Aπ΄ τον Δεκέμβρη στο σήμερα…

Αν και πέρασαν 3 χρόνια από τη δολοφονία Γρηγορόπουλου ακόμη επικρατούν διαφορετικές απόψεις στην ελληνική κοινωνία σχετικά με το τί πραγματικά έγινε τότε. Τί σήμαινε η εξέγερση του Δεκεμβρίου του ΄08; Ήταν μια τυφλή αντίδραση ενάντια στην κρατική βια ή κάτι παραπάνω; Η εμμονή στην εκ των υστέρων ανάλυση ενός ιστορικού γεγονότος ή μιας πολιτικής περιόδου σε κάθε περίπτωση δεν σημαίνει ότι πρέπει να αναζητούμε την «μια και μοναδική» απάντηση. Τα γεγονότα έχουν τη δική τους δυναμική και η ιστορία διαμορφώνεται από τις κοινωνικές διεργασίες οι οποίες είναι πάντα παρούσες, λειτουργώντας τις περισσότερες φορές υπόγεια και, αρχικά, ασυνείδητα.

Γεγονός είναι ότι τον Δεκέμβρη του 2008 ένα τεράστιο κομμάτι της νεολαίας (αν όχι ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας) βρήκε αφορμή να εξωτερικεύσει όλη της την οργή και την απογοήτευση από ένα «τυχαίο» γεγονός. Από εκείνη την μέρα και για μεγάλο χρονικό διάστημα η υπό περιθωριοποίηση νεολαία, άρχισε να ψάχνει τρόπους να εκφράσει την αντίθεσή της σ’ ένα πολιτικο-οικονομικό σύστημα που αισθανόταν πως την στραγγαλίζει, στερώντας της κάθε ελπίδα για το μέλλον. Έτσι, η λαϊκή οργή δεν άργησε να μετατραπεί σε θρυαλλίδα πολιτικής και κοινωνικής συνειδητοποίησης. Τους επόμενους μήνες σε όλη την χώρα – και ενώ η κατάσταση στους δρόμους έχει ομαλοποιηθεί – γίνονται καταλήψεις, οι δημόσιοι χώροι συζήτησης και προβληματισμού πολλαπλασιάζονται, οι ίδιοι οι συμμετέχοντες σε τέτοιες διαδικασίες σταδιακά αποκτούν για τον εαυτό τους την αντίληψη ότι δεν περνούν απλώς το χρόνο τους αλλά ότι ενεργοποιούνται για πρώτη φορά επειδή δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς.

O διεθνής αντίκτυπος της εξέγερσης

Ο Δεκέμβρης κατόρθωσε, λοιπόν, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα να ριζοσπαστικοποιήσει μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας. Όπως σε κάθε εξέγερση, έτσι και στην περίπτωσή αυτήν, η διαφθορά, η έλλειψη οραμάτων για την νέα γενιά και η κρατική καταστολή καταδικάστηκαν συλλήβδην από μεγάλο κομμάτι των πολιτών. Όμως το κίνημα δεν εγκλωβίστηκε μόνο εντός των στενών ορίων της Ελληνικής επικράτειας. Σχεδόν σε κάθε Ευρωπαϊκή πρωτεύουσα πραγματοποιήθηκαν κινητοποιήσεις, με πολλούς αλληλέγγυους να στέλνουν μηνύματα συμπαράστασης στην ελληνική νεολαία. Αποκορύφωμα ήταν φυσικά η Ισπανία, όπου σε Μαδρίτη και Βαρκελώνη εκατοντάδες (ίσως και χιλιάδες) διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν μπροστά σε πρεσβείες και άλλους δημόσιους χώρους. Στο Βερολίνο έγινε κατάληψη της Ελληνικής πρεσβείας. Ταυτόχρονα, στο Εδιμβούργο, στο Δουβλίνο, στο Παρίσι και σε άλλες πόλεις, μικρές διαδηλώσεις ξεσπούν…

Στο σημείο αυτό, αξίζει να δούμε τις ομοιότητες μεταξύ του Δεκέμβρη και του κινήματος της Αραβικής Άνοιξης: Στην πόλη Σίντι Μπουζίντ της Τυνησίας, τον Δεκέμβριο 2010, ένας 27χρονος άνδρας, ο Μοχάμεντ Μπουαζίζι, αυτοπυρπολήθηκε σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την κατάσταση που επικρατούσε στην χώρα του. Το γεγονός αυτό πυροδοτεί γενικευμένο λαϊκό ξεσηκωμό με αποτέλεσμα την ανατροπή του δικτάτορα Μπεν Αλί. Η εξέγερση, όμως, σύντομα θα μεταφερθεί και στην Αίγυπτο. Θα κοπάσει προσωρινά με την ανατροπή του καθεστώτος Μουμπάρακ, και έπειτα τη σκυτάλη θα λάβει η Λιβύη (όπου, δυστυχώς, η έκβαση της υπόθεσης είναι ιδιαίτερα απρόσμενη καθώς και το ποιόν τον εξεγερμένων απροσδιόριστο), το Μπαχρέιν, η Συρία, καθώς και άλλες Αραβικές χώρες… Και στις δύο περιπτώσεις, ο θάνατος ενός ανθρώπου έγινε αιτία να βγουν χιλιάδες άλλοι στους δρόμους. Και στις δύο περιπτώσεις, ο ηθικός αυτουργός δεν ήταν απλά και μόνο το κράτος και οι κατασταλτικοί του μηχανισμοί. Η κατάσχεση των εμπορευμάτων του Μπουαζίζι από τις δυνάμεις καταστολής του Μπεν Αλί, το πάτημα της σκανδάλης του Κορκονέα που είχε ως αποτέλεσμα να πέσει νεκρός ο νεαρός μαθητής, στην ουσία, αποτελούν την κορυφή ενός παγόβουνου. Αυτό όμως που διαφέρει ριζικά είναι το αποτέλεσμα: οι εξεγέρσεις στον Αραβικό κόσμο κατόρθωσαν ως ένα βαθμό ν΄αλλάξουν το πολιτικό σκηνικό των χωρών αυτών. Παρομοίως, ο Δεκέμβρης αφύπνισε μεγάλο κομμάτι πολιτών, αλλά δεν κατάφερε τελικά να μετατραπεί σε πανευρωπαϊκό κίνημα, καθώς η εξάπλωσή του εκτός των συνόρων περιορίστηκε σε μερικές μικρές διαδηλώσεις και εκδηλώσεις αλληλεγγύης.

