερατώδη εγκλήματα και σπέρνοντας το μόνο τους πιστεύω, το μίσος. Εργοδότες, που ανέπτυξαν τις επιχειρήσεις τους με κρατικές επιδοτήσεις και φοροαπαλλαγές, συνεχίζουν να καρπώνονται την υπεραξία της εργασίας μας, είτε συσσωρεύοντας τα υπερκέρδη τους σε φορολογικούς παραδείσους, είτε τζογάροντας πάνω σε χρηματιστικά «προϊόντα»

Η ελληνική κοινωνία σήμερα, δεν έχει ανάγκη από έναν V. Έχει ανάγκη από εκατοντάδες χιλιάδες V, με ή χωρίς μάσκες, με ή χωρίς κουκούλες, βίαιους ή μη βίαιους, που θ΄απαντήσουν στην ερώτηση που τέθηκε το Δεκέμβρη του 2008. Τότε που οι ολιγαρχίες τρομοκρατήθηκαν, τότε που τα αφεντικά τρόμαξαν, τότε που εκατομμύρια αλληλέγγυοι πολίτες σε όλο τον πλανήτη φώναξαν πως “δεν ζητάμε τίποτα, τα θέλουμε όλα”! Σήμερα, δεν ψάχνουμε αφορμή σε άλλη μια κρατική δολοφονία. Σήμερα οι αφορμές είναι καθημερινές. Η αφορμή είναι γραμμένη πάνω στην κάρτα ανεργίας, είναι στον τίτλο των ειδήσεων των οκτώ, είναι χαραγμένη στην καταθλιπτική καθημερινότητα, είναι μέσα στο άδειο ψυγείο, είναι στον απλήρωτο λογαριασμό της ΔΕΗ, είναι στο χώμα που σκεπάζει τον αυτόχειρα της ημέρας. Η αφορμή είναι μπροστά μας. Η προοπτική της κοινωνικής επανάστασης επίσης…Ας δώσουμε στην οργή μας τρόπο.

Το V for Vendetta είναι έργο των Alan Moore και David Lloyd.

Επίσης στη δημιουργία του συνετέλεσαν οι Siobhan Dodd, Jenny O’Connor, Steve Craddock

Ολυμπιακές αυταπάτες

Το τελευταίο δεκαήμερο σημαδεύτηκε από τα εξής γεγονότα: 1) Την «επιπολαιότητα» της πρωταθλήτριας στίβου του άλματος τριπλούν Παρασκευής Παπαχρήστου ν’ αναρτήσει την παρακάτω προσβλητική δήλωση στο προσωπικό της Twitter profile: «με τόσους Αφρικανούς στην Ελλάδα… τουλάχιστον τα κουνούπια του δυτικού Νείλου θα τρώνε σπιτικό φαγητό», αλλά και την συμπάθεια που έδειχνε για το κόμμα της Χρυσής Αυγής και τις ρατσιστικές του ιδέες, προξενώντας, έτσι, έντονες αντιδράσεις, με αποτέλεσμα ν’ αποκλειστεί από την Ελληνική ολυμπιακή αποστολή στους αγώνες του Λονδίνου. 2) Η ανόητη και χυδαία διαδικτυακή φάρσα κάποιων «αγνώστων» που χωρίς καμία απόδειξη, άρχισαν να διαδίδουν πως η Γερμανίδα αθλήτρια του χόκεϊ Νατάσα Κέλερ ανήρτησε status προσβλητικό για τους Έλληνες αθλητές: «Το Ολυμπιακό Χωριό έχει γεμίσει με ξυπόλητους Έλληνες αθλητές». Αμέσως και χωρίς καμία, έστω και υποτυπώδη, έρευνα, πολλά «ανεξάρτητα» και «αντικειμενικά» ιστολόγια αναπαρήγαγαν αβασάνιστα την είδηση. Το γεγονός αυτό υποδηλώνει, για μια ακόμη φορά τον νεοελληνικό ανορθολογισμό, και την πατριδολαγνική τάση μιας μεγάλης μερίδας του πληθυσμού, που καταπίνει αμάσητα ο,τιδήποτε είναι τυλιγμένο με μια γαλανόλευκη[1], 3) Το πιο σημαντικό, όμως, περιστατικό, στο οποίο και θα πρέπει να δοθεί περισσότερη προσοχή αυτές τις ημέρες, είναι τα δρακόντεια μέτρα «ασφαλείας» που αναγκάστηκε να πάρει η κεντρο(ακρο)δεξιά κυβέρνηση του David Cameron στο Λονδίνο (ανέγερση φραχτών με ηλεκτροφόρα καλώδια, θέση του στρατού και της πάνοπλης αστυνομίας σ’ επιφυλακή, με σκοπό την αποφυγή διασάλευσης της τάξης), αλλά και το προκλητικά υψηλό κόστος των αγώνων αυτών, σε μια περίοδο βαθιάς κρίσης και εξαθλίωσης.

Λίγες, λοιπόν, μέρες μετά την τελετή έναρξης των 30ών Ολυμπιακών Αγώνων, το Λονδίνο έχει μετατραπεί σε μια στρατοκρατούμενη πόλη. Τις μέρες αυτές, οι Βρετανοί και οι επισκέπτες βλέπουν τη μεγαλύτερη στρατιωτική κινητοποίηση επί βρετανικού εδάφους από την εποχή του δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου. Ήδη, το ποσό των 700 εκατομμυρίων ευρώ, που εχει προϋπολογιστεί για την ασφάλεια των Αγώνων, έχει ξεπεραστεί και αναμένεται να σπάσει το φράγμα των 1,3 δις ευρώ που ξοδεύτηκαν τελικά για την ασφάλεια των Ολυμπιακών της Αθήνας. Όπως αναφέρει ο Stephen Graham στην Guardian, στο Λονδίνο κατά τη διάρκεια των αγώνων, θα βρίσκονται στους δρόμους της πρωτεύουσας περισσότεροι στρατιώτες απ΄ ότι στο Αφγανιστάν (περίπου 13,500). Επίσης, «κατά τη διάρκεια των Αγώνων ένα αεροπλανοφόρο θα καταπλεύσει στον Τάμεση. […] μη επανδρωμένα τηλεκατευθυνόμενα αεροσκάφη, χωρίς θανατηφόρα βλήματα, θα βρίσκονται πάνω από τα λαμπερά στάδια κατά την τελετή έναρξης και λήξης» (Stephen Graham)

Με τους ολυμπιακούς αγώνες, η Βρετανική κυβέρνηση επιδιώκει να εδραιώσει την δύναμη της διεθνώς και να δημιουργήσει τις ισχυρότερες συμφωνίες-trusts ώστε να λάβει και αυτή επάξια μέρος σε αυτόν τον ανηλεή παγκοσμιοποιημένο ανταγωνισμό. Μέσω της διοργάνωσης και διεξαγωγής των ολυμπιακών αγώνων γίνεται μιας πρώτης τάξεως υπερσυσσώρευση κεφαλαίου το οποίο κατευθύνεται από τα φτωχά στρώματα προς τα πλουσιότερα και τις ελίτ. Ταυτόχρονα, μεγάλα κομμάτια της Βρετανικής κοινωνίας και κυρίως των χαμηλότερων κοινωνικών τάξεων στενάζουν από τις περικοπές και τα διαρκώς λαμβανόμενα μέτρα λιτότητας, που έχουν καταστήσει δυσκολότερες τις συνθήκες ζωής και εργασίας. Η ανεργία πλησιάζει το 10%  (8,1 % το επίσημο ποσοστό της σήμερα) ενώ το δημόσιο χρέος άγγιξε το ποσό των £1,038.3 δισεκατομμύρια (λιρών) στα τέλη Ιουνίου. Οι έχοντες τρίβουν τα χέρια τους ατενίζοντας τον νέο επιχειρηματικό ορίζοντα που ανοίγεται. Άλλωστε γι’ αυτούς δεν είναι τίποτα παραπάνω από «business as usual».

Οι «Ολυμπιάδες» είναι τεράστιες εμπορικές και ιδεολογικές επιχειρήσεις που εξωραΐζουν το προϊόν τους με τη φτηνή και φυσικά ψεύτικη λάμψη του «αρχαίου πνεύματος» και αποπροσανατολίζουν δισεκατομμύρια ανθρώπους από τα πραγματικά προβλήματα τους, προσφέροντάς τους, ταυτόχρονα, ένα ακίνδυνο υπνωτικό που τα κυρίαρχα Μέσα Ενημέρωσης ονομάζουν «αθλητικό ιδεώδες». Οι ολυμπιακοί αγώνες – όπως και κάθε εμπορευματοποιημένο άθλημα/θέαμα – ενισχύει σε κάποιο βαθμό το φαινόμενο της απόσυρσης ενός κομματιού της κοινωνίας από τα πεδία του πολιτικού αγώνα (από τα κάτω), μιας και όλοι εργάζονται για το «κοινό καλό» όπως αυτό προσδιορίζεται κυριαρχικά από την κυβερνώσα ολιγαρχία ανάλογα πάντα με τα συμφέροντά της). Οι ολυμπιακοί αγώνες του Λονδίνου δεν αποτελούν φυσικά εξαίρεση. Κάθε είδους εταιρίες βοήθησαν στο στήσιμο μιας ακριβής βιτρίνας, κρύβοντας την γκετοποίηση και τον αποκλεισμό που βιώνουν οι κάτοικοι των υποβαθμισμένων περιοχών του Λονδίνου όπως οι Seven Sisters, Peckham, Totenham (απ’ όπου και ξεκίνησαν οι ταραχές μόλις έναν χρόνο πριν), αποκαλύπτοντας το «άλλο πρόσωπο» της Μητρόπολης, τον πραγματικό της, σκοτεινό, εαυτό, αυτόν που οι ακριβοπληρωμένοι reporters μας έδειχναν πέρυσι τέτοια εποχή. «Οι επικείμενοι Ολυμπιακοί Αγώνες θα λάβουν χώρα σε  μια πόλη που δεν έχει αναρρώσει από τις ταραχές» (Stephen Graham).

Παράλληλα με την μιζέρια του πραγματικού Λονδίνου, όπου τα φλεγόμενα κτίρια, τα καμένα αυτοκίνητα και οι σπασμένες βιτρίνες μεγαλοκαταστημάτων τον Αύγουστο του 2011 είχαν προβληματίσει και εξοργίσει αρκετούς, την ίδια στιγμή εμείς νανουριζόμαστε μήπως και αποσπαστεί η προσοχή μας από π.χ. τους χιλιάδες συνανθρώπους μας που σφαγιάζονται από το καθεστώς της Συρίας, από τα γεγονότα στην Ισπανία, το Μεξικό και από κάθε γωνιά ενός πλανήτη που βράζει και βιώνει μια κοινωνική, πολιτισμική, αξιακή και φυσική καταστροφή. Την ίδια στιγμή που η φτώχεια επελαύνει και ολόκληρη η Ευρώπη βυθίζεται μέρα με τη μέρα στην εξαθλίωση όλο και περισσότερο, οι οικονομικές ελίτ σπεύδουν να επωφεληθούν για ακόμα μια φορά απ’  αυτή τη «πολυεθνική-παγκόσμια γιορτή», αυτό το μεγάλο φαγοπότι που γίνεται σε βάρος των λαών και μάλιστα με την απατηλή επίφαση της «ένωσής τους». Με πρόσχημα, λοιπόν, τους αγώνες, τα κακόγουστα διαφημιστικά σλόγκαν των πολυεθνικών προμοτάρονται σε όλα τα μήκη και πλάτη της υφηλίου με εφιαλτική επαναληπτικότητα, αποσκοπώντας σ’ ένα και μόνο πράγμα: την κατανάλωση. Ο κόσμος του θεάματος εδώ έχει από χρόνια ρίξει την μάσκα του. Σκοπός, πάντα, είναι το μεγαλύτερο δυνατό κέρδος. Μέθοδος: οποιαδήποτε. Έτσι, η καλοπέραση, το lifestyle και η απάθεια συνεχίζουν να  βυθίζουν στο  βούρκο της ασημαντότητας πληθυσμούς ολόκληρους, μετατρέποντάς τους σε  μια ομοιόμορφη καταναλωτική μάζα, σε παραγωγικά ρομπότ, που ζουν μ’ έναν και μόνο πόθο: να δουν στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς γεμάτους και να ρέει άφθονο το (εικονικό) χρήμα, ώστε οι ίδιοι να μπορούν να προμηθευτούν μια νέα τηλεόραση (που κάνει ακριβώς την ίδια δουλειά με την παλιά), ένα νέο κινητό, ένα μοδάτο ντύσιμο…

Καπιταλισμός σημαίνει «πόλεμος» όλων εναντίων όλων, χωρίς κανέναν ηθικό φραγμό και με μόνο στόχο την εξόντωση του αντιπάλου για την απομύζηση όσο το δυνατόν μεγαλύτερου κέρδους γίνεται. Σύγχρονος καπιταλισμός, ο Νεοφιλελευθερισμός, σημαίνει εδραίωση ενός οικομενικού οικονομικού καζίνο. Η βιτρίνα του, έστω και κατ’ επίφαση, «δημοκρατικού» του προσωπείου έχει σπάσει, αφήνοντας ως μόνη ανεκτή σχέση αυτή της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, με τον ανθρωποφάγο οικονομισμό να κυριαρχεί στον κόσμο που όλα πρέπει να πληρώνονται «τοις μετρητοίς» (από τους ασθενέστερους – για τους υπόλοιπους υπάρχει και η πίστωση…)  . Έτσι, η αξιοπρέπεια κατέστη ανταλλακτέα αξία και σύντομα η ασυδοσία του κέρδους κυριάρχησε, παρασέρνοντας τα πάντα στη δύνη του. Με το πέρασμα στην καπιταλιστική υπερκαταναλωτική κοινωνία ο γιατρός, ο δικηγόρος και ο δάσκαλος, που ως τότε απολάμβαναν αναγνώριση σχεδόν θρησκευτικού τύπου, μετατρέπονται και αυτοί σε μισθωτούς εργάτες. Ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής μετατρέπει αργά αλλά σταθερά τον πλανήτη σε ένα απέραντο και ομοιόμορφο χώρο κερδοφορίας, όπου η εκμετάλλευση, η ανεργία, οι διχασμοί, οι ανισότητες, η κατασπατάληση των φυσικών πόρων, η απάθεια, η απο-πολιτικοποίηση και ο κρετινισμός της κουλτούρας του homo economicus συνηγορούν στην όξυνση αυτού του «πολέμου όλων εναντίων όλων»(φράση που αποδίδεται στον γνωστό φιλόσοφο υπερασπιστή της απόλυτης μοναρχίας, Thomas Hobbes), καθιστώντας τη ζωή μια διαρκή μάχη για επιβίωση, δίχως κανένα νόημα πέρα από τον πλουτισμό και το αλληλοφάγωμα.

