Όλα είναι τρόμος

sakkas_is_free«Η σημερινή απόφαση του Συμβουλίου Εφετών είναι μια απάντηση σε όσους όλο αυτό το διάστημα υποστήριζαν ότι η Πολιτεία είχε συμφέρον στη συνέχιση της προσωρινής κρατήσεως του κατηγορουμένου κ. Κώστα Σακκά στις φυλακές.[…] Το κράτος Δικαίου αποτελεί τον κεντρικό πυλώνα της Δημοκρατίας και της αρμονικής κοινωνικής συμβίωσης. Αυτό είναι η πυξίδα μας και η αδιαπραγμάτευτη αρχή μας».

Μ’ αυτά τα λόγια του Υπουργού Δικαιοσύνης (και πρώην Προέδρου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων) έκλεισε από πλευράς Κράτους η υπόθεση της απεργίας πείνας του Κώστα Σακκά. Ωραία λόγια και απόλυτα αναμενόμενα, βγαλμένα από κάποιο παλιό δελτίο ειδήσεων μιας εποχής που κοίμιζε τον κόσμο αφήνοντας την εντύπωση ότι «η δημοκρατία μας λειτουργεί». Λόγια απευθυνόμενα σε κουτούς ή σε κανένα, αφού η αλήθεια είναι ότι ακόμα και οι στοιχειωδώς υποψιασμένοι σύμμαχοι της Κυβέρνησης (βλ. σχετικές δηλώσεις ΠΑ.ΣΟ.Κ., ΔΗΜ.ΑΡ., Δράσης κλπ.) γνωρίζουν πολύ καλά ότι οι μέθοδοι και τα μέσα επιβολής με τα οποία οι κυβερνώντες (σαν εκπρόσωποι μιας τάξης και μιας ομάδας συμφερόντων και όχι τόσο σαν μια παρέα πολιτικών που διοικεί την χώρα) κρατιούνται στην εξουσία, γίνονται κάθε μέρα όλο και πιο «πρωτοποριακά»…, σε βαθμό που θα μπορούσε να ειπωθεί ότι εφηύραν ενός νέου τύπου «αντιπροσωπευτική δημοκρατία», η οποία αυτο-αμφισβητείται διαρκώς αλλά μονόπαντα: καταστρατηγώντας ή παραβιάζοντας ευθέως τις ίδιες τις θεμελιώδεις αρχές της, αυτό καθαυτό το νομικό πλέγμα που, ούτως ή άλλως είναι ένα οικοδόμημα προστασίας των εξουσιαζόντων και των κυρίαρχων τάξεων.

Φαίνεται πως η σήψη είναι τόσο βαθιά που όλοι τους τώρα τρέχουν να μαζέψουν τον «πολιτικό και το νομικό πολιτισμό τους» (όπως τόσο πολύ τους αρέσει να λένε για να χαϊδεύουν τα ίδια τους τα’ αυτιά), μετατρέποντάς τον με κάθε ευκαιρία και για κάθε ανάγκη της καθημερινότητας σε έναν «τυπικά νόμιμο τρόμο». Είναι φανερό ότι είναι σε ελεύθερη πτώση και μαζί μ’ αυτούς, σε ελεύθερη πτώση είναι και όλο το φαντεζί αλλά τζούφιο (από άποψη δημοκρατικότητας εκτός εισαγωγικών) σύστημα αξιών τους. Με τα πιο τηλεοπτικά ελληνικά επικοινωνείται εκ μέρους των κυβερνώντων και όσων αυτοί εκπροσωπούν μια διαρκής απειλή: όποιος δεν συμμορφωθεί διατρέχει τον άμεσο κίνδυνο να βρεθεί αντιμέτωπος με ένα λυσσασμένο κράτος που συμπεριφέρεται αμείλικτα και ρεβανσιστικά σε όποιον/-α δεν δέχεται να απεμπολήσει κάθε ψήγμα αξιοπρέπειας.

Όλα λοιπόν είναι τρόμος. Και η υπόθεση Σακκά είναι μια καλή ευκαιρία να εξεταστεί αυτός ο μηχανισμός, αυτή η νέα μεθοδολογία της εξουσίας, σε μερικές διαστάσεις του.

Από πολιτική άποψη

Μετά από ένα καραμπινάτο νομικό σκάνδαλο (απόφαση προφυλάκισης πολίτη για 36 μήνες – στο νομικό κομμάτι της υπόθεσης θα επανέλθουμε παρακάτω), εκδίδεται από το Συμβούλιο Εφετών η απόφαση αποφυλάκισης του αναρχικού απεργού πείνας Κώστα Σακκά, αντικαθιστώντας την προσωρινή κράτηση με τους ακόλουθους περιοριστικούς όρους: απαγόρευση εξόδου από τη χώρα, υποχρεωτική εμφάνισης κάθε Δευτέρα στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής του, υποχρεωτική διαμονή στην οικία που έχει δηλώσει ως κατοικία του, απαγόρευση οποιασδήποτε επαφής και επικοινωνίας με συγκατηγορουμένους του στην υπόθεση της οργάνωσης «Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς», καταβολή χρηματικής εγγύησης 30 χιλιάδων ευρώ και απαγόρευση μετακίνησης εκτός του νομού Αττικής.

Το αίτημα αποφυλάκισης γίνεται δεκτό λόγω της κρίσιμης κατάστασης της υγείας στην οποία περιήλθε ο Σακκάς, αφού πριν από λίγες μέρες είχαν απορριφθεί οι Αντιρρήσεις που προέβαλε κατά της νομιμότητας της διάταξης με την οποία η προσωρινή του κράτηση παρατεινόταν για 6 μήνες ακόμα, φτάνοντας τους 36.

Οι πραγματικές πολιτικές διαστάσεις της απόφασης αποφυλάκισης του συντρόφου μας είναι οι εξής:

α) Εκτελεστική εξουσία (Κυβέρνηση) και Δικαστική εξουσία, φοβήθηκαν το ενδεχόμενο ενός δεύτερου Δεκέμβρη 2008 μέσα στον Ιούλιο. Προσπάθησαν όσο μπορούσαν, να φτάσουν τα πράγματα στα άκρα και να δοκιμάσουν τις αντοχές του α/α χώρου (αλλά και της υπόλοιπης κοινωνίας στον βαθμό που δεν κοιμάται τον ύπνο του Δικαίου…). Όταν πιθανολόγησαν ότι η κατάσταση ενδεχομένως να ξεφύγει από τα χέρια τους αν δολοφονούσαν τον Σακκά, αποφάσισαν (αργά και βασανιστικά, αναβάλλοντας την έκδοση του σχετικού βουλεύματος από μέρα σε μέρα, σα να μην υπήρχε άμεσος κίνδυνος για τη ζωή του Σακκά), να διατυμπανίσουν την ανθρωπιά της Ελληνικής Δικαιοσύνης, αποφυλακίζοντάς τον λόγω προβλημάτων υγείας εξαιτίας της απεργίας πείνας και όχι επειδή είχαν παραβιάσει κατάφορα κάθε σχετική συνταγματική διάταξη αλλά και τις αντίστοιχες του Κώδικα Ποινική Δικονομίας.

β) Εκτελεστική εξουσία (Κυβέρνηση) και Δικαστική εξουσία, φοβήθηκαν το ενδεχόμενο ο τυχόν θάνατος του Σακκά να αποτελέσει ένα ακόμα λόγο ήττας στις εκλογές που φαίνεται ότι προετοιμάζουν για το φθινόπωρο. Η Αριστερά (η οποία αρκέστηκε σε νερόβραστες καθωσπρεπίστικες δηλώσεις, εστιάζοντας στο ανθρωπιστικό ή στο νομικό κομμάτι της υπόθεσης και όχι στο πολιτικό χαρακτήρα της συμπεριφοράς του Κράτους απέναντι στο συγκεκριμένο κατηγορούμενο), θα έσπευδε με ιδιαίτερη χαρά να βρωντοφωνάξει πάνω από το πτώμα του συντρόφου μας ότι «η Μνημονιακή Κυβέρνηση και η Τρόικα δολοφονούν και εμείς σας τα λέγαμε, παραβιάσατε τους νόμους και σκοτώσατε ένα άμυαλο παιδί» κλπ., προκειμένου να μαζέψει απ’ όπου θα μπορούσε μερικές ψήφους παραπάνω (η Αριστερά, η οποία εν προκειμένω, ψέλλισε ένα δυο κονσερβαρισμένα λόγια, καλά θα κάνει να σταματήσει την προσπάθεια να περάσει την αποφυλάκιση Σακκά ως δική της επιτυχία – αποφυλάκιση η οποία οφείλεται μόνο στο θάρρος του ίδιου και την υποστήριξη που είχε από τους αλληλέγγυους συντρόφους του που αντιμετωπίστηκαν ως εγκληματίες επειδή τόλμησαν να του συμπαρασταθούν).

γ) Εκτελεστική εξουσία (Κυβέρνηση) και Δικαστική εξουσία, πίστεψαν ότι θα καθησυχάσουν τόσο την κοινωνία που είχε αρχίσει να υποψιάζεται ότι κάτι βρωμάει στην υπόθεση αυτή, όσο και τον ίδιο τον α/α χώρο σε κάποιο βαθμό. Ταυτόχρονα, γελώντας κάτω από τα μουστάκια τους και με την έπαρση που χαρακτηρίζει τους δικαστές που πάντα νομίζουν ότι είναι πιο έξυπνοι από τον λαουτζίκο, επιβάλλουν τους προαναφερόμενους όρους, επιτυγχάνοντας:

-την αποποίηση της ευθύνης του θανάτου του Σακκά σε περίπτωση που αυτός αρνούνταν να καταβάλει το υπέρογκο ποσό της εγγύησης ή, ακόμα χειρότερα, την μετακύλιση της ευθύνης του θανάτου στους αλληλέγγυους συντρόφους του, στην περίπτωση που αυτός αρνούνταν να διακόψει την απεργία πείνας έως ότου καταβληθεί το ποσό της εγγύησης. Όλα κανονίστηκαν υπέροχα. Οι αλληλέγγυοι σύντροφοι θα μαζέψουν με εράνους και συναυλίες ένα εντελώς παράνομα επιβληθέν υπέρογκο ποσό για το αγαπημένο τους Κράτος, διαφορετικά θα πάρουν αυτοί το κρίμα στο λαιμό τους, είτε για την μη αποφυλάκιση τους συντρόφου τους είτε για το ενδεχόμενο θανάτου του και Κυβέρνηση και Δικαστές θα έβγαιναν λάδι στα μάτια όλων των υπόλοιπων που αρνήθηκαν από αφέλεια ή εσκεμμένα να μιλήσουν για την πολιτική διάσταση της υπόθεσης, εμμένοντας σε ανθρωπιστικά λογίδρια.

-την κατατρομοκράτηση όλης της κοινωνίας και το «σπάσιμο του τσαμπουκά» του α/α χώρου, θυμίζοντας ότι ούτε τους δικούς τους νόμους υπολογίζουν, ότι είναι ικανοί να σκοτώσουν ή να βασανίσουν με παράνομες κρατήσεις, ότι ακόμα και όταν δείχνουν το ανθρωπιστικό τους πρόσωπο, η σε αναμονή της εκδίκασης της υπόθεσης του κάθε απολυμένου που προφυλακίστηκε, ελευθερία, θα θυμίζει με τρόπο εμφατικό την παντοδυναμία του Κράτους πάνω σε σώμα και πνεύμα κάθε υπόδικου. Η απαγόρευση επικοινωνίας με τους συγκατηγορουμένους (όταν αυτή μπορεί να γίνει άνετα στα πλαίσια της δίκης ή δια μέσω των συνηγόρων υπεράσπισης που έχουν τη νομική υποχρέωση να κάνουν το καλύτερο δυνατό για τους εντολείς τους), η απαγόρευση εξόδου από το νομό Αττικής τη στιγμή που υπάρχει και η απαγόρευση εξόδου από τη χώρα και μάλιστα τη στιγμή που κάθε επτά μέρες ο κατηγορούμενος πρέπει να εμφανίζεται στο τμήμα βασανιστηρίων της περιοχής του (λες και θεωρούν την εκτός Αττικής Ελλάδα άλλη χώρα – και μακάρι να ήταν να πηγαίναμε κι εμείς), είναι κινήσεις συμβολικές με σκοπό να τσακίσουν με το γάντι, το αγωνιστικό φρόνημα (υπαρκτό ή εκκολαπτόμενο) κάποιων.

Από νομική άποψη

Ακούστηκαν και γράφτηκαν πολλά για το νομικό κομμάτι της υπόθεσης. Το γεγονός ότι ο α/α χώρος δεν αναγνωρίζει κάποιου είδους ηθική ή κοινωνική «νομιμοποίηση» στο δίκαιο της αστικής «δημοκρατίας», δεν σημαίνει ότι η νομική προσέγγιση της υπόθεσης είναι χωρίς αξία αφού, αφ’ ενός είναι σημαντικό να καταδειχτεί σε όλους εκτός του α/α χώρου ότι η ίδια η αστική «Δικαιοσύνη» κάθε άλλο παρά τυφλή είναι, μην διστάζοντας να αυτοαναιρείται οποτεδήποτε έρχεται αντιμέτωπη με όποιον θεωρεί απειλή για αυτήν (δικαιώνοντας έτσι ακριβώς την αναρχική αντίληψη ότι ο Νόμος είναι ο μηχανισμός συντήρησης της εξουσίας από τις κυρίαρχες τάξεις σε έναν κόσμο κεντρικά/κρατικά οργανωμένης και συστηματοποιημένης εκμετάλλευσης) και, αφ’ ετέρου επειδή μέσα από αυτή την προσέγγιση θα γίνει ακόμα πιο κατανοητό το γεγονός ότι ο αντίπαλος είναι πιο φοβισμένος από ποτέ, ενεργεί σπασμωδικά και ασυντόνιστα, δημιουργώντας ρήγματα ακόμα και μέσα στους κόλπους του. Η αυτοαναίρεση της «νομιμότητας» της εξουσίας, στο βαθμό που παίρνει ακραίες διαστάσεις όπως σήμερα, δεν αποκλείεται να οδηγήσει σε πλήρη συντριβή της με τον ένα ή τον άλλο τρόπο αφού δημιουργεί μια κατάσταση που εκ των πραγμάτων δεν ξέρει να (δια)χειρίζεται, ενώ ταυτόχρονα δυσαρεστεί, στον ένα ή τον άλλο βαθμό και για διαφορετικούς λόγους ίσως, αλλά πάντως δυσαρεστεί, πρώην συμμάχους της (όπως κομμάτια της μεσαίας τάξης, φιλελεύθερους ή και ακόμα και διαπλεκόμενους που αισθάνονται ανασφάλεια μπροστά στη νέα, εντελώς απρόβλεπτη και έκρυθμη κατάσταση).

Σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ.4 του ισχύοντος Συντάγματος: «Νόμος ορίζει το ανώτατο όριο διάρκειας της προφυλάκισης, που δεν μπορεί να υπερβεί το ένα έτος στα κακουργήματα και τους έξι μήνες στα πλημμελήματα. Σε εντελώς εξαιρετικές περιπτώσεις τα ανώτατα αυτά όρια μπορούν να παραταθούν για έξι και τρεις μήνες, αντίστοιχα, με απόφαση του αρμόδιου δικαστικού συμβουλίου. Απαγορεύεται η υπέρβαση των ανώτατων ορίων της προφυλάκισης με τη διαδοχική επιβολή του μέτρου αυτού για επί μέρους πράξεις της ίδιας υπόθεσης.».

Επίσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 288 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας: «1. Όταν το έγκλημα για το οποίο διατάχθηκε η προσωρινή κράτηση συρρέει κατ’ ιδέαν με άλλο έγκλημα ή αν το έγκλημα τελέστηκε κατ’ εξακολούθηση, η προθεσμία που αναφέρεται στο άρθρο 287 υπολογίζεται από τότε που για πρώτη φορά κρατήθηκε ο κατηγορούμενος είτε για ένα από τα εγκλήματα που συρρέουν κατ’ ιδέαν είτε για μία από τις μερικότερες πράξεις που απαρτίζουν το κατ’ εξακολούθηση έγκλημα. 2. Από την επιβολή της προσωρινής κράτησης έως την έκδοση οριστικής απόφασης δεν μπορεί να διαταχθεί νέα προσωρινή κράτηση του ίδιου κατηγορουμένου για άλλη πράξη για την οποία, με βάση τα στοιχεία της δικογραφίας, ήταν δυνατό να ασκηθεί ποινική δίωξη ή να απαγγελθεί κατηγορία, ταυτόχρονα με την ποινική δίωξη συνεπεία της οποίας επιβλήθηκε η προηγούμενη προσωρινή κράτηση ή μέσα σε εύλογο διάστημα από αυτήν. Κατ’ εξαίρεση μπορεί να διαταχθεί νέα προσωρινή κράτηση για άλλη πράξη, αν η ποινική δίωξη γι’ αυτήν δεν μπορούσε να ασκηθεί παρά μόνο στους τρεις τελευταίους μήνες πριν από την πάροδο του χρονικού ορίου της διάρκειας της προηγούμενης προσωρινής κράτησης ή την τυχόν απόλυση του κρατουμένου. Στην περίπτωση αυτή η νέα προσωρινή κράτηση δεν μπορεί να διαρκέσει περισσότερο από ένα έτος και δεν παρατείνεται.».

Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι απαγορεύεται η υπέρβαση των ανώτατων ορίων της προσωρινής κράτησης με τη διαδοχική επιβολή του μέτρου αυτού για επιμέρους πράξεις της ίδιας υπόθεσης, οπότε η δεύτερη προσωρινή κράτηση συνιστά παραβίαση θεμελιωδών ποινικών και δικονομικών διατάξεων, καθώς μεγεθύνει το μέγιστο επιτρεπόμενο του ανώτατου χρόνου προσωρινής κράτησης – δικαστική πρακτική που συνιστά ευθεία παραβίαση της θεμελιώδους αρχής του τεκμηρίου αθωότητας, αφού η προσωρινή κράτηση αποτελεί έσχατο δικονομικό μέτρο με σκοπό την εξασφάλιση της εμφάνισης του κατηγορουμένου ενώπιον των δικαστικών αρχών και δεν πρέπει να θίγει την προσωπικότητα του κατηγορούμενου.

Είναι δηλαδή προφανές ότι η προσωρινή κράτηση δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να διαρκέσει πάνω από 18 μήνες. Ακόμα όμως και με την αμφίβολης συνταγματικότητας διάταξη του άρθρου 288ΚΠΔ, παρ. 2 εδ. β΄και γ΄ (η οποία τέθηκε στο άρθρο το 1996), ισχύουν τα εξής:

Σε περίπτωση συρροής περισσότερων εγκλημάτων (καλύτερα: κατηγοριών για τέλεση διαφορετικών αξιόποινων πράξεων), αν το έγκλημα για το οποίο επιβλήθηκε η προσωρινή κράτηση τελέστηκε κατ’ εξακολούθηση ή αν συρρέει κατ’ ιδέαν [1] με άλλο έγκλημα, η διάρκεια της προσωρινής κράτησης υπολογίζεται από τότε που για πρώτη φορά κρατήθηκε ο κατηγορούμενος (είτε για μια από τις μερικότερες πράξεις που στοιχειοθετούν το «κατ’ εξακολούθηση έγκλημα» είτε για μία από τις πράξεις που συρρέουν κατ’ ιδέαν). Άρα για αυτές τις δύο περιπτώσεις, αναγνωρίζεται η συνέκτιση της προσωρινής κράτησης που επιβλήθηκε με περισσότερα εντάλματα.

Σε περίπτωση αληθούς πραγματικής συρροής εγκλημάτων, δεν μπορεί να διαταχθεί νέα προσωρινή κράτηση για άλλη πράξη εκτός εάν η ποινική δίωξη για αυτήν την άλλη πράξη δεν μπορούσε ν’ ασκηθεί παρά μόνο εντός των τελευταίων τριών μηνών πριν την πάροδο του χρόνου διάρκειας της προηγούμενης προσωρινής κράτησης.

Συμπερασματικά προκύπτει ότι: Αν οι επιμέρους πράξεις για τις οποίες κατηγορείται κάποιος, εντάσσονται στην ίδια [2] υπόθεση, ανεξάρτητα από τη συρροή που τις συνδέει, το ανώτατο όριο της προσωρινής κράτησης που μπορεί να επιβληθεί για τις πράξεις αυτές συνολικά, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τους 18 μήνες.

Αν οι επιμέρους πράξεις δεν εμπίπτουν στην έννοια της «ίδιας υπόθεσης» αλλά πρόκειται για κατ’ ιδέαν συρροή εγκλημάτων  ή για κατά εξακολούθηση εγκλήματα και πάλι το ανώτατο όριο της προσωρινής κράτησης που μπορεί να επιβληθεί δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τους 18 μήνες.

Άρα, ακόμα και με το πιο συντηρητικό νομικό σκεπτικό και εξαιρετικά αμφίβολης συνταγματικότητας, δυνατότητα για υπέρβαση του 18μήνου υπάρχει μόνο εάν οι επί μέρους πράξεις βρίσκονται σε σχέση αληθινής πραγματικής συρροής. Αλλά και πάλι, αυτή η νέα προσωρινή κράτηση σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να διαρκέσει περισσότερο από ένα έτος και δεν παρατείνεται. Δηλαδή, ακόμα και με αυτό το σκεπτικό, αν το δεχτούμε ως ορθό και συνταγματικό και εφ’ όσον πράγματι συντρέχουν οι προϋποθέσεις (αληθινή πραγματική συρροή), η συνολική διάρκεια της προφυλάκισης δεν μπορεί να ξεπεράσει τους 30 μήνες.