Με το ξέσπασμα της κρίσης και την είσοδο της χώρας στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το πολιτικό σκηνικό αλλάζει. Ο διασυρμός της Ελλάδας σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης, με τον διεθνή τύπο να οργιάζει αναφορικά με «το πόσο ανεύθυνοι είναι αυτοί οι Έλληνες», «το πόσο λίγο εργάζονται και συνταξιοδοτούνται νωρίς πηγαίνοντας στις διαδηλώσεις». Η καλλιέργεια αυτού κλίματος απέχθειας για την χώρα, διαλύει την άλλοτε ρομαντικοποιημένη εικόνα κινηματικού παραδειγματισμού και μίμησης που είχαν χτίσει πολλοί δημοκρατικοί πολίτες και ακτιβιστές. Έτσι, αν κατά την διάρκεια των κινητοποιήσεων στον Αραβικό κόσμο υπήρξε πίεση από τα διεθνή ΜΜΕ να παραμείνουν οι διαδηλωτές στους δρόμους και τις πλατείες, αντιθέτως, στην Ελληνική περίπτωση, οι αντι-μνημονιακές κινητοποιήσεις αντιμετωπίζονται ως παράδειγμα προς αποφυγή, καθώς τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης, ασκούν πιέσεις με σκοπό οι διαδηλωτές να εγκαταλείψουν τους δρόμους και ν’ αποδεχτούν τα μέτρα λιτότητας με οποιοδήποτε κόστος. Παράλληλα, η επίθεση αυτή αναζωπυρώνει και τον πληγωμένο εθνικισμό των Ελλήνων, ενώ ταυτόχρονα η αύξηση του κύματος της μαζικής μετανάστευσης συνέβαλε στην κινητοποίηση νέων πολιτικών δυνάμεων, οι οποίες προσπαθούν να εκμεταλλευτούν τη δυσαρέσκεια των πολιτών για οτιδήποτε μή Ελληνικό, κάνοντας αισθητή την παρουσία τους σε κάθε αντικυβερνητική διαδήλωση, ιδιαίτερα από τα μέσα του χειμώνα του 2011. Στο θέμα του διασυρμού όμως αξίζει να σταθούμε λιγάκι παραπάνω:

Η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται αντιμέτωπη για πρώτη φορά με την απειλή της κατάρρευσης. Η επίσημη ανεργία στην Ισπανία ξεπερνά το 21,5%, της οποίας το χρέος, όπως και της Ιρλανδίας, εμφανίζεται τριπλάσιο από το Ελληνικό [1]. Παρόλ’ αυτά, ο διεθνής τύπος επιμένει να θεωρεί την Ελλάδα ως πηγή κάθε κακού. Πράγματι, οι περισσότερες χώρες του Νότου και η Ιρλανδία πλήττονται από υπέρογκα χρέη. Μάλιστα, ο πρωθυπουργός της Πορτογαλίας έχει επανειλημμένως δηλώσει ανοιχτά ότι η περίπτωση της χώρας του δεν έχει να κάνει με αυτήν της Ελλάδα. Στη Φιλανδία σύμφωνα με δημοσκόπηση στην οποία συμμετείχαν 1.819 άνθρωποι, το 56% των ερωτηθέντων εξέφρασε την άποψη ότι η Ελλάδα πρέπει να εγκαταλείψει τη νομισματική ένωση. Παρομοίως, σε περίπτωση αποτυχίας των μέτρων λιτότητας υπέρ της εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη είναι το 78% των Γερμανών, το 65% των Γάλλων, και ταυτόχρονα, το 51% των Ισπανών και το 49% των Ιταλών (δύο χώρες που υποτίθεται ότι θα εξέφραζαν την αλληλεγγύη τους προς τους ομοιοπαθούντες Έλληνες πολίτες). Ακόμα περισσότερο, η «αριστερή» Γαλλική Liberation (που άλλοτε έγραφε ύμνους υπέρ της Ελλάδας) έφτασε στο σημείο να δημοσιεύσει άρθρο με τίτλο: «Οι Έλληνες το παίζουν θύματα, είναι αχάριστοι» στο οποίο γράφει πως: «οι Έλληνες αρνούνται να αναγνωρίσουν ότι είναι οι ίδιοι υπεύθυνοι για την άθλια κατάσταση της χώρας τους» και πως «Η Ελλάδα έχει τάση να το παίζει θύμα και ζητάει συνεχώς χάρες με το επιχείρημα ότι αποτελεί το λίκνο του ευρωπαϊκού πολιτισμού».

Παρότι λοιπόν οι περισσότερες χώρες της περιφέρειας, και κυρίως Ιρλανδία, πλήττονται από υπέρογκα χρέη, καμία από αυτές δεν έδωσε κινήματα όπως αυτό του Δεκέμβρη. «Για ποιο λόγο η διαφορετική αντιμετώπιση;» αναρωτιέται η Γερμανική εφημερίδα. «Μήπως επειδή οι Έλληνες δεν αποδέχονται μοιρολατρικά αυτά που συμβαίνουν και κατεβαίνουν στο δρόμο, ενώ την ίδια στιγμή οι Ιρλανδοί ντρέπονται γιατί απλώνουν το χέρι; Τα γερμανικά μέσα ενημέρωσης δείχνουν υπερβολική κατανόηση για τους Ιρλανδούς, οι οποίοι μετά από αιώνες φτώχειας έβγαλαν χρήματα και έκαναν επί μια 15ετία πάρτι σπατάλης» (tvxs, 2011). Έτσι λοιπόν, μια τέτοια «απειλή» – τα διάφορα κοινωνικά κινήματα που έδρασαν κατά καιρούς στον Ελλαδικό χώρο, και κυρίως ο Δεκέμβρης του 2008 – για την ολιγαρχία των ευρωκρατών δεν θα περνούσε απαρατήρητη. Μια ματιά, τέλος, στις προεκλογικές ομιλίες των συντηρητικών Άνγκελα Μέρκελ και Νικολά Σαρκοζύ αρκεί για να επιβεβαιώσει κανείς τα παραπάνω: τον φόβο που προκάλεσε ο Δεκέμβρης στους συντηρητικούς προπαγανδιστές. Το ύφος και ο λόγος τους αλλά και ο τρόπος με τον οποίο κατήγγειλαν τους τραπεζικούς νεποτισμούς και την έλλειψη οραμάτων στην νέα γενιά περισσότερο έμοιαζε με κάποια αριστερίστικη οργάνωση, παρά με μια κεντροδεξιά παράταξη. Πριν τις Γαλλικές εκλογές μάλιστα, ο Σαρκοζύ, υπό την πίεση ορισμένων διαμαρτυριών, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς εξαναγκάστηκε να εγκαταλείψει μια εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που θεωρείται ένας από τους ακρογωνιαίους λίθους του προγράμματος της κυβέρνησής του λέγοντας τα εξής στους υπουργούς του: «Δεν θέλουμε έναν Ευρωπαϊκό Μάη του ’68 εν μέσω των Χριστουγέννων». «Αυτό που είδαμε στην Ελλάδα θα μπορούσε να συμβεί κι εδώ στη Γαλλία », προειδοποίησε ο πρώην σοσιαλιστής Πρωθυπουργός Laurent Fabius εν όψη των φοιτητικών διαμαρτυριών που είχε ως αποτέλεσμα περίπου εκατό γαλλικά λύκεια να κλείσουν.