Οι υπερασπιστές του Νεοφιλελευθερισμού υποστηρίζουν ότι δεν υφίσταται καμία καταπίεση εντός του δυτικού κόσμου. Όπως είναι φυσικό, αρνούνται όλα τα αδιάσειστα τεκμήρια από τα οποία προκύπτει πως οι φιλελεύθερες ολιγαρχίες, προκειμένου να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντά τους, δεν διστάζουν να συνεργαστούν ακόμη και με τα πιο ανελεύθερα και καταπιεστικά καθεστώτα, ή να εκμεταλλευτούν τις πλουτοπαραγωγικές πηγές άλλων κρατών, διεξάγοντας πολέμους, επεμβαίνοντας άλλοτε απροκάλυπτα και άλλοτε πιο «διακριτικά» στο εσωτερικό άλλων λιγότερο ισχυρών χωρών (είτε μέσω προπαγάνδας και εκφοβισμού – όπως ακριβώς συνέβη κατά την προεκλογική περίοδο του 2012 στην Ελλάδα – είτε με ανοιχτή στρατιωτική επιβολή). Φυσικά, για να μπορεί ο δυτικός κόσμος να απολαμβάνει μια ικανοποιητική οικονομική ευημερία πρέπει να λιμοκτονεί ο κακώς λεγόμενος «Τρίτος Κόσμος» (υπολογίζεται ότι πάνω από 10.000.000 παιδιά ετησίως πεθαίνουν λόγω της πείνας) και ο «αναπτυσσόμενος» κόσμος να δουλεύει υπό συνθήκες σύγχρονης φεουδαρχίας. Ακόμη, όμως, και αν κάποιος κλείνει τα μάτια σ’ όλα τα παραπάνω, που κάποτε συνέβαιναν μόνο «κάπου αλλού»  τίποτα δεν μπορεί να κρύψει πια από κανέναν: 1) τους θύλακες εξαθλίωσης και φτώχειας που υπάρχουν εντός των «αναπτυγμένων» χωρών (όπως και η Μ.Βρετανία), 2) ότι υπάρχουν κοινωνικές ομάδες αποκλεισμένες, όπως οι μετανάστες, που υφίστανται την πιο βάρβαρη εκμετάλλευση. Βέβαια, η εκμετάλλευση και η εξαθλίωση για εμάς δεν μετριέται μόνο σαν υπεραξία, δεν είναι μόνο οικονομική αλλά αφορά, κυρίως, την έλλειψη συμμετοχής στην πολιτική. Υπάρχει επίσης και η ψυχική έκπτωση που με βάση τον Κορνήλιο Καστοριάδη, έχει να κάνει με την μαζική απάθεια, την αδυναμία της κοινωνίας ν’ αφουγκραστεί τον εαυτό της, την παράλυση του αυθορμητισμού της και, γενικά, το σταμάτημα της δημιουργικότητας σε όλα τα πεδία. Τέλος, 3) ο καπιταλισμός (μαζί και τα Σταλινικά καθεστώτα) αποτελούν, ίσως τα μόνα συστήματα που σε λιγότερο από 200 χρόνια κατάφεραν να επιφέρουν μια -πιθανότατα ανεπανόρθωτη – οικολογική καταστροφή. Μέχρι, όμως, να συνειδητοποιήσουμε την κατάσταση στην οποία έχουμε περιπέσει, μέχρι να έρθει η στιγμή όχι που θ’ αλλάξουμε εμείς τον κόσμο, αλλά (όπως έλεγε ο Ερρίκο Μαλατέστα), που η ίδια η ανθρωπότητα θ’ αλλάξει τον εαυτό της – πράγμα που σύμφωνα με τον Καστοριάδη, το έχει κάνει ήδη δύο φορές – πάντα θα υπάρχει μια «Ολυμπιάδα», ένα «Mundial», ένα φαντασμαγορικό θέαμα, στον βούρκο του οποίου θα βυθιζόμαστε, προσπαθώντας να πείσουμε τον εαυτό μας ότι είμαστε ελεύθεροι, χαρούμενοι, ευτυχισμένοι…

[1] Παράλληλα, όλο αυτό το σκηνικό της κατανάλωσης φαντασμαγορικού θεάματος, αντανακλά τον διχασμό του πλήθους σε «εθνικά» ιδανικά:  ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι η Γερμανίδα αθλήτρια δεν κατέφυγε σε τέτοιου είδους δηλώσεις (πράγμα που, μάλλον, ισχύει), κατά πόσο ένα μεγάλο ποσοστό των Γερμανών δεν ταυτίζεται με τέτοιου είδους ρατσιστικές αντιλήψεις, πως οι  Έλληνες είναι χαραμοφάηδες και τεμπέληδες;

Συγγραφή: Μιχάλης Θ, Ian Delta, Efor, Antreas Lightfire


Σύντομο URL: http://wp.me/pyR3u-b2W

Απέναντι στο Νεοφιλελευθερισμό, η Αυτονομία

Είναι γενικά αποδεκτό, ότι η Ευρωπαϊκή κοινότητα πολιτών [1] βρίσκεται σε τέλμα, πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό. Η Νεοφιλελεύθερη πολιτική που εφαρμόστηκε τα τελευταία χρόνια στις χώρες της Ευρώπης, προτάσσοντας την υπερκατανάλωση, τον πολιτισμικό μηδενισμό, την άφεση της δημιουργικότητας στα χέρια των “ειδικών” και τον περιορισμό βασικών δημοκρατικών (κυρίως εργασιακών) δικαιωμάτων μας οδήγησε στις πύλες του κοινωνικού χάους. Παρ’ ότι μπορεί κάποιος να ισχυριστεί πως η διόγκωση του χρέους, η ολοένα και αυξανόμενη ανεργία (με συνέπεια την εξαθλίωση) έχουν σχεδιαστεί από τις ελίτ, είτε ώστε να ανταγωνιστούν το τέρας της Κίνας και της Ινδίας, (με τη μείωση του κατά κεφαλήν εισοδήματος) είτε ώστε να περάσουν όλα τα μέσα παραγωγής στους ιδιώτες, η πραγματικότητα φαίνεται πως είναι διαφορετική. Φαίνεται πως οι παγκόσμιες ελίτ αυτοτραυματίζονται (σκοτώνοντας μέρος του υπόλοιπου πληθυσμού φυσικά) από το ίδιο τους το δημιούργημα, το Νεοφιλελευθερισμό ή νεοσυντηρισμό, που καθώς απελευθερώνει από όλους τους περιορισμούς που μπορεί να θέσει το κράτος αφήνεται στην κερδοσκοπική ασυδοσία των εταιριών, μετατρέποντας το κουρδισμένο καπιταλιστικό σύστημα, στο σημερινό οικονομικό καζίνο.

Η σημερινή κατάσταση, βέβαια, δεν θα αφεθεί στην τύχη της για μεγάλο διάστημα. Ήδη το ενδιαφέρον των οικονομικών αναλυτών επικεντρώνεται στις μεθόδους που μπορεί το τεράστιο εταιρικό κέρδος να νομιμοποιείται κοινωνικά, μέσα από την επέκταση του τεχνάσματος της εταιρικής ευθύνης. Δηλαδή, καθώς οι βασικοί πυλώνες της κοινωνίας περνούν ολοένα και περισσότερο μέσα από την ιδιωτική πρωτοβουλία, ο πολίτης δεν διεκδικεί από το κράτος, το οποίο όσο απρόσωπο κι αν είναι έχει ως εκφραστές του τους θεσμούς του, αλλά ευχαριστείται ή δυσαρεστείται από την “κοινωνική προσφορά”, έναντι φοροαπαλλαγών βέβαια, της εκάστοτε εταιρίας, χωρίς να έχει τη δυνατότητα παρέμβασης αφού ούτε αντιπρόσωπο στο διοικητικό συμβούλιο της εταιρίας εκλέγει, ούτε να την καταστρέψει μπορεί (καθώς εξαρτά άμεσα την επιβίωση του απ’ αυτή).

Το αποτέλεσμα της σημερινής οικονομικής κρίσης, αν συνεχίσουμε να κλείνουμε τα μάτια κλεισμένοι στο καβούκι της απογοήτευσης, θα είναι πράγματι η σταθερότητα, και η ανάπτυξη την οποία επικαλούνται οι θιασώτες του φιλελευθερισμού, όπως ο Α.Σαμαράς, ο Ε.Βενιζέλος και οι διάφοροι σαλτιμπάγκοι θιασώτες του θατσερισμού Τζήμερος και Μάνος. Για ποιά ανάπτυξη όμως μιλάνε; Πρόκειται για την ανάπτυξη που έχει γνωρίσει η Κίνα, με το βιοτικό επίπεδο των πολιτών να βρίσκεται σε σημείο που οι περισσότεροι/ες δεν μπορούμε να διανοηθούμε ακόμη. Η ανάπτυξη που επιτυγχάνεται με κριτήριο όρους της αγοράς και όχι δείκτες ουσιαστικής ανθρώπινης ευημερίας. Σε αυτή την ανάπτυξη εμείς απαντούμε με την αποανάπτυξη. Ποιά είναι η σταθερότητα που προτάσσουν; Η σταθερότητα της ανέχειας, της εξαθλίωσης για το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας και σταθεροποίηση, αν όχι αύξηση, των κερδών για τους λίγους προνομιούχους και η «επιβολή της τάξης» μέσω της άμεσης καταπάτησης του δικαιώματος της διαμαρτυρίας (ήδη στις Η.Π.Α, στον Καναδά, στην Βρετανία και στην Γερμανία γίνεται λόγος για την θέσπιση νέων νόμων που θα περιορίζουν τις διαδηλώσεις, πράγμα που ούτε λίγο ούτε πολύ υποστήριξε και ο δήμαρχος της Αθήνας Γ.Καμίνης). Είναι άλλωστε λογικό! Προκειμένου να επιτευχθούν τα κέρδη απαιτείται είτε κοινωνική ειρήνη (εξ ου και η “εταιρική ευθύνη”) είτε βίαιη καταστολή οποιασδήποτε αντίδρασης. Η συρρίκνωση αυτή βασικών πολιτικών δικαιωμάτων οδηγεί, με αργό αλλά σταθερό ρυθμό, – χωρίς να το αντιληφθούμε – σε ένα κοινωνικά νομιμοποιημένο αυταρχικό καθεστώς (με τον ψευδεπίγραφο τίτλο της δημοκρατίας), κατά το οποίο οι κατασταλτικοί μηχανισμοί θα μπορούν να επεμβαίνουν διαλύοντας οποιαδήποτε κοινωνική δημιουργία, βαφτίζοντας την άμεσα ως “τρομοκρατική” ενέργεια ή εσωτερικό εχθρό. Όσο αφήνουμε έννοιες, όπως “στρατόπεδα συγκέντρωσης”, “πολιτοφυλακή”, “υγειονομικές βόμβες” να εισέρχονται στην καθημερινότητα μας, τόσο θα συνηθίζουμε στην ιδέα της σταθερής μας υποταγής. Σε αυτή τη σταθερότητα εμείς απαντούμε με την αναταραχή.

Η αλήθεια είναι πως δεν υπάρχει σοβαρός ιδεολογικός αντίπαλος στο νεοφιλελευθερισμό που να υποστηρίζεται από μαζικά κινήματα και να έχει εφαρμοστεί επιτυχώς στην πράξη. Καθώς τα “κομμουνιστικά” κράτη, στην πραγματικότητα υπήρξαν αποτρόπαια ολοκληρωτικά καθεστώτα, τα οποία αντί να στηριχτούν στην ισότητα, τη δημοκρατία και την αυτονομία δημιούργησαν γραφειοκρατίες ανάλογες με την καπιταλιστική αστική τάξη, βύθισαν πληθυσμούς ολόκληρους στο ζόφο και την εξαθλίωση, προκάλεσαν γενοκτονίες και άφησαν πίσω τους εκατομμύρια νεκρούς. Στον Δυτικό κόσμο, η κατάρρευση του Μαρξισμού στα τέλη της δεκαετίας του 80 συνέβαλε ριζικά στην καταρράκωση κάθε ελπίδας για κοινωνική αλλαγή, κληροδότησε την απόλυτη κυριαρχία της μαζικής αποχαύνωσης, του θεάματος, κάτω από την απόλυτη κυριαρχία των κατευθυνόμενων Μέσων Επικοινωνίας. «Οι άνθρωποι στη Δύση λένε: «αυτός είναι ο σοσιαλισμός, άλλος δεν υπάρχει, συνεπώς οι κοινωνίες μας, με όλα τα κουσούρια τους είναι οι καλύτερες ανθρώπινες δυνατές»» αναφέρει ο Κορνήλιος Καστοριάδης [«Είμαστε Υπεύθυνοι για την Ιστορία μας» (1998-99, σελ.16)]. Τα πάντα πλέον καθορίζονται από την «ανωτερότητα» του φιλελεύθερου καπιταλισμού (ντετερμινισμός) που «επειδή σαν κοινωνικό-πολιτικό-οικονομικό σύστημα υπερέχει όλων των άλλων θα πρέπει να αποτελεί σημείο αναφοράς». Δηλαδή, ο «θρίαμβος» του ενάντια στον Σταλινικό ολοκληρωτισμό, τον καθιστά ως «το καλύτερο που θα μπορούσε να επιτευχθεί», το τέλος της ιστορίας «δεν υπάρχει κανένα εναλλακτικό σύστημα. Αυτή είναι η σκληρή πραγματικότητα και θα πρέπει να την αποδεχτούμε».Οι σταλινικές διώξεις ήταν το μεγαλύτερο έγκλημα κατά της υπόθεσης του κομμουνισμού και αυτό που τελικά τον δυσφήμισε στα μάτια δισεκατομμυρίων ανθρώπων σε όλο τον πλανήτη. Τις συνέπειες αυτής της δυσφήμησης αντικειμενικά ακόμα και σήμερα το χειραφετησιακό κίνημα πληρώνει. Έτσι λοιπόν, γεννιέται το εξής ερώτημα: Υπάρχει επαναστατικό πρόταγμα σήμερα; Υπάρχει διέξοδος από την καπιταλιστική βαρβαρότητα; Στα ερωτήματα αυτά έχουμε ήδη απαντήσει παραπάνω, θέτοντας το πρόταγμα της αποανάπτυξης εντός των πλαισίων της συλλογικής και ατομικής αυτονομίας.