Ο Σακκάς, ο οποίος προφυλακίστηκε την 4.12.2010, άρχισε απεργία πείνας την 4.6.2013, δηλαδή ακριβώς την πρώτη μέρα του 31ου μήνα της προσωρινής του κράτησης (προφανώς όχι αποδεχόμενος την συνδρομή των νομικών προϋποθέσεων, αλλά αποδεχόμενος την αναμενόμενη από κάθε αναρχικό δυσμενέστερη δυνατή αντιμετώπισή του από το κράτος). Από εκεί και πέρα, ο πολιτικός αγώνας του πήρε άλλο νόημα: να ξεμπροστιάσει ακριβώς την ασυνέπεια της αστικής «δικαιοσύνης» που ξεπέρασε σε φαντασία (και σε παρανομία) ακόμα και τον ίδιο της τον εαυτό , ακόμα και την πιο ακραία, αυστηρή και κατά την άποψή μας, αντισυνταγματική, νομική άποψη.

Είναι λοιπόν φανερό ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση έγιναν απίστευτα νομικά όργια εναντίον του Κώστα Σακκά, όποιο σκεπτικό κι αν θελήσει να υιοθετήσει κανείς. Μάλιστα, ακούστηκαν και απόψεις που λίγο πολύ οδηγούσαν στο νομικό συμπέρασμα πως αν ένας κατηγορούμενος καθυστερήσει τη δίκη κάνοντας χρήση δικονομικών δικαιωμάτων του (π.χ. αίτηση εξαίρεσης δικαστών, μαρτύρων κλπ.), το Δικαστήριο δικαιούται να τον «τιμωρήσει» παραβιάζοντας τις αυξημένης τυπικής ισχύος δικονομικές διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 4 του ΣΥντάγματος. Αλλά έχουμε ανοσία πια. Και στην κακεντρέχεια και στην ηλιθιότητα.

Κάποιες τελευταίες, μη τρομαγμένες σκέψεις

Δεν μας εκπλήσσουν όλα αυτά. Εμείς ποτέ δεν περιμέναμε καμία «δίκαιη αντιμετώπιση» από ένα νομικό σύστημα που είναι φτιαγμένο για να εξυπηρετεί με νύχια και με δόντια τα κυρίαρχα στρώματα, τους εκμεταλλευτές, το πολιτικό τους προσωπικό και τα μαντρόσκυλά τους. Ειδικά σε περίοδο βαθιάς κρίσης του (ελληνικού) καπιταλισμού, όταν από την άλλη πλευρά χάνεται κάθε πρόσχημα, όταν κάποιοι πραγματικά καλοπροαίρετοι μένουν άναυδοι και αναρωτιούνται «μα πώς είναι δυνατόν να είναι κάποιος μέσα 31 μήνες και βάλε χωρίς να δικαστεί,  δεν υπάρχει δικαιοσύνη;» κλπ., μάλλον πολιτικά δικαιωμένοι αισθανόμαστε.

Δεν θεωρούμε ούτε ήττα ούτε νίκη την αποφυλάκιση του Κώστα Σακκά. Ό,τι κατάφερε το κατάφερε με την απίστευτη θέλησή του και με την ηθική βοήθεια τω αλληλέγγυων συντρόφων του. Μας αρκεί που θα είναι σύντομα καλά, έτοιμος να αγωνιστεί και πάλι για τις ιδέες του.

Το ποσό της εγγύησης των 30.000 ευρώ, που θα καταβληθεί με πραγματική αγάπη από τους αλληλέγγυους, δεν παύουμε να το θεωρούμε μία ακόμα ληστεία του λαϊκού εισοδήματος (όπως τόσες άλλες που πραγματοποιούνται μέσω των μέτρων λιτότητας) και, κυρίως, μια κίνηση ρεβανσισμού ενάντια στον α/α χώρο.

Αλλά καλό είναι να καταλάβουν όλοι, τόσο οι κυβερνώντες και οι φορείς κάθε θεσμισμένης (και μη…) εξουσίας όσο και όσοι στηρίζουν άλλους πολιτικούς χώρους, ότι δεν είμαστε ούτε ανόητοι, ούτε αμόρφωτοι, ούτε ανυποψίαστοι.

Η αλληλεγγύη θα συνεχίζει να είναι το όπλο του α/α χώρου, όσο κι αν προσπαθούν να τον χτυπήσουν ακριβώς μέσω αυτού του πολιτικού χαρακτηριστικού του. Και μέσω αυτής της αλληλεγγύης ο χώρος αυτός διογκώνεται καθημερινά, συγκινώντας όχι μόνο με τον συναισθηματικό, αλλά και με τον πολιτικό του λόγο, όλο και περισσότερους.

Σημείωση: Από εχθές 11/7, υπάρχει στο Κατειλημμένο Κοινωνικό Κέντρο Κ*ΒΟΞ κουτί οικονομικής ενίσχυσης, για την κάλυψη της εγγύησης αποφυλάκισης του συντρόφου Κ.Σακκά (υπενθυμίζεται ότι ο ίδιος αρνήθηκε την συγκέντρωση των χρημάτων μέσω τραπεζών) ενώ ήδη διοργανώνονται συλλογικές κουζίνες για την συγκέντρωση του ποσού της εγγύησης.

Παραπομπές στο κείμενο

1. Συρροή εγκλημάτων έχουμε όταν ο δράστης με μία ή περισσότερες πράξεις (ή παραλείψεις) τελεί περισσότερα από ένα εγκλήματα.  Η συρροή διακρίνεται σε αληθινή και σε κατ’ ιδέαν. Στην πρώτη περίπτωση έχουμε όντως περισσότερα τους ενός αδικήματα, ενώ στη δεύτερη μόνο φαινομενικά υπάρχουν περισσότερα, αλλά τελικά ο δράστης θα τιμωρηθεί μόνο για ένα.

2. Για «ίδια» υπόθεση μιλάμε όταν η συμπεριφορά του δράστη για την οποία κατηγορείται εμφανίζει μια φυσική ενότητα που εντάσσεται σε ένα χωροχρονικά «εγκληματικό» σχέδιο.

 

Λίγο ακόμα για τη Συνωμοσιολογία

Δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο να κατανοήσει κανείς τους λόγους που οι διαφόρων ειδών θεωρίες συνωμοσίας κατακλύζουν τα Μέσα Ενημέρωσης και το διαδίκτυο. Στην εποχή του ποβερισμού, της ασημαντότητας, της απουσίας πολιτικού στοχασμού και έλλειψης νοήματος, το φαινόμενο εξελίσσεται σε μάστιγα. Όλο και περισσότεροι δημαγωγοί εμφανίζονται μέρα με τη μέρα, κάνοντας λόγο για κάποια «Νέα Τάξη Πραγμάτων» (ΝΤΠ), για τους Ιλλουμινάτι, ή υποστηρίζουν ότι η τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου ήταν εσωτερική δουλειά κάποιων συνωμοτών (κυρίως Εβραίων). Ζώντας στην εποχή της μαζικής απάθειας και απο-πολιτικοποίησης, δεν μας εκπλήσσει καθόλου που η εν γένει πραγματικότητα επιχειρείται να προσεγγιστεί μέσω αβάσιμων σεναρίων επιστημονικής φαντασίας. Η έλλειψη πολιτικών προταγμάτων και κινήτρων είναι μάλλον αυτό που ως επί τω πλείστων χαρακτηρίζει τις σύγχρονες Δυτικές κοινωνίες, οι οποίες έχοντας πέσει σε βαθύ λήθαργο για πάνω από δύο δεκαετές (όπου η πλασματική οικονομία ευημερούσε, η εξασφάλιση της επιβίωσης μέσω του βολέματος και της θεσούλας θεωρούνταν δεδομένη για μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού), ξαφνικά συνειδητοποιούν ότι αυτό το απατηλό καταναλωτικό όνειρο κρέμεται από μια κλωστή. Βλέπουν τον εαυτό τους ένα βήμα πριν την πτώση στο βάραθρο που οι ίδιες έσκαψαν εδώ και τόσα χρόνια. Το μέλλον τους φαντάζει ζοφερό. Η αυτο-κριτική τις τρομάζει. Έτσι, επιλέγουν να κλείσουν τα μάτια τους και να εφεύρουν ένα ψέμα, να κατασκευάσουν μια εικονική πραγματικότητα που θα δικαιολογεί κάθε τους σφάλμα, νομίζοντας πως έτσι θα καταφέρουν να δραπετεύσουν από τον εφιάλτη που τις κυνηγά, από την Λερναία Ύδρα που ανέστησαν προκειμένου να ικανοποιήσουν την ψευδαίσθηση ότι όλα είναι εφικτά στο καταναλωτικό Κυνήγι της Ευτυχίας. Εδώ γεννιέται ο νέος Leviathan της εποχής μας, η ανευθυνότητα, η ευκολία, η αδράνεια και η αποκτήνωση, η μονομέρεια, ο homo economicus ανίκανος να μεταστραφεί σε homo politicus εθισμένος στην ευκολία και ακρισία καταντά ένας θλιβερός και ασήμαντος ανθρωπάκος.

Από τον Μπρέιβικ, τους ναζιστές, τη Χρυσή Αυγή και τους ακροδεξιούς που κάνουν λόγο για πολιτισμικό εξισλαμισμό καθοδηγούμενο από ισχυρά κέντρα εξουσίας, μέχρι τους αριστερούς εθνικιστές, όλοι πλέον οι πολιτικοί χώροι εντός των οποίων η συνωμοσιολογία ευδοκιμεί, κάνουν λόγο για μια κρυφή συνωμοσία πανίσχυρων ανθρώπων, που στόχο έχουν να υποδουλώσουν την ανθρωπότητα για δικό τους συμφέρον. Όλοι, σχεδόν μιλούν για μια «Παγκόσμια Κυβέρνηση», για «αεροψεκασμούς», ή στην πιο ακραία τους εκδοχή, για UFO και μυστικά ταξίδια στο διάστημα. Μάλιστα, όπως άλλωστε λέει και ο Josh Lucker, σε άρθρο του στο Marxist.com (2012), η συνωμοσιολογία είναι εξαιρετικά δημοφιλής στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σύμφωνα με δημοσκοπήσεις, το 80% των Αμερικανών πιστεύουν ότι η κυβέρνηση κρύβει πληροφορίες σχετικά με τα UFO, ενώ ένα ποσοστό της τάξης του 15% απορρίπτει ότι η Αλ-Κάιντα ήταν υπεύθυνη για τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου. Μεγάλο ποσοστό, επίσης, χρηστών του διαδικτύου σερφάρει σε ιστοσελίδες που «αποκαλύπτουν» ποιες διασημότητες είναι μέλη των «Illuminati» ή ελευθεροτέκτονες, ενώ, όπως αναφέρει η Guardian (2012, μέσω tvxs) κατά 250% έχουν αυξηθεί στις Η.Π.Α οι ρατσιστικές και ακροδεξιές ομάδες, που βασίζουν την ιδεολογία τους σε συνωμοσιολογικά σενάρια. Ποιός, άραγε, δεν έχει υπ’ όψιν του τις περίφημες δοξασίες περί «κλωνοποιημένου Hitler», αποικιών στη Σελήνη, ή τις διάφορες «αποκαλύψεις» του Νοστράδαμου, του Παίσιου και άλλων «προφητών» που αναπαράγονται συνεχώς από τα διάφορα κιτς ιστολόγια; Πόσες φορές δεν έχουμε έρθει σε επαφή με ανθρώπους που κάνουν λόγο για «Σιωνιστικές κρυφές ατζέντες που έχουν βαλθεί να αλλοιώσουν τις παραδόσεις μας μέσω της μαζικής μετανάστευσης» ή για την περιβόητη επιστολή φάντασμα του Κίσσιγκερ, για τα σχέδια εξισλαμισμού της Ελλάδας από τους Τούρκους, για «προδότες» και «ανθέλληνες»…;

Τί πραγματικά, όμως, θα μπορούσε να θεωρηθεί ως «θεωρία συνωμοσίας»; Ονομάζουμε, λοιπόν, συνωμοσιολογικό κάθε επιχείρημα σύμφωνα με το οποίο, ένα γεγονός ή μια σειρά από γεγονότα ερμηνεύονται αποκλειστικά και μόνο ως αποτέλεσμα συνωμοτικής, μυστικής, οργανωμένης και υπόγειας δράσης ατόμου ή ομάδας ανθρώπων (π.χ. κυβερνήσεων ή αδελφάτων). Στην ευρύτερη πολιτική γλώσσα, αποκαλούμε «θεωρία συνωμοσίας» οποιοδήποτε (αυθαίρετο) συμπέρασμα προκύπτει μέσω μη διασταυρωμένων πληροφοριών, δίχως να υπάρχουν αποδείξεις και τεκμήρια ή, έστω, λογική ερμηνεία των καταστάσεων και των γεγονότων βάσει μιας σαφούς μεθοδολογίας. Πρόκειται για παραληρητικές και, εν μέρη, κατασκευασμένες ιστορίες που περισσότερο μοιάζουν με σενάριο ταινίας του Hollywood, αλλά πλασάρονται ως «αληθινές» ή «πιθανές» εξαιτίας μιας αληθοφάνειας που τους προσδίδεται. Με άλλα λόγια, οι θεωρίες συνωμοσίας αναφέρονται συχνά σε κάτι που θα μπορούσε να είναι αληθινό ή πιθανό εξαιτίας της αληθοφάνειάς του. Όπως κάθε προπαγανδιστικός λόγος έτσι και ο συνωμοσιολογικός, θα πρέπει πάντοτε να χρησιμοποιεί ένα προσωπείο μιας δήθεν αντικειμενικότητας, να είναι απλός (ή απλουστευτικός), ώστε να υιοθετείται εύκολα από τις απο-πολιτικοποιημένες μάζες. Θα πρέπει να απευθύνεται στη βούληση του γενικού συνόλου (όπως θα έλεγε και ο Jacques Ellul) παρά στο άτομο ως ξεχωριστή και αυτόνομη οντότητα. Έτσι κάθε συνωμοσιολογική θεώρηση κατασκευάζει έναν δικό της μύθο[1] εντός του οποίου εντάσσεται κάθε προσπάθεια προσέγγισης της παγκόσμιας πολιτικής σκηνής. Τα (συχνά ιδεολογικά χρωματισμένα) σενάρια αυτά λειτουργούν ως αφετηρία σε κάθε προσπάθεια προσέγγισης του «πολιτικού» πράττειν, των δηλώσεων και των πράξεων διαφόρων ηγετών ή πολιτικών προσώπων. Κοντολογίς, κάθε πολιτική κίνηση μπαίνει στο ιδεολογικό κρεβάτι του Προκρούστη και ερμηνεύεται με βάση ένα ήδη έτοιμο δοσμένο συμπέρασμα-απάντηση συνοδευόμενα από έναν δήθεν επιστημονικό βερμπαλισμό – πως για παράδειγμα, οι αποφάσεις κάποιων ηγετών αναγκαστικά εξυπηρετούν ή αντιτάσσονται στα σχέδια της ΝΤΠ – αντί να προσπαθεί κανείς να αναζητήσει απαντήσεις αναφορικά με τους λόγους και τις αιτίες που λαμβάνονται οι εκάστοτε αποφάσεις, έπειτα από στοχασμό και διαύγαση του κεντρικού πυρήνα των αξιών που διέπουν το κοινωνικό υποκείμενο.

Φυσικά, σε μια περίοδο που ο παγκόσμιος καπιταλισμός ταλανίζεται από τις εγγενείς αδυναμίες του, δεν φαίνεται καθόλου παράξενο το γεγονός ότι αντιδραστικές ιδεολογίες (οι οποίες αποτελούν πεμπτουσία της συνωμοσιολογίας) κερδίζουν έδαφος. Μια από τις βασικότερες επιδιώξεις των συνωμοσιολόγων είναι να τονίζουν πως τα τεράστια προβλήματα που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε σήμερα δεν αποτελούν παράγωγα της φύσης του καπιταλιστικού συστήματος (δηλαδή του ασύστολου κέρδους, της αέναης εξάπλωσης των παραγωγικών δυνατοτήτων και της αλόγιστης κυριαρχίας του ανθρώπου πάνω στη φύση) αλλά αποτελέσματα της πολιτικής διαφθοράς, δηλαδή «των συνωμοσιών που σκαρφίζονται οι πολιτικοί ηγέτες μεταξύ τους και σε συνεργασία μ’ αυτούς που ελέγχουν τις πολυεθνικές – για δικό τους φυσικά όφελος». Ποιές είναι, όμως, οι πιο διαδεδομένες θεωρίες συνωμοσίας; Ας τις πάρουμε μία μία!

Εβραϊκές συνωμοσίες

Σχεδόν οι περισσότεροι συνωμοσιολόγοι θεωρούν τους Εβραίους υπαίτιους για όλα τα δεινά της ανθρωπότητας με αποκορύφωμα το υπερβολικά διαδεδομένο επιχείρημα ότι «οι Εβραίοι υπάλληλοι στους Δίδυμους Πύργους γνώριζαν για την επίθεση και απουσίαζαν από τα γραφεία τους εκείνη τη μέρα, και για τον λόγο αυτόν κανένας Εβραίος δεν υπήρξε θύμα την ημέρα της επίθεσης». Ακόμα, όμως, και αν, στη χειρότερη των υποθέσεων, όπου, εξαντλώντας κάθε αίσθημα ανθρωπιάς, υιοθετήσουμε το παραπάνω επιχείρημα (που μόνο ορθό δεν είναι, δεδομένου ότι τουλάχιστον 270-400 άτομα Εβραϊκής καταγωγής βρήκαν τραγικό θάνατο μέσα στο World Trade Center, εκ των οποίων οι πέντε ήταν Ισραηλινοί πολίτες) οι απαντήσεις που θα λάβουμε όχι μόνο μισανθρωπικές θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν, αλλά, ταυτόχρονα, και πέρα για πέρα μυωπικές [2].

Μια από τις ευρύτερα διαδεδομένες αντι-σημιτικές θεωρίες συνωμοσίας είναι Τα πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών, (βιβλίο που σήμερα προωθείται συστηματικά από τα αυταρχικά καθεστώτα της Μέσης Ανατολής). Στην πραγματικότητα, τα ΠΣΦ δεν είναι τίποτα περισσότερο παρά μια πλαστογραφία ίσως ενός ενός αναρχικού μανιφέστο του 1900 που αναφέρονταν στις κινήσεις των πολιτικών αρχηγών και στους τρόπους με τους οποίους οι ίδιοι επιβάλλονται στις μάζες, κείμενο που παραποιήθηκε από την Τσαρική αντί-σημιτική Ρωσική αστυνομία (ή στην πιο απλή εκδοχή του, ένα απλό κατασκεύασμα της Οχράνα με στόχο να δικαιολογηθούν οι αντι-Εβραϊκές Τσαρικές πολιτικές και τα αντί-σημιτικά πογκρόμ στη Ρωσία). Μόλις, δηλαδή, το ανέκδοτο μανιφέστο διέρρευσε και έπεσε στα χέρια του Τσαρικού μηχανισμού προκειμένου να στοχοποιηθεί το εγχώριο εβραϊκό στοιχείο αντικατέστησε τη λέξη εξουσία με τη λέξη Σιωνιστές, ώστε να φαίνεται ότι πίσω από την μελλοντική πολιτική πορεία κρύβεται κάποιος Σιωνιστικός κίνδυνος. Εξέδωσε, στη συνέχεια, το βιβλίο αυτό σε χιλιάδες αντίτυπα, από τα οποία αργότερα όταν κυκλοφόρησαν στην Ευρώπη έγιναν διάσημα με το όνομα Τα πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών.