Κατά τη διάρκεια των φοιτητικών κινητοποιήσεων στην Βρετανία (2010-11), διαδηλωτές αποπειράθηκαν να πυρπολήσουν το Χριστουγεννιάτικο δέντρο που βρίσκεται στην πλατεία Trafalgar.

Το επόμενο βήμα…

Βλέποντας την ελληνική κοινωνία εκκωφαντικά σιωπηλή μπροστά στη σκληρή επέλαση της φτώχειας, αναρωτιόμαστε αν χρειάζεται και πάλι μια ανθρώπινη θυσία στο βωμό της κοινωνικής έκρηξης. Αν η κοινωνία μας βρίσκεται σε τόσο βαθύ λήθαργο που χρειάζεται και πάλι το αίμα ενός νεαρού ανθρώπου, ώστε να αφυπνιστεί. Αλλά και πάλι, τί αποτέλεσμα θα είχε μια εξέγερση ανάλογη με του Δεκέμβρη του ’08 αν δεν γίνει ένα βήμα παραπέρα; Θα ήταν ένα ξέσπασμα, μια ακόμη αφορμή για περαιτέρω ριζοσπαστικοποίηση των νέων, μια ακόμη κραυγή αμφισβήτησης του πολιτικού και κοινωνικού σκηνικού. Αρκούμαστε σε αυτό; Ίσως, τελικά, αυτό που πραγματικά θα αφυπνίσει την κοινωνία, δεν είναι το αίμα. Μήτε ο ξύλινος λόγος της αριστεράς, του  ΚΚΕ και πολλών αναρχολενινιστών. Είναι οι ίδιες οι πολιτικές ιδέες, προσαρμοσμένες στις πραγματικές δυνατότητες του σύγχρονου δυτικού ανθρωπολογικού τύπου, βγαλμένες όχι από πεφωτισμένους διανοούμενους ή ειδικούς, αλλά από ανοιχτές συνελεύσεις συλλογικοτήτων, γειτονιών, πόλεων, και χωριών. Και φυσικά η βία από μόνη της οδηγεί στην εκτόνωση χωρίς συνείδηση (αν και, στην πραγματικότητα, το ζήτημα μέσα και σκοπός θα μπορούσε να επανεξεταστεί και να αναλυθεί περαιτέρω). Πολλές φορές, μάλιστα, αυτή η τυφλή βία (ιδιαίτερα όταν συνοδεύεται από κάποιου είδους αναγκαιότητα) λειτουργεί ως τροχοπέδη κοινωνικών κινημάτων, όπως στην περίπτωση της 5 Μαΐου του 2010, όπου, έπειτα από την πυρπόληση της τράπεζας στη Σταδίου, βρήκαν τραγικό θάνατο τρεις συνάνθρωποί μας. Πέρα από τον αδικαιολόγητο χαμό των ανθρώπων αυτών, χάθηκε μια μοναδική ευκαιρία να ανατραπεί μια ακόμα ολιγαρχική κυβέρνηση. Οι ιδέες αντιθέτως – ασχέτως αν κάποια στιγμή απαιτούν τη χρήση βίας ως μέσο αυτοάμυνας – οδηγούν στην συνειδητή ανατροφοδότηση, στην εξέλιξη και τη δημιουργία.

Η 6η Δεκέμβρη δεν είναι ούτε επέτειος, ούτε μνημόσυνο, ούτε εικόνισμα. Είναι μια μέρα κατά τη διάρκεια της οποίας μπορούμε να υψώσουμε και πάλι δυνατά τη φωνή της αμφισβήτησης, να διαδώσουμε και να συνδιαμορφώσουμε τις ιδέες που θα πλαισιώσουν την κοινωνική επανάσταση που οραματιζόμαστε, να χτίσουμε σχέσεις αλληλεγγύης στο δρόμο. Οι πορείες που θα ξεκινήσουν στις πόλεις όλης της χώρας είναι σημαντικές. Είναι όμως και αρκετές; Μας αρκεί μια δυναμική βόλτα στους δρόμους της πόλης; Αναμφισβήτητα, είναι απαραίτητη ώστε να μεταφέρει το μήνυμα σε όσους πολίτες των πόλεων έχουν αυτιά να ακούσουν, τι περισσότερο μπορεί να προσφέρει όμως από μόνη της;

Το θέμα λοιπόν δεν είναι να καταγγείλουμε για ακόμη μια φορά την βαρβαρότητα του κράτους, τους τραμπουκισμούς της αστυνομίας, τις μεθοδεύσεις όλων των μηχανισμών καταστολής των συνειδήσεων των μελών της κοινωνίας. Το σύνθημα: «μπάτσοι – γουρούνια – δολοφόνοι» όσο κι αν εκφράζει την οργή μας δεν αρκεί ώστε να ζήσουμε ελεύθεροι. Δεν αρκεί καν για να κάνει τους μπάτσους λιγότερο επικίνδυνους. Η διατήρηση της μνήμης των γεγονότων του ’08 στις συνειδήσεις μας μπορεί και πρέπει να γίνει η αφετηρία για την επανέναρξη αγώνων με στόχους πολύ υψηλότερους από μια στείρα (και μάταιη) αντιπαράθεση με τους επίσημους και ανεπίσημους μπράβους της εξουσίας. Η παρακαταθήκη μπήκε πριν 3 χρόνια. Τα αποτελέσματά του φάνηκαν τον Ιούνη του 2011 με τις δημοκρατικές συνελεύσεις και τη γενικευμένη αντίσταση στις πολιτικές λιτότητας και τον αυταρχισμό. Η κοινωνία ολόκληρη (και όχι μόνο η νέα γενιά) άρχισε να πολιτικοποιείται ή έστω, να έρχεται σε επαφή με το αίτημα της ριζοσπαστικοποίησης.