«Το πρόταγμα της αυτονομίας είναι μια δημιουργία της ιστορίας μας. […] Το πρόταγμα της αυτονομίας δεν είναι μια πολιτική επιχείρηση σαν οποιαδήποτε άλλη. Δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί παρά μόνο δια μέσου της αυτόνομης δραστηριότητας του κόσμου. Η δραματική απουσία αυτής ακριβώς της αυτόνομης δραστηριότητας είναι αυτό που χαρακτηρίζει τη σημερινή πραγματικότητα. [Α]…Στόχος της πολιτικής δεν είναι η ευτυχία, αλλά η ελευθερία. Την πραγματική ελευθερία (δεν ασχολούμαι εδώ με τη φιλοσοφική “ελευθερία”) την αποκαλώ αυτονομία. Η αυτονομία της κοινότητας, που μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με τη ρητή αυτοθέσμιση και αυτοκυβέρνηση, είναι αδιανόητη χωρίς την πραγματική αυτονομία των ατόμων που απαρτίζουν την κοινότητα. Η συγκεκριμένη κοινωνία, που ζει και λειτουργεί, δεν είναι τίποτε άλλο απ’ τα συγκεκριμένα,δρώντα,”πραγματικά” άτομα [Β] .

[Α] Κορνήλιος Καστοριάδης, Ο Θρυμματισμένος κόσμος
[Β] Κορνήλιος Καστοριάδης, Η Δημοκρατία ως Διαδικασία και ως Καθεστώς, Η Άνοδος της Ασημαντότητας.

Πρόκειται για το μόνο πρόταγμα που μπορεί να σταθεί σοβαρά απέναντι στην εταιρική κουλτούρα. Ήδη εδώ και έναν χρόνο, βλέπουμε κινήματα μη ιεραρχικά να ξεπηδούν. Από τους αγανακτισμένους της Ισπανίας και της πλατείας Συντάγματος μέχρι το Occupy Wall Street που ραγδαία εξαπλώθηκε και σε άλλες πολιτείες της Αμερικής, και τέλος το κίνημα των φοιτητών στο Κεμπέκ και Μόντρεαλ του Καναδά, για τα οποία ελάχιστη έως μηδενική αναφορά γίνεται στα Ευρωπαϊκά μέσα ενημέρωσης. Κάποτε ο Κορνήλιος Καστοριάδης είχε πει πως οι λαοί θα την βρουν την λύση. Η λύση είναι μπροστά μας λοιπόν. Η νέα ελπίδα γεννιέται στους δρόμους και τις πλατείες. Το μόνο που χρειάζεται είναι η δική μας προσπάθεια και θέληση για μια κοινωνία ανθρώπινη και δίκαιη. Όσο περιμένουμε να επαναληφθεί η περσινή λαοθάλασσα του Συντάγματος ή μαζικές καταλήψεις τύπου Μάη 68, ή να βιώσουμε ένα νέο φοιητικό κίνημα ανάλογο με αυτό του Μόντρεαλ, τόσο η πραγματικότητα θα μας απογοητεύει. Χωρίς να έχουμε αυτοσκοπό τη μαζικότητα, χωρίς να θέτουμε κριτήρια επαναστατικότητας, το ζητούμενο είναι όσοι νιώθουμε ακόμη ζωντανοί, όσοι διψάμε για δημιουργία, να βρεθούμε στους δρόμους, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για κοινωνική επανάσταση.

[1] Αντιμετωπίζουμε τις κοινωνίες της Ευρώπης όχι ως μια ομοιογενή ολότητα, αλλά ως μία σύνθεση διαφορετικών κοινωνιών που συνυπάρχουν σε μια οικονομική και πολιτική ένωση εδώ και αρκετά χρόνια, και ως αποτέλεσμα αντιμετωπίζουν περίπου κοινά προβλήματα και ακολουθούν παρόμοιες κατευθύνσεις (χωρίς να αγνοούμε φυσικά τις διαφοροποιήσεις που θα συναντήσει κανείς φυσικά στο φαντασιακό των σύγχρονων πχ Γερμανών και Ισπανών).

Συνδιαμόρφωση από Efor, Michael Th


Σύντομο URL: http://wp.me/pyR3u-aKG

Για τις επερχόμενες εκλογές, τη δανειακή σύμβαση και τους ωμούς εκβιασμούς των ελίτ

Σημείωση: τα οικονομικά στοιχεία στα οποία γίνεται αναφορά ήταν αυτά κατά το χρόνο σύνταξης του άρθρου. Ήδη ως προς την ανεργία, την ύφεση και το χρέος, ανακοινώθηκαν νεότερα στοιχεία τα οποία αναφέρονται συνοπτικά εδώ.

Ο Κορνήλιος Καστοριάδης σε συνέντευξή του το 1993 είχε πει:

Παρακολουθούμε τον θρίαμβο ενός φαντασιακού, του καπιταλιστικού φαντασιακού – «φιλελεύθερου» – και τη σχεδόν εξαφάνιση της άλλης μεγάλης φαντασιακής σημασίας της σύγχρονης εποχής, του προτάγματος της ατομικής και συλλογικής αυτονομίας. Επιφανειακά αυτό μεταφράζεται, από την αρχή της δεκαετίας του ’80, στη νίκη της λεγόμενης «νεο-φιλελεύθερης» αντεπίθεσης – υλοποιημένης από τις πολιτικές Θάτσερ-Ρέηγκαν – αντεπίθεση η οποία επέβαλλε πράγματα που προηγουμένως φαίνονταν αδιανόητα. Καθαρή και απλή περικοπή των πραγματικών μισθών και καμιά φορά ακόμη και των ονομαστικών, για παράδειγμα· ή ακόμη τα επίπεδα ανεργίας, για τα οποία εγώ ο ίδιος είχα σκεφθεί και γράψει το 1960, ότι είχαν γίνει αδύνατα διότι θα προκαλούσαν μια κοινωνική έκρηξη.

Το παραπάνω απόσπασμα που είναι μέχρι σήμερα επίκαιρο, μας δίνει την ευκαιρία – δεδομένης και της ελληνικής πολιτικής επικαιρότητας – να μιλήσουμε πλέον για τον εντελώς ανορθολογικό χαρακτήρα των δανειακών συμβάσεων και των Μνημονίων και κυρίως της δεύτερης δανειακής σύμβασης.

Αφού το δίλημμα που τίθεται εκβιαστικά εν όψει και των επερχόμενων εκλογών από το ευρωπαϊκό και εγχώριο νεοφιλελεύθερο μπλοκ είναι «τήρηση των συμπεφωνημένων ή έξοδος από την ευρωζώνη και την Ε.Ε.» κι εμείς θα προσπαθήσουμε να αποδείξουμε ότι το δίλημμα αυτό είναι μια τεραστίου μεγέθους πολιτική απάτη.

Η εκ μέρους μας απόρριψη του Οικονομισμού, ο οποίος κυριαρχεί στις σύγχρονες κοινωνίες, δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε να μιλήσουμε με οικονομικούς όρους! Το αντίθετο: η απόρριψη αυτή εδράζεται κυρίως στην κατανόηση της ανορθολογικότητας του σύγχρονου καπιταλισμού. Κατανοώντας το νεοφιλελεύθερο δόγμα, δικαιούμαστε να απορρίπτουμε τον Οικονομισμό και να επιμένουμε πως η λύση πρέπει ν’ αναζητηθεί εκτός της οικονομικής σφαίρας• να επιμένουμε πως η λύση δεν μπορεί παρά να είναι πολιτική.

Πριν περάσουμε στην συγκεκριμένη ανάλυση, αρκεί να υπενθυμίσουμε ότι δεν πιστεύουμε ούτε στην αντιπροσωπευτική «δημοκρατία» και τον κοινοβουλευτισμό, ούτε θεωρούμε ότι μπορεί να δοθεί πραγματική λύση μέσω των εκλογών – απόψεις που έχουμε εκφράσει σε πρόσφατη ανάρτησή μας . Για τους λόγους αυτούς άλλωστε, θεωρούμε πως πρέπει να εξηγήσουμε γιατί το προαναφερόμενο δίλημμα που τίθεται από τις πολιτικές δυνάμεις (κυρίως από αυτές που χαρακτηρίζονται ως «μνημονιακές») στις επερχόμενες εκλογές του Ιουνίου είναι ψεύτικο. Το δίλημμα δεν είναι αν θα επικρατήσει στις εκλογές ένα φιλοευρωπαϊκό μέτωπο ή το αντίθετο. Το πραγματικό δίλημμα είναι εάν με τα σημερινά δεδομένα έχουμε ελπίδες επιβίωσης ή όχι• αν ο δρόμος που ακολουθούμε έχει μια πιθανή διέξοδο ή αν οδηγεί απευθείας στο νεκροταφείο.

Σχετικά με τη νέα δανειακή σύμβαση 

Η νέα δανειακή σύμβαση αποτελεί τον τελευταίο κρίκο – μέχρι σήμερα τουλάχιστον – μιας αλυσίδας που άρχισε τον Μάιο του 2010 με την υπογραφή του πρώτου Μνημονίου και συνεχίστηκε τον Ιούλιο 2010 με την αλλαγή του ασφαλιστικού, τον Αύγουστο 2010 με την 1η επικαιροποίηση, το Νοέμβριο 2010 με την 2η επικαιροποίηση και τον Φεβρουάριο 2011 με την 3η επικαιροποίηση του Μνημονίου, με τις περικοπές των μισθών και συντάξεων που συντελέστηκαν τον Μάρτιο 2011, με την ψήφιση του Μεσοπρόθεσμου και των εφαρμοστικών του νόμων τον Ιούνιο 2011 (παρά τη γενικευμένη λαϊκή οργή και αντίσταση), με την επιβολή της εισφοράς αλληλεγγύης και του ενιαίου μισθολογίου στο Δημόσιο τον Αύγουστο του 2011 και με την συμφωνία για το «κούρεμα» του χρέους, τις ιδιωτικοποιήσεις, την δραματική μείωση του αφορολόγητου ορίου και το χαράτσι που επιβλήθηκε στα ακίνητα μέσω των λογαριασμών της Δ.Ε.Η. τον Οκτώβριο του 2011.

Τα νέα μέτρα που εξαγγέλθηκαν τον Φεβρουάριο 2012 – μέτρα που πρέπει να ληφθούν τον επόμενο μήνα (Ιούνιο 2012) και που ανέρχονται στο ύψος των 11 και πλέον δισεκατομμυρίων ευρώ, είναι τόσο δυσβάσταχτα και εξοντωτικά ώστε να μπορεί να ειπωθεί πως η ειδοποιός διαφορά μεταξύ του πρώτης και της δεύτερης δανειακής σύμβασης και των αντίστοιχων Μνημονίων δεν είναι μόνο ποιοτική αλλά καθίσταται πια ποιοτική (εξαιρουμένης της υπαγωγής των διαφορών στο αγγλικό δίκαιο που ίσχυε εξ αρχής).

Τα κυριότερα σημεία της νέας δανειακής σύμβασης είναι τα εξής:

1.Κλείσιμο φορέων και απολύσεις στο Δημόσιο (15.000 εντός του 2012 και 150.000 έως το τέλος του 2015) – στόχος που αν επιτευχθεί θα καταστήσει το ελληνικό δημόσιο το μικρότερο της Ε.Ε. των 27 και ένα από τα μικρότερα παγκοσμίως. Ήδη προς κρίσης και παρά το μπαράζ παραπληροφόρησης από τα ΜΜΕ, οι δημόσιοι υπάλληλοι αντιστοιχούσαν στο 15 % του συνολικού εργατικού δυναμικού της χώρας, όταν ο μέσος όρος της Ευρωζώνης ήταν στο16,5 %, ενώ το κόστος του ελληνικού κράτους έφτανε στο 17,3  % του ΑΕΠ με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης στο 21,8 %. Μάλιστα, μετά το κύμα συνταξιοδοτήσεων και το πάγωμα των προσλήψεων, οι 768.000 δημόσιοι υπάλληλοι του Ιουλίου 2010 μειώθηκαν σε 650.000.

Ας σημειωθεί εδώ ότι με την απογραφή των δημοσίων υπαλλήλων, συνυπολογίστηκαν ως τέτοιοι και όσοι μισθοδοτούνται ευκαιριακά από το δημόσιο, αφού συνδέονται με αυτό με συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου (π.χ. ετήσιες συμβάσεις μίσθωσης έργου σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, οι οποίες βέβαια, κατά κανόνα, δεν πρόκειται να ανανεωθούν). Μάλιστα η αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων παραχωρήθηκε, επ’ αμοιβή, σε Γάλλους ειδικούς – γεγονός που καταδεικνύει και τις αποικιακές διαστάσεις που χαρακτηρίζουν τα νέα μέτρα.

2.Μείωση κατά 22 % του κατώτατου μισθού στον ιδιωτικό τομέα και 32 % στους νέους κάτω των 25 ετών. Δηλαδή ο κατώτατος μισθός έφτασε σήμερα τα 586 € μικτά (494 καθαρά) και τα 480 € μικτά (430 καθαρά) αντίστοιχα.

Οι μειώσεις αυτές συμπαρασύρουν όλα τα κλιμάκια της Εθνικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, όπως επίσης συμπαρασύρουν και διάφορα επιδόματα όπως το οικογενειακό, το επίδομα λοχείας και το επίδομα ανεργίας που έφτασε τα 323 € καθαρά.

Η αντίθετη επιχειρηματολογία, ότι με τη λήψη των προαναφερόμενων μέτρων τάχα σώθηκε ο 13ος και ο 14ος μισθός απευθύνεται σε ανόητους. Αρκεί να γίνει αντιληπτό ότι οι προαναφερόμενες περικοπές αντιστοιχούν σε 2,8 μισθούς, οι οποίοι, αν προστεθούν στους 2 που είχαν ήδη κοπεί, φτάνουν στους 4,8 μισθούς – χωρίς μάλιστα να υπολογιστούν τα χαράτσια και ο πληθωρισμός που το 2011 έκλεισε στο 3,1 %…. Η συνολική απώλεια ξεπερνά το 40 % του συνολικού εισοδήματος των εργαζομένων με σχέση εξαρτημένης εργασίας οι οποίοι, στην Ελλάδα, ήταν ήδη, προ κρίσης, οι φτωχότεροι της Ευρωζώνης με μοναδική εξαίρεση τους Πορτογάλους.

Το επιχείρημα ότι, ακόμη κι έτσι οι ελληνικοί μισθοί παραμένουν υψηλότεροι των πορτογαλικών και των βαλκανικών χωρών είναι επίσης σαθρό αφού ο ελληνικός πληθωρισμός και το επίπεδο τιμών στην Ελλάδα δεν συγκρίνεται με τα αντίστοιχα των χωρών αυτών. Όσοι δε, περιμένουν να πέσουν οι τιμές, θα περιμένουν πολύ αφού σχεδόν το 70 % των καταναλωτικών αγαθών είναι εισαγόμενα, όπως εισαγόμενο είναι και πολύ μεγάλο μέρος των πρώτων υλών των εδώ παραγόμενων προϊόντων.