Όπως αναφέρουν οι Back και Solomos (2000), όλα ξεκίνησαν στην Γαλλία, κάπου μεταξύ 1894 και 1899 διαρκούσης της υπόθεσης Dreyfus. Η Γαλλική δεξιά και ο όχλος κατηγορούσαν τον Dreyfus πως υποκινούσε μυστική συνωμοσία με σκοπό την υποδούλωση της ανθρωπότητας από την φυλή των Εβραίων – κατηγορία που υποστήριξε επίσης και η Ρώσικη αστυνομία. Κατά την διάρκεια της εποχής εκείνης, γράφει η Hannah Arendt (1996)[3], ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένη η άποψη ότι οι Εβραίοι μαζί με ελευθεροτέκτονες προετοιμάζονταν για τη δημιουργία ενός δικού τους «υπερ-κράτους». Έτσι, τα ΠΣΦ, ήρθαν ακριβώς στην κατάλληλη στιγμή, προσφέροντας αυτό που πραγματικά ο Γαλλικός όχλος επιθυμούσε: ένα ψέμα για να επιβεβαιώσει τη μανία, την αγανάκτηση και την οργή του. Ως αποτέλεσμα όλης αυτής της μαζικής υστερίας μίσους, οι αντί-σημιτικές θεωρίες συνωμοσίας από τα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα πυροδοτούν αντί-εβραϊκές ταραχές καί στη Γαλλία (καθώς και σε διάφορα άλλα μέρη της Ευρώπης) που τροφοδοτούσαν η αντιδραστική αριστοκρατία και η καθολική εκκλησία και στην συνέχεια, αποτέλεσαν αναπόσπαστο κομμάτι της προπαγάνδας των φασιστικών καθεστώτων που οδήγησαν στο Ολοκαύτωμα, ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας όπου περισσότεροι από 6.000.000 Εβραίοι θανατώθηκαν (επιπλέον, πάνω από 1.500.000 τσιγγάνοι εξοντώθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης ή εκτελέστηκαν επί τόπου από τα αποσπάσματα των Ναζί και ντόπιων συνεργατών τους σε ολόκληρη την ήπειρο, καθώς και εκατοντάδες άλλοι, άτομα μειονοτικών πληθυσμών ακολούθησαν τον ίδιο δρόμο). Αυτός είναι λοιπόν ο απολογισμός της πιο θλιβερής συκοφάντησης και στοχοποίησης μιας ομάδας ανθρώπων εναντίον της οποίας για αιώνες οι ευρωπαϊκοί πληθυσμοί αντιμετώπιζαν με τόση καχυποψία και δυσπιστία (φαινόμενο που εξακολουθεί να υφίσταται μέσα στους χώρους της αριστεράς και της ακροδεξιάς όπου η βρίθει η συνωμοσιολογία).

Περί Νέας Τάξης Πραγμάτων

Ολόκληρη η μπλογκόσφαιρα διαρκώς κάνει λόγο για την εφαρμογή ενός κρυφού σχεδίου που ακούει στο όνομα Νέα Παγκόσμια Τάξη Πραγμάτων. Ο όρος αυτός, στην Ελληνική πολιτική, φυσικά, όταν αναπαράγεται συνεχώς από τους διάφορους δημαγωγούς, συγγραφείς και «ερευνητές» της συμφοράς, πανούργους εμπόρων βιβλίων, εκφωνητές ραδιοφωνικών εκπομπών ή παρουσιαστές τηλεοπτικών παραγωγών, συχνά συνδέεται με τις αντι-εβραϊκές συνωμοσίες (ότι πίσω από όλα κρύβεται μια πανίσχυρη ομάδα Σιωνιστών οι οποίοι ελέγχουν τον παγκόσμιο πλούτο και επιδιώκουν να επιβάλουν μια αυστηρά συγκεντρωτική πολιτική με στόχο να κυριαρχήσουν ολοκληρωτικά σε κάθε γωνιά του πλανήτη). Όλοι τους πάνω απ’ όλα, έμποροι, τις περισσότερες φορές με έντονο εθνικιστικό χαρακτήρα και άλλοτε με μια πιο ελευθεριακή επίφαση, λειτουργούν ως «διαμορφωτές συνειδήσεων», προσπαθώντας ν’ αποκοιμίσουν το κοινό με τον αόριστο, τρομολαγνικό και διφορούμενο λόγο τους, εκστομίζοντας ατεκμηρίωτες ασυναρτησίες, με στόχο να εκμεταλλευτούν τον φόβο που αισθάνεται ο σύγχρονος άνθρωπος μπροστά στο άγνωστο μέλλον.

Βέβαια, η ΝΤΠ λοιπόν χρησιμοποιήθηκε αρχικά από διάφορους νεοσυντηρητικούς θεωρητικούς, όπως ο Πολωνός αντι-κομμουνιστής Zbigniew Brzezinski και ο Αμερικανός Samuel Huntington, ενώ στη συνέχεια υιοθετήθηκε και από διάφορους ακαδημαϊκούς, όπως ο Noamh Chomsky. Για τί πράγμα μιλούν όμως οι αναφορές στα περί νέας τάξης πραγμάτων (και όχι Νέα Τάξη Πραγμάτων) που κάνουν οι παραπάνω σε σύγκριση με αυτά που αναπαράγει η μισή μπλογκόσφαιρα;

  1. Η ΝΤΠ, ως Νεοφιλελεύθερη ιδεολογία υιοθετήθηκε από μια περιθωριακή φράξια κατά το τέλος της δεκαετίας του 90. Πρόκειται για κάποιον ασαφή Μακιαβελικό «οδηγό» άσκησης (οικονομικής κυρίως) πολιτικής – πάντα με βάση τον πιο ακραίο και αγοραίο φιλελευθερισμό – και όχι μια αυστηρά συγκεκριμενοποιημένη στρατηγική επιβολής και κυριαρχίας.
  2. Ο George Herbet Walker Bush κατά τη διάρκεια του συνεδρίου της 11 Σεπτέμβρη του 1990, δήλωσε τα εξής:

    Μια νέα συνεργασία εθνών ξεκινάει, και σήμερα βρισκόμαστε σε μια μοναδική και εξαιρετική στιγμή. Η κρίση στον Περσικό Κόλπο, παρότι πολύ σοβαρή, μας προσφέρει και μια σπάνια ευκαιρία να προχωρήσουμε προς μια ιστορική περίοδο συνεργασίας. Από αυτή την ταραγμένη εποχή μπορεί να γεννηθεί μια νέα τάξη πραγμάτων: Μια νέα εποχή, πιο ελεύθερη από τον φόβο της τρομοκρατίας, πιο ισχυρή στην επιδίωξη του δικαίου και πιο ασφαλής στην αναζήτηση της ειρήνης. Μια εποχή στην οποία όλα τα έθνη του κόσμου, σε ανατολή και δύση, βορρά και νότο, μπορούν να ευημερούν και να ζουν σε αρμονία». ημέρες ήταν (υποτίθεται) και πάνω από μια νέα παγκόσμια τάξη αναδύθηκε, όπου η ανθρωπότητα θα είναι «απαλλαγμένη από την απειλή της τρομοκρατίας, ισχυρότερη στην επιδίωξη της δικαιοσύνης , και πιο ασφαλείς στην επιδίωξη της ειρήνης. Μια εποχή στην οποία τα έθνη του κόσμου, Ανατολής και Δύσης, Βορρά και Νότου, θα μπορούν να ευημερούν και να ζουν σε αρμονία.

    Εδώ ο όρος ΝΤΠ χρησιμοποιείται με σκοπό κατανοηθούν κάποιες αλλαγές που λαμβάνουν χώρα στο παγκόσμιο (γεω)πολιτικό τοπίο μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, του διπολισμού ΕΣΣΔ έναντι ΗΠΑ και τον τερματισμό των εχθροπραξιών στον Περσικό Κόλπο. Αν και τα γεγονότα αυτά αναμφίβολα υποδηλώνουν το τέλος μιας περιόδου και το ξεκίνημα μιας άλλης (γι’ αυτό άλλωστε και γίνεται λόγος και για νέα παγκόσμια τάξη, εφόσον η παλιά έχει ριζικά τελειώσει), ωστόσο η ερμηνεία που αποδίδεται εδώ όχι μόνο δεν αφορά μυστικές αδελφότητες Σιωνιστών που συνεδριάζουν σε μυστικά υπόγεια αρχηγεία, αλλά, απεναντίας, βλέπουμε ότι σχεδόν όλες οι ίντριγκες γίνονται στα φανερά παρά εντός σκοτεινών δωματίων. Άλλωστε, στον αιώνα της τεχνολογίας, τα καταπιεστικά καθεστώτα δεν χρειάζονται υπόγειες συναθροίσεις για να επιβληθούν, καθώς και αυτά καταφέρνουν να πετύχουν τους σκοπούς τους καθώς – αν κρίνουμε από το αποτέλεσμα των Ελληνικών εκλογών του 2012 – πολύ εύκολα καταφέρνουν να κατευνάσουν τις αντιδράσεις και την αγανάκτηση των μαζών.

  3. Σε αντίθεση, λοιπόν, με τα παραπάνω, οι διάφοροι ακροδεξιοί και απανταχού εθνικιστές προσδίδουν μια μεταφυσική χροιά και ένα είδος αρνητικής προφητείας, θα λέγαμε, στην έννοια της ΝΤΠ. Εν κατακλείδι, τους χωρίζει μια άβυσσος από τους πολιτικούς, θεωρητικούς, ακαδημαϊκούς ή οικονομολόγους οι οποίοι δεν αναφέρονται στην ΝΤΠ σαν να πρόκειται για έναν αυστηρά ιδεολογικοποιημένο όρο, αλλά σαν μια απλή έκφραση που περιγράφει συγκεκριμένες στιγμιαίες καταστάσεις, οι οποίες δεν είναι απαραίτητα προϊόν κάποιας κρυφο-σχεδιασμένης ατζέντας.

Η Παγκόσμια Διακυβέρνηση

Συχνά συγχέεται με την ΝΤΠ. Πολλοί εσφαλμένα την κατανοούν ως παγκόσμια κυβέρνηση. Ιδιαίτερα μετά τις δηλώσεις του Γ.Α.Παπανδρέου, «We need global governance» (και όχι global government), εκατοντάδες αναρτήσεις πλημμύρισαν το διαδίκτυο, για το πώς ο Γ.Α.Π είναι πράκτορας των Σιωνιστών, πώς εξυπηρετεί σκοτεινά «ανθελληνικά» συμφέροντα και οτιδήποτε μπορεί να φανταστεί το μυαλό ενός ανθρώπου[4].

Μέρος της Παγκόσμιας Διακυβέρνησης (ΠΔ) θα μπορούσε να ονομαστεί η λειτουργία οποιουδήποτε διακρατικού θεσμού: από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την Μαφία, την Καθολική Εκκλησία, τα Χρηματιστήρια, την Monsanto, την Google (της οποίας την πλατφόρμα Blogspot χρησιμοποιούν οι διάφοροι πολέμιοι της ΠΔ!!!), μέχρι και την Διεθνής Αμνηστία, τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα, τον ΟΗΕ, το Human Rights Watch και το internet. Συνεπώς, η ΠΔ δεν είναι κάτι απαραίτητα αρνητικό, ιδιαίτερα αν συνυπολογίσουμε τις δυναμικές του διαδικτύου στην διάδοση πληροφοριών από διάφορα μέρη του πλανήτη που τα επίσημα ΜΜΕ αποκρύπτουν. (Αναζητήστε περισσότερα σχετικά τόσο με την δική μου στάση, όσο και των υπόλοιπων μελών της ιστοσελίδας, απέναντι στην Παγκοσμιοποίηση σε αυτόν τον σύνδεσμο).

Οι «Ιλλουμινάτι»:

Ίσως η διασημότερη θεωρία συνωμοσίας στις μέρες μας. Το τάγμα των «Πεφωτισμένων» (όπως ακριβώς μεταφράζεται) αντιμετωπίστηκε από τους συντηρητικούς Χριστιανούς με υπερβολική εχθρότητα. Ακόμα και σήμερα διάφοροι συνωμοσιολόγοι ισχυρίζονται πως το τάγμα αυτό δρα μυστικά με στόχο να πλήξει τις παραδόσεις και τα έθιμα ενός λαού. Αγνοούν, βέβαια, πως η διάρκεια ζωής του τάγματος των «Πεφωτισμένων» δεν ξεπέρασε τα δέκα χρόνια (1776–1785)….

Συνωμοσιολογία vs μυωπικός φιλελευθερισμός vs αυτονομία

Ωστόσο, και προς αποφυγή οποιασδήποτε αναπόφευκτης παρεξήγησης, ο πόλεμος αυτός ενάντια στους διάφορους τσαρλατάνους συνωμοσιολάγνους, δεν αναιρεί και ούτε πρόκειται να αναιρέσει το γεγονός ότι το πολιτικό μας σύστημα έχει στηθεί πάνω σε σκευωρίες και προβοκάτσιες, ή ότι οι ολιγαρχίες έχουν την δύναμη ν’ ασκούν εξουσία μέσα στην κοινωνία (άλλωστε ο Μακιαβέλλι, που για πολλούς θεωρείται ο πατέρας της σύγχρονης πολιτικής θεωρίας, στον Ηγεμόνα μιλά συνεχώς για συνωμοσίες και ίντριγκες μεταξύ εξουσιαστών, δίνοντας σαφή οδηγίες στους Μέδικους της Φλωρεντίας για το πώς θα επιβληθούν στον λαό με κάθε μέσο). Η λέσχη Μπίλντερμπεργκ, για παράδειγμα, δεν αποτελεί μύθο όπως κι άλλες ανάλογες λέσχες. Οι ολιγαρχίες ή συγκεκριμένες μερίδες τους, και άλλα λόμπι, έχουν την ικανότητα να καθορίζουν υπουργούς ή ακόμα και πρωθυπουργούς. Ωστόσο, το οργανωτικό και διοικητικό χάος δε συνεπάγεται απαραίτητα ότι δεν υπάρχει μια βούληση ελέγχου του όλου πράγματος. Η αντίληψη, βέβαια, των συνωμοσιολόγων ότι ο κόσμος είναι ένα καλοκουρδισμένο ρολόι στα χέρια μιας μειοψηφίας, κατά βάθος, ευνουχίζει κάθε κινηματική δυναμική καθώς:

  1. δεν είναι μόνο οι ίντριγκες που χαρακτηρίζουν την διεθνής πολιτική σκακιέρα. Δεν είναι μόνο η χειραγώγηση μέσω της προπαγάνδας, ο κύριος λόγος που το σύστημα καταφέρνει κι επιβιώνει εδώ και τόσα χρόνια. Ο Δυτικός καπιταλισμός, έχει υποστεί σημαντικές αλλαγές από τις πρώτες μέρες της απόλυτης κυριαρχίας του. Λόγω των εργατικών αγώνων και της σύγκρουσης των αδύναμων με τα οικονομικά συμφέροντα των ολιγαρχιών, των κοινωνικών κινημάτων των γυναικών, ομοφυλόφιλων, μεταναστών και μειονοτήτων μπορεί πλέον και εξασφαλίζει μια θέση εργασίας, έναν μισθό και μια καταναλωτική ζωή σε μεγάλη μερίδα του πληθυσμού, του οποίου την εμπιστοσύνη κερδίζει, προσφέροντας μια Α ποιότητα ζωής, εκμεταλλευόμενος την φυσική ροπή του ανθρώπου προς την αδράνεια, τον ατομικισμό και το «βόλεμα». Δεν χρειάζονται, συνεπώς, κρυφά σχέδια και οργανώσεις (που αν υπάρχουν πρόκειται για μικρότερης κλίμακας κλειστές ομάδες, σε αντίθεση με την προπαγάνδα των συνωμοσιολόγων) για να διατηρηθεί το υπάρχον σύστημα. Υπάρχει το κέρδος, (για τις ολιγαρχίες) και η «θρησκεία» της κατανάλωση για τον μέσο άνθρωπο που εξαγοράζει κάθε νόημα ύπαρξης, με αποτέλεσμα ο καπιταλισμός ως σύστημα αξιών να ριζώνει βαθιά στο είναι και στο φαίνομαι του μέσου ανθρώπου.
  2. Οι θεωρίες συνωμοσίας παροτρύνουν τον πληθυσμό μιας χώρας να αποδοκιμάσει τους τραπεζίτες, τους πολιτικούς και τους δικαστές. Όμως, οι ίδιοι (οι συνωμοσιολόγοι) παρασυρόμενοι από το κλίμα εσωστρέφειας που κάθε κοινωνία εν ώρα κρίσης καλλιεργεί από μόνη της γίνονται φορείς ολοκληρωτικών ιδεών. Εν ολίγοις, από ένα σημείο και μετά, το επίκεντρο της συζήτησης παύει πλέον να εστιάζεται στο αν όσα λέγονται με βάση τους αεροψεκασμούς είναι αλήθειες ή ψέμματα. Η εξαθλίωση, ο φόβος, η αβεβαιότητα και ο πανικός δεν επιτρέπουν βαθιές πολιτικές και ανθρωπολογικές αναλύσεις. Απεναντίας, καταρρακώνουν κάθε αίσθημα ευσυνειδησίας, ενώ παράλληλα, το ατομικό ένστικτο της αυτοπροστασίας εντός μιας κοινωνίας που καταρρέει, δίνει ώθηση σε κάθε είδους καχυποψία να καπελώσει το πολιτικό πράττειν. Όλη αυτή η καχυποψία πως πίσω απ’ το κάθετί κρύβεται μια συνωμοσία είναι σχεδόν παρόμοια με ίδια τακτική που χρησιμοποιούν τα ολοκληρωτικά καθεστώτα, (χαφιεδισμός και παρακολουθήσεις «υπόπτων» που θα μπορούσαν να είναι πράκτορες του εχθρού).

Βρισκόμαστε όμως εδώ σε ένα εξαιρετικά λεπτό σημείο, όπου και καλούμαστε να απορρίψουμε εξίσου και την πίσω όψη της συνωμοσιολογίας: τον χυδαίο και επιτηδευμένα ρηχό θετικιστικό φιλελευθερισμό του δήθεν «κοινού νου», ο οποίος, προκειμένου να χλευάσει τους συνωμοσιολόγους, καταλήγει να αρνείται ότι υπάρχει οποιοδήποτε «δεύτερο» επίπεδο της πραγματικότητας πίσω από το φαινομενικό και αυτονόητο. Είναι η πεμπτουσία των διαφόρων «ρεαλιστών», της κάθε Νεοφιλελεύθερης ιντελιγκέντσιας, των τεχνοκρατών και του κάθε ειδήμονα που βαφτίζουν οποιονδήποτε έρχεται σε ρήξη με την καπιταλιστική βαρβαρότητα, ως «λαϊκιστή» ή ουτοπιστή, δεδομένου ότι γι’ αυτούς κάθε προσπάθεια να εξηγήσουμε τις κοινωνικές συμπεριφορές των από κάτω και τις πολιτικές αποφάσεις των από πάνω μέσω της επίκλησης και άλλων παραγόντων πέραν της απλής «επιλογής» τους, ταυτίζεται απαραίτητα με την κατάφωρη συνωμοσιολογία.

Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, συγκαλύπτεται η σημαντικότητα μιας ανάλυσης με όρους φαντασιακών σημασιών, που προσπαθεί να διαυγάσει τους κυρίαρχους θεσμούς κάθε κοινωνίας, να δει πώς δρα και αντιδρά το άτομο μέσα σε αυτήν την κοινωνική θέσμιση. Οι μεν συνωμοσιολόγοι αποφεύγουν να μιλούν γι’ αυτά, καθώς πιστεύουν πως αυτού του είδους οι προσεγγίσεις είναι κατευθυνόμενες και στοχεύουν να συγκαλύψουν τις ενέργειες των ολιγαρχιών, εφόσον θεωρούμε ότι υπάρχουν κι άλλοι παράγοντες διαμόρφωσης της πραγματικότητας εκτός από τις πολιτικές και τις ραδιουργίες των ελίτ. Οι δε φιλελεύθεροι επειδή πιστεύουν ότι αν προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε γιατί ο κόσμος, σε μια δεδομένη περίοδο, ενεργεί κατ’ αυτόν τον τρόπο, κάνοντας αναφορά στις κυρίαρχες αξίες με βάση τις οποίες διαμορφώνεται, συγκαλύπτουμε το γεγονός ότι τελικά όλα έχουν να κάνουν με «συνειδητές επιλογές» των ατόμων, τα οποία εκλαμβάνονται ως όντα αυτοφυή και όχι διαμορφωμένα κοινωνικά. Αυτό το θετικιστικό φαντασιακό αντανακλά έναν συγκεκαλυμμένο Χομπσιανό ντετερμινισμό, χαρακτηριστικό της φιλελεύθερης θεώρησης των πραγμάτων: ότι ο άνθρωπος ελάχιστα επηρεάζεται από το γύρω του περιβάλλον. Ότι υπάρχει μια σταθερή και αμετάβλητη αρχή που διέπει τον άνθρωπο, μια τετελεσμένη φύση, κάτι που συνεπάγεται ότι η σύγχρονη κοινωνία δεν αποτελεί τίποτα παραπάνω από μια αντανάκλαση των φυσικών αδυναμιών αλλά και επιτευγμάτων μας.

Επίλογος

Η φύση των θεωριών συνωμοσίας παρουσιάζει κοινά χαρακτηριστικά με δομή της σκέψης ενός παραληρητικού που πιστεύει ότι τον απατά η σύζυγός του ενώ αυτή όλη τη μέρα σφουγγαρίζει πατώματα ή σφραγίζει επιταγές. Θα μπορούσε, βέβαια, να τον απατά! Πόσο συχνά δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο; Στα πλαίσια της συζήτησης αυτής, όμως, δεν μας ενδιαφέρει τόσο αν η σύζυγος είναι άπιστη ή όχι, αν οι όλες οι αποφάσεις λαμβάνονται κεκλεισμένων των θυρών, αλλά ο τρόπος που διαχέονται οι διαφόρων ειδών θεωρίες συνωμοσίας σε μια κοινωνία, καθώς και τον αντικειμενικό ρόλο που αυτές παίζουν, επισημαίνοντας την αδυναμία της σύγχρονης Δυτικής κοινωνίας να ελέγξει τον εαυτό της, ώστε ν’ αποκομίσει, κατά το δυνατόν, αξιοπρεπή και λογικά συμπέρασμα (τα οποίο βέβαια, μπορούμε ν’ αναθεωρήσουμε κατόπιν καλύτερης και πιο διεισδυτικής σκέψης και διαύγασης των γεγονότων).