Οι απατηλές μεθοδεύσεις των συγκυβερνήσεων και του παραμυθιού της εθνικής ομοψυχίας μπροστά στην επικείμενη πτώχευση δεν πρέπει να σταθούν ικανές να ξανακλείσουν τον κόσμο στα σπίτια του. Ξέρουμε ότι αυτό είναι αδύνατο. Η επιθυμία για κοινωνική μεταστροφή θα είναι αυτή που θα ξαναβγάλει στους δρόμους ανθρώπους που ποτέ δεν συμμετείχαν σε κοινωνικούς αγώνες. Είναι λοιπόν μια πολύ καλή ευκαιρία να προετοιμάσουμε όσο καλύτερα μπορούμε την εκ των προτέρων νοηματοδότηση μιας «εξέγερσης» που φαίνεται αναπόφευκτη, ώστε να μην περιοριστεί σε ένα ξέσπασμα μόλις λίγων ημερών, αλλά να γίνει η αρχή για μία διαρκή διαδικασία αντίστασης και αμφισβήτησης των θεσμισμένων μας ψεύτικων αναγκών.

Παρακάτω: Τομές και νέες προσεγγίσεις στην κοινωνική κριτική και την πολιτική σκέψη, μέσα από πολιτικές πράξεις της εξέγερσης του Δεκέμβρη, του Γιωργου Αναστασοπουλου.

Βιβλιογραφία/πηγές:
[1] Σύμφωνα με στοιχεία που εξέδωσε το BBC στις 20-11-2011, το χρέος της Ελλάδας ανέρχεται στα 0,4 τρις. ευρώ και 38.073 ανά κάτοικο. Την ίδια στιγμή όμως, στην Ιρλανδία αγγίζει το 1,7 τρισ.ευρώ (391.000 ευρώ ανά κάτοικο), στην Ισπανία 1,9 τρισ.ευρώ (47.366 ακ), στην Γαλλία 4,2 τρισ.ευρώ (66.508 ακ) και στο Ηνωμένο Βασίλειο 7,3 τρισ.ευρώ (117.580 ακ)

Συγγραφή: Efor, Μichael Theodosiadis και Ian Delta

Η κυβερνητική κρίση και τα πραγματικά ζητούμενα

Βρισκόμαστε κοντά στην πτώση μιας ακόμα ολιγαρχικής κυβέρνησης, και βλέποντας την αξιωματική αντιπολίτευση να αδημονεί για την εξουσία, το μέλλον φαίνεται κάθε άλλο παρά ρόδινο για την ελληνική κοινωνία. Η είδηση για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος που ανήγγειλε ο πρωθυπουργός έσκασε σαν βόμβα. Η ίδια η κυβέρνηση λέει ότι είναι καιρός να ζητηθεί η γνώμη της πλειοψηφίας σχετικά με την επικύρωση ή όχι της νέας δανειακής σύμβασης που συμφωνήθηκε πριν την εκταμίευση της 6ης δόσης του Μνημονίου. Για ποιόν λόγο, όμως, αποφάσισε να κρατήσει αυτήν την στάση; Θα ήταν τελείως αφελές αν πιστεύαμε ότι ξαφνικά ενδιαφέρθηκε για τα «δημοκρατικά μας δικαιώματα» μετά από μία διετία κατά την οποία φρόντισε επιμελώς να τα καταπατά. Πρόκειται για την ίδια κυβέρνηση που με την αδιάλλακτή της στάση μετέτρεψε την πλατεία Συντάγματος σε ανοιχτό θάλαμο αερίων από τα δακρυγόνα και τα χημικά, που έστειλε στο νοσοκομείο, αιμόφυρτους, δεκάδες άλλους διαδηλωτές, που εκτελεί πιστά τις εντολές της ακροδεξιάς χτίζοντας φράχτες στον Έβρο για να εμποδίσει την είσοδο των μεταναστών, που προσέφυγε στον καταστροφικό μηχανισμό του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ε.Κ.Τ., δίχως φυσικά να μπει στη διαδικασία να ζητήσει τη γνώμη της πλειοψηφίας. Πρόκειται για την ίδια κυβέρνηση που αντί για πράσινη «ανάπτυξη» (όπως υποσχέθηκε προεκλογικά), συνέβαλε στην υποβάθμιση κάθε χώρου πρασίνου (χαρακτηριστικό παράδειγμα, η Κερατέα, όπου έκλεισε συμφωνία με τους εργολάβους για την κατασκευή παράνομου XYTA, ενώ παράλληλα δεν δίστασε να στείλει τα ΜΑΤ για να καταστείλει, με κάθε μέσο, τις αντιδράσεις των πολιτών). Πρόκειται για την ίδια κυβέρνηση που ενώ έλεγε προεκλογικά ότι θα περιορίσει την αστυνομική αυθαιρεσία, αντ’ αυτού προμηθεύτηκε αντλίες νερού και καλεί για νέες προσλήψεις στα σώματα καταστολής. Δεν είναι όμως η Ελληνική Κυβέρνηση η μοναδική περίπτωση αυταρχισμού και καταστολής. Ίσως είναι η πιο «χτυπητή», αλλά παραδείγματα ολιγαρχίας θα βρούμε σε όλη την Ευρωπαϊκή «επικράτεια»!