3.Ειδικά μισθολόγια μειωμένα κατά 20 % που αφορούν τους ένστολους και τις ΔΕΚΟ. Το γεγονός ότι πάνω στην απελπισία τους, οι ελίτ χτυπούν ακόμα και την εργατική αριστοκρατία και τις δυνάμεις καταστολής που τόσες φορές τις έβγαλαν ασπροπρόσωπες, ασκώντας ωμή βία κατά της κοινωνίας, είναι πραγματικά ενδιαφέρον…!

4.Ενιαίο ταμείο για τις επικουρικές συντάξεις με μείωση 10 % έως τα 250 €, 15 % έως τα 300 € και 20 % άνω των 300 €. Επίσης, μείωση 12 % σε όλες τις κύριες συντάξεις άνω των 1.300 €, 7 % στις συντάξεις του ΝΑΤ και 20 % στις συντάξεις των «ευγενών» ταμείων.

5.Συμπληρωματικός προϋπολογισμός που προβλέπει αύξηση των εσόδων κατά 2 δισ. € (52,2 από 50,2) και μείωση εξόδων κατά 2,3 δισ. € (69,5 από 72,8) με περικοπή φαρμακευτικής δαπάνης (1,1 δισ.), συντάξεων (400 εκ.), δημοσίων επενδύσεων (400 εκ.),  λειτουργικών δαπανών οργανισμών (200 εκ.), πολυτεκνικού επιδόματος (40 εκ.), γεωργικών επιδοτήσεων κλπ.

6.Μείωση μισθών, απολύσεις και κατάργηση μονιμότητας σε ΔΕΚΟ και τράπεζες που ελέγχονται από το Δημόσιο, ενώ έρχεται και η γενικευμένη άρση μονιμότητας με τη συνταγματική αναθεώρηση του 2013 που έχει ήδη εξαγγελθεί.

7.Μείωση εργοδοτικών εισφορών κατά 5 %. Πρόκειται για το λεγόμενο μη μισθολογικό κόστος το οποίο η ΓΣΕΕ δέχτηκε να συζητήσει…. Η μείωση αυτή βυθίζει ακόμα περισσότερο τα ήδη βυθισμένα ασφαλιστικά ταμεία και κάνει βέβαιο το άνοιγμα ενός νέου, ακόμα πιο επαχθούς, ασφαλιστικού τον Ιούνιο, αφού τα ταμεία χάνουν 6,5 δισ. € από την εκτόξευση της ανεργίας, 8 δισ. € από την εισφοροδιαφυγή, 2,2 δισ. € από τη μείωση του κατώτατου μισθού και 17,5 δισ. € από το κούρεμα, δηλαδή σύνολο 34,2 δισ. €.

8.Πλήρης απελευθέρωση κλειστών επαγγελμάτων με 20 από αυτά σε πρώτη φάση. Οι συνέπειες του εν λόγω μέτρου είναι η προλεταριοποίηση μιας σειράς ελεύθερων επαγγελματιών (κυρίως επιστημόνων αλλά και άλλων) οι οποίοι πλέον θα πρέπει να αναζητήσουν εργασία ως «συνεργάτες» (δηλαδή χωρίς καν σχέση εξαρτημένης εργασίας) σε όσους κεφαλαιούχους και εταιρείες λυμαίνονται τους αντίστοιχους χώρους.

9.Διάλυση του εργατικού δικαίου με κατάργηση κλαδικών συμβάσεων, μείωση της μετενέργειας από 6 σε 3 μήνες, κατάργηση του δικαιώματος των εργαζομένων να προσφεύγουν μονομερώς στην διαιτησία – θεσμός που αποτελούσε ένα στοιχειώδες δίχτυ ασφαλείας γι’ αυτούς. Επίσης, η διαιτησία περιορίζεται σε διαφορές που αφορούν μόνο τον κύριο μισθό και όχι επιδόματα ή εργασιακά.

10.Αύξηση 25 % των αντικειμενικών αξιών τον Ιούνιο 2012, η οποία αύξηση θα επιφέρει ανάλογη αύξηση των χαρατσιών, καθιστώντας κατ’ αυτό τον τρόπο την ακίνητη περιουσία ως τη βαρύτερη φορολογούμενη στην Ευρώπη καθώς είναι ήδη ιδιαίτερα επιβαρημένη  με πληθώρα φόρων και τελών. Ταυτόχρονα θα συμπαρασύρει και τα μισθώματα (ενοίκια) την στιγμή μάλιστα που η νομοθεσία για τις εξώσεις απλοποιήθηκε: ας μην εκπλαγεί κανείς αν τους επόμενους μήνες οι άστεγοι πολλαπλασιαστούν απότομα.

11.Ιδιωτικοποιήσεις ύψους 19 δισ. € (από 50 που ήταν ο αρχικός στόχος). Η μείωση αυτή δεν σημαίνει τόσο ότι θα ξεπουληθεί λιγότερη δημόσια (στην πραγματικότητα: κοινωνική) περιουσία αλλά απλώς ότι θα ξεπουληθεί φθηνότερα.

12.Εντατική προσπάθεια είσπραξης όλων των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο – μέτρο που δεν θα πλήξει τόσο τους φοροφυγάδες όσος το πλήθος των οφειλετών που πραγματικά βρίσκεται σε αδυναμία πληρωμής φόρων και εισφορών αφού έχουν γονατίσει από την ύφεση και την ανεργία, καθώς επίσης και από την τακτική του Δημοσίου που προχωρεί σε συμψηφισμό χρεών του προς ιδιώτες με χρέη ιδιωτών προς το κράτος, μόνο στην περίπτωση που ο συμψηφισμός δεν το ζημιώνει.

13.Υπαγωγή της δανειακής σύμβασης στο αγγλικό δίκαιο. Η νομική αυτή ρήτρα ουσιαστικά σημαίνει παραίτηση της χώρας από την ασυλία λόγω εθνικής κυριαρχίας (αρχή που καθιερώνεται από το δημόσιο διεθνές δίκαιο), ενώ ανοίγει το δρόμο για την κατάσχεση ακόμη και ακατάσχετων στοιχείων του κοινωνικού πλούτου, η οποία διαδικασία (κατάσχεσης) υπάγεται πλέον στην αρμοδιότητα των διεθνών και όχι των ελληνικών δικαστηρίων. Ταυτόχρονα, δεσμεύονται τα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας και τα αποθέματα χρυσού της Τράπεζας της Ελλάδος, ενώ δεν προβλέπεται η δυνατότητα συμψηφισμού του ελληνικού χρέους με τυχόν ελληνικές ανταπαιτήσεις (όπως π.χ. γερμανικές, πολεμικές αποζημιώσεις).

Σύμφωνα μάλιστα με το αγγλικό δίκαιο – το οποίο είναι δίκαιο αποικιακού τύπου αφού διαμορφώθηκε κατά κύριο λόγο τον 19ο αιώνα – καθιερώνεται ακόμα και το δικαίωμα σύλληψης αξιωματούχων του ελληνικού κράτους σε περίπτωση που επισκεφτούν πιστώτρια χώρα στην περίπτωση που το ελληνικό χρέος δεν αποπληρώνεται κατά τα συμφωνηθέντα.

14.Δημιουργία ειδικού λογαριασμού στον οποίο θα δεσμεύονται όλα τα χρήματα του δανείου προκειμένου να διασφαλιστεί ότι θα χρησιμοποιούνται κατά προτεραιότητα – αν όχι κατ’ αποκλειστικότητα – για την αποπληρωμή τοκοχρεολυσίων. Συνεπώς οι ισχυρισμοί πως δήθεν «θα πέσει χρήμα στην πραγματική οικονομία» είναι εντελώς ανυπόστατοι, όπως εντελώς ψεύτικος αποδεικνύεται και ο ισχυρισμός ότι «αν δεν παίρναμε το δάνειο το κράτος δεν θα μπορούσε να πληρώσει μισθούς και συντάξεις» δεδομένου ότι τα χρήματα αυτά, έτσι κι αλλιώς, δεν προορίζονται για καταβολή μισθών και συντάξεων. Συγκεκριμένα το 91,5 % των ποσών αυτών προορίζεται για την αποπληρωμή τοκοχρεολυσίων και το 8,5 % για λειτουργικά έξοδα του ελληνικού κράτους (όχι μισθούς και συντάξεις) – ποσοστό που από το β’ εξάμηνο του 2012 ή από το 2013 θα εκμηδενιστεί ώστε το 100 % να εξυπηρετεί την αποπληρωμή τοκοχρεολυσίων).

15.Τέλος, είναι υπό συζήτηση : α) η μείωση του εφάπαξ κατά 30 % (σχεδόν βέβαιο) ενώ το 70 % που απομένει, θα καταβάλλεται κατά 40 % προκαταβολικά και το υπόλοιπο σε 5-10 δόσεις εντός πενταετίας και β) η επιβολή ενιαίου ΦΠΑ μεταξύ 19-21 %. Αν αυτό συμβεί θα σημειωθεί εκρηκτική άνοδος του πληθωρισμού αφού όλα τα βασικά είδη διαβίωσης θα αυξηθούν από 13 % που είναι σήμερα, στο νέο ενιαίο μεγαλύτερο συντελεστή, ενώ τα είδη και οι υπηρεσίες που θα πέσουν από τον σημερινό υψηλό συντελεστή του 23 % είναι και πολύ λιγότερα και όχι ζωτικής σημασίας.

Αναφορικά με τον πληθωρισμό αξίζει να αναφερθεί ότι είναι η μόνη συνισταμένη του Μνημονίου που δεν γίνεται σεβαστή… ενώ αποδεικνύεται και τεράστιο ψέμα η υπόσχεση ότι «η πτώση μισθών θα επιφέρει τιθάσευση του πληθωρισμού». Μόνο στον ιδιωτικό τομέα το μισθολογικό κόστος έπεσε πέρσι κατά 9,2 % αλλά ο πληθωρισμός βρίσκεται σταθερά άνω του 3 %!

Γιατί έγινε η νέα δανειακή σύμβαση (ή γιατί λένε ότι έγινε)

Α. Υποτίθεται ότι η νέα δανειακή σύμβαση έγινε για να αποφευχθεί η άτακτη χρεοκοπία. Όμως η άτακτη χρεοκοπία είναι αδύνατο να αποφευχθεί – αντίθετα μάλιστα θα έρθει πολύ σύντομα. Ήδη υπάρχει ελεγχόμενη χρεοκοπία η οποία συνίσταται στην εσωτερική υποτίμηση και την ουσιαστική στάση πληρωμών του Ελληνικού Δημοσίου στο εσωτερικό της χώρας, καθώς ούτε φόροι επιστρέφονται, ούτε προμηθευτές πληρώνονται, ούτε καν εκτελούνται τελεσίδικες αποφάσεις που επιδικάζουν σε πολίτες χρηματικά ποσά σε βάρος του Δημοσίου.

Η απόλυτη χρεοκοπία θα έρθει όταν οι γαλλογερμανικές τράπεζες που κρατούν το 40 % του ελληνικού χρέους ξεφορτωθούν τα τοξικά ελληνικά ομόλογα. Ήδη υπολογίζεται ότι έχουν απαλλαγεί από περισσότερα των 45 δισ. €. Αυτός είναι ένας ακόμα λόγος που η ενδοτικότητα των κυβερνήσεων ΠΑ.ΣΟ.Κ. και Λ. Παπαδήμου μπορεί να χαρακτηριστεί «εγκληματική», αφού σύντομα, μια ελληνική χρεοκοπία θα έχει πολύ μικρότερες επιπτώσεις στην ευρωπαϊκή οικονομία από ό,τι πριν την συμφωνία του Οκτωβρίου 2011, το Μεσοπρόθεσμο και βέβαια την υπαγωγή της χώρας στο Μνημόνιο.

Β. Ένα άλλο επιχείρημα είναι ότι η νέα δανειακή σύμβαση έγινε για να καλύψει τις αστοχίες του 1ου Μνημονίου – αυτές που οι πάντες προέβλεπαν λόγω της υφεσιακής μορφής όλων των μέτρων του. Τα νέα όμως μέτρα είναι ακόμα πιο υφεσιακά, ακόμα πιο αναποτελεσματικά, ανεδαφικά και ανορθολογικά ακόμα και με καπιταλιστικούς όρους από τα προηγούμενα, αφού είναι βέβαιο ότι θα φέρουν αύξηση της ανεργίας και της ύφεσης σε παγκοσμίως πρωτοφανή επίπεδα.

Γ. Τρίτο επιχείρημα είναι ότι η νέα δανειακή σύμβαση έγινε για να «αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας». Αυτό βέβαια είναι ανέφικτο όσο υπάρχει ένα τόσο σκληρό νόμισμα όπως το ευρώ (ίσο με 1,3 του δολαρίου), το οποίο κυριολεκτικά διαλύει τις εξαγωγές της Ελλάδας και κάνει βαριά ελλειμματικό το ισοζύγιο του εξωτερικού εμπορίου. Μπορούμε να είμαστε κατηγορηματικοί: Μέσα στο ευρώ δεν υπάρχει η παραμικρή πιθανότητα βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας της χώρας, όποια μέτρα κι αν ληφθούν.

Γενικά και παρά τον καταιγισμό της προπαγάνδας των ελίτ και των κυρίαρχων στρωμάτων, η ένταξη της χώρας στην Ε.Ε. δεν ενίσχυσε την οικονομική της θέση, ειδικά μετά το Μάαστριχτ (1992) και την ΟΝΕ (2002). Για παράδειγμα, το 1973, οι εξαγωγές ισοδυναμούσαν με το 38,4 % των εισαγωγών. Ακολούθησε μια συνεχής βελτίωση που κορυφώθηκε το 1987 με το ποσοστό να φτάνει το 52,9 %, για ν’ αρχίσουν να πέφτουν μετά, φτάνοντας το 2008 στο ιστορικό χαμηλό του 30,2%.

Ίδια εικόνα συνεχούς επιδείνωσης παρουσιάζει και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών που από ελαφρώς ελλειμματικό το 1994 (4,3 % του ΑΕΠ), έφτασε το 2008 στα όρια της κατάρρευσης (13 % του ΑΕΠ). Αυτή ακριβώς η επιδείνωση είναι που οδήγησε στην εκτόξευση του δανεισμού, ο οποίος μόνο την περίοδο 1999-2008 αυξήθηκε κατά 144,3 δισ. €.