[1] Με βάση τον Jacques Ellul (1965 : 11), ο κάθε προπαγανδιστικός μύθος, «αποκτά τέτοια δύναμη, που εισβάλλει σε κάθε περιοχή της συνείδησης, μην αφήνοντας καμία ικανότητα ή κίνητρο ανέπαφο. […] Ο μύθος έχει μια τέτοια κινητήρια δύναμη που, μετά την αποδοχή, ελέγχει το σύνολο του ατόμου, στο βαθμό που καθίσταται απρόσβλητο σε οποιαδήποτε άλλη επιρροή»

[2] Κατηγορώντας σύσσωμη μια κοινωνική ομάδα για ένα αποτρόπαιο έγκλημα, κλείνουμε τα μάτια μας στις σχέσεις εκμετάλλευσης που υπάρχουν εντός της ίδιας. Όταν, δηλαδή, οι νεοσυντηρητικοί κρετίνοι στοχοποιούν όλους τους μουσουλμάνους του πλανήτη ως εν δυνάμει τρομοκράτες και αιμοδιψή όντα που κάνουν τα αδύνατα δυνατά προκειμένου να υποτάξουν κάθε ελεύθερο άνθρωπο στον θρησκευτικό τους σκοταδισμό, αυτόματα, όλη αυτή η χονδροειδής γενίκευση δεν μας επιτρέπει ούτε και στο ελάχιστο να διακρίνουμε τις σχέσεις εκμετάλλευσης εντός των μουσουλμανικών κοινοτήτων, και, πάνω απ’ όλα, αγνοούνται πλήρως οι φωνές των σεκουλαριστών, μεταρρυθμιστών ή και αγνωστικιστών που ζουν σε Ισλαμικές χώρες. Ως, εκ τούτου, κρίνουμε ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό να τελειώνουμε με όλες αυτές τις γενικεύσεις, απορρίπτοντας την ιδέα ότι μια εθνική ομάδα αποτελεί μια συμπαγής και ομογενοποιημένη οντότητα και όχι ένα σύνολο ξεχωριστών ανθρώπων, που ο καθένας τους θα μπορούσε να έχει τη δική του βούληση η οποία δεν είναι απαραίτητο να ταυτίζεται με τις κοινές αξίες της ομάδας αυτής.

[3] βλ. Η γέννεση του Ολοκληρωτισμού, κεφάλαιο «Αντισημιτισμός: μια εκτροπή της κοινής λογικής».

[4] Στην πραγματικότητα, ο Γ.Α.Π. δεν αποτελεί τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο, από έναν ακόμη παπατζή πολιτικάντη πρωθυπουργό, που τίποτα δεν έχει να ζηλέψει από τους προηγούμενους ομόλογούς του.

Πηγές
Arendt H., 1996. The Origins of Totalitarianism, 3d ed, London.
Back L., Solomos J., 2000. Theories of race and racism: a reader, New York: Routledge
Elul, J., 1965. Propaganda: the formation of men’s attitudes. New York: Vintage Books.
Lucker J., 2012. Class Struggle or Conspiracy? In Defence of Marxism. Διαθέσιμο: http://www.marxist.com/class-struggle-or-conspiracy.htm [Ημερομηνία πρόσβασης 8 Δεκεμβρίου 2012]

Δεν μας φοβίζουν τα νέα μέτρα (αυτοί θα έπρεπε να φοβούνται…)

Λίγους μόλις μήνες από τις τελευταίες εκλογές, η τρικομματική κυβέρνηση έχει ήδη φροντίσει να διαλύσει τις αυταπάτες όσων την εμπιστεύτηκαν. Όλες οι προεκλογικές εξαγγελίες για επαναδιαπραγμάτευση του μνημονίου ή απαγκίστρωση απ’ αυτό ξεχάστηκαν και τη θέση τους πήρε η κλιμάκωση της βάρβαρης πολιτικής της τελευταίας διετίας, με τη λήψη του πιο σκληρού πακέτου μέτρων από την αρχή της κρίσης. Πρόκειται για μέτρα πολλαπλάσια απ’ του Φεβρουαρίου, που ενώ αρχικά ανέρχονταν στο ύψος των 11,5  δισ. ευρώ, έφτασαν τα  13,5 δισ. ευρώ κατά την ψήφισή τους για ν’ αποκαλυφθεί ότι τελικά αγγίζουν τα 18,9 δισ. χωρίς να υπολογίσουμε τις ρήτρες αυτόματης αναπλήρωσης που επέβαλε η τρόϊκα. Με άλλα λόγια πρόκειται για μέτρα που ξεπερνούν το 8,5 % του ΑΕΠ και τα οποία είναι βέβαιο ότι θα βαθύνουν την ύφεση, θα αυξήσουν την ανεργία και θα οδηγήσουν στην εξαθλίωση την συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού.

Κύριοι άξονες αυτών των μέτρων που ταιριάζουν περισσότερο σε κατοχική κυβέρνηση, είναι οι οριζόντιες περικοπές μισθών, συντάξεων και επιδομάτων, η περιστολή κάθε κοινωνικής δαπάνης, η κατεδάφιση της δημόσιας υγείας και της δημόσιας παιδείας, η διάλυση της δημόσιας διοίκησης και του ασφαλιστικού συστήματος και κυρίως οι νέες, πέρα από κάθε λογική αυξήσεις φόρων που κυριολεκτικά εξοντώνουν τα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα. Παράλληλα, στον τομέα των εργασιακών έχει ήδη ανοίξει η συζήτηση για μια σειρά ρυθμίσεων που αν υλοποιηθούν, θα γυρίσουν το εργατικό δίκαιο της χώρας στο 19ο αιώνα.

Όλα αυτά υποτίθεται ότι γίνονται για την εκταμίευση της δόσης των 31,5 δισ. που είναι τάχα απολύτως απαραίτητη για την αποφυγή της χρεοκοπίας και την επιβίωση της χώρας. Σύμφωνα με την επίσημη προπαγάνδα, τα χρήματα αυτά θα βοηθήσουν την επανεκκίνηση της οικονομίας, δίνοντας μια τονωτική ένεση ρευστότητας στην αγορά και λύνοντας το πρόβλημα των ταμειακών διαθεσίμων του κράτους τα οποία σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις του Πρωθυπουργού εξαντλούνται την 16η Νοεμβρίου. Ωστόσο είναι γνωστό, ότι από τα 31,5 δισ., ούτε ένα ευρώ δε θα πάει σε μισθούς ή συντάξεις, ενώ στην πραγματική οικονομία θα κατευθυνθεί ένα πραγματικά ασήμαντο ποσοστό: τα 25 δισ. θα πάνε για ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, τα 3,5 δισ. στην εξόφληση ομολόγων που λήγουν και τα υπόλοιπα στην εξόφληση χρεών του δημοσίου προς ιδιώτες. Αν σκεφτούμε ότι απ’ όλες τις προηγούμενες «ενέσεις ρευστότητας» που είτε με τη μορφή μετρητών, είτε με τη μορφή κρατικών εγγυήσεων, φτάνουν από το 2008 ήδη τα 168 δισ. ευρώ, οι τράπεζες δεν έριξαν δεκάρα στην πραγματική οικονομία, θα καταλάβουμε ότι η αισιοδοξία της Κυβέρνησης ότι αυτή τη φορά θα το κάνουν είναι εντελώς αβάσιμη. Αντίθετα είναι βέβαιο ότι οι τράπεζες θα κρατήσουν και πάλι τα χρήματα, όχι μόνο γιατί μέσα σε συνθήκες βαθιάς ύφεσης και απόλυτης οικονομικής καθίζησης, κάθε δάνειο που εκταμιεύεται είναι αυτόματα επισφαλές, αλλά και για να αποκτήσουν την κεφαλαιακή επάρκεια που σύμφωνα με τους κοινοτικούς κανονισμούς τους είναι απαραίτητη για να μπορούν να δανείζονται στη διατραπεζική αγορά. Όσο για την εξόφληση χρεών προς ιδιώτες, είναι βέβαιο ότι αφορά σχεδόν αποκλειστικά τους μεγάλους προμηθευτές και τους μεγαλοεργολάβους και όχι τους χιλιάδες μικρομεσαίους επιχειρηματίες που συναλλάσσονται με το δημόσιο.

Με βάση τα παραπάνω, οι συνεχείς διαβεβαιώσεις του Πρωθυπουργού, ότι πρόκειται για τα τελευταία μέτρα ηχούν πραγματικά κωμικές, όπως άλλωστε αποδεικνύεται και από τη ρήτρα που επιβάλλει η τρόικα περί αυτόματης αναπλήρωσης κάθε αστοχίας του προγράμματος, με νέες περικοπές μισθών και συντάξεων στο δημόσιο κυρίως τομέα. Άλλωστε η συζήτηση για νέα μέτρα άρχισε ήδη, λίγα μόλις εικοσιτετράωρα μετά την ψήφισή τους.

Η συνολική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας

Ας δούμε όμως σε ποιά οικονομία εφαρμόζονται αυτά τα μέτρα. Όπως δείχνουν τα στοιχεία που θα παρατεθούν, είναι δύσκολο, όσο κι αν ψάξει κανείς, να βρει άλλο παράδειγμα τέτοιας γενικής καθίζησης τουλάχιστον στην μεταπολεμική Ευρώπη.

Αρχίζοντας με την ύφεση που συνεχίζεται για Πέμπτη συνεχόμενη χρονιά, προκύπτει ότι έφτασε αθροιστικά φέτος τον Ιούνιο στο 17,4 % του ΑΕΠ, ενώ η επίσημη πρόβλεψη για το τέλος του έτους την ανεβάζει στο 21 %. Μάλιστα, πρόσφατα ο Στουρνάρας δήλωσε ότι θα συνεχιστεί για άλλα δύο χρόνια φτάνοντας στο 25 % το 2014. Φυσικά η αλήθεια είναι πολύ χειρότερη. Το πραγματικό νούμερο θα ξεπεράσει σε κάθε περίπτωση το 28 %, χωρίς ν’ αποκλείεται και μια έκρηξη άνω του 30 % αν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις πολλών ειδικών και διεθνών οργανισμών. Ήδη για το 2013 η Moody’s προβλέπει 7 %, η Citigroup 10,7 %, ενώ το ΚΕΠΕ που πριν τρεις μήνες προέβλεπε 9,1 %, πρόσφατα, πιθανώς μετά από πολιτικές παρεμβάσεις, κατέβασε την εκτίμησή του στο 5 %. Το ίδιο ποσοστό του 5 % έβλεπε και η τρόικα στις πρόσφατες διαπραγματεύσεις της με την Κυβέρνηση για τα νέα μέτρα, με την ελληνική πλευρά να επιμένει βλακωδώς στο απίστευτο 3,8 %, που ακόμα κι αυτό όμως αρκεί για να διαψεύδει την εκτίμηση του Στουρνάρα για 25 % αθροιστική ύφεσης στο τέλος του 2014, αφού το νούμερο αυτό θα είχε ήδη ξεπεραστεί από το 2013. Αυτό που είναι πραγματικά αστείο, είναι ότι τελικά τρόικα και Κυβέρνηση τα βρήκαν κάπου στη μέση συμφωνώντας στο 4,2 %, λες και η ύφεση εξαρτάται από τις εκτιμήσεις τους οι οποίες πέφτουν πάντα έξω. Θυμίζουμε ότι για το 2012 η αρχική εκτίμηση που δινόταν στον προϋπολογισμό που κατατέθηκε το Νοέμβριο του 2011 ήταν 2,8 %. Η εκτίμηση αυτή αναθεωρήθηκε στη διάρκεια της χρονιάς πέντε φορές προς τα πάνω με την πραγματική ύφεση να αγγίζει ή και να ξεπερνάει το 7 % (7,2 % ήταν η ύφεση του 3ου τριμήνου και 6,7 % η ύφεση του 1ου εννιάμηνου όπως ανακοίνωσε η ΕΛΣΤΑΤ στις 14/11/2012).

ΠΟΣΟΣΤΟ ΜΕΙΩΣΗΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΑΕΠ (ΥΦΕΣΗ)
2008: -0,2 %
2009: -3,2 %
2010: -4,9 % [1]
2011: -7,1 % (208,5 δισ. €) [1]
2012: -6,6 % (εκτίμηση – 194,7 δισ. €)
2013: -4,2 % (εκτίμηση)

Εκτός από την ύφεση, πραγματικά εφιαλτικά είναι τα μεγέθη της ανεργίας που τον Αύγουστο έφτασε στο 25,4 % (1.267.595), με τη νεανική στο 58 % και τη γυναικεία στο 29 %. Πρόκειται βέβαια για την επίσημη ανεργία και όχι την πραγματική που είναι τουλάχιστον 3 με 4 μονάδες πάνω. Ακόμα κι έτσι όμως, πρόκειται για τη μεγαλύτερη ανεργία σε όλη την Ευρώπη – αφού για πρώτη φορά ξεπέρασε την ισπανική – ενώ η νεανική και η γυναικεία κατείχαν το θλιβερό προνόμιο της πρωτιάς εδώ και πολλούς μήνες.

Με δεδομένο ότι από την αρχή της κρίσης παρατηρείται η σχεδόν ισόποση ετήσια άνοδος ύφεσης και ανεργίας, η πρόβλεψη του Επιστημονικού Ινστιτούτου της ΓΣΕΕ για 29 % επίσημη ανεργία (δηλαδή περίπου 33 % πραγματική) στο τέλος του 2013, θα αποδειχθεί πιθανότατα σωστή. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι 735.000 άνεργοι δεν παίρνουν καθόλου επίδομα ανεργίας ενώ ;έως τώρα κόβονται και τα ειδικά και εποχικά επιδόματα, καθώς και ότι υπάρχουν 224.000 οικογένειες χωρίς ούτε ένα εργαζόμενο μέλος. Ακόμα πολύ ανησυχητική και ενδεικτική της μηδενικής δυναμικής της ελληνικής οικονομίας, είναι η αύξηση της ανεργίας μέσα στο καλοκαίρι (από 24,4 % τον Ιούνιο σε 25,1 % τον Ιούλιο) – περίοδο που παραδοσιακά η ανεργία στην Ελλάδα μειώνεται λόγω της απασχόλησης μεγάλου αριθμού εργαζομένων στον τουρισμό.

ΑΝΕΡΓΙΑ: ΠΟΣΟΣΤΟ % ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΑΤΟΜΑ
06/2009 8,9 443
12/2009 10,3 514
06/2010 11,8 594
12/2010 14,2 712
06/2011 16,6 823
12/2011 21,0  1034
06/2012 24,4 1216
08/2012 25,4  1268

 

Πέρα όμως από την ύφεση και την ανεργία, όλοι ανεξαιρέτως οι δείκτες της ελληνικής οικονομίας απειλούνται με κατάρρευση δίνοντας πραγματικά μια εικόνα απόλυτης ερήμωσης. Πρόσφατα ο Σταϊκούρας (19/9/2012) εκτίμησε στα 49 δισ. € τις θυσίες των Ελλήνων από την αρχή της κρίσης, εκ των οποίων τα 16,2 δισ. αφορούν περικοπές μισθών και συντάξεων. Με τα τωρινά μέτρα τα ποσά φτάνουν τα 67,9 δισ. και 25,8 δισ. αντίστοιχα και έπεται συνέχεια πολύ σύντομα. Αυτή η υπερβολική αφαίμαξη εισοδημάτων φαίνεται καθαρά στην μείωση του ύψους των τραπεζικών καταθέσεων οι οποίες από 237,5 δισ. € το Δεκέμβριο του 2009 έπεσαν φέτος τον Ιούλιο στα 150,5 δισ. €. Όσο κι αν είναι αλήθεια ότι ένα μέρος της διαφοράς έφυγε από τη χώρα κι ένα άλλο μέρος φυλάσσεται στα σπίτια, είναι σίγουρο ότι το μεγαλύτερο κομμάτι έχει εξανεμιστεί για ν’ αντισταθμίσει τις συνεχείς περικοπές των εισοδημάτων, ενώ πολλοί είναι και οι άνεργοι που τρώνε τα έτοιμα όπως κι αυτοί που σηκώνουν λεφτά για να πληρώσουν φόρους, ασφαλιστικές εισφορές, ιατρικές δαπάνες κλπ.

Σύμφωνα με έκθεση της ALPHABANK τον Αύγουστο, η κατάσταση όσον αφορά τις καταθέσεις είχε ως εξής:

Ποσοστό καταθετών: Ύψος καταθέσεων :
81,5 % 0 – 2.000 €
11,3 %   2.000 – 10.000 €
5,9 %   10.000 – 100.000 €

 

Η δραματική μείωση των καταθέσεων οφείλεται στην πτώση των μέσων ακαθάριστων αποδοχών από τα 20.457 € το 2010, στα 15.729 € το 2011. Αυτή η μείωση κατά 23,1 % ή 25 % αν υπολογιστεί και ο πληθωρισμός, ταυτίζεται απόλυτα με την πτώση κατά 25 % της εγχώριας ζήτησης για το ίδιο χρονικό διάστημα. Παράλληλα, η πτώση της αγοραστικής δύναμης από την αρχή του 2010, αγγίζει το 45 % κατά μέσο όρο, γυρνώντας μας στα επίπεδα του 1978. Μάλιστα, σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της Eurostat επεξεργασμένα από το Κέντρο Μελετών και Ερευνών του Εμπορικού και Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου, ο μέσος ελληνικός μισθός έχει κατρακυλήσει στα 10.110,60 € κατ’ έτος.

Ακόμη, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια από 15,9 % (39 δισ. €) το Δεκέμβρη του 2011, υπολογίζεται ότι θα ξεπεράσουν το 20 % (49 δισ. €) στο τέλος του 2012, ενώ έως τον Αύγουστο του 2012 είχαν ρυθμιστεί 224.384 στεγαστικά και 441.038 καταναλωτικά δάνεια και πιστωτικές κάρτες. Η λύση που δρομολογούν οι τράπεζες είναι η μετατροπή των δανειακών συμβάσεων σε  μισθώσεις για 49 ή 99 χρόνια σύμφωνα με το ισπανικό ή το αγγλικό μοντέλο, όπου το αντάλλαγμα για τη μείωση της δόσης είναι η παρακράτηση από την τράπεζα της κυριότητας του ακινήτου. Πρόκειται δηλαδή για έμμεση κατάσχεση και μετάθεση του κόστους αποπληρωμής του δανείου, στα εγγόνια ή και τα δισέγγονα του δανειολήπτη. Η χρονική σύμπτωση της δημοσιοποίησης της απαίτησης της τρόικας για άρση της απαγόρευσης κατάσχεσης της πρώτης κατοικίας με τις δηλώσεις του Βορίδη που είπε ακριβώς το ίδιο (την 20.10.2012) δεν μπορεί να είναι τυχαία.

Προβληματική είναι επίσης και η πορεία των φορολογικών εσόδων παρά την καταιγιστική επιβολή ολοένα και επαχθέστερων φόρων σε όλες τις κατηγορίες των φορολογουμένων. Οι βεβαιωμένες οφειλές από 32 δισ. € το Δεκέμβρη του 2009, έφτασαν στα 42 δισ. € το Δεκέμβρη του 2011 και στα 48,8 δισ. € τον Αύγουστο του 2012, ενώ φαίνεται ότι λόγω της συνεχούς και γενικής μείωσης των εισοδημάτων σε συνδυασμό με τα νέα εξοντωτικά φορολογικά μέτρα, στο τέλος του 2013, αυτοί που αντικειμενικά θ’ αδυνατούν ν’ ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους θα έχουν ξεπεράσει κατά πολύ τα 2 εκ. άτομα. Πρόκειται για μια πραγματική βόμβα στον τομέα των δημοσίων εσόδων, γιατί όταν το πλήθος των οφειλετών είναι τόσο μεγάλο, το κράτος έχει πολύ περιορισμένα νομοθετικά (και διοικητικά) όπλα για ν’ αντιμετωπίσει την κατάσταση. Είναι ενδεικτικό ότι μόνο τον Αύγουστο, οι ανείσπρακτες οφειλές αυξήθηκαν κατά 3 δισ. € παρά το γεγονός ότι φέτος το 70 % των φορολογούμενων επιβαρύνθηκε μεσοσταθμικά κατά 1.550 € σε σχέση με πέρυσι.

Από την άποψη των δημοσίων οικονομικών σημαντική είναι και η τραγική κατάσταση των ασφαλιστικών ταμείων, τα οποία είναι φυσικά αδύνατο να ανακάμψουν από το PSI που τους κόστισε 13,5 δισ. €.

Αλλά και στον ιδιωτικό τομέα τίποτα δεν πάει καλά. Δεν είναι μόνο τα λουκέτα των μικρομεσαίων εμπορικών επιχειρήσεων που πολλαπλασιάζονται (25 % στην Αθήνα, 27,5 % στη Θεσσαλονίκη), αλλά όλοι οι τομείς της οικονομικής δραστηριότητας βρίσκονται σε κάθετη πτώση. Ειδικότερα, στο 2ο τρίμηνο του 2012 έχουμε:
Μείωση βιομηχανικής παραγωγής: 8,3 %
Μείωση ιδιωτικής καταναλωτικής δαπάνης: 7,2 %
Μείωση δημόσιας καταναλωτικής δαπάνης: 9,1 %
Μείωση επενδύσεων παγίου κεφαλαίου: 19,4 %

Ακόμα και οι εξαγωγές, οι οποίες μετά την υπερβολική συμπίεση του εργατικού κόστους ήταν η μεγάλη ελπίδα των υποστηρικτών του προγράμματος, μετά από μια πρόσκαιρη σημαντική άνοδο έπεσαν κατά 4,1 % με τις εξαγωγές προς χώρες της Ε.Ε. να μειώνονται κατά 20 %.