Αυτή λοιπόν η κυβέρνηση μοιάζει έτοιμη να καταρρεύσει από ώρα σε ώρα. Το τί, ακριβώς, θα γίνει δεν το γνωρίζει κανείς ακόμη. Τα δεδομένα αλλάζουν από στιγμή σε στιγμή. Όσο, όμως, περνάνε οι ώρες, τόσο η απογοήτευση γεννά πάμπολλα ερωτήματα. Ένα από τα βασικότερα είναι το εξής: Υπάρχει διέξοδος από αυτήν την κατάσταση; Για να μπορέσουμε να δώσουμε μια καίρια απάντηση εδώ, θα πρέπει να εξετάσουμε τα δεδομένα, όχι μόνο με βάση αυτά που συμβαίνουν στην Ελλάδα αλλά και σε ευρωπαϊκό (και αν γίνεται διεθνές) επίπεδο. Θα πρέπει πρώτα απ’ όλα να σταθούμε στο μηχανισμό της Ε.Ε.

Σημερινή κατάσταση (σε πανελλήνιο και πανευρωπαϊκό επίπεδο)

Στον ενάμιση χρόνο που πέρασε από την υπαγωγή της χώρας στην τριπλή διεθνή επιτήρηση Δ.Ν.Τ. – Ε.Κ.Τ. – Ε.Ε., είχαμε βίαιη φτωχοποίηση του πληθυσμού μέσω πρωτοφανών περικοπών σε μισθούς και συντάξεις, δραματική μείωση κοινωνικών δαπανών (αλλά και δημόσιων επενδύσεων για τις οποίες κόπτονται οι πάσης φύσεως οπαδοί οικονομιστικών προσεγγίσεων), κατακόρυφη αύξηση ανεργίας, απώλεια εργασιακών δικαιωμάτων που κατακτήθηκαν με αγώνες δεκαετιών, και κατάρρευση όλων των οικονομικών δεικτών, με σημαντικότερο στοιχείο τη βαθιά «ύφεση» που έφτασε σε επίπεδα πρωτοφανή για τη μεταπολεμική Ευρώπη.

Όμως η Ελληνική κρίση έχει και διεθνές αντίκτυπο, λόγω της διεθνοποίησης των αγορών. «Το Ευρώ κινδυνεύει εξαιτίας των ανεύθυνων Ελλήνων που αντί να εργάζονται και να παράγουν, τρέχουν στις διαδηλώσεις και δεν πληρώνουν τους φόρους τους», είναι μια στερεότυπη φράση που συχνά ακούμε από διάφορους ηγέτες των υπόλοιπων χωρών της Ε.Ε. και οικονομολόγους, οι οποίοι προσπαθούν να περάσουν το γνωστό μήνυμα «ένοχος λαός, αθώα εξουσία»! Απαντώντας στο ερώτημα του αν και εμείς, ως πολίτες αυτής της χώρας, φέρουμε ευθύνη για την κατάσταση αυτή, αναμφισβήτητα θα λέγαμε ναι. Οποιαδήποτε προσπάθεια αποποίησης ευθυνών θα έμοιαζε με πολιτική στρουθοκαμήλου. Όμως, σε αντίθεση με τους Νεοφιλελεύθερους, που έχοντας ως μοναδικό τους όπλο την ηθική της ενοχής και με βάση αυτό προσπαθούν να μας απομακρύνουν από την πολιτική δράση (δηλαδή, με βάση τη δική τους λογική «εφόσον είμαστε ένοχοι δεν θα πρέπει να διαμαρτυρόμαστε, δεν θα πρέπει να διαδηλώνουμε»), εμείς αντιπροτείνουμε το αντίθετο, λέγοντας ότι το μεγάλο λάθος που διαπράξαμε είναι η απάθεια, «ο μόνος τρομοκράτης» (όπως δικαίως λέει σύνθημα στα Εξάρχεια). Πρόκειται για την απάθεια που είχε ως αποτέλεσμα την ανοχή μας στις διεφθαρμένες κυβερνήσεις που πέρασαν από τη χώρα, κυβερνήσεις που θα έπρεπε να τις είχαμε ξεμπροστιάσει και ανατρέψει χρόνια πριν. Την ίδια ή αντίστοιχη βέβαια απάθεια, έδειξαν κι οι πολίτες όλων των χωρών της Ευρώπης.

Η ιδιαιτερότητα, λοιπόν, της Ελλάδας, κατά την κρίση μας, δεν εντοπίζεται στην «τεράστια φοροδιαφυγή». Το γεγονός ότι η λέξη «Έλληνας» έχει καταστεί βρισιά στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες, δεν έχει να κάνει με την έλλειψη παραγωγικότητας [1]. Το κλειδί της υπόθεσης βρίσκεται στον Δεκέμβρη του 2008, καθώς και στην αντι-καπιταλιστική κουλτούρα που έχει ριζώσει στην Ελληνική κοινωνία. Αυτό, λοιπόν, που κάνει τους ολιγάρχες να τρέμουν, πίσω απ’ όλα, είναι ο ρόλος των αντικαπιταλιστικών κινημάτων που έχουν αναπτυχθεί στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια.

Γι’ αυτόν λοιπόν τον λόγο και τονίζουμε ότι ήρθε η στιγμή να τελειώνουμε με την απάθεια, αν πράγματι επιθυμούμε την άμεση αλλαγή της κοινωνίας. Οι υπάρχοντες θεσμοί της συγκεντρωτικής ολιγαρχίας δεν έχουν θέση σε μια κοινωνία αυτόνομη. Είναι, πλέον, ξεπερασμένοι. Την αντιδραστικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης την γνωρίζαμε από την πρώτη ημέρα της ίδρυσής της. Πιστέψαμε όμως στον μονόδρομο της συμμετοχής μας σε έναν τέτοιον ολιγαρχικό θεσμό, πως αυτή ήταν η μόνη λύση για να κερδίσουμε μια, έστω και πλασματική, ευημερία. Μπορεί, βέβαια, να ήταν και έτσι. Σημασία, όμως τώρα, έχει να κατανοήσουμε ότι αν πραγματικά θέλουμε να λεγόμαστε υπεύθυνοι πολίτες, τότε δεν έχουμε παρά να καταλάβουμε την σημαντικότητα της συμμετοχής μας στα κοινά, την σημαντικότητα του να αποφασίζουμε όλοι μαζί για το μέλλον μας, και όχι μια χούφτα ολιγάρχες!