Επίσης, επειδή πολλοί λένε ότι η Ε.Ε. μας βοήθησε με τα πακέτα στήριξης, αξίζει να ειπωθεί ότι στην περίοδο 1999-2008 αυτά ανήλθαν στα 40,4 δισ. € ενώ οι εισαγωγές κοινοτικών προϊόντων στην χώρα στα 239,3 δισ. €, ήταν δηλαδή εξαπλάσιες. Οι ευρωπαϊκές επιδοτήσεις λοιπόν, στην πραγματικότητα επιδότησαν κατά ένα μέρος τις αγορές ευρωπαϊκών προϊόντων από τους Έλληνες καταναλωτές.

Δ. Για να γίνει το «κούρεμα του χρέους» με την ανταλλαγή των ελληνικών ομολόγων (το λεγόμενο PSI που οι πάσης φύσεως οικονομικοί αναλυτές πρόφεραν με ανείπωτη λαγνεία…), από το οποίο υποτίθεται ότι θα γλιτώναμε 107 δισ. € και να πάρουμε το νέο δάνειο των 130 δισ. €.

Όμως τα πράγματα με το «κούρεμα του χρέους» δεν είναι όπως τα λένε: Πρέπει να γίνει σαφές ότι από το συνολικό χρέος των 360 δισ. € (χρέος πριν το κούρεμα – σήμερα, σύμφωνα με πολύ πρόσφατες εκτιμήσεις, ανέρχεται σε 395 δισ. €…) , εξαιρέθηκαν του κουρέματος τα ελληνικά κρατικά ομόλογα που κατέχει η ΕΚΤ, ύψους 60 δισ. €, τα είδη εκταμιευμένα δάνεια της τρόϊκας (84,5 δισ. €), τα ομόλογα που λήγουν μετά το 2020 (45 δισ. €), τα βραχύβια έντοκα γραμμάτια του δημοσίου (15 δισ. €) και παλαιά δάνεια ιδιωτών (20 δισ. €). Σύνολο 224,5 δισ. €. Από τα 135,5 που απομένουν (ήδη 170,5) τα 55 βρίσκονται στα χέρια ελληνικών τραπεζών και τα 25 σε ελληνικά ασφαλιστικά ταμεία (σύνολο 80 δισ. €). Αυτά «κουρεύτηκαν» τελικά σε ποσοστό 53,5 % της ονομαστικής τους αξίας ή 70 % της καθαρής παρούσας αξίας τους (38,5 δισ. € οι τράπεζες και 17,5 δισ. € τα ταμεία). Δηλαδή η ελληνική συμμετοχή στο κούρεμα είναι περίπου 56 δισ. € και συνεπώς η ξένη 107 – 56 – 6,5 (ομόλογα που δεν υπήχθησαν στο κούρεμα) = 49,5 δισ. € που σημαίνει περίπου ποσοστό 13,75% του συνολικού χρέους.

Αυτό είναι το πραγματικό κέρδος της χώρας από το «κούρεμα» αφού τα υπόλοιπα μπορεί να τα γλιτώνει το κράτος αλλά αφαιρούνται από την ελληνική οικονομία και ειδικά αυτά που αφορούν τα ασφαλιστικά ταμεία. Αλλά και τα ποσά που χάνουν οι ξένοι πιστωτές θα τα πάρουν σχεδόν όλα πίσω με την πτώση των τιμών στην πώληση κρατικών επιχειρήσεων που ιδιωτικοποιούνται και οι οποίες θα καταλήξουν στα χέρια τους. Αν μάλιστα τα χρήματα του δανείου δεσμευτούν τελικά σε ειδικό λογαριασμό, το κέρδος για τον λαό είναι μηδαμινό και σε καμία περίπτωση δεν αξίζει τόσες θυσίες.

Συνεπώς το «κούρεμα του χρέους» ήταν μια κολοσσιαία απάτη. Υποτίθεται ότι έγινε για την βιωσιμότητα του χρέους το οποίο «αν όλα πάνε καλά» θα βρίσκεται το 2020 στο 120 % του ΑΕΠ, όσο δηλαδή ήταν το 2009 (μάλιστα, εκ των υστέρων, ο Σόϊμπλε μίλησε για ποσοστό 129 %, η ΕΚΤ για 136 % και το ΔΝΤ για 160 % αν δεν υπάρξει ανάσχεση της ύφεσης, που φυσικά και δεν θα υπάρξει), ενώ ο λαός θα έχει υποστεί μια πραγματική κοινωνική γενοκτονία για πάνω από 10 χρόνια.

Στην Αργεντινή το κούρεμα του χρέους αφορούσε 30 % τους ντόπιους κατόχους ομολόγων, 50 % τους ξένους πιστωτές και 70 % τα κερδοσκοπικά κεφάλαια. Η ελληνική κυβέρνηση κούρεψε την ελληνική οικονομία απεμπολώντας κυριαρχικά της δικαιώματα και εξαθλιώνοντας ολόκληρη την κοινωνία μόνο και μόνο για να μην χάσουν οι ξένοι τοκογλύφοι.

Ακόμα και με βάση τα καπιταλιστικά συναλλακτικά ήθη της ελεύθερης αγοράς, όποιος αναλαμβάνει τεράστια ρίσκα χρηματοδοτώντας διεφθαρμένες και ανίκανες κυβερνήσεις, πρέπει, αν το ρίσκο δεν «του βγει» να χάσει τα λεφτά του. Όμως τώρα οι τράπεζες, οι οποίες τον καιρό της ανάπτυξης έβγαλαν τεράστια κέρδη, σώζονται με κρατικό χρήμα. Ειδικά όσον αφορά τις ελληνικές τράπεζες η κοροϊδία είναι απροκάλυπτη, αφού από το κούρεμα έχασαν περί τα 8,5 δισ. €  αλλά παίρνουν για ανακεφαλαιοποίηση 30 – 50 δισ. €, ενώ μάλιστα είχαν ήδη πάρει από την αρχή του 2009 (κυβέρνηση Κ. Καραμανλή) 40 δισ. €  σε ρευστό και 80 δισ. €  σε εγγυήσεις του Δημοσίου, χωρίς να ρίξουν δεκάρα τσακιστή στην πραγματική οικονομία και μάλιστα παραχωρώντας στο Δημόσιο κοινές μετοχές χωρίς δικαίωμα ψήφου.

Τέλος, πρέπει να σημειωθεί και το εξής: με το κούρεμα του ελληνικού χρέους, πιστωτές της Ελλάδας κατέστησαν πια τα υπόλοιπα κράτη που δάνεισαν και δεν είναι πλέον πιστωτές της οι πάσης φύσεως ιδιώτες κερδοσκόποι, οι τράπεζες, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα κλπ. Άμεση συνέπεια του γεγονότος αυτού είναι ότι το οικονομικό βάρος μετακυλύεται στους φορολογούμενους των χωρών αυτών προς όφελος βέβαια των Τραπεζών τους που συνεχίζουν να κερδοσκοπούν, ενώ η διαπραγματευτική ικανότητα της χώρας αποδυναμώνεται αφού απέναντί της έχει πια δανειστές-κράτη και όχι τυχάρπαστους ιδιώτες.

Συνέπειες της νέας δανειακής σύμβασης

α) Ύφεση. Για 5η συνεχόμενη χρονιά ή χώρα θα βυθιστεί στην ύφεση (2008: 0,2 %, 2009: 3,2 %, 2010: 3,5 %, 2011: 6,8 %) η οποία για το 2012 υπολογιζόταν στο 4,4% όταν βάσει του Προϋπολογισμού είχε εκτιμηθεί στο 2,8 %, ενώ το πρώτο τρίμηνο του 2012 ανήλθε τελικά σε 6,2 %… Συνεπώς, αθροιστικά η ύφεση θα ξεπεράσει, σε κάθε περίπτωση, το 17 % προσεγγίζοντας ίσως ακόμα και το 19 % (13,5 % έως το 2011). Πρόκειται για την μεγαλύτερη ύφεση στην μεταπολεμική Ευρώπη με εξαίρεση το 44 % της Ρωσίας την περίοδο 1991-2002, η οποία όμως δημιουργήθηκε σε 12 και όχι σε 5 χρόνια ενώ ούτε πραγματική ήταν λόγω της απίστευτης ανάπτυξης της παραοικονομίας που υπήρχε εκεί και η οποία δεν μπορεί να συνυπολογιστεί από τις στατιστικές.

β) Ανεργία. Η επίσημη ανεργία είναι σήμερα στο 21, 7 % (1.070.724), ενώ η πραγματική πρέπει να αγγίζει το 23,5 % (1.200.000 περίπου). Αν υπολογιστεί ότι διεθνώς θεωρείται ότι κάθε άνεργος κουβαλάει 1,8 άτομα, έχουμε περί τα 3,3 εκατομμύρια άτομα κάτω από το όριο της φτώχειας. Υπενθυμίζεται ότι το ρεκόρ ανεργίας της χώρας είναι το 25,9 % της άνοιξης του 1961, όταν και άρχισε το τεράστιο μεταναστευτικό κύμα που οδήγησε 1.250.000 Έλληνες πολίτες στο εξωτερικό.

Με τα δεδομένα αυτά, η εξέλιξη της ανεργίας μπορεί να  γίνει ανεξέλεγκτη, παύοντας να έχει γραμμική αλλά σταθερή αύξηση και κάνοντας ένα άλμα προς τα πάνω. Αυτό μπορεί να συμβεί από την στιγμή που το μικροεμπόριο, οι αυτοαπασχολούμενοι και οι μικρές επιχειρήσεις που φυτοζωούν, κλείσουν γονατίζοντας από την πτώση των εσόδων και τους φόρους. Το όριο μιας τέτοιας κατάστασης τοποθετείται κάπου ανάμεσα στο 15 – 17 % του συνολικού πληθυσμού (όχι του ενεργού), δηλαδή, στην περίπτωσή μας κάπου στο 1,7 εκ. Η ελληνική οικονομία ως οικονομία σχετικά μικρής κλίμακας είναι αδύνατο να αντέξει την πρωτοφανή επέλαση της φτώχειας που θα συμπαρασύρει την κατανάλωση, τα φορολογικά έσοδα, τα ασφαλιστικά ταμεία και, τέλος, και το ίδιο το τραπεζικό σύστημα. Το τελευταίο μάλιστα, ήδη άρχισε να κλυδωνίζεται παρά την τεράστια κρατική βοήθεια. Είναι π.χ. ενδεικτικό ότι τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια από 10,8 % τον Δεκέμβριο του 2008, έφτασαν το 13,3 % τον Σεπτέμβριο του 2011 και το 14,5 % τον Ιανουάριο του 2012.

γ) Διάλυση του εργατικού δικαίου και των εργατικών κατακτήσεων 6 δεκαετιών.

δ) Μαρτυρική καθημερινότητα που θα εκφραστεί σε εκατομμύρια μικρές ατομικές και οικογενειακές τραγωδίες, ραγδαία αυξανόμενες με το πέρασμα του χρόνου και το βάθεμα της κρίσης.

ε) Τελική διόγκωση του χρέους για τη αποφυγή της οποίας υποτίθεται ότι γίνονται όλες οι θυσίες. Ο υφεσιακός χαρακτήρας οδηγεί σε κατάρρευση της συνολικής οικονομίας. Η συνεχής μείωση μισθών και συντάξεων, κοινωνικών δαπανών και δημοσίων επενδύσεων και η επιβολή ολοένα και βαρύτερων φόρων πλήττει τα εισοδήματα της τεράστιας πλειοψηφίας του κόσμου, καταβαραθρώνοντας την κατανάλωση, μειώνοντας τα φορολογικά έσοδα από άμεσους και έμμεσους φόρους, με αποτέλεσμα την νέα μείωση μισθών και συντάξεων και κοινωνικών δαπανών, την επιβολή ακόμη βαρύτερων φόρων κ.ο.κ., βάζοντας την οικονομία σε έναν υφεσιακό φαύλο κύκλο.

Συμπέρασμα

Στην βαθιά ανορθολογικότητα του Νεοφιλελευθερισμού έχουμε αναφερθεί κατ’ επανάληψη, όπως και στο ότι, κατά την άποψή μας ο σύγχρονος καπιταλισμός τύπου καζίνο, ούτε να σωθεί μπορεί με επιστροφή σε αναπτυξιακά μοντέλα κεινσιανικού τύπου, ούτε  λειτουργεί βάσει ενός γενικού μακροπρόθεσμου σχεδίου με καθορισμένους στόχους, αλλά αντίθετα, χαρακτηρίζεται από μια τακτική του «βλέποντας και κάνοντας» και μια λογική του «ο σώζων εαυτόν σωθήτω». Επίσης έχουμε κατ’ επανάληψη τοποθετηθεί όσον αφορά τις θεωρίες συνωμοσίας που στις μέρες μας έχουν την τιμητική τους και δεν σκοπεύουμε να επεκταθούμε περαιτέρω.

Η ανάρτηση αυτή σκοπό είχε να καταδείξει τον ψεύτικο δίλημμα που τίθεται εν όψει των εκλογών: «εντός ευρωζώνης και Ε.Ε. τηρώντας τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την δανειακή σύμβαση ή καταστροφή και αφανισμός ;». Το δίλημμα αυτό είναι πέρα για πέρα πλαστό για να μην πούμε κωμικό. Η ολοκληρωτική καταστροφή της ελληνικής κοινωνίας έχει σχεδόν συντελεστεί και θα ολοκληρωθεί σύντομα αν συνεχιστούν οι πολιτικές αυτές που περιγράψαμε παραπάνω.

Η μόνη ελπίδα για την κοινωνία είναι η αλλαγή πλεύσης, μέσα από την ενεργό και διαρκή αντίσταση, την αυτο-οργάνωση, την ανάδειξη νέων προταγμάτων και την πολιτική δράση που θα δημιουργήσει τις συνθήκες για διαρκή κοινωνική επανάσταση.

Υπάρχει ένα μαύρο μπλοκ ανθρώπων που φορούν γραβάτες και ακριβά κοστούμια, (ΠΑ.ΣΟ.Κ., Ν.Δ., Μπακογιάννη, Μάνος, Τζίμερος) πίσω από το οποίο στοιχίζεται όλος ο παγκόσμιος καπιταλισμός, οι ελίτ και τα κυρίαρχα στρώματα. Αυτό το μπλοκ προκειμένου να κρατηθεί στην εξουσία, δίνει έναν λυσσαλέο αγώνα, κινδυνολογώντας και προπαγανδίζοντας μέσω των δικών του ΜΜΕ, χωρίς να διστάζει ούτε να απειλεί, ούτε να προσπαθεί να πανικοβάλει τον κόσμο• χωρίς καν να ντρέπεται να υποστηρίζει ανόητες οικονομίστικες θεωρίες που στην πράξη έχουν αποδειχτεί απόλυτα καταστροφικές.