Πραγματική καταστροφή έχει επέλθει επίσης στον τομέα των ακινήτων. Η πτώση των τιμών  κατοικίας από το 2009 φτάνει το 50 %, η μείωση των αγοραπωλησιών σχεδόν το 75 % ενώ η κατασκευή νέων κατοικιών έχει σχεδόν μηδενιστεί. Αυτά σε συνδυασμό με τη συνεχή άνοδο των αντικειμενικών αξιών και τη βαρύτατη φορολόγηση των ακινήτων, καθιστούν ολοκληρωτική την απαξίωση της λαϊκής περιουσίας, η οποία στην Ελλάδα είχε την ιδιαιτερότητα να συγκεντρωθεί σε μεγάλο βαθμό στην αγορά ακινήτων. Δεν θα ήταν άστοχο λοιπόν να πούμε, ότι κατά κάποιο τρόπο, μέσω της επίθεσης στην ακίνητη περιουσία, η Κυβέρνηση και η τρόϊκα βάζουν χέρι τόσο στα εισοδήματα των προηγούμενων γενεών – υποτιμώντας την αξία των περιουσιακών στοιχείων που αυτές μεταβίβασαν στην σύγχρονη γενιά – όσο και στα εισοδήματα των μελλοντικών γενεών, υποτιμώντας την αξία περιουσιακών στοιχείων που θα μεταβιβαστούν σ’ αυτή. Ακόμα, η νέκρα στην οικοδομή ανεβάζει δυσανάλογα την ανεργία καθώς, μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού της χώρας απασχολείται στον τομέα των κατασκευών.

Ολοκληρωτική είναι και η απορύθμιση των εργασιακών σχέσεων στον ιδιωτικό τομέα που επιτυγχάνεται μέσω της ουσιαστικής κατάργησης του εργατικού δικαίου. Ένας στους τρεις εργαζόμενους δουλεύει ανασφάλιστος, οι ελαστικά απασχολούμενοι αυξήθηκαν κατά 42 % μέσα σε ένα μόλις χρόνο, ενώ αυτοί στους οποίους οφείλονται από ένας έως και δέκα μισθοί, ανέρχονται πλέον σε εκατοντάδες χιλιάδες. Η κατάσταση θα χειροτερέψει μάλιστα πολύ περισσότερο αν εφαρμοστούν έστω και τα μισά από τα εργασιακά μέτρα που ζήτησε η τρόικα και δέχτηκε η Κυβέρνηση.

Εδώ είναι απαραίτητο να τονίσουμε ότι η εγκαθίδρυση συνθηκών γαλέρας στον ιδιωτικό τομέα, σε τίποτα δεν εξυπηρετεί τη μείωση του δημοσίου χρέους που αποτελεί το μεγάλο πρόβλημα της χώρας. Αυτές οι ρυθμίσεις υποτίθεται ότι γίνονται για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας, η οποία σύμφωνα με τις νεοφιλελεύθερες ιδεοληψίες, εξαρτάται σχεδόν αποκλειστικά από τη συμπίεση του εργατικού κόστους που θεωρείται ο μόνος παραγωγικός συντελεστής που μπορεί και πρέπει να προσαρμοστεί στην κρίση, αφού η κερδοφορία του κεφαλαίου είναι ιερή…

Ωστόσο, παρά την παγκοσμίως πρωτοφανή σκληρότητα των μέτρων που επέφεραν μείωση μισθών κατά 40 % από το 2009 και μέση μείωση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος κατά 26 % (έκθεση ALPHABANK – Αυγ. 2012), η ανταγωνιστικότητα της χώρας βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση: Από την 67η θέση της παγκόσμιας κατάταξης το 2008 βρέθηκε στην 90η το 2011 και στην 96η τον Ιούνιο 2012.

Αλλά και το επίπεδο του δημοσίου χρέους δεν παρουσιάζει καμία πρόοδο αν και ο περιορισμός του υποτίθεται ότι αποτελεί το «μεγάλο εθνικό στόχο» για την επίτευξη του οποίου γίνονται όλες οι θυσίες. Σύμφωνα με αναθεωρημένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ που ανακοινώθηκαν στις 22/10/2012 διορθώνοντας τα στοιχεία του προσχεδίου του προϋπολογισμού που κατατέθηκε την 1/10/2012, η πορεία του χρέους είναι η εξής:

Δημόσιο χρέος σε δισ. €: Δημόσιο χρέος ως ποσοστό % επί του ΑΕΠ:
2009: 299,7 129,4
2010: 329,5   145,0
2011: 355,6 170,6
2012: 340,6 174,8
2013: 346,2 (εκτίμηση) 179,3 (εκτίμηση)

 

Από την ανάγνωση των στοιχείων αυτών προκύπτουν τα εξής συμπεράσματα:

α) Το πραγματικό όφελος από το περιβόητο κούρεμα ήταν μόλις 15 δισ. €.

β) Ο στόχος για κατέβασμα του χρέους σε 120 % του ΑΕΠ το 2020 είναι κάτι παραπάνω από ανέφικτος – πράγμα που πια ομολογείται απ’ όλες τις πλευρές. Σύμφωνα με τις πιο αισιόδοξες τωρινές εκτιμήσεις, το χρέος θα συνεχίσει ν’ αυξάνεται ως ποσοστό επί του ΑΕΠ τουλάχιστον έως το 2015 πριν αρχίσει να αποκλιμακώνεται, με ρυθμούς όμως πολύ πιο αργούς απ’ ότι είχε αρχικά εκτιμηθεί.

γ) Η παρατεινόμενη βαθιά ύφεση της ελληνικής οικονομίας, ανεβάζει το χρέος ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, παρά την ελαφριά μείωσή του σε απόλυτα ποσά. Ο παρονομαστής του κλάσματος (ΑΕΠ) μειώνεται δηλαδή πιο γρήγορα από τον αριθμητή (χρέος).

δ) Όλα τα παραπάνω συμβαίνουν γιατί τα χρήματα που μπαίνουν στην χώρα με τη μορφή δανείου, επιστρέφουν αμέσως στους δανειστές για την αποπληρωμή τόκων, χωρίς να περάσουν από την πραγματική οικονομία συμβάλλοντας στην παραγωγή νέου εισοδήματος. Έτσι η ανάπτυξη παραμένει άπιαστος στόχος.

ε) Αντίθετα με την Ιταλία και στην Ισπανία που κατάφεραν ν’ αποφύγουν κάτι τέτοιο, στο ελληνικό δημόσιο χρέος προσμετρώνται και τα τεράστια ποσά που πάνε για ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών…

Σχετικά μ’ αυτό το τελευταίο, δεν μπορεί κανείς να μην παρατηρήσει τις τραγικές επιδόσεις των κυβερνήσεων Παπανδρέου, Παπαδήμου και Σαμαρά στον τομέα της διαπραγμάτευσης με τους πιστωτές. Κανένα από τα διαπραγματευτικά ατού της χώρας δε χρησιμοποιήθηκε στο ελάχιστο. Αντ’ αυτού, οι ελληνικές κυβερνήσεις επιδόθηκαν σε μια τακτική πειθαρχικού κρατούμενου στο εξωτερικό, με το επιχείρημα ότι αν δεν ικανοποιήσουμε όλες τις απαιτήσεις των δανειστών θα μας πετάξουν έξω από την ευρωζώνη. Κάτι τέτοιο όμως, εκτός από το ότι με βάση τα έως τώρα ισχύοντα είναι  αδύνατο νομικά, θα ήταν και καταστροφικό οικονομικά για τους εταίρους μας. Πρόσφατα η ΕΚΤ εκτίμησε το κόστος για την ευρωζώνη μιας ενδεχόμενης ελληνικής εξόδου στο 1 τρισ. €, ενώ δεν απέκλεισε κάτι τέτοιο να σημάνει και την οριστική διάλυση της νομισματικής ένωσης – πράγμα που θα είχε σοβαρότατες συνέπειες για όλους και ιδιαίτερα για τις πλουσιότερες χώρες. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του γερμανικού Υπουργείου Οικονομικών που αποκάλυψε το Spiegel στις 24 Ιουνίου 2012, μια τέτοια εξέλιξη θα σήμαινε για τη Γερμανία ύφεση 10 % και 5 εκατομμύρια νέους ανέργους. Οι ελληνικές κυβερνήσεις λοιπόν, αντί να χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο για να περιορίσουν την καταστροφή, έδωσαν και δίνουν χρόνο στους πιστωτές να θωρακίσουν τις οικονομίες τους και ειδικά τις τράπεζές τους, έτσι ώστε η αναπόφευκτη όπως φαίνεται έξωση της Ελλάδας από την ευρωζώνη, να τους κοστίσει τελικά πολύ λιγότερο απ’ ό,τι θα τους κόστιζε αρχικά.

Σα να μην έφταναν όλα αυτά, η ελληνική κυβέρνηση προχωρά και στο ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου της χώρας σε τιμές κυριολεκτικά εξευτελιστικές, απαξιώνοντας μάλιστα μόνη της το προϊόν που πουλά, όπως δείχνουν οι πρόσφατες δηλώσεις Ελλήνων αξιωματούχων περί της βιωσιμότητας και των προοπτικών κερδοφορίας του Τ.Τ. και του ΟΠΑΠ, οι οποίες οδήγησαν τις μετοχές τους σε κάθετη πτώση  και έριξαν την αξία των οργανισμών αυτών, οι οποίοι είναι ωστόσο και οι δύο κερδοφόροι. Τα ίδια και χειρότερα έγιναν με την Αγροτική που πουλήθηκε σε τιμή που ισοδυναμεί σχεδόν με την αξία ενός ακινήτου της, με τη Δωδώνη που πουλήθηκε 21 εκ. € σε ιδιώτη που της χρωστούσε ήδη 12 εκ. € τη στιγμή  που παρουσίαζε κέρδη προ φόρων 44 εκ. € το χρόνο κλπ. Αυτή η αποψίλωση του Δημοσίου από κάθε περιουσιακό στοιχείο είναι πραγματικά εγκληματική, αν σκεφτούμε ότι υπονομεύει και οποιαδήποτε μελλοντική προοπτική ανάκαμψης της οικονομίας με οποιαδήποτε κυβέρνηση.

Στο επικοινωνιακό επίπεδο, όλη αυτή η λεηλασία δικαιολογείται με μια εντατική εκστρατεία ενοχοποίησης του λαού και ιδιαίτερα της εργατικής τάξης, μέσω των απόλυτα χειραγωγούμενων ΜΜΕ. Ωστόσο, παρά τα όσα λένε οι φυλλάδες τους και τα δελτία των 8, το χρέος – για τον περιορισμό του οποίου υποτίθεται ότι γίνονται όλα – δεν οφείλεται στο ότι ζήσαμε για χρόνια «πάνω από τις δυνάμεις μας» ή στο ότι είμαστε τεμπέληδες (εφόσον οι Έλληνες ήταν και προ κρίσης οι πιο κακοπληρωμένοι εργαζόμενοι της ευρωζώνης με εξαίρεση τους Πορτογάλους και αυτοί που εργάζονταν περισσότερες ώρες το χρόνο), ούτε στο «τεράστιο κράτος» (αφού το ελληνικό δημόσιο τόσο ως κόστος επί του ΑΕΠ, όσο και ως ποσοστό εργαζομένων επί του συνολικού εργατικού δυναμικού ήταν κάτω από τον μέσο όρο της ευρωζώνης), ούτε βέβαια στη διαφθορά μιας ελάχιστης μειοψηφίας δημοσίων υπαλλήλων ή στις μικροκομπίνες αυτών που εισέπρατταν τη σύνταξη του πεθαμένου τους παππού…

Είναι χρέος που δημιουργήθηκε διαχρονικά και πήρε τερατώδεις διαστάσεις λόγω κυρίως των εξής παραγόντων, οι οποίοι ισχύουν, στον ένα ή τον άλλο βαθμό και για πολλές άλλες χώρες:

1.Των τεράστιων ποσών που πληρώνει το ελληνικό κράτος σε εξοπλιστικά προγράμματα σε όλη την περίοδο της μεταπολίτευσης. Αυτά τα ποσά πήγαιναν κατά ένα σημαντικό μέρος στους Ευρωπαίους εταίρους που τώρα μας τιμωρούν για το υψηλό δημόσιο χρέος, η αύξηση του οποίου καθόλου δεν τους ενοχλούσε όταν πουλούσαν τα όπλα τους.

2.Του ξεπουλήματος κοψοχρονιά της δημόσιας περιουσίας που παρά την προπαγάνδα για «υδροκέφαλο κράτος» είχε αρχίσει ήδη από την εποχή Μητσοτάκη και συνεχίστηκε επί Σημίτη και Καραμανλή, στερώντας τη χώρα από κάθε δυνατότητα αυτόνομης ανάπτυξης.

3.Της διάλυσης του παραγωγικού ιστού της χώρας σταδιακά από το 1979 που εντάχθηκε στην ΕΟΚ, με σκοπό την αύξηση των εισαγωγών των ευρωπαϊκών προϊόντων. Αυτό είχε σαν συνέπεια και την – ήδη προ της κρίσης – καθήλωση του ΑΕΠ σε επίπεδα κατώτερα από τις πραγματικές παραγωγικές δυνατότητες της χώρας.

4.Της θέσης της Ελλάδας στο διεθνή καταμερισμό εργασίας που της στερεί ευκαιρίες πλουτισμού όπως αυτές που έχουν οι ισχυρές οικονομικά χώρες. Τα πράγματα χειροτερεύει η άνιση κατανομή των διεθνών επενδύσεων και της παγκόσμιας αποταμίευσης που μετά την κρίση του 1973, συγκεντρώνονται στις μεγαλύτερες οικονομίες, αφήνοντας χρηματοδοτικό κενό στις χώρες της περιφέρειας. Αυτό το κενό έρχεται να καλύψει το κράτος δανειζόμενο, γι’ αυτό και έχουμε σήμερα τόσες υπερχρεωμένες χώρες.

5.Του θανάσιμου εναγκαλισμού του κράτους από το ιδιωτικό κεφάλαιο που συστηματικά επί δεκαετίες απομυζά το δημόσιο πλούτο. Δεν αναφερόμαστε μόνο στην ασύλληπτη φοροδιαφυγή του κεφαλαίου ή στη χρήση ευθέως παράνομων μεθόδων όπως το τζογάρισμα στο Χρηματιστήριο των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων. Ακόμα πιο καταστροφική είναι η απευθείας τροφοδότηση του κεφαλαίου από το κράτος με χαμηλότοκα δάνεια, επιδοτήσεις και προκλητικές φοροαπαλλαγές που υποτίθεται  ότι θα το στρέψουν σε παραγωγικές επενδύσεις. Αυτές όμως, για λόγους που θα εξηγήσουμε παρακάτω, δεν έρχονται ποτέ αφού το κεφάλαιο συνεχίζεται ν’ αποσύρεται από την παραγωγή, χωρίς μάλιστα να επιστρέψει τα λεφτά που δεν χρησιμοποίησε για το σκοπό που τα πήρε. Αυτά τα λεφτά τοποθετούνται στην εικονική οικονομία φέρνοντας νέα κέρδη, με τελική κατάληξη οι ιδιώτες να δανείζουν με ληστρικά επιτόκια το κράτος που είχε καταχρεωθεί για να τους δανείσει. Στην περίπτωση της Ελλάδας μάλιστα, είναι πραγματικά απορίας άξιο, πώς παρά την «αμέριστη συμπαράσταση» του κράτους, το ελληνικό μεγάλο κεφάλαιο κατάφερε να είναι ουσιαστικά χρεοκοπημένο.

Τελειώνοντας την εξέταση της κατάστασης της ελληνικής οικονομίας, δεν μπορούμε να μην αναφερθούμε στο έλλειμμα το οποίο επίσης δεν μπορεί να τιθασευτεί. Ήδη η τελευταία αναθεώρηση των στοιχείων από την ΕΛΣΤΑΤ, ανεβάζει το έλλειμμα του 2011 στο 9,4 % αντί του αρχικού 9 % και του 2012 στο 6,9 % αντί του αρχικού 6,6 %. Και εδώ ο στόχος του 3 % μοιάζει ανέφικτος στα χρονικά περιθώρια που έχουν τεθεί.

Γενικά, η ζοφερή κατάσταση της ελληνικής οικονομίας επιβεβαιώνεται και στο προσχέδιο του προϋπολογισμού του 2013 που προβλέπει έλλειμμα 4,2 %, ύφεση 3,8 % (τελικά 4,2 % μετά από παζάρι με την τρόϊκα), μείωση της εγχώριας ζήτησης 6,1 %, μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης 5.9 %, μείωση της δημόσιας κατανάλωσης 7,2 %, μείωση των επενδύσεων 3,7 % και αύξηση της ανεργίας στο 24,7 % ως μέσο όρο του έτους. Παρά το γεγονός ότι οι προβλέψεις αυτές είναι εσκεμμένα αισιόδοξες, παραμένουν εφιαλτικές.

Συμπερασματικά, η ακολουθούμενη οικονομική πολιτική οδηγεί σε γενική ασφυξία το σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας, κάνει αδύνατη την ανάπτυξη, μεγαλώνει το έλλειμμα, αυξάνει το δημόσιο χρέος, εκτοξεύει την ανεργία και βαθαίνει την ύφεση. Κάθε νέο πακέτο μέτρων γίνεται αιτία για το επόμενο, ούτε ένας από τους στόχους του προγράμματος προσαρμογής δεν μπορεί να επιτευχθεί και η Ελλάδα για να μείνει στην Ε.Ε. και την ευρωζώνη, πλησιάζει όλο και περισσότερο την Αφρική. Τη θέση της χώρας στο διεθνές στερέωμα χειροτερεύει και το γεγονός ότι το χρέος, που καθίσταται κάθε μέρα και λιγότερο βιώσιμο, είναι πια, μετά το PSI, κυρίως χρέος προς κράτη και όχι προς ιδιώτες.

Η κρίση αρθρώνεται πλέον σε εκατομμύρια ατομικές και οικογενειακές τραγωδίες, αφού η επέλαση της φτώχειας και η κατάρρευση κάθε κοινωνικής προστασίας μετατρέπουν την καθημερινότητα της κοινωνίας σε κόλαση. Η οικονομική κρίση μετατρέπεται βαθμιαία σε ανθρωπιστική.

Η διεθνής οικονομική κατάσταση

Η κατάσταση λοιπόν στην Ελλάδα είναι αυτή που περιγράψαμε. Όμως και οι διεθνείς εξελίξεις δεν αφήνουν κανένα περιθώριο αισιοδοξίας, αφού κινούνται παντού προς την ίδια κατεύθυνση.

Όλη η ευρωζώνη μπήκε ήδη σε ύφεση (0,4 % τον Ιούνιο 2012 με τις 10 από τις 17 χώρες να είναι υφεσιακές και τις υπόλοιπες να έχουν ασθενέστατη ανάπτυξη (Γαλλία 0,1 %, Γερμανία 1 % κλπ.). Το ίδιο ασθενής είναι η ανάπτυξη και στις Η.Π.Α. (2 %) παρά το τύπωμα χρήματος από την Fed και την εφαρμογή μιας πολιτικής εντελώς αντίθετης απ’ αυτήν που επιβάλλει στην Ευρώπη η Γερμανία.

Επίσης, η ανεργία στην ευρωζώνη βρίσκεται στο χειρότερο σημείο της από το 1997 με ποσοστό 11,1 % και 17.565.000 ανέργους, ενώ στην Ε.Ε. των 27 οι άνεργοι έφτασαν τα 24.680.000 άτομα (στοιχεία Eurostat, Μάιος 2012). Ταυτόχρονα όλες οι μεγάλες οικονομίες του πλανήτη πλην Κίνας και Γερμανίας έχουν αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο (Ιταλία -3,2 %, Η.Π.Α. -3,1 %, Καναδάς -2,8 %, Γαλλία -2,2 %, Βρετανία -1,9 % κλπ.) και πτώση βιομηχανικής παραγωγής.

Στην Ευρώπη ειδικότερα, αν εξαιρέσουμε τη Γερμανία που μέχρι στιγμής κέρδισε 68,5 δισ. €από την κρίση λόγω των ιδιαίτερα χαμηλών επιτοκίου δανεισμού, όλοι οι οικονομικοί δείκτες χειροτερεύουν μέρα με τη μέρα και όχι μόνο στο Νότο. Τα επισφαλή δάνεια στην ευρωζώνη ξεπερνούν το 1 τρισ. € (196 δισ. στη Γερμανία, 136 δισ. στην Ισπανία, 107 δισ. στην Ιταλία), το ιδιωτικό χρέος ως ποσοστό επί του ΑΕΠ είναι στις περισσότερες χώρες σε επίπεδα χειρότερα από το ελληνικό, ενώ, όπως φαίνεται και από τον παρακάτω πίνακα και το δημόσιο χρέος παρουσιάζει συνεχή επιδείνωση ως ποσοστό επί του συνολικού ΑΕΠ ευρωζώνης και Ε.Ε. αλλά και της κάθε χώρας ξεχωριστά.