Ο μηχανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στηρίζεται σε μια κεντρική εξουσία που ελάχιστα λαμβάνει υπόψη της την γνώμη των ανθρώπων μιας συγκεκριμένης χώρας. Τα αποφασιστικά όργανα της ΕΕ (Συμβούλιο, Ευρωπαϊκή Επιτροπή) δεν τυγχάνουν καν εκλογικής νομιμοποίησης από κάποιο εκλογικό σώμα ως τέτοια (το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποτελείται από τους αρχηγούς κρατών ή κυβερνήσεων των κρατών – μελών και τον πρόεδρο της Επιτροπής – ενώ οι Επίτροποι διορίζονται από τις κυβερνήσεις), αλλά τουναντίον οι γραφειοκράτες που τα πλαισιώνουν (γνωστοί και ως ευρωκράτες και περήφανοι γι’αυτόν τον αυτοπροσδιορισμό) δεν είναι άμεσα αιρετοί. Το δε Ευρωκοινοβούλιο έχει απλώς γνωμοδοτικό – συμβουλευτικό χαρακτήρα. Η υποβάθμιση της λαϊκής κυριαρχίας είναι γεγονός και όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά σχεδόν σε όλες τις χώρες των 25. Ένα παράδειγμα καταπάτησης της λαϊκής φωνής είναι η Ιρλανδία, η οποία μετά την καταψήφιση της συνθήκης της Λισαβόνας αναγκάστηκε να επαναπροσέλθει στις κάλπες για να δώσει την τελική απάντηση του «Ναι», μια απάντηση που φυσικά βόλευε τις Βρυξέλλες, όπως και στην περίοδο του 2001, όταν είχε να κληθεί για να ψηφίσει υπέρ ή κατά της συνθήκης της Νίκαιας (συνθήκη που απέβλεπε στη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης). Τα δημοψηφίσματα διενεργούνται στην Ιρλανδία λόγω της σχετικής συνταγματικής πρόβλεψης που απαιτεί την προσφυγή στο σύνολο του εκλογικού σώματος για τέτοια ζητήματα.

Ένα ακόμη χαρακτηριστικό παράδειγμα του αντιδημοκρατικού χαρακτήρα της Ε.Ε. είναι η δημιουργία της EUROGENDFOR (Ευρωπαϊκή δύναμη καταστολής διαδηλώσεων), η οποία έχει ως έργο την επέμβαση σε έδαφος οποιουδήποτε κράτους-μέλους και μέρος της οποίας, σύμφωνα με σενάρια, βρίσκεται σήμερα σε Ελληνικό έδαφος, έτοιμη ν’ αναλάβει «δράση» αν προκύψει κίνδυνος γενικευμένης εξέγερσης.

Προοπτικές που αναδύονται και επιπτώσεις

Διάφοροι οικονομολόγοι προτάσσουν την έξοδο της χώρας από το νόμισμα του Ευρώ και επιστροφή της στη δραχμή, λέγοντας ότι «οι μνημονιακές πολιτικές θα υποβαθμίσουν οριστικά το βιοτικό επίπεδο της χώρας», πως «η πτώχευση είναι αναπόφευκτη, και συνεπώς θα ήταν καλύτερο να συμβεί τώρα παρά όταν η κατάσταση θα έχει επιδεινωθεί ακόμη περισσότερο». Από την άλλη, το αντίπαλο στρατόπεδο υποστηρίζει την παραμονή της Ελλάδας στην  Ευρωζώνη, τονίζοντας «τις καταστροφικές συνέπειες που θα μπορούσαν να έχουν οι ευρωσκεπτικιστές επιλογές μας για την οικονομία της χώρας». Όλα αυτά τα σενάρια όμως, βασίζονται αποκλειστικά και μόνο σε αναλύσεις επιστημονίστικου χαρακτήρα, που γίνονται ελάχιστα κατανοητές στα αυτιά του μέσου πολίτη. Μιλούν με μαθηματικούς τύπους και με ακατάληπτους χρηματοπιστωτικούς όρους, που φυσικά σχεδόν κανείς δεν μπορεί να κατανοήσει ή να χρησιμοποιήσει είτε στην καθημερινή του ζωή είτε στην επιχείρηση, είτε στην κοινωνία!

Τα ευρωσκεπτικιστικά σενάρια, παρά το γεγονός ότι εκφράζουν μια αλήθεια, εσωκλείουν έναν τεράστιο κίνδυνο: την καλλιέργεια ενός κατάλληλου εδάφους για τον πολιτισμικό απομονωτισμό και την άνοδο του εθνικισμού. Οι χυδαίοι ακροδεξιοί συνεχώς προπαγανδίζουν υπέρ της επιστροφής στις παλιές δομές των εθνών-κρατών, προβάλλοντας συχνά αξίες εθνοσυντηρητισμού. Η άποψη αυτή, βέβαια, καλλιεργείται και από πολλές αριστερές τάσεις που κάνουν λόγο για επιστροφή στην λαϊκή κυριαρχία αλλά ταυτόχρονα, μιλούν και για εθνική ανεξαρτησία. Σαφέστατα λαϊκή κυριαρχία δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί αν μια χώρα δεν καταστεί ανεξάρτητη από την κεντρική εξουσία των Βρυξελλών, όμως κάτι τέτοιο δεν σηματοδοτεί απαραίτητα και την εκδημοκράτισή της! Απεναντίας, θα μπορούσε πολύ εύκολα να αναρριχηθεί στην εξουσία κάποιο δικτατορικό καθεστώς, πράγμα που η Ευρωπαϊκή Ένωση αποκλείει. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ακροδεξιού ευρωσκεπτικισμού είναι ο Βρετανός Nigel Farrange, ηγέτης του United Kingdom Independece που μιλά συνεχώς για έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ, μόνο και μόνο για να μην δέχεται πιέσεις η χώρα του από τα δικαστήριο ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην προσπάθεια των αρμόδιων να περιορίσουν την μετανάστευση. Τί θα συνέβαινε σε περίπτωση που το UKIP κέρδιζε τις εκλογές στην Βρετανία; Προφανώς θα βλέπαμε την ενσάρκωση ενός νέου κράτους τύπου Μέτερνιχ, άβατο για κάθε μετανάστη. Παράλληλα, ο αριστερός ευρωσκεπτικισμός καλλιεργεί παρόμοιες τάσεις εθνοκεντρισμού όταν κάνει λόγο για εθνική ανεξαρτησία, μιας και θέτει την μεταφυσική οντότητα του έθνους ως κεντρική ιδέα για τη διαμόρφωση «ιδανικών» πολιτικών εξελίξεων.