Υπάρχει και ένα κομμάτι ακροδεξιών συνωμοσιολόγων ή νεοναζί που είναι γέννημα της αδιέξοδης πολιτικής τους και της πλήρους επικράτησης ενός φαντασιακού που πια όχι μόνο δεν φουσκώνει τα μυαλά με πλαστές επιθυμίες αλλά δεν γεμίζει ούτε το στομάχι.

Όλοι αυτοί, πρέπει να εμποδιστούν από την κοινωνία την ίδια, αν φυσικά υποθέσουμε ότι έχει αποκτήσει συναίσθηση του κινδύνου και αν έχει έστω το ένστικτο της αυτοσυντήρησης.

Από την άλλη πλευρά, αν κάποιοι πιστεύουν ότι μπορούν να τα καταφέρουν μέσω της κοινοβουλευτικής οδού, δεν έχουν παρά να το αποδείξουν.

Εμείς, από την πλευρά μας, και ενόψει των δεύτερων εκλογών, θα επιμείνουμε στα λόγια του Buenaventura Durruti: «Όποιος  ψηφίσει και δεν προετοιμάσει την κοινωνική επανάσταση είναι για εμάς  βλαβερός, αλλά το ίδιο βλαβερός είναι και όποιος απόσχει από τις εκλογές  και δεν προετοιμάσει την κοινωνική επανάσταση», έχοντας την πεποίθηση πως ο καθένας χωριστά και όλοι μαζί πρέπει να βάλουμε τέλος σ’ αυτό τον εφιάλτη, προσπαθώντας για την δημιουργία μιας όσο το δυνατόν πιο ελευθεριακής κοινωνίας.

Η λιτότητα, η φτώχεια και η εξαθλίωση, η πολιτική απάθεια ή η (δια)στροφή της πολιτικής σε ολοκληρωτικά ιδεολογήματα μπορούν και πρέπει να εμποδιστούν από όλους εμάς, από την ίδια την κοινωνία. Φαίνεται πως είμαστε μπροστά σε μια ιστορική ευκαιρία να αναδείξουμε το πρόταγμα της ατομικής και συλλογικής αυτονομίας, ειδικά αν αναλογιστούμε ότι παρόμοια προβλήματα με τα δικά μας αντιμετωπίζουν οι Ισπανοί, οι Ιταλοί, οι Πορτογάλοι, οι Ιρλανδοί και προσεχώς και πάρα πολλοί άλλοι λαοί.

Τμήμα του κειμένου στα ισπανικά, μέρος πρώτο, μέρος δεύτερο, μέρος τρίτο, μέρος τέταρτο.


Shortlink: http://wp.me/pyR3u-aHy

Σκέψεις γύρω από μια κοινωνική αλλαγή

Το κείμενο αυτό αποτελεί την εισαγωγή σε μια σειρά κειμένων που θα επεξεργαστούν το ζήτημα της προ και μεταεπαναστατικής περιόδου στον ελλαδικό και ευρωπαϊκό χώρο. Οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε εξαρχής πως τα άρθρα αυτά δεν αποτελούν κανένα «οδηγό επανάστασης», ούτε μια «σωτήρια συνταγή», αλλά επιδιώκουν να αποτελέσουν εστίες προβληματισμού, γόνιμης κριτικής και συζήτησης. Η ανάλυση αυτή δεν φιλοδοξεί, επίσης, να παρουσιάσει έναν αλλιώτικο κόσμο, αγγελικά πλασμένο, αλλά να εστιάσει στις υπαρκτές κοινωνικές συνθήκες, λαμβάνοντας υπ’ όψιν (όσο γίνεται) μια ρεαλιστική αναπαράσταση του συλλογικού μας εαυτού.

Αναλογιζόμενοι την κοινωνική, πολιτική και οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα, θα έπρεπε, με όσο γίνεται αντικειμενικά κριτήρια, να θεωρήσουμε την ελληνική κοινωνία σε κάποιου είδους προεπαναστατική φάση. Μια κοινωνία που επλήγη από μία βίαιη υποβάθμιση του επιπέδου ζωής, μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, με περισσότερους από τους μισούς νέους άνεργους, με εκατοντάδες χιλιάδες οικογένειες να βλέπουν την επόμενη ημέρα ως ένα ακόμη Γολγοθά, με τα ποσοστά αυτοκτονιών να αυξάνονται ραγδαία και το πολιτικό σύστημα να μην έχει πια την επικοινωνιακή φρεσκάδα που θα μπορούσε ίσως να ξεγελάσει, να δώσει κάποιες ακόμη φρούδες ελπίδες για το μέλλον που έρχεται.

Ανακύπτει βέβαια από μόνο του το ερώτημα, αν θα μπορούσε να ξεσπάσει αλλά κυρίως να έχει μέλλον μια επανάσταση σε μια μικρή χώρα που βρίσκεται στην περιφέρεια του καπιταλισμού (ή έστω στην περιφέρεια της Ε.Ε.) με την έννοια ότι πρόκειται για μια χώρα με οικονομία μικρής κλίμακας, με μικρό πληθυσμό, η οποία δεν έχει (και ποτέ δεν είχε) σημαντικό ρόλο ούτε στις διεθνείς εξελίξεις, αλλά ούτε και στην διαμόρφωση του πολιτικού σκηνικού της ευρύτερης περιοχής της ανατολικής Μεσογείου. Σκοπός όμως αυτής της πρώτης μας προσέγγισης δεν είναι ούτε να λύσουμε το επαναστατικό ζήτημα που απασχολεί την ανθρωπότητα τουλάχιστον ήδη από την εμφάνιση των πρώτων σοσιαλιστικών με την ευρεία έννοια κινημάτων και φιλοσοφικών ρευμάτων που εμφανίστηκαν τον 190 αιώνα, ούτε να οργανώσουμε την επανάσταση εντός των ορίων της Ελλάδας ή να μιλήσουμε για το πώς μια επανάσταση θα αποκτούσε μια ελπιδοφόρο δυναμική διεθνοποιούμενη. Μένουμε για την ώρα στην παραδοχή πως μια πραγματική επανάσταση δεν μπορεί να περιοριστεί εντός των συνόρων μιας χώρας και μάλιστα με τα χαρακτηριστικά της Ελλάδας, αν θέλει να έχει μέλλον και να θέσει τις βάσεις για θεμελιακές αλλαγές σε επίπεδο πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης, υπονοώντας πως οι διαπιστώσεις μας περί της ύπαρξης προεπαναστατικών χαρακτηριστικών στην σύγχρονη ελληνική πολιτική συγκυρία, θα μπορούσαν να συνδυαστεί με τη διάχυση επαναστατικών προταγμάτων και στην υπόλοιπη Ευρώπη (τουλάχιστον) αφού η Ελλάδα τελεί σε σχέση οικονομικής και πολιτικής αλληλεξάρτησης με τις χώρες της Ε.Ε., έστω κι αν αποτελεί έναν αδύναμο κρίκο. Ναι μεν δεν φαίνεται πολύ πιθανό το ενδεχόμενο μιας «ελληνικής επανάστασης» ν’ αποτελέσει πολιτικό γεγονός που θ’ αλλάξει άμεσα τον κόσμο ανατρέποντας τον καπιταλισμό, αλλά δεν πρέπει να υποτιμούμε την πιθανότητα ν’ αποτελέσει την αρχή ενός ντόμινο εξελίξεων που κατ’ αρχήν θα μπορούσε να συμπεριλάβει όλες τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου που βρίσκονται σε κατάσταση που πλησιάζει τη δικής μας, όπως η Ισπανία, η Πορτογαλία αλλά και η Ιταλία.

Αν η τελευταία σκέψη έχει μια βασιμότητα (και προφανώς την έχει αφού αυτές οι 3 χώρες που βρίσκονται στα όρια της δημοσιονομικής κατάρρευσης έχουν αθροιστικά με την Ελλάδα περί τα 120 εκ. πληθυσμό, ενώ η Ισπανική οικονομία δεν είναι μικρής κλίμακας και η Ιταλική είναι μέσα στις επτά μεγαλύτερες του πλανήτη) τότε και η παρούσα προσπάθεια προβληματισμού αποκτά ένα νόημα, μια νέα δυναμική, φαντάζει πολύ λιγότερο θεωρητική και μάταιη και, αν μη τι άλλο, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί αβασάνιστα ως θεωρητική συζήτηση ή άσκηση επί χάρτου.

Σε αναζήτηση κοινού προσανατολισμού

Ένα από τα βασικά σημεία προβληματισμού αποτελεί το αν πράγματι, η ελληνική κοινωνία έχει τη δυνατότητα να συγκλίνει σε ένα κοινό προσανατολισμό, τι φύσης μπορεί να είναι αυτή η σύγκλιση (ουσιαστικά πολιτική ή απλά από άποψης οικονομικής διαχείρισης και λειτουργίας) και ποιά εργαλεία μπορούν να χρησιμοποιηθούν ώστε αυτή να καταστεί δυνατή. Θα αναζητήσουμε, επίσης, τα προτάγματα τα οποία θα μπορούσαν να διαδραματίσουν ουσιαστικό ρόλο στον μετασχηματισμό του νεοελληνικού φαντασιακού. Δεν μπορούμε, παραδείγματος χάριν, να αρνηθούμε την ύπαρξη βαθιά ριζωμένων αξιών, όπως της ιδιοκτησίας, της εργασίας ή τους διάφορους εθνικούς μύθους που έχουν καλλιεργηθεί, και δεν έχουμε το δικαίωμα να αποκλείσουμε την συμμετοχή στα κοινά όποιου δηλώνει διαφορετική πολιτική στάση. Έχουμε όμως τη δυνατότητα, να επαναπροσδιορίσουμε το συλλογικό μας είναι, μέσα από προτάγματα που προάγουν τη συνδιαμόρφωση, την δημοκρατική λήψη αποφάσεων, την υγιή αλληλεπίδραση. Τα προτάγματα αυτά, τα οποία κατ’ αρχήν δίνουν την εντύπωση πως είναι περισσότερο διαδικαστικά, τα οποία όμως, είναι φανερό πως αποτελούν την λογική πολιτική δίοδο προς την ανάδειξη και ευρεία αποδοχή προς και από την κοινωνία, άλλων, δευτερογενών κατά κάποιο τρόπο προταγμάτων που θα εστιάζουν στην δημιουργία μιας ελευθεριακής κοινωνίας. Με λίγα λόγια: η αναγκαιότητα μιας εξ ολοκλήρου επανανοηματοδότησης της ολιστικής θεώρησης που έχει μια κοινωνία (εν προκειμένω η ελληνική) για τον εαυτό της, φαίνεται να περνά μέσα από έναν ριζικό αλλά σταδιακό μετασχηματισμό του κυρίαρχου φαντασιακού της. Η θέση αυτή, η οποία από μόνη της είναι θέμα συζήτησης και κριτικής, δεν αποτελεί μια ρεφορμιστική τακτική επιλογή εκ μέρους μας, αλλά φαίνεται ως «η πιο λογική», δεδομένης της φύσης του νεοελληνικού κυρίαρχου φαντασιακού, του βαθμού συντηρητικότητας της κοινωνίας μας, των ιδεολογημάτων, των φαντασιώσεων και των πόθων από τους οποίους εμφορείται.

Σε κάθε περίπτωση σκοπός της όλης συζήτησης που επιδιώκουμε να αρχίσει είναι η όσο το δυνατόν πιο άμεση και πιο ουσιαστική στροφή της κοινωνίας μας προς μια ελευθεριακή κατεύθυνση – κάτι που κατά την άποψή μας δεν μπορεί παρά να βασίζεται στις αξίες της ατομικής και συλλογικής αυτονομίας. Δεν σταματάμε να στοχεύουμε στον ουρανό, το κάνουμε όμως κοιτώντας που πατάμε.

Στις αναρτήσεις που θ’ ακολουθήσουν, λοιπόν, θα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε οσο πιο ψύχραιμα γίνεται την ελληνική πραγματικότητα, εστιάζοντας στους κύριους άξονες πάνω στους οποίους εδράζεται το φαντασιακό της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας. Θα προσπαθήσουμε να συζητήσουμε αναζητώντας απαντήσεις σε ερωτήματα που απασχολούν τον καθένα από εμάς, που οραματίζεται την ισότιμη ευκαιρία στην ευτυχία, για όλους. Από την οικονομική λειτουργία της κοινωνίας και το ζήτημα της εργασίας-ανεργίας, έως το ζήτημα της ισότητας των μισθών. Από την μετάβαση από το σχολείο ως θεσμό αναπαραγωγής κοινωνικών ανισοτήτων στο ελευθεριακό σχολείο. Από τις διαδικασίες που μπορούν να ακολουθηθούν για την μετάβαση από την ολιγαρχία στην πραγματική δημοκρατία έως τις λειτουργίες του σωφρονισμού, της καταπίεσης και της εξάλειψης τους. Από την μείωση του ανθρώπινου μόχθου, μέσω της απελευθέρωσης ελεύθερου χρόνου, έως την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και του επαναπροσδιορισμού της εργασίας ως δημιουργικής δραστηριότητας και όχι ως καταναγκαστικό έργο. Από το ζήτημα του χρέους και της ανατροφοδότησης του έως την απεξάρτηση από το τραπεζικό σύστημα.

Σε όλα τα παραπάνω, και άλλα θέματα που θα παρουσιαστούν στη συνέχεια, δεν ισχυριζόμαστε πως έχουμε την μόνη απάντηση (άλλωστε δεν έχουμε απαντήσεις αλλά μόνο προτάσεις), ούτε θα παρουσιάσουμε κάποια δογματική «αλήθεια». Βασικός όρος για την ουσιαστική παραγωγή θεωρίας και πράξης, είναι η ανοικτή συμμετοχή, η παρέμβαση και η κριτική, στην οποία προσκαλούμε όλους τους ενεργούς αναγνώστες του eagainst.

Συγγραφή: Efor, Ian Delta, Michael Th


Σύντομο URL: http://wp.me/pyR3u-atz

Τέλος εποχής;

Ένας χειμώνας ακόμα πέρασε. Ίσως ήταν από τους πιο θλιβερούς των τελευταίων 60 χρόνων. Συνδέθηκε με εικόνες που δύσκολα θα ξεχαστούν: Άνθρωποι που αναζητούν τροφή από τα σκουπίδια, στρατιές αστέγων, στρατιές ανέργων, πλήθη απελπισμένων. Ένας χειμώνας με σπίτια χωρίς θέρμανση και εξώσεις. Ποιών τα μάτια δεν έπεσαν πάνω σε αμέτρητα βλέμματα που έκρυβαν ταυτόχρονα πείνα, ντροπή, οργή, και έκπληξη; Ποιός δεν είδε τις δυνάμεις καταστολής να κάνουν επίδειξη αθλιότητας και βαρβαρότητας με στόχο να προλάβουν την κοινωνία με σκυμμένο το κεφάλι; Όλα αυτά συνθέτουν το παζλ της εικόνας μιας κοινωνίας σε απόγνωση, που αγκομαχά και παραπαίει.. Από τη μια η οικονομική ή/και ψυχολογική βία και από την άλλη η σκέτη και αφτιασίδωτη, αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της, ενώ παράλληλα αναζητά διεξόδους. Αυτές οι εικόνες απόγνωσης δεν πρέπει να σβήσουν ποτέ από τη μνήμη μας – αν και κανονικά θα ήταν αδύνατο να χαθούν αφού είναι καθημερινές και, όπως όλα δείχνουν, θα συνεχίζουν ν’ αποτελούν μέρος της καθημερινότητάς μας στο εγγύς (και όχι μόνο) μέλλον.