 2007   2011
Δημόσιο χρέος Ευρωζώνης των 17 66,2 % 87,2 %
Δημόσιο χρέος Ε.Ε. των 27 59,0 %   82,5 %
Δημόσιο χρέος Γερμανίας 64,9 % 81,2 %
Δημόσιο χρέος Γαλλίας 63,9 % 85,8 %
Δημόσιο χρέος Ιταλίας   106,5 % 120,1 %

 

Ειδικά για την Ιταλία είναι αξιοπρόσεκτο ότι βρίσκεται κι αυτή στριμωγμένη παρόλο που έχει έλλειμμα και ανεργία χαμηλότερα του ευρωπαϊκού μέσου όρου (3,9 % και 9 % αντίστοιχα) όπως επίσης χαμηλότερο ιδιωτικό χρέος και μικρότερη φούσκα στα στεγαστικά δάνεια από τις χώρες του Βορρά.

Ακόμα χειρότερα είναι τα πράγματα στην Ισπανία η οποία από πλεόνασμα 1,9 % το 2007, βρέθηκε με έλλειμμα 11,1 % το 2009, ενώ το χρέος των νοικοκυριών έφτασε το 1,8 τρισ. και η ανεργία στο 25 %. Η πιθανότατη, όπως φαίνεται, ένταξή της στο μηχανισμό στήριξης και σε μνημόνιο ελληνικού τύπου υπό την τρόϊκα, θα είχε κομβική σημασία για την παγκόσμια οικονομία, αφού υπολογίζεται ότι για τη «διάσωσή» της θα χρειαστούν το λιγότερο 480 δισ. € – χρήματα που αυτή τη στιγμή δεν μπορούν να εξασφαλιστούν ούτε από το ΔΝΤ, ούτε από την ΕΚΤ, ούτε πολύ περισσότερο από τα άλλα κράτη. Εκτός  αυτού, στην Ισπανία η ανεργία είναι ήδη στο 25 % και τρομάζει κανείς ακόμα και να σκεφτεί που θα την φτάσει ένα πρόγραμμα ανάλογο μ’ αυτό που επιβλήθηκε στην Ελλάδα.

Μια κρίση νέου τύπου

Όλα αυτά δείχνουν ότι η κρίση που ζούμε δεν είναι ελληνική αλλά ευρωπαϊκή και παγκόσμια υπόθεση. Αν και είναι αλήθεια ότι ο καπιταλισμός είναι οι κρίσεις του πρέπει να παραδεχτούμε ότι αυτή είναι πρωτοφανής σε ένταση και βάθος και έχει νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά, διαφορετικά από τις προηγούμενες μεγάλες κρίσεις (όπως αυτές π.χ. του 1929 και του 1973). Πρόκειται για κρίση δομική, διαρθρωτική και συστημική και γι’ αυτό θα πάρει σύντομα παγκόσμιες διαστάσεις, ενώ ακόμα κι αν ξεπεραστεί με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, θα επανέλθει γρήγορα δριμύτερη. Συνδέεται με την παρούσα φάση ανάπτυξης του καπιταλιστικού συστήματος και δεν οφείλεται σε θεσμικές δυσλειτουργίες ή σε λάθη και παραλείψεις συγκεκριμένων ατόμων όσο υψηλά ιστάμενα κι αν είναι αυτά.

Κυριότερες αιτίες της είναι οι εξής:

Α. Η συνεχής πτώση του ποσοστού κέρδους ακόμα και των μεγάλων επιχειρήσεων στον εμπορικό και κυρίως στο βιομηχανικό τομέα, που οφείλεται στην υπερπαραγωγή και την υπερπροσφορά προϊόντων, στον αδυσώπητο ανταγωνισμό που ρίχνει τις τιμές και στην ανάγκη για πολύ μεγάλες και συχνές επενδύσεις παγίου κεφαλαίου, αφού η ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας επιτάσσει σ’ όποιον θέλει ν’ αντέξει τον ανταγωνισμό να ανανεώνει συνεχώς τον τεχνολογικό του εξοπλισμό.

Β. Η πτώση του ποσοστού κέρδους στην παραγωγή είχε ως συνέπεια την μετατόπιση των επενδύσεων από τη βιομηχανία στα πάσης φύσεως χρηματιστικά «προϊόντα». Έχουμε δηλαδή ανατροπή της ενδοκαπιταλιστικής ισορροπίας υπέρ του παρασιτικού καπιταλισμού και εις βάρος του παραγωγικού ή, με άλλα λόγια, υπέρ του τραπεζικού κεφαλαίου εις βάρος των άλλων μορφών του (βιομηχανικού, εμπορικού, εφοπλιστικού κλπ.). Πρόκειται για μια ιστορικής σημασίας στροφή στο εσωτερικό της αστικής τάξης προς όφελος μερίδων που δε σχετίζονται με την παραγωγική διαδικασία και άρα αδιαφορούν για την πτώση της κατανάλωσης που επιφέρει η γενικευμένη σκληρή λιτότητα. Αυτή η στροφή συνίσταται στην υπερεπέκταση του τραπεζικού τομέα και τη μετακίνηση του κεφαλαίου από την πραγματική στην εικονική οικονομία. Σήμερα, από τον όγκο των χρημάτων που κινούνται παγκοσμίως, μόνο 15 % πάει σε παραγωγικές επενδύσεις και ανταλλαγές εμπορευμάτων και υπηρεσιών, ενώ το 85 % κατευθύνεται σε χρηματιστικές τοποθετήσεις. Η αλλαγή είναι ιστορικής σημασίας γιατί ανέκαθεν πηγή του καπιταλιστικού κέρδους ήταν η απόσπαση της υπεραξίας που παράγουν οι εργαζόμενοι στην πραγματική οικονομία. Το τέχνασμα του νεοφιλελευθερισμού, πέρα από τη δίχως προηγούμενο αύξηση της αποσπώμενης υπεραξίας μέσω της υπερβολικής συμπίεσης του εργατικού κόστους και της διάλυσης του εργατικού δικαίου, είναι η κατά κάποιο τρόπο δημιουργία της υπεραξίας εκ του μηδενός με τη δημιουργία ενός «νέου είδους» χρήματος. Πρόκειται για χρήμα που παράγει χρήμα χωρίς να περάσει από την παραγωγή. Σπάει δηλαδή ο παλιός κύκλος του καπιταλισμού, όπου η αποσπώμενη υπεραξία επανεπενδυόταν στην παραγωγή για ν’ αποφέρει νέα κέρδη κ.ο.κ. Τώρα τα κέρδη παράγονται από τζογαδόρικες κινήσεις στα χρηματιστήρια, τεράστια ποσά, μαύρα και αφορολόγητα, διακινούνται μ’ ένα τηλεφώνημα, περιουσίες δημιουργούνται και χάνονται σε λίγα λεπτά, στα πλαίσια μιας οικονομίας που λειτουργεί ως καζίνο. Είναι βέβαια αλήθεια ότι σε περιόδους κρίσης το κεφάλαιο αποσύρεται από την παραγωγή γιατί λόγω της μείωσης των εισοδημάτων και της συνακόλουθης πτώσης της κατανάλωσης, έχει μικρότερα περιθώρια κέρδους. Προτιμά λοιπόν να κρύβεται στις τράπεζες και τα χρηματιστήρια περιμένοντας να περάσει η μπόρα. Αυτό έγινε και το 1929. Αυτό όμως που συμβαίνει για πρώτη φορά είναι ότι ο παρασιτισμός δεν ακολουθεί την κρίση, δεν είναι δηλαδή αποτέλεσμά της, αλλά προηγείται αυτής, είναι δηλαδή αιτία της. Με άλλα λόγια, τα κεφάλαια δεν αποσύρονται από την παραγωγή επειδή υπάρχει κρίση, αλλά αντίθετα, η κρίση υπάρχει επειδή τα κεφάλαια φεύγουν από την παραγωγή. Είναι επίσης σημαντικό να τονίσουμε ότι η σκιώδης τραπεζική αγορά που ευθύνεται πρωτίστως για την κρίση, συνεχίζει να διογκώνεται παρά την καταστροφή που επέφερε. Σύμφωνα με στοιχεία που ανακοίνωσε την 19/11/2012 το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (FSB), όργανο του G20, το μέγεθος των hedge funds και άλλων επενδυτικών σχημάτων και δραστηριοτήτων εκτός του επίσημου τραπεζικού τομέα που από 26 τρισ. δολάρια το 2002 βρισκόταν στα 62 τρισ. δολάρια το 2007, έχει ξεπεράσει τα 67 τρισ.  σήμερα δείχνοντας ότι αυτοί που δημιούργησαν την κρίση όχι μόνο δεν έβαλαν μυαλό αλλά συνεχίζουν να κερδίζουν απ’ αυτήν.

Γ. Η πρωτοφανής στην παγκόσμια ιστορία υπερσυγκέντρωση πλούτου σε ελάχιστα χέρια που αφαιρεί ρευστότητα από την παγκόσμια οικονομία δεδομένης της ανελαστικής κατανάλωσης της μεγαλοαστικής τάξης, που παρά τις υπερβολές της, δεν μπορεί να αντισταθμίσει την υποκατανάλωση τεράστιων μαζών του πληθυσμού. Σήμερα οι 3 πλουσιότεροι άνθρωποι έχουν χρήματα ίσα με το ΑΕΠ των 44 φτωχότερων χωρών, οι 250 πλουσιότεροι του πλανήτη έχουν εισόδημα ίσο μ’ αυτό του μισού πληθυσμού της Γης, το φτωχότερο 50 % των ανθρώπων μοιράζεται το 1 % του παγκόσμιου πλούτου κλπ. Τα πράγματα χειροτερεύει η ανισοκατανομή των διεθνών επενδύσεων οι οποίες τα 20 τελευταία χρόνια συγκεντρώνονται στις μεγαλύτερες οικονομίες.

Δ. Η μείωση του ρόλου του κράτους που μετά την σταδιακή υπερίσχυση του νεοφιλελευθερισμού τα τελευταία 30 χρόνια, αυτοδιαλύεται ιδιωτικοποιούμενο εκχωρώντας όλο και περισσότερες αρμοδιότητες και εξουσίες στο ιδιωτικό κεφάλαιο και επιτρέποντας την ασύδοτη δράση του. Το κράτος για πρώτη φορά από το 18ο αιώνα, εκχωρεί στο κεφάλαιο την νομισματική, εισοδηματική και φορολογική του πολιτική, αρνείται το ρόλο του συλλογικού καπιταλιστή, παράγει και καταναλώνει λιγότερο, δίνει δουλειά σε λιγότερο κόσμο, περιορίζει τις δημόσιες επενδύσεις, παύει να ρυθμίζει την αγορά εργασίας, παύει να παρέχει υπηρεσίες υγείας και παιδείας, να ελέγχει τις μεταφορές, την ενέργεια, τα δημόσια έργα, τις υποδομές και να εγγυάται την ασφάλεια. Μόνο καταστέλλει και εισπράττει φόρους προς όφελος του κεφαλαίου. Από κυρίαρχη μορφή κοινωνικής οργάνωσης μετατρέπεται σε απλό μηχανισμό μετακύλισης της κρίσης στους ασθενέστερους, βοηθώντας το κεφάλαιο και ειδικά το τραπεζικό, να ιδιωτικοποιεί τα κέρδη σε περιόδους ανάπτυξης και να κοινωνικοποιεί τις ζημιές σε περιόδους ύφεσης.

Αυτή η μείωση του ρόλου του κράτους, η σμίκρυνση θα λέγαμε της υπόστασής του μας φέρνει μπροστά σε νέα φαινόμενα και πυροδοτεί απρόβλεπτες εξελίξεις. Δεν είναι μόνο η απονομιμοποίηση της κρατικής εξουσίας στα μάτια ενός όλο και μεγαλύτερου τμήματος του κόσμου που βλέπει τη ζωή του να χειροτερεύει συνεχώς και να φτωχοποιείται βίαια. Είναι και το κενό που αφήνει το κράτος παύοντας να παίζει το ρόλο του κεντρικού διαχειριστή του λαϊκού φαντασιακού που με τους ιδεολογικούς του μηχανισμούς διαχέει στο κοινωνικό σώμα τα εθνικιστικά στερεότυπα. Αυτό το κενό σπεύδουν να καλύψουν οι φασίστες που αποκτούν ανέλπιστα ένα μεγάλο ακροατήριο στα πιο αμόρφωτα, πολιτικά καθυστερημένα και φοβικά κομμάτια της εργατικής τάξης, όλους αυτούς που βλέπουν τον κόσμο τους να καταρρέει και δεν μπορούν να καταλάβουν γιατί.

Στον οικονομικό τομέα, η πλήρης χρηματιστικοποίηση της οικονομίας, η ανατροπή της ενδοκαπιταλιστικής ισορροπίας προς όφελος του τραπεζικού κεφαλαίου και η υποχώρηση του ρόλου του κράτους μας οδηγεί επίσης μπροστά σε πρωτοφανή φαινόμενα. Ενώ για παράδειγμα από τις αρχές της ανθρώπινης ιστορίας τα κράτη ανταγωνίζονται για την απόκτηση μεγαλύτερης οικονομικής  δύναμης και πλούτου, σήμερα μοιάζουν ν’ ανταγωνίζονται για το ποιο θα φτωχύνει περισσότερο φτωχαίνοντας τους πολίτες του, στα πλαίσια μιας οικονομικής πολιτικής που θα μπορούσε να περιγραφεί με τον όρο «ανταγωνιστική ύφεση». Απ’ αυτή την πολιτική που ακολουθείται με στόχο υποτίθεται τη μείωση χρεών και ελλειμμάτων και την ανάκτηση της χαμένης ανταγωνιστικότητας, μόνη ωφελημένη είναι μια εξαιρετικά ολιγάριθμη υπερεθνική ελίτ τραπεζικών τοκογλύφων και τζογαδόρων του χρηματιστηρίου που κατέχουν και διακινούν ανύπαρκτο ουσιαστικά χρήμα, δηλαδή χρήμα που δεν περνάει από την παραγωγή και δεν αντιστοιχεί σε πραγματικά αγαθά.

Από την άποψη της οικονομικής θεωρίας, έχουμε μια επιστροφή σε ένα σκληρό μονεταρισμό που θυμίζει 18ο αιώνα, την εποχή δηλαδή που τα κράτη μετρούσαν την οικονομική τους ισχύ με βάση τη σκληρότητα του νομίσματός τους και το βάρος των αποθεμάτων τους σε χρυσό. Είναι πραγματικά παράδοξο πως όλες οι υποτιθέμενες κατακτήσεις της μεταβιομηχανικής εποχής (υπερανάπτυξη πληροφορικής και επικοινωνιών, καταναλωτική κουλτούρα, μετατόπιση από τη γεωργία και τη βιομηχανία στις υπηρεσίες, απελευθέρωση των αγορών, διάλυση του εργατικού κινήματος και αντικατάσταση των ταξικών δεσμών από άλλους που έχουν να κάνουν με το φύλο, την ηλικία, τη θρησκεία, ή την εθνικότητα) αντί να απογειώσουν τον καπιταλισμό όπως πίστευαν οι νεοφιλελεύθεροι φωστήρες τον γυρίζουν πρακτικά και θεωρητικά 250 χρόνια πίσω.

Κάτω από το βάρος της ανελέητης επίθεσης που δέχεται παγκοσμίως ο κόσμος της εργασίας, πολύς κόσμος σκέφτεται ότι είναι αδύνατο τα τζιμάνια της Wall Street και των Βρυξελλών, τα golden boys των τραπεζών, τα γεράκια των διεθνών χρηματιστηρίων και τα μέλη της πολιτικής ελίτ να μην ξέρουν τι κάνουν, να μην έχουν κάποιο σατανικό και καλά μελετημένο σχέδιο που να αποσκοπεί στην αναδιανομή του πλούτου προς όφελός τους. Πρόκειται για αντίληψη μεταφυσική που διαχέει ηττοπάθεια και απογοήτευση στις τάξεις του κινήματος. Μια ψύχραιμη ανάγνωση της πραγματικότητας και μια προσεκτική εξέταση των οικονομικών στοιχείων και των πολιτικών παραμέτρων, δείχνει ότι ο παγκόσμιος καπιταλισμός είναι σε εξαιρετικά δύσκολη θέση. Όλα τα μέσα που παραδοσιακά χρησιμοποίησε για να βγει από τις προηγούμενες κρίσεις είναι πια στο έναν ή το άλλο βαθμό ανενεργά:

i) Η ληστεία πρώτων υλών από τον τρίτο κόσμο έχει σχεδόν εξαντλήσει τα όριά της. Οι περισσότερες απ’ αυτές τις χώρες είναι ήδη ξεζουμισμένες ενώ μια σειρά από αντιδυτικά καθεστώτα κάνει όλο και πιο δύσκολη την υπεξαίρεση του ό,τι έχει απομείνει.

ii) Η εισαγωγή φτηνών εργατικών χεριών από την περιφέρεια επίσης έχει σταματήσει. Λόγω της αποβιομηχάνισης, της υψηλής ανεργίας και του συνακόλουθου ρατσισμού, τώρα όχι μόνο δε φέρνουν μετανάστες αλλά διώχνουν και τους παλιούς.

iii) Το άνοιγμα νέων αγορών επίσης δεν μπορεί να λειτουργήσει ως ανάσχεση στην κρίση. Η φτώχεια στον πλανήτη είναι πια τόσο ενδημική που το 75 % σχεδόν του παγκόσμιου πληθυσμού δεν μπορεί να αγοράσει τίποτα από τα προϊόντα των προηγμένων χωρών όσο κι αν πέσουν οι τιμές. Σήμερα, από τα 7 δισ. του παγκόσμιου πληθυσμού τα 3,3 (47 %) ζουν με εισόδημα μικρότερο των δύο δολαρίων την ημέρα. Η είσοδος της γενικευμένης φτώχειας στο κέντρο του καπιταλιστικού συστήματος κάνει τα πράγματα χειρότερα και δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να θεωρηθεί συνειδητή και ορθολογική επιλογή της άρχουσας τάξης. Με αυτή την έννοια, το υποτιθέμενο σχέδιο κινεζοποίησης αρχικά του Νότου και στη συνέχεια ίσως όλης της Ευρώπης – στο οποίο τόσο συχνά αναφέρεται η αριστερά – είναι αδύνατον να προχωρήσει εφόσον παραβλέπει την παράμετρο της κατανάλωσης. Στα πλαίσια του παγκοσμιοποιημένου καπιταλιστικού συστήματος η κατάσταση στις χώρες της περιφέρειας συνδεόταν πάντα διαλεκτικά  με την κατάσταση στις χώρες του κέντρου. Η υπερβολική συμπίεση του εργατικού κόστους στην περιφέρεια και τις χώρες του τρίτου κόσμου αποσκοπούσε πάντα στην αύξηση της κατανάλωσης στις χώρες του κέντρου μέσω της πτώσης της τιμής των προϊόντων. Σε έναν κόσμο που τα ¾ του πληθυσμού κυριολεκτικά πεινάνε, η κινεζοποίηση του ευρωπαίου εργαζόμενου θα έφερνε το κεφάλαιο μπροστά σ’ ένα δισεπίλυτο πρόβλημα, πέρα από το ενδεχόμενο της κοινωνικής έκρηξης: Ποιος τελικά και σε τι τιμές, θα αγόραζε τα προϊόντα των Κινέζων ή των κινεζοποιημένων εργαζομένων;

iv) Η διεξαγωγή παγκόσμιων ή τοπικών πολέμων ως μέσο για την αναθέρμανση της οικονομίας είναι πια κι αυτή δύσκολη όχι μόνο λόγω της τεράστιας ισχύος ακόμη και των συμβατικών όπλων και της σχετικής ισορροπίας δυνάμεων, αλλά κυρίως λόγω της τεράστιας διασποράς του κεφαλαίου που κάνει αδύνατη τη συσπείρωση των εθνικών καπιταλισμών πίσω από τις πολεμικές τους μηχανές. Με το ίδιο άτομο ή επιχειρηματικό όμιλο να κατέχει πλήθος επιχειρήσεων σε διαφορετικούς τομείς της οικονομίας διαφορετικών χωρών, είναι λίγο δύσκολο να φανταστούμε ποιος θα βομβαρδίσει ποιόν.

v) Η εγκαθίδρυση δικτατορικών καθεστώτων στις χώρες της περιφέρειας με σκοπό τη διάλυση των οργανώσεων της εργατικής τάξης και το ξεπούλημα του εθνικού τους πλούτου είναι κι αυτή προβληματική μετά από τόσες δεκαετίες κοινοβουλευτισμού σε όλες τις χώρες του δυτικού κόσμου. Δεν είναι μόνο ότι οι κοινωνίες θα δεχτούν πιο δύσκολα απ’ ότι παλιά μια τέτοια επιβολή, αλλά και ότι το ίδιο το σύστημα έχει «ξεσυνηθίσει» να υιοθετεί τέτοιες λύσεις αφού πετύχαινε αλλιώς τους σκοπούς του. Παράλληλα, τέτοιου είδους «λύσεις» ενέχουν μια τεράστια αντίφαση στον πυρήνα τους: η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας και η αποδυνάμωση των κρατικών οντοτήτων πολύ δύσκολα μπορεί να συνδυαστεί με την τυπική στα δικτατορικά καθεστώτα ενίσχυση των εθνικιστικών αντανακλαστικών.

vi) Η επιλογή του κεφαλαίου να βγει από την κρίση μέσω μιας φυγής προς τα μπρος, με τόνωση των επενδύσεων, των εισοδημάτων και της κατανάλωσης είναι στις σημερινές συνθήκες κυριολεκτικά αδύνατη αφού μια τέτοια πολιτική θα προϋπέθετε ρήξη με τα συμφέροντα του τραπεζικού κεφαλαίου. Μια τέτοια ρήξη είναι αδύνατη από τη στιγμή που το πολιτικό προσωπικό εξυπηρετεί ευθέως τα συμφέροντα των τραπεζών. Πράγματι, μια τυπική καπιταλιστική λογική θα επέβαλε μια πολιτική εντελώς αντίθετη απ’ αυτήν που ακολουθείται τώρα. Όλοι πια αναγνωρίζουν ότι η κρίση δεν οφείλεται στην αφθονία χρήματος αλλά στην άνιση κατανομή του. Δεν οφείλεται στην υπερκατανάλωση αλλά στην υποκατανάλωση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού που δεν έχει πρόσβαση σε βασικά είδη ή υπηρεσίες ζωτικής σημασίας. Η ύφεση που επιβάλλεται στις υπερχρεωμένες χώρες μεγαλώνει το χρέος ως ποσοστό επί του ΑΕΠ – αφού αυτό πέφτει – αλλά πλήττει και τις εξαγωγικές οικονομίες των χωρών που την επιβάλλουν. Η Γερμανία για παράδειγμα, η οποία αντλεί τα πλεονάσματά της από τα ελλείμματα των άλλων, έκανε το 2010 το 55,5 % των εξαγωγών της στην ευρωζώνη και το 16,6 % στις χώρες του νότου. Επίσης το 91 % του ΑΕΠ της ευρωζώνης καταναλώνεται εντός της, πράγμα που σημαίνει ότι η λιτότητα που επιβάλλεται σε κάποια μέλη της – ολοένα και περισσότερα – θα την πλήξει συνολικά. Ακόμη, όπως είδαμε, το χρέος της ευρωζώνης έφτασε πέρυσι στο 87,2 % και φέτος θα ανέβει κι άλλο, ενώ το χρέος των Η.Π.Α. έχει περάσει το 100 % του ΑΕΠ τους. Αυτά τα χρέη είναι αδύνατο να πληρωθούν όσο υπάρχει ύφεση, γιατί αυτή καθηλώνει ή ρίχνει τις τιμές, με αποτέλεσμα να ανεβαίνει η αξία του χρήματος – που βρίσκεται συγκεντρωμένο σε τράπεζες – και να χρειάζονται έτσι όλο και περισσότερα πραγματικά αγαθά για την αποπληρωμή των χρεών.