Με βάση τα παραπάνω (και με όσα μας έχουν μάθει να πιστεύουμε), καλούμαστε να λάβουμε θέση εντός ενός διπόλου. Η κρίση του καθενός και οι αντιλήψεις του θα τον οδηγήσουν είτε στο πρώτο στρατόπεδο είτε στο δεύτερο. Όμως, στην πραγματικότητα, υπάρχουν παραπάνω επιλογές από ένα Ναι ή Όχι. Κοινώς, αυτό που θα πρέπει να  μας απασχολεί στην πραγματικότητα, δεν είναι η παραμονή μας ή όχι στην Ε.Ε. ή στην ευρωζώνη, αλλά το Ναι ή  Όχι στη δημοκρατία. Θα πρέπει δηλαδή, να δούμε τα πράγματα από μια σκοπιά καθαρά πολιτική και όχι καπιταλιστική, διότι και οι δύο τάσεις – παρά του ότι η έξοδος από την Ε.Ε. εκφράζεται κυρίως από τον αντικαπιταλιστικό χώρο – παραμένουν δέσμιες του φαντασιακού: «ορθολογική» κυριαρχία – συσσώρευση κεφαλαίων – ιδιοκτησία. Στην περίπτωση των αριστερών Ευρωσκεπτικιστών, η έννοια του έθνους-κράτους χρησιμοποιείται ως ιδιοκτησία (μια χώρα είναι και παραγωγικός μηχανισμός ταυτόχρονα). Συνεπώς το δίλημμα δεν είναι «Ανεξαρτητοποιημένη Ελλάδα ή Ευρωπαϊκή Ένωση», αλλά «δημοκρατία ή καπιταλισμός», ή, καλύτερα, «αυτονομία ή βαρβαρότητα». Όπως ειπώθηκε και παραπάνω, ο μηχανισμός της ΕΕ απέχει μίλια από αυτό που ονομάζουμε εμείς δημοκρατία. Κατά την άποψή μας η πραγματική δημοκρατία χαρακτηρίζεται από την ίση συμμετοχή  όλων των πολιτών στην εξουσία και όχι από την εκπροσώπηση της κοινωνίας από μια ολιγαρχία. Έτσι λοιπόν, παρότι αμφισβητούμε την Ε.Ε. σαν θεσμό, δεν αντιπαλεύουμε την ένωση των λαών. Θα πρέπει να δούμε ξεχωριστά τους δεσμούς εξουσίας μεταξύ των αρχηγών των 25 και τους  δεσμούς αλληλεγγύης που θα μπορούσαν να αναπτύξουν μεταξύ τους οι λαοί. Θα μπορούσαμε να δούμε, λοιπόν, το πρόταγμα της άμεσης δημοκρατίας ως μια νέα μορφή προοπτικής…

Επιστροφή στις συνελεύσεις

Τα πολιτικά κόμματα, χωρίς καμία εξαίρεση, αποδεικνύονται κατώτερα των περιστάσεων (βέβαια, δεν θα μπορούσε να συμβεί κάτι διαφορετικό, καθώς αυτό το οποίο προσδοκούν στ’ αλήθεια είναι η συγκέντρωση όλο και περισσότερων εξουσιών και, σε  κάθε τους κίνηση, στοχεύουν όχι στο καλύτερο για την κοινωνία, αλλά στο επικοινωνιακό). Οφείλουμε να αποδεσμευτούμε από το σκεπτικό αυτό, αν πραγματικά θέλουμε να λεγόμαστε πολίτες. Οφείλουμε να αναλογιστούμε αν θα πρέπει κάθε φορά, απλώς να περιμένουμε τις εκλογές ώστε να ασκήσουμε το ανά τετραετία «δημοκρατικό» μας δικαίωμα, ρίχνοντας μια ψήφο διαμαρτυρίας με τη λογική του «το μή χεῖρον βέλτιστον» ή αν είναι προτιμότερο να δράσουμε άμεσα, ώστε, βασιζόμενοι στον κοινωνικό εαυτό, να θεσμίσουμε εμείς την κοινωνία, ξεπερνώντας τη σκουριασμένη «μεταπολίτευση».

Τη στιγμή που πρωτοφανή κινήματα για την ιστορία της «Δύσης» (ή του μητροπολίτικου καπιταλισμού), όπως το Occupy Wall Street και η μετά από πολλά χρόνια γενική απεργία στο Όκλαντ των Η.Π.Α, το Occupy LSX στο Λονδίνο, σπέρνουν το σπόρο της αντικαπιταλιστικής δράσης σε όλο τον πλανήτη, εμείς δεν έχουμε το ηθικό δικαίωμα να μείνουμε απαθείς, πηγαίνοντας εκεί που η πολιτική και οικονομική άρχουσα τάξη μας καθοδηγεί. Όπως έλεγε και ο Dante στην Divina Commedia πιο ποιητικά, «τα πιο φλογερά μέρη στην κόλαση υπάρχουν γι’ αυτούς που σε περιόδους ηθικής κρίσης, προτίμησαν να διατηρήσουν την ουδετερότητά τους». Αυτό που επείγει αυτήν την στιγμή, είναι να κατανοήσουμε τους λόγους που είναι σημαντική η άμεση πολιτική δράση, προτάσσοντας την άμεση δημοκρατία ως μια πολιτειακή μορφή στο πλαίσιο του «προτάγματος της αυτονομίας» και, παράλληλα, ως βασικό άξονα γύρω από τον οποίο θα κινηθεί η κοινωνική οργάνωση, η οικονομία, η ζωή σε κάθε της πτυχή.