Όμως ήρθε η άνοιξη και μάλιστα με την υπόσχεση πως θα γίνουν εκλογές! Η ύψιστη στιγμή της «Δημοκρατίας» μας κατά την οποία «ο Λαός θα μιλήσει» πλησιάζει. Αλήθεια, ποιός είναι τόσο αφελής ώστε να πιστεύει ότι τα πράγματα μπορεί ν’ αλλάξουν προς το καλύτερο μετά από τις εκλογές στις οποίες απ’ όσο δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, η κεντροδεξιά παράταξη θα βγει νικήτρια για μια ακόμη φορά, σαν να μην έχουν μερίδιο ευθύνης οι βουλευτές της ΝΔ για την σημερινή κατάσταση, και ακόμα χειρότερα, εμείς οι ίδιοι που θα νομιμοποιήσουμε μια κυβέρνηση διεφθαρμένων απατεώνων που δεν έχει στην πραγματικότητα να ζηλέψει τίποτα από την προηγούμενη! Το ερώτημα δεν έχει να κάνει (μόνο) με την κλασσική αναρχική/αντιεξουσιαστική επιχειρηματολογία που στρέφεται κατά των εκλογικών διαδικασιών καταγγέλλοντάς τες ως πολιτική απάτη που στοχεύει να νομιμοποιήσει τις διοικούσες ολιγαρχίες μέσω της υφαρπαγής της κοινωνικής συναίνεσης δια της ψήφου  (πράγμα που αληθεύει), αλλά συνδυάζεται και με την εν γένει πολιτική πραγματικότητα. Ας δούμε λοιπόν ενδεικτικά κάποιες μόνο από τις υποχρεώσεις που ανέλαβε η χώρα με το δεύτερο Μνημόνιο:

  • Είσπραξη 11 δισ. ευρώ έως τον Ιούνιο 2012. Μάλιστα, το Δ.Ν.Τ., δια στόματος Λαγκάρντ, ζήτησε να ανέλθει το ποσό αυτό στα 14 δισ. ευρώ.
  • Τουλάχιστον 15.000 απολύσεις από το Δημόσιο.
  • Μείωση μισθών σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα.
  • Μείωση συντάξεων.
  • Κατάργηση των εφάπαξ καταβολών
  • Αύξηση φόρων, τελών, δασμών.
  • Αύξηση αντικειμενικών αξιών ακινήτων.

Πριν, όμως, προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε την σημερινή πολιτική πραγματικότητα, θα ήταν σκόπιμο να θυμηθούμε τί μεσολάβησε τους τελευταίους μήνες

Μια σύντομη κινηματική ανασκόπηση

Το κίνημα των πλατειών αποτελεί, ίσως, ορόσημο για την νεότερη ελληνική ιστορία και όχι μόνο. Τα γεγονότα της 15ης Ιουνίου και της 28ης-29ης είχαν παγκόσμιο αντίκτυπο. Παρά τη κατασυκοφάντηση και την λοιδορία των διαδηλωτών από τα διεθνή Μέσα Ενημέρωσης τα οποία αγνοώντας (ή δικαιολογώντας) την αστυνομική βία, έκαναν λόγο για «τους επιθετικούς  Έλληνες που καταστρέφουν το κέντρο της Αθήνας και δεν εργάζονται όσο σκληρά θα έπρεπε» (σε αντίθεση με τις διαδηλώσεις στον Αραβικό κόσμο όπου η κάλυψή τους ήταν πέρα για πέρα θετική), μεγάλο κομμάτι ακτιβιστών και προοδευτικών πολιτών άρχισε να συνειδητοποιεί τις συνθήκες που επικρατούν στην Ελλάδα: πλήρης ασυλία και ατιμωρησία της αστυνομικής ασυδοσίας με παράλληλη υποβάθμιση των συνθηκών διαβίωσης των πολιτών που με γοργό ρυθμό εξαθλιώνονται, βαδίζοντας από το κακό στο χειρότερο.

Το κίνημα των πλατειών δεν κατάφερε να επιβιώσει μέσα στο κατακαλόκαιρο. Η κόπωση από έναν δίμηνο αγώνα που δεν απέδωσε (με την έννοια ότι δεν είχε άμεσα και απτά αποτελέσματα όπως περίμεναν πολλοί), η κάμψη του φρονήματος όσων τις στήριξαν λόγω της διαρκούς κρατικής βία και η επιθυμία για ολιγοήμερη φυγή από την μιζέρια των πόλεων, ήταν κάποιοι από τους λόγους που χάθηκε η δυναμική ενός κινήματος που είχε αρχίσει να διεκδικεί το αδύνατο: μια καλύτερη και πιο δίκαιη ζωή. Έτσι, όταν τον Σεπτέμβριο έγιναν παρόμοια καλέσματα για ανακατάληψη του Συντάγματος, δεν οδήγησαν πουθενά παρά σε μερικές μικρές διαμαρτυρίες που ξεφούσκωσαν τελείως λίγες μέρες αργότερα. Όπως φαίνεται, οι περισσότεροι από εμάς ακόμη δεν έχουμε αποβάλει την νοοτροπία της καθοδήγησης, την αντίληψη δηλαδή ότι θα πρέπει πάντα να υπάρχει κάποιος χαρισματικός ηγέτης, κάποιος που θα μας πάρει απ’ το χέρι και θα μας οδηγήσει στην χειραφέτηση, κάποιος επαγγελματίας επαναστάτης που οι γνώσεις του θα σταθούν ικανές να μας βγάλουν από την μιζέρια, επιβεβαιώνοντας έτσι την ετερόνομη ηθική μας και την στείρα αναπαραγωγή συντηρητικών αξιών. Έτσι, η 48ωρη απεργία, τα συλλαλητήρια και οι πορείες που διοργάνωσαν η ΓΕΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ [1] στις 19 και 20  Οκτωβρίου, παρά την τεράστια συμμετοχή, στη συνείδηση του κόσμου έμειναν ως ακόμα μία ήττα – αίσθηση που οφείλεται βέβαια, σε μεγάλο βαθμό και στις εσωκινηματικές έριδες: ποιός θα καταφέρει να ελέγξει την  πλατεία Συντάγματος, το ΚΚΕ που θέλησε να καρπωθεί την γενικευμένη λαϊκή δυσαρέσκεια ή ο απλός λαός που σήκωσε το βάρος από τον Μάιο έως τον Ιούλιο του 2011;

Οι διαδηλώσεις της 19ης και 20ης Οκτωβρίου ήταν μεγαλειώδεις, μιας και η προσέλευση ξεπέρασε το 1.000.000 κόσμο (ιδιαίτερα την πρώτη ημέρα). Η δεύτερη ημέρα, όμως, αμαυρώθηκε λόγω επεισοδίων που προκλήθηκαν εξαιτίας της στάσης του ΠΑΜΕ. Οι πρακτικές του ΚΚΕ έκαναν αντιληπτό σ’ ολόκληρη την κοινωνία το πόσο αδίστακτοι και κατασταλτικοί θα μπορούσαν να γίνουν οι σταλινικοί, συναγωνιζόμενοι ακόμα και την φασιστοκρατούμενη ΕΛ.ΑΣ., και πως το μοναδικό τους μέλημα δεν είναι οι άνθρωποι του μόχθου και του δρόμου αλλά το πώς θα κατακτηθούν μερικές έδρες παραπάνω στην Βουλή από δικά τους στελέχη και πώς θ’ ακολουθήσει η Ελλάδα μια πορεία αντίστοιχη μ’ αυτήν της «κομμουνιστικής»  Βόρειας Κορέας. Το συμπέρασμα που προέκυψε από τα γεγονότα της 20ης Οκτωβρίου είναι ότι η σταλινική Αριστερά έχει πολλά κοινά (όσον αφορά την πρακτική εφαρμογή των ιδεοληψιών της) με τους προγονόπληκτους εθνικιστές.

Η  20η Οκτωβρίου ήταν η τελική σπίθα για να ξεσηκωθεί η κοινωνία μαζικά και ν’ απονομιμοποιήσει ηθικά την κυβέρνηση Παπανδρέου μετατρέποντας τις παρελάσεις της 28ης Οκτωβρίου σε διαμαρτυρίες οι οποίες άσκησαν πίεση οδηγώντας τον τότε πρωθυπουργό Γ.Α.Παπανδρέου να προτείνει την διεξαγωγή δημοψηφίσματος στην προσπάθειά του να απεγκλωβιστεί από το πολιτικό αδιέξοδο στο οποίο είχε περιέλθει.

Η  μαφιόζικου τύπου αντικατάσταση του Γ.Α.Παπανδρέου από τον Λ.Παπαδήμο, κατέδειξε τον πραγματικό χαρακτήρα ενός αντιδημοκρατικού καθεστώτος που  σιγά σιγά αρχίζει να γίνεται όλο και πιο αυταρχικό, εκτελώντας πιστά τις  διαταγές των αγορών σε βάρος του απλού πολίτη. Η εξαθλίωση  διογκώθηκε και η κοινωνική οργή έδειξε ένα άλλο πρόσωπο την 12η του Φλεβάρη, με δεκάδες κτίρια (κυρίως Τράπεζες και μεγάλα εμπορικά κέντρα) να παραδίδονται στις φλόγες και καταστροφές σε γραφεία του κυβερνώντος κόμματος. Απ’ όλες τις διαμαρτυρίες η 12η  Φλεβάρη ήταν η πιο καθοριστική, καθώς κατάφερε να δημιουργήσει μικρές εστίες συμπαράστασης στο εξωτερικό.

Έτσι, για πάνω από δύο εβδομάδες, στη συντριπτική τους πλειοψηφία Έλληνες του εξωτερικού αλλά και κάποιοι αλλοεθνείς ακτιβιστές, καλούσαν σε εκδηλώσεις αλληλεγγύης μπροστά στις ελληνικές πρεσβείες και τα προξενεία, ή οργάνωσαν διαμαρτυρίες σε μεγάλες πλατείες μητροπόλεων, προσπαθώντας μ’ αυτό τον τρόπο ν’ αλλάξουν την στερεοτυπική και προκατειλημμένη γνώμη των συντηρητικών βορειοευρωπαίων, ενώ πρόσφατα αρκετοί βουλευτές και εκπρόσωποι κομμάτων άρχισαν να παίρνουν ανοιχτά το μέρος της Ελλάδας, καλώντας για φιλολαϊκές μεταρρυθμίσεις. Οι κινητοποιήσεις του περιβόητου «We Are All Greeks» αναμφισβήτητα δεν αποτελούν κομμάτι της πραγματικότητας, μιας και πρόκειται για κατασκευασμένες μιντιακές δράσεις. Ωστόσο, όμως, αυτό δεν  εμπόδισε αρκετούς συμμετέχοντες να ξεφύγουν από τα πατριωτικά κιτς, την ακατάσχετη εθνικιστική οχλαγωγία και τις διαδηλώσεις υπερηφάνειας και να δουν την κατάσταση σε μεγαλύτερο βάθος, δημιουργώντας δίκτυα κοινού αγώνα με  ντόπιες οργανώσεις.

Αυτό που αξίζει να κρατήσουμε απ’ όλη αυτήν την ιστορία, είναι η πανευρωπαϊκή διάσταση του φαινομένου, οι δυναμικές, δηλαδή, που έχουν οι αντιστάσεις στην Ελλάδα να δημιουργήσουν ντόμινο εξεγέρσεων και σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, ιδιαίτερα σε αυτές του νότου, όπου λίγο πολύ, αντιμετωπίζουν εξίσου ανυπέρβλητες δυσκολίες και κατά κάποιον τρόπο αποτελούν αντικείμενο χλευασμού για τους συντηρητικούς του βορρά, ενώ φαίνεται πως θα είναι τα επόμενα θύματα του Νεοφιλελεύθερου προσανατολισμού της Ε.Ε.

Επιστρέφοντας στην Ελληνική πραγματικότητα

Ωστόσο, από την ιστορική 12.2.2012 μέχρι και σήμερα, ελάχιστες μορφές δράσεις υπάρχουν. Όπως όλα δείχνουν, η κοινωνία βρίσκεται σε φάση αναμονής των εκλογών, για να επιλέξει απλά και μόνο κάποιον νέο, λιγότερο εχθρικό, καπιταλιστή.

Η Κυβέρνηση που θα προκύψει από τις επερχόμενες εκλογές (αν και όταν γίνουν τελικά αφού αρκετοί είναι αυτοί που δεν θέλουν να γίνουν τώρα ή που διαδίδουν (έστω κινδυνολογώντας) πως μεθοδεύεται η αναβολή τους – βλ. τις δηλώσεις Χρυσοχοίδη για ανάγκη διεξαγωγής των εκλογών το 2013 αφού σύμφωνα με τον ίδιο «προέχει η σταθερότητα και η εφαρμογή των μέτρων» και τις δηλώσεις του Γ.Γ. και βουλευτή Αρκαδίας της Ν.Δ., Α. Λυκουρέντζου για σχέδια που γίνονται από ορισμένους κύκλους προκειμένου «να ναρκοθετήσουν την ομαλή πορεία της χώρας προς τις εκλογές» με ποιό τρόπο θα μπορέσει να χειριστεί αυτή την κατάσταση;

Με την επίσημη ανεργία στο 21% (1.037.000 – στοιχεία Δεκεμβρίου 2011) και την πραγματική περίπου στο 23,5 % (περί τα 1.300.000 άτομα) και μετά τη λήψη ανελέητων μέτρων εδώ και 2 χρόνια, είναι ζήτημα αν το Κράτος θα μπορέσει ν’ αντλήσει από την κοινωνία και τα συνήθη θύματα (μισθωτούς, συνταξιούχους, μικροεπαγγελματίες), πάνω από 3-4 δισ. ευρώ. Η χώρα έχει πτωχεύσει ήδη, τα προαναφερόμενα μέτρα είναι εντελώς ανεφάρμοστα («δεν βγαίνουν») και η επόμενη Κυβέρνηση, ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι θ’ ανήκει στο αντιμνημονιακό μέτωπο (πράγμα εξαιρετικά αμφίβολο όπως προαναφέρθηκε) δεν φαίνεται να έχει τρόπο εξόδου από την οικονομική κρίση, αφού η Ελληνική Κυβέρνηση έχει δεσμευτεί ρητά και ποικιλοτρόπως για τη λήψη νέων μέτρων, ακόμα πιο επαχθών.