Το αδιέξοδο αρχίζουν να το αντιλαμβάνονται σιγά-σιγά οι αστοί πολιτικοί παλαιότερης γενιάς και οι διανοούμενοι της άρχουσας τάξης γι’ αυτό και ένα όλο και μεγαλύτερο μέρος του αστικού κόσμου αρχίζει να ζητά την άσκηση μιας μη υφεσιακής πολιτικής. Ωστόσο, μια τέτοια πολιτική ίσως να είναι πια πραγματικά αδύνατη, στο βαθμό που η ανάπτυξη της τελευταίας 20ετίας ήταν εντελώς αποσυνδεδεμένη από την παραγωγή. Η κρίση δηλαδή, έχει αρχίσει πια να φαίνεται ότι είναι μια παγκοσμίων διαστάσεων προσαρμογή της εικονικής οικονομίας στην πραγματική, η οποία αργά ή γρήγορα θα συνέβαινε. Σήμερα το παγκόσμιο ΑΕΠ αντιστοιχεί σε 54 τρισ. δολάρια αλλά τα αποθεματικά των τραπεζών – αν δεν υπάρχουν κρυφά ποσά – σε 630 τρισ. δολάρια. Και μόνο αυτά τα δύο νούμερα δείχνουν ότι οι τράπεζες που έχουν επιβληθεί σα δύναμη κατοχής πάνω στην κοινωνία, δανείζουν ψεύτικο χρήμα, δηλαδή χρήμα που αντλούν  από την εικονική οικονομία, αλλά εξοφλούνται με αληθινό, δηλαδή χρήμα  που αφαιρούν από την πραγματική οικονομία. Μ’ αυτή την έννοια, όταν οι νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις λένε ότι δεν μπορούν να ασκήσουν άλλη πολιτική από την πολιτική σκληρής λιτότητας, λένε αλήθεια αφού οποιαδήποτε άλλη πολιτική θα ήταν αντίθετη στα συμφέροντα των τραπεζών. Με άλλα λόγια, χωρίς να χτυπηθεί η κερδοφορία του τραπεζικού κεφαλαίου, δεν υπάρχει πιθανότητα εξόδου  από την κρίση όσο μέτρα κι αν ληφθούν, όσο σκληρά κι αν είναι αυτά για τους λαούς. Όσο τα κράτη θα εγγυώνται και θα καλύπτουν τα χρέη των τραπεζών, το ρίσκο των ασύδοτων τραπεζικών δραστηριοτήτων θα μεταφέρεται σε κρατικούς προϋπολογισμούς και θα τους βυθίζει.

Με αυτές τις συνθήκες η αναπτυξιακή πολιτική μοιάζει με άπιαστο όνειρο. Ακόμα και οι προτάσεις που πλασάρονται ως ριζοσπαστικές όπως π.χ. η έκδοση ευρωομολόγου, δεν μπορούν αν υλοποιηθούν να οδηγήσουν σε ανάπτυξη αλλά, στην καλύτερη περίπτωση, σε μια ύφεση τύπου Η.Π.Α. ή Βρετανίας, δηλαδή μια ύφεση που δε θα συνοδεύεται από το μόνιμο φόβο κρατικής χρεοκοπίας αφού αυτές οι χώρες που ελέγχουν το νόμισμά τους, όταν δεν μπορούν να πουλήσουν ομόλογα στις αγορές βάζουν τις κεντρικές τους τράπεζες να τα αγοράσουν με χρήμα που μόλις έκοψαν.

Όλα αυτά δείχνουν ότι ο αντίπαλος δεν είναι άτρωτος. Όλοι οι δρόμοι εξόδου του καπιταλισμού από τις κρίσεις του μοιάζουν να έχουν κλείσει ή να έχουν στενέψει. Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει είναι πολλά και σοβαρά και σ’ αυτά πρέπει να προστεθεί και η μείωση της αποτελεσματικότητας της αστικής προπαγάνδας για τους εξής λόγους:

α) Η αποδυνάμωση του κράτους αποδυναμώνει φυσικά και τους ιδεολογικούς του μηχανισμούς.

β) Ο καπιταλισμός διεθνώς δεν έχει κανένα άλλοθι για την κρίση που είναι «όλη δική του» αφού τα τελευταία 20 χρόνια παίζει χωρίς αντίπαλο. Ούτε δυνατό συνδικαλιστικό κίνημα υπάρχει όπως στις δεκαετίες του ’60 και του ’70, ούτε το αντίπαλο δέος της ΕΣΣΔ που υποτίθεται ότι εξανάγκαζε τις δυτικές χώρες σε αυξημένη ροή κοινωνικών πόρων προς τους εξοπλισμούς.

γ) Η σημερινή κοινωνία παρά το γεγονός ότι έχει σε μεγάλο μέρος της αποσυρθεί τα τελευταία 30 χρόνια από τους κοινωνικούς αγώνες, έχει και υψηλότερο επίπεδο μόρφωσης και μνήμες ευμάρειας που πάνε δυο και τρεις γενιές πίσω και άρα δε θα θεωρήσει τη φτώχεια δοσμένη από το Θεό… και δε θα τη δεχτεί αμαχητί.

δ) Η σκληρή λιτότητα περιορίζει έως εξαφάνισης τη μεσαία τάξη που πάντα λειτουργούσε, όσο τουλάχιστον είχε ένα μίνιμουμ αξιοπρεπούς διαβίωσης, ως δεκανίκι σε όλες της συντηρητικές επιλογές του κεφαλαίου.

Όπως φαίνεται απ’ όλα τα παραπάνω, οι αντιφάσεις του καπιταλιστικού συστήματος είναι πια τόσο οξυμένες, ώστε η λύση του οικονομικού δράματος δεν μπορεί παρά να είναι πολιτική. Αυτό ισχύει βέβαια και για την περίπτωση της Ελλάδας.

Ελληνικός καπιταλισμός: ένας πολύ φτωχός συγγενής

Η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας είναι αδύνατη με τα μνημόνια ακόμα κι αν πετύχουμε κάποιες επουσιώδεις ελαφρύνσεις όπως η επιμήκυνση, η πτώση των επιτοκίων ή ένα νέο κούρεμα του χρέους. Το πρόγραμμα έτσι κι αλλιώς δεν βγαίνει όσες επιμέρους βελτιώσεις και να γίνουν. Παρά την προπαγάνδα τρόικας, Κυβέρνησης και ΜΜΕ, χρεοκοπημένο δεν είναι το ελληνικό κράτος αλλά ο ελληνικός καπιταλισμός που πασχίζει με τα μνημόνια να φορτώσει τη χρεοκοπία του στην κοινωνία.

Πράγματι, ο ελληνικός καπιταλισμός, πάντα αντιπαραγωγικός, παρασιτικός και κρατικοδίαιτος, πάντα έκνομος ακόμα και με καπιταλιστικά κριτήρια νομιμότητας, με μόνιμη έλλειψη επενδυτικής νοοτροπίας ακόμα και στις καλές εποχές, είναι σήμερα πιο καχεκτικός από ποτέ. Εξαιρετικά αποδυναμωμένος οικονομικά, αλλά μετά την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και γεωπολιτικά, παίζει έναν ουσιαστικά ασήμαντο διεθνή ρόλο. Από την ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ το 1979 και ιδιαίτερα μετά το Μάαστριχτ (1992) και την ΟΝΕ (2002), όχι μόνο έχασε το παλιό δασμολογικό δίχτυ προστασίας του αλλά βρέθηκε και με ένα νόμισμα πολύ σκληρό «για τα κυβικά του» ενώ είναι και εκτεθειμένος σ’ έναν ανταγωνισμό που δεν μπορεί να αντέξει. Επίσης, εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από την εγχώρια αγορά, αφού λόγω κυρίως του σκληρού νομίσματος, το οποίο μάλιστα δεν ελέγχει, ούτε είναι εξαγωγικός, ούτε έχει τις υποδομές να γίνει.

Για όλους αυτούς τους λόγους, η πολιτική σκληρής λιτότητας και εσωτερικής υποτίμησης που επιβάλλουν οι δανειστές και δουλικά αποδέχεται η ελληνική αστική τάξη και το πολιτικό της προσωπικό, τελικά θα πλήξει και την ίδια. Είναι ενδεικτικό ότι σήμερα ακόμα και οι τράπεζες είναι χρεοκοπημένες, πληρώνοντας τη λανθασμένη επιλογή τους να βασίσουν τα τελευταία 20 χρόνια την κερδοφορία τους σχεδόν αποκλειστικά στην ψαλίδα των επιτοκίων καταθέσεων-χορηγήσεων και στη φάμπρικα των κάθε είδους δανείων. Ακόμα λοιπόν κι αν ολόκληρη η χώρα μετατραπεί σε ειδική οικονομική ζώνη, τα οφέλη θα είναι σίγουρα μεγαλύτερα για το ξένο κεφάλαιο απ’ ότι για το ελληνικό.

Μέσα σ’ αυτή την κατάσταση, ο ελληνικός καπιταλισμός αφήνοντας κατά μέρος τις ανοησίες περί «ισχυρής Ελλάδας», «αειφόρου ανάπτυξης», «διείσδυσης στα Βαλκάνια» κλπ., ξεχνώντας την ευφορία της εποχής του χρηματιστηρίου (μόνο το 1,5 % των κωδικών του 1999 παραμένουν ενεργοί) και τους μεγαλοϊδεατισμούς της εποχής των ολυμπιακών αγώνων, κάνει αλλεπάλληλες σπασμωδικές κινήσεις πανικού: Δίνει γη και ύδωρ για να μείνει στην ευρωζώνη ακολουθώντας μια πολιτική που κάνει σίγουρη την έξοδό του απ’ αυτή, συμπιέζει απίστευτα το εργατικό κόστος δηλαδή το μόνο παραγωγικό συντελεστή που δεν αποτελεί πρόβλημα, δίνει υποσχέσεις που θα διαψευστούν σε λίγες μόνο ημέρες (όπως, π.χ. ότι τα μέτρα αυτά είναι τα τελευταία), θέτει στόχους που δεν μπορεί καν να πλησιάσει (ανάπτυξη από το 2013, χρέος στο 120 % του ΑΕΠ το 2020 κλπ.), καίει τη μία μετά την άλλη τις πολιτικές του εφεδρείες (ΛΑ.Ο.Σ., ΔΗΜ.ΑΡ.) ανασύροντας ακόμα και την Χρυσή Αυγή από τον υπόνομο του πολιτικού συστήματος. Μοιάζει να έχει χάσει κάθε ένστικτο αυτοσυντήρησης, να βιάζεται να ακολουθήσει την κοινωνία στο βυθό που την έσπρωξε, την ίδια στιγμή που οι Ευρωπαίοι «εταίροι» του ετοιμάζονται να τον πετάξουν κλωτσηδόν απ’ τα σαλόνια τους, σαν τον παρείσακτο επαρχιώτη που μπήκε λαθραία στη γιορτή. [2]

Αλλά και στο πολιτικό επίπεδο η ελληνική άρχουσα τάξη βρίσκεται σε δύσκολη θέση,  προσπαθώντας με την πιο αδύναμη κυβέρνηση [3] της σύγχρονης ιστορίας της χώρας να περάσει αλλεπάλληλα πακέτα σκληρών μέτρων. Σ’ αυτή την αδυναμία που θα εντείνεται όσο οι δανειστές απαιτούν νέα μέτρα, οφείλεται και η πρωτοφανής ένταση του αυταρχισμού και της καταστολής, που δεν περιορίζεται βέβαια στην αστυνομική κτηνωδία ή στη συνεργασία του κράτους με το φασιστικό παρακράτος της Χρυσής Αυγής, αλλά πάει πολύ παραπέρα: Η δημοκρατία ακυρώνεται ακόμα και στην αντιπροσωπευτική της, κοινοβουλευτική, έκφανση, το Σύνταγμα κουρελιάζεται καθημερινά, καταστρατηγούμενο με κάθε τρόπο και από κάθε φορέα νομοθετικής, εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας, η χώρα κυβερνάται συνεχώς υπό καθεστώς εκτάκτου ανάγκης, τα ΜΜΕ ελέγχονται ασφυκτικά σα να βρισκόμαστε σε δικτατορία.

Ακόμα και το υπουργικό συμβούλιο αντικαθίσταται από τη σύσκεψη των τριών αρχηγών όταν δεν αποφασίζει μόνος του ο Σαμαράς. Κορυφαίο όμως δείγμα του συνεχούς ακρωτηριασμού της όποιας δημοκρατίας υπήρχε στη χώρα, αποτελεί το γεγονός ότι η κυβέρνηση όχι μόνο έσπευσε να περάσει ολόκληρο το τρίτο μνημόνιο σ’ ένα μόλις άρθρο, με τη διαδικασία του κατεπείγοντος και εφαρμόζοντας σκληρή κομματική πειθαρχία, αλλά και ότι 10 μόλις μέρες μετά πέρασε με τη μορφή πράξεων νομοθετικού περιεχομένου όσα μέτρα δεν τόλμησε να φέρει στη Βουλή. Τα μέτρα αυτά δεν αποτελούν επουσιώδεις συμπληρώσεις ή τεχνικές λεπτομέρειες όπως ισχυρίζεται η επίσημη προπαγάνδα αλλά σχεδόν αποτελούν ένα τέταρτο επαχθές μνημόνιο, επιφέροντας νέα χτυπήματα στον κόσμο της εργασίας και σε όλη την κοινωνία.

Όμως είναι σίγουρο ότι όση μαύρη προπαγάνδα κι αν γίνει περί της δήθεν αναπόδραστης αναγκαιότητας των νέων μέτρων, η μάχη θα κριθεί στην πραγματική ζωή και την πραγματική οικονομία και όχι στις ασκήσεις επί χάρτου της τρόικας και της Κυβέρνησης. Τα νέα μέτρα μπορεί να πέρασαν αλλά δε θα εφαρμοστούν –τουλάχιστον στο εισπρακτικό τους μέρος – γιατί πολύ απλά ο κόσμος δεν έχει πια τα λεφτά που θέλουν να του πάρουν. Σημασία δεν έχει ποιούς στόχους βάζεις αλλά ποιούς επιτυγχάνεις, δεν μετράει δηλαδή πόσους φόρους επιβάλλεις αλλά πόσους εισπράττεις. Η πρωτοφανής αναντιστοιχία των επιβαλλόμενων φόρων με τη φοροδοτική ικανότητα του γενικού πληθυσμού που θυμίζει καθεστώτα ανατολικής δεσποτείας, δε δείχνει μόνο κοινωνική αναλγησία. Δείχνει κυρίως πανικό και έλλειψη επαφής με την πραγματικότητα. Οι νέες μειώσεις μισθών, συντάξεων και κοινωνικών επιδομάτων και οι νέες αυξήσεις φόρων θα μεγαλώσουν κι άλλο την ύφεση και την ανεργία χωρίς να μειώσουν το χρέος. Ένα νέο πακέτο μέτρων αρχίζει κιόλας να σχηματοποιείται για το Γενάρη ή το αργότερο για την άνοιξη, ακριβώς εξαιτίας της αποτυχίας του τωρινού. Η κάθοδος στον Άδη θα συνεχιστεί. Εκτός αν τη σταματήσει η οργανωμένη κοινωνική αντίδραση.

Και τώρα τί κάνουμε…;

Πρώτο και άμεσο καθήκον του κινήματος είναι η όσο το δυνατό συντομότερη ανατροπή και αυτής της μνημονιακής κυβέρνησης. Έχει σημασία να τη ρίξουμε πριν πέσει μόνη της ή υπό την πίεση των δανειστών, ώστε να καταλάβουν όλοι ότι οι κυβερνήσεις που παίρνουν τέτοια μέτρα δεν μπορούν να σταθούν. Παράλληλα, είναι απαραίτητος ο συντονισμός όλων των συλλογικοτήτων και των κοινωνικών κινημάτων με στόχο την οικοδόμηση δικτύων κοινωνικής αλληλεγγύης που θα αποτρέψουν την καταβαράθρωση του βιοτικού επιπέδου της κοινωνίας.

Δίνουμε λοιπόν τη μάχη για την παροχή τροφής, στέγης και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης σε όλους, για τη διοργάνωση συσσιτίων και κοινωνικών ιατρείων όπου είναι απαραίτητο, για να μην κλείσει κανένα νοσοκομείο και κανέναν σχολείο, για να μην γίνουν απολύσεις στο δημόσιο και να μην περάσουν στην πράξη τα βάρβαρα εργασιακά μέτρα στον ιδιωτικό τομέα, για να μην χάσει κανείς δανειολήπτης το σπίτι του, για να υπάρξει δίκτυο νομικής υποστήριξης απολυμένων ή απλήρωτων εργαζόμενων, για να συγκροτηθεί μια οργανωμένη και μαζική άρνηση πληρωμής των ληστρικών και αντισυνταγματικών χαρατσιών και για να τσακιστούν οι φασιστικές συμμορίες που δρουν ως το μακρύ χέρι του κράτους και του κεφαλαίου με στόχο τη διάλυση του εργατικού κινήματος.

Ακόμα οι απεργίες μας πρέπει να οργανωθούν καλύτερα με παράκαμψη της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας που τις σαμποτάρει συστηματικά, απεργιακά ταμεία, επιτροπές αγώνα, πυρήνες σε μικρότερες εργασιακές μονάδες, περιφρούρηση ενάντια στους απεργοσπάστες, διακλαδικό συντονισμό, συμπόρευση με ανέργους, φοιτητές, μετανάστες και λαϊκές συνελεύσεις οι οποίες πρέπει να ενισχυθούν και να οργανωθούν καλύτερα.