Όπως τόσο καιρό μας διατυμπανίζουν πώς οι «Αγορές» έχουν την τάση να αυτορυθμίζονται, έτσι κι εμείς μπορούμε να ισχυριστούμε πως αυτή την τάση την έχουν και οι ίδιες οι κοινωνίες. Μια κοινωνία, στο καθαρά λειτουργικό της πλαίσιο, έχει την τάση να παράγεται και να αναπαράγεται, είτε βρίσκεται σε μια παραγκούπολη στο Καράκας είτε στο Μανχάτταν. Το κεντρικό ερώτημα λοιπόν, δεν πρέπει να είναι το «αν υπάρχει εναλλακτική λύση» (μονοπώλιο της σκέψης και της πράξης), αλλά, μέσα από αυτή την απροσδιοριστία των κινήσεων που υπάρχουν και δύνανται να υπάρξουν, το «τί διαλέγουμε εμείς». Θέλουμε πράγματι μια ζωή αντίστοιχη του Μανχάτταν όπου θα μπορούμε χωρίς όρια να καταναλώνουμε; Θέλουμε να ζούμε σε μια παραγκούπολη και εις βάρος μας να καταναλώνουν στο Μανχάτταν; Ή εν τέλει δεν θέλουμε «ούτε Μανχάτταν, ούτε παραγκουπόλεις»; Ήρθε η ώρα να σκεφτούμε το άλλο, να φανταστούμε ότι η ζωή μας δεν είναι ζήτημα ψευδο-διλημμάτων και πως η ευημερία μας δεν σχετίζεται με οικονομικούς δείκτες σε καμία περίπτωση. Αυτό ισχύει μόνο για τις κοινωνίες που έχουν ως κεντρικό στοιχείο στον αξιακό τους κώδικα τους οικονομικούς δείκτες, δηλαδή τις καπιταλιστικές/οικονομιστικές. Αλλά οι αξίες μπορούν να αλλάξουν αν φανταστούμε άλλες αξίες που θεωρούμε ότι είναι καλύτερες, πιο λογικές και πιο ανθρώπινες. Και μέσα από αυτή την έκρηξη της φαντασίας μας, θα μπορέσουμε να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις μιας άλλης ζωής που να συμβαδίζει με το άλλο της σκέψης μας. Και φυσικά για να πραγματοποιηθεί κάτι τέτοιο χρειάζεται και ένας χώρος. Ένας χώρος ο οποίος θα είναι δημόσιος. Και αυτός ο χώρος δεν είναι άλλος από τις δημοκρατικές συνελεύσεις, όπου εκεί τα άτομα κάνουν την εμφάνιση τους και μετατρέπονται σε πολίτες, δίνοντας τη δυνατότητα να καλλιεργηθεί ένα πραγματικό και ουσιαστικό πλέγμα ισότητας που να διαμορφώνει και θα διαμορφώνεται από τις κοινωνικές σχέσεις. Εκεί η δράση ξαναβρίσκει το νόημά της καθώς το υποκείμενο λογίζεται ως κοινωνικό ον: επιλέγει να αποφασίζει και δεν επιλέγει απλώς ποιοί θα αποφασίζουν γι’αυτό, όπως κάνουν οι ιδιώτες.

Λένε πως ο πεινασμένος δεν έχει τίποτε να φοβηθεί… Τι περιμένουμε λοιπόν, ώστε να οργανώσουμε τις ζωές μας έξω από το καπιταλιστικό πρότυπο της βαρβαρότητας; Αμφισβητώντας ο,τιδήποτε αυτοπρεσβεύεται ως «ορθολογικό», γίνεται φανερό ότι ακόμη και η πτώχευση δεν μπορεί να υφίσταται παρά μόνο εντός του καπιταλιστικού συστήματος και της λογικής του Νεοφιλελευθερισμού. Μπορούμε να δημιουργήσουμε, τώρα, αλληλέγγυα διατροφικά δίκτυα, να καταλάβουμε τα ακατοίκητα σπίτια, να στήσουμε σχολεία που θα προσφέρουν εκπαίδευση για τη ζωή και όχι για την υποταγή. Αρκεί να το αποφασίσουμε και να περάσουμε στην πράξη…

[1] Ο παγκόσμιος διασυρμός της Ελλάδας έχει ως επίκεντρό του τη λέξη «παραγωγικότητα». Η χαμηλή παραγωγή έχει κατατάξει τη χώρα στη μαύρη λίστα των αγορών, δημιουργώντας ταυτόχρονα διαφόρων ειδών ρατσιστικά στερεότυπα, «κατάγεσαι από την Ελλάδα, συνεπώς είσαι τεμπέλης», ασχέτως και αν έχουν μπερδέψει την τεμπελιά με την δυσλειτουργικότητα των Ελληνικών μονάδων παραγωγής* (αυτό γίνεται για ευνόητους λόγους!). Αυτό στην ουσία είναι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα των Νεοφιλελεύθερων. Η ηθική της εργασίας και της ενοχής που ακολουθεί η «ορθολογική» μαεστρία τους, καταρρακώνει κάθε έννοια ανθρώπινης δημιουργίας και έκφρασης. Ο άνθρωπος έχει πλέον μετατραπεί σε animal laboran όπως λέει και η Hannah Arendt: H πραγματική έννοια της εργασίας (ως έννοια δημιουργίας) έχει πλέον χαθεί, μιας και έχει ταυτιστεί με την παραγωγή αγαθών που χρησιμεύουν μόνο για κατανάλωση. Ακόμη και η κατασκευή ενός σπιτιού, για την ίδια, αποτελεί στοιχείο δουλειάς (labor) και όχι εργασίας (work). Ως εκ τούτου, το να προσπαθούμε να μπούμε στη λογική του «θα πρέπει να καταστούμε μια χώρα παραγωγική» (επειδή έτσι θέλουν οι τεχνοκράτες και ο απαθής όχλος) είναι μάλλον μια ιδέα καταστροφική. Αν όλες οι χώρες παρήγαγαν και κατανάλωναν όπως η Μ.Βρετανία ή η Γαλλία (για παράδειγμα), ο πλανήτης δεν θα άντεχε για πολλά χρόνια ακόμα…

* Από έρευνα του Μαΐου 2011 προκύπτει ότι ο Έλληνας εργαζόμενος δουλεύει κατά μέσο όρο 2119 ώρες ετησίως, έναντι 1390 ωρών του Γερμανού, 1554 του Γάλλου, 1654 του Ισπανού, 1719 του Πορτογάλου, και 1773 του Ιταλού. Το ίδιο αβάσιμη είναι η αντίληψη ότι οι Έλληνες βγαίνουν νωρίς στη σύνταξη. Μέσος όρος συνταξιοδότησης είναι τα 61,5 έτη, δηλαδή πολύ κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο και πάνω από τα 60 των Γάλλων και Ιταλών.

Συγγραφή: Ian Delta, Julien Febvre, Efor, Άρης Ελευθερούδας


Σύντομο URL: http://wp.me/pyR3u-96R