Μετά από αυτούς τους συλλογισμούς, ίσως πρέπει να μεταφέρουμε τη συζήτηση από το πεδίο του οικονομικού προβληματισμού, σ’ αυτό του πολιτικού. Αν η σκέψη ότι δεν μπορεί να υπάρξει οικονομική λύση είναι σωστή, τότε θα πρέπει να εξεταστεί ποιες είναι οι ενδεχόμενες πολιτικές εξελίξεις:

  1. Το πιο πιθανό σενάριο είναι ότι θα προκύψει μια Κυβέρνηση συνεργασίας κομμάτων που αποδέχονται το Μνημόνιο, είτε το δηλώνουν ρητά είτε το υπονοούν
  2. Υπάρχει βέβαια και η πιθανότητα να επικρατήσει τελικά το «αντιμνημονιακό μέτωπο» το οποίο θ’ αποτελείται από κόμματα που καταλαμβάνουν όλο το πολιτικό φάσμα. Από την πατριωτική Αριστερά έως την άκρα δεξιά και τους πάσης φύσεως συνωμοσιολόγους.  Είναι εντελώς άγνωστο ποιες συμμαχίες θα μπορούσαν να γίνουν μεταξύ αντιμνημονιακών κομμάτων (ή αυτών που, τέλος πάντων, δηλώνουν «αντιμνημονιακά»). Στην κατηγορία αυτή ανήκουν: δυσαρεστημένα/διεγραμμένα μέλη του ΠΑ.ΣΟ.Κ, (αναμένεται να δούμε και ποια θα είναι η θέση της κίνησης Καστανίδη-Κατσέλη), το Άρμα Πολιτών του Δημαρά, το ΕΠΑΜ του Καζάκη, το ΚΚΕ, ο ΣΥΡΙΖΑ και άλλες μικρότερες δυνάμεις της «πατριωτικής» Αριστεράς (η θέση της ΔΗΜ.ΑΡ. του Κουβέλη είναι εντελώς ασαφής), αλλά και το νέο κόμμα του Καμμένου, άλλες τάσεις της «Λαϊκής» Δεξιάς (από τον βουλευτή Μανώλη έως το Νομάρχη Ψωμιάδη), ο ΛΑ.Ο.Σ. (ο οποίος φαίνεται πως μετά από αμέτρητες παλινωδίες θα παίξει το αντιμνημονιακό εκλογικό χαρτί), ακόμα και το κόμμα των εγκληματιών/ανεγκέφαλων χρυσών αυγών.

Στην πρώτη περίπτωση, θα ακολουθηθούν οι ίδιες με σήμερα αντικοινωνικές και απάνθρωπες πολιτικές και, πολύ σύντομα, η κατάσταση θα οδηγηθεί εκτός ελέγχου διότι απλούστατα, δεν υπάρχουν περαιτέρω περιθώρια φτωχοποίησης της κοινωνίας. Μπορεί η στιγμή της αποκορύφωσης της κοινωνικής έκρηξης, καθώς και του τρόπου που αυτή θα εκφραστεί και των συνεπειών της, να μην είναι προβλέψιμες, είναι όμως σχεδόν βέβαιο πως το ποτήρι θα ξεχειλίσει. Στην δεύτερη, και εφ’ όσον δεχτούμε ότι τελικά θα μπορέσει να προκύψει μια «αντιμνημονιακή» Κυβέρνηση, τα πράγματα είναι περισσότερο πολύπλοκα. Μέσα απ’ αυτό το εξαιρετικά ανομοιογενές συνοθύλευμα κομμάτων και τάσεων, φαίνεται πως η μόνη κοινή βάση που μπορεί να υπάρξει είναι η εμμονή σε πατριωτικά ιδεολογήματα. Λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι λύση στο πρόβλημα της κρίσης δεν μπορεί να δοθεί εντός του οικονομικού κύκλου ή του κοινοβουλευτισμού (μιας και η κρίση που διανύουμε δεν είναι απλώς οικονομική, αλλά κυρίως έχουμε να αντιμετωπίσουμε και την κρίση των αξιών) και πως η μόνη διέξοδος μπορεί να είναι πολιτική, αξίζει να αναρωτηθούμε μήπως και αυτή, η δεύτερη περίπτωση, έχει τους δικούς της μεγάλους κινδύνους: έξαρση εθνικισμού και/ή ξενοφοβίας, ολοκληρωτισμός, απομονωτισμός. Υπάρχουν, άλλωστε, δεκάδες παραδείγματα χωρών, όπως Ιράν, Βόρεια Κορέα, Κούβα και άλλες, που έχοντας αποσπαστεί από τη Δυτική συμμαχία και παρόλο που απελευθερώθηκαν από τη στυγνή εκμετάλλευση των Δυτικών αρπακτικών, όχι μόνο δεν γνώρισαν κοινωνική και πολιτική απελευθέρωση, αλλά, απεναντίας, βρέθηκαν κάτω από την τυραννία ολοκληρωτικών κυβερνήσεων. Στην πραγματικότητα, το ερώτημα έξοδος ή παραμονή στην Ε.Ε. και το Μνημόνιο είναι ήσσονος σημασίας σε σχέση με τα πραγματικά διακυβεύματα της περιόδου.

Σε ότι αφορά την Ελληνική πραγματικότητα, οι λεγόμενες προοδευτικές δυνάμεις, δεν κατάφεραν να θεμελιώσουν ούτε ένα ελάχιστο προοδευτικό πολιτικό πρόγραμμα, πρόταγμα, στόχο, μην έχοντας μάλιστα και καμία απολύτως στρατηγική εκδημοκρατισμού των μαζών. Έτσι, τα παθήματα του καπιταλισμού, που στην πιο βάρβαρη μορφή του εκφράζεται από το Νεοφιλελευθερισμό, φαίνεται πως δεν μπορούν να μετουσιωθούν σε μαθήματα. Κατά συνέπεια, αντί για περαιτέρω διάδοση των ριζοσπαστικών ιδεών και ενδυνάμωση των κινημάτων, παρατηρείται αντίθετα, έξαρση του εθνικισμού. Αντί για αναζήτηση νέων μορφών πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής (αυτο)οργάνωσης, βλέπουμε στροφή σε «αξίες» που ιστορικά έθρεψαν την μισαλλοδοξία, την βία, την καταπίεση και τον πόλεμο. Αντί για την ανάδειξη νέων πρακτικών που θα μπορούσαν αφ’ ενός να δώσουν λύσεις σε αρκετά προβλήματα και αφ’ετέρου να πολιτικοποιήσουν ουσιαστικά τις κοινωνίες ωθώντας τις προς την κατεύθυνση της χειραφέτησής τους, είμαστε για άλλη μια φορά μπροστά σε μια καθολική επιστροφή σε κάθε είδους πολιτική και ιδεολογική κλειστότητα. Αυτού του είδους η κλειστότητα, επίσης, αναπαράγεται μέσω της οικονομικής εξαθλίωσης η οποία καλλιεργεί ένα έντονο κλίμα εσωστρέφειας, φόβου και καχυποψίας – χαρακτηριστικά που ενδέχεται ν’ αποτελέσουν την ταφόπλακα των αγώνων για κοινωνική και πολιτική χειραφέτηση • την διάβρωση και καταστροφή κάθε μορφής οργανικής επικοινωνίας, του θεμέλιου λίθου, δηλαδή, της δημιουργίας πραγματικά δημοκρατικών κινημάτων εντός των οποίων οι συμμετέχοντες βρίσκονται σε διαρκή αλληλεπίδραση μεταξύ τους, όπου ενώνουν την διαφορετικότητά τους με σκοπό να συνδιαμορφώσουν και να συνθέσουν από κοινού. Η μή επικοινωνία αποτελεί την υλική βάση του ολοκληρωτισμού, γεννώντας καταστάσεις όπου η καχυποψία όλων προς όλους αντικαθιστά την φιλία, σκοτώνοντας παράλληλα κάθε τάση για δημιουργία. Έτσι τα άτομα μετατρέπονται σε μάζες φοβισμένες (φόβος προς τους μετανάστες, τους γείτονες, τους διαφορετικούς), που αναζητούν διεξόδους μέσω της ασφάλειας και της τάξης που συχνά συμβαδίζει με τον εθνικισμό (καθώς η ιδέα μιας «ισχυρής πατρίδας» εμπνέει εμπιστοσύνη). Αυτή είναι η βάση πάνω στην οποία χτίζεται η νέα πραγματικότητα, (όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σχεδόν στις περισσότερες χώρες του Δυτικού κόσμου) την οποία μόνο εμείς μπορούμε να αλλάξουμε.

Κι όμως, φαινόταν (θα θέλαμε να πούμε: φαίνεται) μια τόσο καλή ευκαιρία να εργαστούμε για την ριζοσπαστικοποίηση της κοινωνίας, να ξεπεράσουμε το κοινοβουλευτικό τσίρκο, και ν’ αναδείξουμε επιτέλους πραγματικά δημοκρατικά προτάγματα μέσα από θετικές δραστηριότητες και αντιδομές. Ο καπιταλισμός φαίνεται να ψυχορραγεί και εμείς, αντί «να επιταχύνουμε την διαδικασία», όπως έλεγε και ο Νίτσε, έχουμε την τάση να αποτραβηχτούμε ουσιαστικά (αν όχι και τυπικά). Στις παρούσες συνθήκες είναι επιβεβλημένη και ρεαλιστική (και οπωσδήποτε, έστω, ελπιδοφόρα) η προσπάθεια δημιουργίας αυτόνομων πρακτικών που είτε θα παρέκαμπταν τον καπιταλισμό είτε θα συγκρούονταν μαζί του (στο βαθμό που αυτό θα ήταν αναπόφευκτο). Αλλά κινδυνεύουμε να χάσουμε για άλλη μια φορά το τραίνο της εξόδου από την Βαρβαρότητα.

Επίλογος

Υπάρχει σε εξέλιξη μια μη προβλέψιμη, ακόμα, ή πάντως συγκεχυμένη και απροσδιόριστη, φαινομενικά διττή, διαδικασία: αποσύνθεση του καπιταλισμού και την ίδια στιγμή ένταση των χειρότερων εκφάνσεων της καπιταλιστικής ανορθολογικότητας. Για παράδειγμα, ποτέ η κίνηση του κεφαλαίου διεθνώς δεν ήταν τόσο ασύδοτη (πλήρης οικονομική ελευθερία) και ταυτόχρονα η εμμονή των πολιτικών ηγεσιών των κρατών στον μονεταρισμό τόσο έντονη (η πλήρης «οικονομική ελευθερία» τελεί υπό την σιδηρά προστασία των Κυβερνήσεων). Οι τραγικές συνέπειες της φαινομενικής αυτής αντίφασης δεν είναι παρά ακόμα μία εγγενής κρίση του καπιταλισμού την οποία οφείλουμε να εκμεταλλευτούμε προς όφελός μας προσπαθώντας να εγκαθιδρύσουμε μια κοινωνία όσο περισσότερο ελευθεριακή μπορούμε. Η αντιπαράθεση με έναν καπιταλισμό «βαριά άρρωστο» πρέπει να γίνει με τους δικούς μας όρους, με τα δικά μας πολιτικά προτάγματα όπως αυτά μπορούν να συνδιαμορφωθούν υπό ένα ελευθεριακό πρίσμα. Θα είναι τεράστιο σφάλμα η αντιπαράθεση αυτή να γίνει με πολιτικές στρατηγικές του παρελθόντος και βάσει ιδεολογημάτων και ιδεοληψιών μου έβαψαν την Ιστορία με αίμα και δυστυχία. Θα είναι μεγάλη κατάντια αν στο Νεοφιλελευθερισμό αντιτάξουμε τον Εθνικισμό (ακόμα κι αν προσπαθήσουμε να τον ωραιοποιήσουμε μετονομάζοντάς τον σε πατριωτισμό), τον πατριωτικό – αριστερό ή δεξιό – ολοκληρωτισμό, ή οποιοδήποτε ετερόνομο και αυταρχικό πολιτικό μόρφωμα που τυχόν προκύψει μέσα στις πρωτόγνωρες αυτές πολιτικές συνθήκες. Επιτέλους, ας διεθνοποιηθούμε αντιτασσόμενοι σε κάθε είδους ολοκληρωτισμό και σε κάθε καταστροφικό πολιτικό σύστημα, είτε αυτό είναι σύγχρονο (Νεοφιλελευθερισμός) είτε ιστορικά δοκιμασμένο και γνωστό για το μέγεθος της αθλιότητάς του (Εθνικισμός και κάθε είδους απολυταρχικά καθεστώτα προσηλωμένα στον απομονωτισμό).

[1] Το γεγονός ότι οι  διαδηλώσεις της 20 Οκτωβρίου ήταν οργανωμένες από γραφειοκρατικά συνδικάτα δεν σημαίνει ότι στο μέλλον εμείς θα πρέπει να απέχουμε από οποιαδήποτε δραστηριότητα καλεί κάποιο οργανωμένο σωματείο. Η κριτική της γραφειοκρατίας και η προσπάθεια δημιουργίας οριζοντίων κινημάτων σε κοινωνίες, όπως η δική μας (και σχεδόν όλες), που έχουν συνηθίσει (για να μην πούμε εθιστεί) στην καθοδήγηση, αποτελεί ξεχωριστό κεφάλαιο που θα πρέπει ν’ αναλυθεί και να συζητηθεί περαιτέρω. Ωστόσο, υπήρξαν φωνές τον καιρό εκείνον, και κυρίως στις κινητοποιήσεις του Δεκέμβρη όπου η προσέλευση ήταν πολύ μικρή, για άρνηση συμμετοχής λόγω της εμπλοκής των οργανωμένων συνδικάτων. Αυτή η προσέγγιση των πραγμάτων θα μπορούσε να είναι, κατά κάποιον τρόπο, από αφελής μέχρι επικίνδυνη καθώς η απαξίωση δεν αποτελεί ουσιώδη και δημιουργική κριτική, αλλά θα μπορούσε να στρέψει την κοινωνία σε ακόμα πιο συντηρητικά/εθνικιστικά μονοπάτια.

Συγγραφή: , Ian Delta


Σύντομο URL: http://wp.me/pyR3u-ald