Επίσης είναι απαραίτητη η οργάνωση άμυνας στην αστυνομική καταστολή, ιδιαίτερα στις μεγάλες διαδηλώσεις και πορείες. Είναι βέβαια αλήθεια ότι για να τους νικήσουμε στο δρόμο πρέπει πρώτα να τους έχουμε νικήσει πολιτικά, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να αμυνθούμε στην καταστολή που έχει πια πάρει διαστάσεις ωμής βίας. Η ίδια η λογική των διαδηλώσεων πρέπει ίσως να αλλάξει. Μια πορεία που κατευθύνεται στο Σύνταγμα, όσο μεγάλη κι αν είναι, δεν έχει καμία πιθανότητα επιτυχίας. Όσοι συμμετέχουν τα τελευταία χρόνια σε τέτοιες διαδηλώσεις έχουν πλέον καταλάβει πολύ καλά ότι η πλατεία Συντάγματος αποτελεί πια για τους διαδηλωτές κυριολεκτικά άβατο. Είναι πολύ εύκολο για την αστυνομία να την κρατήσει συγκεντρώνοντας εκεί τις δυνάμεις της, ρίχνοντας βροχή δακρυγόνων και χειροβομβίδων κρότου-λάμψης, χρησιμοποιώντας αν υπάρξει ανάγκη και τα νέα της αποκτήματα όπως οι αντλίες νερού, οι πλαστικές σφαίρες ή ό,τι άλλο χρειαστεί. Αν πραγματικά θέλουμε μια δυναμική αντίδραση που θα σηκώσει το ηθικό του κόσμου και θα φοβίσει την αστυνομία δείχνοντάς της ότι δεν παίζει χωρίς αντίπαλο, χρειάζεται μια αλλαγή του «γενικού σχεδίου» των διαδηλώσεων, αν υποθέσουμε ότι μέχρι τώρα υπήρχε τέτοιο: Προσυγκεντρώσεις σε διάφορα σημεία της πόλης, μικρότερα και ταυτόχρονα συλλαλητήρια σε κεντρικά σημεία πολλών γειτονιών, αποκλεισμοί δρόμων, καταλήψεις δημοσίων κτιρίων, κόσμος εφοδιασμένος τουλάχιστον με αντιασφυξιογόνες μάσκες και κράνη μοτοσικλετιστή, είναι μερικά μόνο βήματα προς αυτή την κατεύθυνση. Δεν είναι δυνατό να συνεχιστεί μια κατάσταση όπου δεκάδες ή εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι κατευθύνονται στο Σύνταγμα σαν πρόβατα επί σφαγή, για να δεχτούν πριν καλά-καλά φτάσουν εκεί (αν δεν προσαχθούν προληπτικά από ασφαλίτες) την ωμή επίθεση των ΜΑΤ και των ομάδων ΔΕΛΤΑ που συμπεριφέρονται πλέον εντελώς απροσχημάτιστα σαν εγκληματική συμμορία όπως άλλωστε και οι χρυσαυγίτες ομοϊδεάτες τους.

Εννοείται ότι ένα τέτοιο σχέδιο δεν μπορεί να συγκροτηθεί χωρίς κάποιου είδους κεντρικό σχεδιασμό, χωρίς δηλαδή τη συμβολή των κομμάτων και των οργανώσεων της αριστεράς τα οποία έχουν τις οργανωτικές δομές, τους οικονομικούς πόρους και τη μαζική συμμετοχή που απαιτείται. Δυστυχώς κάτι τέτοιο μοιάζει αυτή τη στιγμή πολύ μακρινό, δεδομένου ότι οι ηγεσίες της κοινοβουλευτικής Αριστεράς είναι απόλυτα συστημικές και ρεφορμιστικές. Ο μόνος τρόπος τα κομματικά επιτελεία να κινηθούν προς αυτή την κατεύθυνση, είναι να συρθούν από την πίεση της βάσης και γι’ αυτό άλλωστε είναι κεφαλαιώδους σημασίας το ζήτημα της συνειδητοποίησης του κόσμου της Αριστεράς και της συνεργασίας του, έστω σε επίπεδο πράξης, με τον α/α χώρο,  κάθε είδους κινηματική δομή (π.χ. λαϊκές συνελεύσεις), μετανάστες κλπ.

Απώτερος μεγάλος στόχος όλων των παραπάνω, πρέπει να είναι η διοργάνωση γενικής πολιτικής απεργίας διαρκείας, αν είναι δυνατό και σε συντονισμό με εργαζομένους άλλων χωρών που πλήττονται από την κρίση. Αυτή η διεθνιστική διάσταση είναι σήμερα πιο απαραίτητη από ποτέ, εφόσον το πρόβλημα δεν είναι εγχώριο αλλά διεθνές, ενώ και ο αντίπαλος είναι οργανωμένος σε διεθνές επίπεδο. Μια επιτυχημένη γενική πολιτική απεργία θα είχε παγκόσμιο αντίκτυπο, θα όπλιζε τον κόσμο με εμπιστοσύνη στον εαυτό του και πιθανόν θα ανέτρεπε τις ξεπουλημένες ηγεσίες των συνδικάτων – πράγμα απαραίτητο για το ξεπέρασμα του γραφειοκρατικού συνδικαλισμού. Με άλλα λόγια θα ανέβαζε το γενικό επίπεδο του κινήματος και θα δρομολογούσε ίσως νέες εξελίξεις, ενώ είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα ανέτρεπε την κυβέρνηση Σαμαρά.

Τέλος, το κίνημα πρέπει να κατεβάσει πιο προωθημένα αιτήματα, να θέσει πιο φιλόδοξους στόχους που να πηγαίνουν πολύ πιο πέρα από τη μερική ανάκτηση όσων χάθηκαν τα τελευταία χρόνια. Έξοδος της χώρας από την Ε.Ε. και την ευρωζώνη, ολοκληρωτική διαγραφή του χρέους, διαγραφή των χρεών όλων των χωρών προς τις τράπεζες, κοινωνικοποίηση των τραπεζών, άμεση κατάργηση όλων των μνημονιακών νόμων, εργατικός έλεγχος παντού και ειδικά στις επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα που κλείνουν με πέρασμά τους στα χέρια των εργαζομένων, βαρύτατη φορολόγηση της Εκκλησίας (αν όχι απόλυτη κοινωνικοποίηση της περιουσίας της), δήμευση των περιουσιών όσων έβγαλαν αφορολόγητα κεφάλαια στο εξωτερικό, διάλυση των ΜΑΤ και των ομάδων ΔΕΛΤΑ, ανασυγκρότηση της χώρας με ανασύσταση του παραγωγικού ιστού της και αλλαγή του γενικού οικονομικού μοντέλου προς την κατεύθυνση του περάσματος των μέσων παραγωγής στα χέρια των εργαζομένων, των πραγματικών δηλαδή παραγωγών του πλούτου.

Πολύ σημαντικό είναι να μπορέσει να υπάρξει μια συμφωνία των δυνάμεων της αριστεράς και του ελευθεριακού χώρου πάνω σε ένα μίνιμουμ μεταβατικό πρόγραμμα ανόρθωσης της χώρας και ανακούφισης της κοινωνίας και ιδιαίτερα των πιο αδύναμων στρωμάτων της, η οποία δέχεται την πιο σκληρή επίθεση της μεταπολεμικής περιόδου. Δεν αναφερόμαστε σε μια ανέφικτη και ίσως αχρείαστη ιδεολογική ενότητα, αλλά σε μια ενότητα στη δράση που είναι και εφικτή και απαραίτητη. Αυτή η ενότητα στη δράση μπορεί να επιτευχθεί πάνω στη βάση της αυτό-οργάνωσης του κόσμου με στόχο την ικανοποίηση συγκεκριμένων αιτημάτων (π.χ. άρνησης πληρωμής φόρων, ματαίωση του κλεισίματος νοσοκομείων ή των συγχωνεύσεων των σχολείων κλπ.).

Για να γίνουν όλα αυτά χρειάζεται η επικοινωνιακή αντεπίθεση του κινήματος μέσω μιας εντατικής εκστρατείας ενημέρωσης του κόσμου η οποία πρέπει να γίνει με επιστημονικό τρόπο και να επικεντρωθεί κυρίως στα εξής θέματα:

α) Πώς φτάσαμε ως εδώ. Πώς και από ποιούς δημιουργήθηκε το χρέος.

β) Γιατί τα προγράμματα που επιβάλλει η τρόικα οδηγούν τη χώρα σε αδιέξοδο.

γ) Ποιός είναι ο ρόλος της ελληνικής αστικής τάξης και του πολιτικού της προσωπικού.

δ) Ποιές είναι οι αδυναμίες του αντιπάλου. Σε ποιό βαθμό έχουν οξυνθεί οι αντιφάσεις του καπιταλιστικού συστήματος και ποιές προοπτικές υπάρχουν για την ανατροπή του μέσω της όξυνσης της ταξικής πάλης.

ε) Πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την άνοδο του φασισμού και ποιός είναι ο πραγματικός του ρόλος.

στ) Ποιοί πρέπει να είναι οι κύριοι άξονες ενός προγράμματος άμεσης ανόρθωσης της οικονομίας της χώρας και σε ποιά σημεία μπορεί να επιτευχθεί μια σύγκλιση όλων των προοδευτικών, αριστερών, αντιφασιστικών και αναρχικών/αντιεξουσιαστικών δυνάμεων.

Μια τέτοια εκστρατεία ενημέρωσης θα έχει ως αποτέλεσμα την ανύψωση του ηθικού του κόσμου και την εδραίωση της πεποίθησής του ότι μπορεί να τα καταφέρει, ενώ παράλληλα θα εξόπλιζε το κίνημα με μια ανώτερου επιπέδου τακτική και στρατηγική, που με δεδομένοι ότι σήμερα η πολιτική και οικονομική ελίτ άρχει χωρίς όμως πια να ηγεμονεύει, θα το βοηθούσε να αναλάβει την κοινωνική ηγεμονία με την γκραμσιανή έννοια.

Είναι γνωστή η άποψη του Λένιν πως οι κυριότερες προϋποθέσεις για την δημιουργία μιας επαναστατικής κατάστασης είναι: α) οι εκμεταλλευόμενοι να μην αντέχουν πια να κυβερνώνται όπως πριν και β) οι εκμεταλλευτές να μην μπορούν πια να κυβερνούν όπως πριν. Κι αν το πρώτο είναι κάτι που συμβαίνει πολύ συχνά στην ιστορία και δεν είναι αντικειμενικά μετρήσιμο, το δεύτερο συμβαίνει πολύ σπάνια και μπορεί να μετρηθεί με ακρίβεια. Μπροστά σε μία τέτοια κατάσταση βρισκόμαστε σήμερα. Η πορεία του καπιταλισμού τα τελευταία 30 χρόνια έχει οξύνει τόσο πολύ τις αντιφάσεις του που τα προβλήματά του δείχνουν πραγματικά άλυτα. Όλο το σύστημα είναι μπλοκαρισμένο, κανένα από τα προγράμματα ανάκαμψης δεν είναι υλοποιήσιμο. Η αντίφαση των παραγωγικών δυνάμεων και των παραγωγικών σχέσεων είναι τόσο έντονη όσο λίγες φορές στην ανθρώπινη ιστορία. Ο αντίπαλος λοιπόν δεν είναι άτρωτος και παντοδύναμος. Ο καπιταλισμός είναι πλέον ένα σύστημα ξεπερασμένο που θέτει σε κίνδυνο την ίδια την ύπαρξη της ανθρωπότητας. Οι υλικές προϋποθέσεις για την ανατροπή του ωριμάζουν ταχύτατα. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι θα πέσει από μόνος του ή ότι το έργο της ανατροπής του θα είναι εύκολο. Σημαίνει απλά ότι θα πρέπει να αρχίσουμε να το σκεφτόμαστε και να συζητάμε σαν κάτι που αφορά την παρούσα ιστορική φάση και όχι ένα απροσδιόριστο μέλλον. Σημαίνει ότι δεν πρέπει να τους υπερτιμάμε και να τους φοβόμαστε παραπάνω απ’ όσο τους πρέπει και ότι αξίζει τον κόπο να δοκιμάσουμε να πάμε ένα βήμα παραπέρα έστω κι αν δεν ξέρουμε ακόμα πόσο μακριά μπορεί να μας οδηγήσει αυτό το βήμα. [4]

Σημειώσεις:

1.Αναθεωρημένα στοιχεία που η ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε την 6/10/2012 αναθεωρώντας τα αρχικά 3,5 % και 6,9 % αντίστοιχα.

2.Αυτό αποδεικνύεται από τα καψόνια που κάνει η τρόικα στην κυβέρνηση για την εκταμίευση της δόσης που καθυστερεί από τον Ιούνιο, επιβεβαιώνοντας τόσο την αδυναμία της Ευρώπης να χρηματοδοτήσει το ίδιο της το πρόγραμμα όσο και την ασήμαντη θέση του ελληνικού καπιταλισμού και του πολιτικού του προσωπικού σε διεθνές επίπεδο.

3. Ήδη οι 179 βουλευτές έγιναν 153 κατά την ψήφιση του τρίτου μνημονίου, ενώ το κόμμα που πραγματικά κυβερνά, πολύ συχνά ούτε καν ενημερώνοντας τους 2 κολαούζους του, έχει το 29,65 % των ψήφων του 62,49 % που ψήφισε. Πρόκειται για νούμερα πρωτοφανή χωρίς να υπολογίσουμε τη ραγδαία φθορά της κυβέρνησης που αποτυπώνουν όλες οι μετεκλογικές δημοσκοπήσεις.

4. Επικαιροποίηση του άρθρου – Απρίλιος 2013

Συγγραφική ομάδα glid2

Shortlink: http://eagainst.com/?p=44445

 

Θέλεις Παπαδόπουλο μαλάκα;

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Εν έτει 2014, διαπιστώνεται πως ο Μαλάκας παραμένει διαχρονικά πιστός στις ιστορικές του συνήθειες: την εθελοδουλεία, την αναπαραγωγή της κυρίαρχης κουλτούρας, την «εθελοντική» στράτευση του στην πλευρά των καταπιεστών. Έτσι, µόλις 40 έτη µετά την πτώση της τελευταίας εν Ελλάδι δικτατορίας, συναντούμε ακόμη νοσταλγούς της δολοφονικής φάρσας που ακούει στο όνομα «δικτατορία των συνταγματαρχών». Ακούμε συχνά για τα «παραμύθια του Πολυτεχνείου» (ακόμη κι από θεσμικούς παράγοντες του Κράτους ,όπως ο πρώην υπουργός Υγείας,  Ά.Γεωργιάδης) που µάλιστα  βρίσκουν υποστηρικτές σε ένα διευρυμένο, αν και πιθανότατα μειοψηφικό, μέρος της ελληνικής κοινωνίας. Το κλισέ «ένας Παπαδόπουλος µας χρειάζεται» είχαµε συνηθίσει να το ακούµε από γραφικούς παππούδες που νοσταλγούσαν τις µέρες που ήταν είτε ρουφιάνοι, είτε βασανιστές, είτε ευνοούµενοι µε διάφορους τρόπους (όπως θα δούµε παρακάτω) από το στρατιωτικό καθεστώς. Κανείς δεν έδινε σηµασία, είτε διότι οι ιστορικές µνήµες της οδυνηρής επταετίας ήταν πρόσφατες, είτε διότι η µετέπειτα κοινοβουλευτική δηµοκρατία άνοιξε τον κρατικό µπουφέ για µεγάλο µέρος του πληθυσµού, δηµιουργώντας το ολοδικό της πελατειακό κράτος, διεφθαρµένων υπερκαταναλωτών και χειροκροτητών ψηφοφόρων.

Με την οικονοµικοπολιτική κρίση, όµως, η ελληνική κοινωνία ξεβρακώθηκε, αποκαλύπτοντας την πνευµατική και πολιτισµική της ασχήμια. Το προαναφερθέν κλισέ έγινε για κάποιους «Χρυσή Αυγή που σας χρειάζεται», ο άλλοτε γραφικός χριστιανικός όχλος αποκτά πλάτες με την βοήθεια της ναζιστικής αυτής γκρούπας, επιχειρώντας να λιντσάρει τους ηθοποιούς του Corpus Cristi για λόγους «βλασφημίας» πριν δύο χρόνια (όπως ακριβώς συμβαίνει και σε πολλές θεοκρατικές κοινωνίες). Η συγκέντρωση/ στοίβαξη µεγάλου αριθµού µεταναστών στα αστικά κέντρα, που προστίθεται στο ήδη διογκωμένο πλεονάζον για τον καπιταλισμό εργατικό δυναμικό, η αύξηση της εγκληµατικότητας ως συνέπειας της  ανέχειας και της ανισότητας, και η  ρατσιστική προπαγάνδα  των ΜΜΕ (που τη μία παριστάνουν τους θεσμικούς αντιφασίστες και την άλλη επιχειρούν να παρουσιάσουν το«ανθρώπινο» πρόσωπο νεοναζιστών) εδώ και αρκετά χρόνια,  συνέβαλαν ώστε ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού να οδηγηθεί, είτε με πλήρη συνείδηση της επιλογής του είτε διαμαρτυρόμενο, είτε  στη νεοναζιστική συμμορία της Χρυσής Αυγής, είτε στη συντηρητική ακροδεξιά (Νέα Δημοκρατία – ΛΑ.Ο.Σ).

Έτσι, ο Μαλάκας της ιστορίας μας, κρύβεται πίσω απ΄την εθνική του σημαία, κουνώντας το δάχτυλο σ’ όλους όσους θεωρεί πως φταίνε για την κατάντια του: οι απεργοί, οι καταληψίες, οι διαδηλωτές, οι φοιτητές, οι μετανάστες, ΟΙ «αλήτες – προδότες – πολιτικοί». Αφού ανακαλυψε λοιπόν τους εχθρούς του, αναζητά και ένα…επιτυχημένο ιστορικό αντιπαράδειγμα. Έτσι, γίνεται ταυτόχρονα και νοσταλγός  της δικτατορίας  του Παπαδόπουλου, ή του Μεταξά (χωρίς, ωστόσο, κανείς να τον εμποδίζει να μεταναστεύσει σε μια χώρα που ένα τέτοιο καθεστώς έχει εδραιωθεί), αναπαράγοντας τις μπούρδες των φασιστολογίων που έχουν κατακλύσει το διαδικτυακό χώρο, χωρίς να αναζητήσει φυσικά πηγές και χωρίς να αναπτύξει έστω στο ελάχιστο την κριτική ιστορική γνώση, εξαργυρώνοντας µε χουντολαγνεία τη χρόνια αποπολιτικοποίηση του. Το κείμενο, λοιπόν, αυτό απευθύνεται κυρίως στον Μαλάκα, και έχει ως βασικό του στόχο να αποτελέσει σηµείο προβληµατισµού γι’ αυτόν, και όχι προϊόν εκ νέου αναπαραγωγής και παπαγαλισµού επιχειρηµάτων.

Ο ΜΑΖΑΝΘΡΩΠΟΣ

Τα απολυταρχικά καθεστώτα δεν μπορούν να υπάρξουν χωρίς την κοινωνία αυτή που θα στηρίξει τον ολοκληρωτισμό. Ο Χίτλερ, σε ομιλία του προς τα S.A είπε: «Ό,τι είσαστε, το είσαστε χάρη σ’ εμένα. Ό,τι είμαι, το είμαι χάρη σ’εσάς και μόνο». Ο ανθρωπολογικός τύπος που συμβάλει περισσότερο στην κυριαρχία και διαιώνιση των ολοκληρωτικών καθεστώτων, δεν είναι τόσο αυτός του κτήνους του βασανιστή ή του χαφιέ, αλλά ο μαζάνθρωπος, βασικό χαρακτηριστικό του οποίου είναι ο εθισμός στο lifestyle, στην εύκολη και ανέμελη ζωή, στο θέαμα και η απομόνωση ή έλλειψη φυσιολογικών κοινωνικών σχέσεων. Οι φασιστική δικτατορία του Μουσολίνι, τα στρατιωτικά καθεστώτα του Σαλαζάρ, του Πινοσέτ και του Παπαδόπουλου βάσιζαν την κυριαρχία τους όχι μόνο στις διώξεις των πολιτικών τους αντιπάλων, αλλά στην καλλιέργεια ενός ξένιαστου lifestyle, μιας συνεχόμενης και επαναλαμβανόμενης εικόνας μιας ατέλειωτου πανηγυριού, σαν να πρόκειται για το ακριβό περιτύλιγμα ενός  χαλασμένου προϊόντος, μια βιτρίνα που κρύβει τις πληγές μιας κοινωνίας  που αιμορραγεί αλλά όντας υπνωτισμένη από τα καταναλωτικά ναρκωτικά. Προκειμένου να καταλάβουμε καλύτερα, θα πρέπει να θυμηθούμε αρχικά την ταινία Roma  του Φεντερίκο Φελίνι, που απεικονίζει την ζωή των Ιταλών κάτω από το  φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι, κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Φελίνι περιγράφει με απόλυτη ακρίβεια το πρώτο βασικό στοιχείο που  συναντά κανείς στον φασισμό: η υλιστική ζωή, η πληθώρα των απολαύσεων  και οι θεατρικές επιθεωρήσεις μας δίνουν την εντύπωση ότι οι άνθρωποι κάτω από ένα τέτοιο καθεστώς ζουν ευχάριστα. Η κρατική βία και οι  διώξεις έρχονται σε δεύτερη μοίρα και συχνά δεν αγγίζουν τον όχλο ο οποίος έχει κυριολεκτικά παραλύσει (γι’ αυτό και άλλωστε είναι όχλος και  όχι πια πολίτες) μέσα σ’ ένα βαθύ κλίμα απο-πολιτικοποίησης, απάθειας ή  στείρας αναπαραγωγής κρατικής προπαγάνδας. (Η απο-πολιτικοποίηση  αποτελεί βασικό στοιχείο που οδηγεί στον ολοκληρωτισμό για την Hannah  Arendt). Τα θεάματα που τα καθεστώτα αυτά προσφέρουν είναι είτε αστείες παρωδίες δίχως πολιτικό περιεχόμενο, είτε προπαγανδιστικά show, με σκοπό να προσελκύσουν τον όχλο στο πανηγύρι του lifestyle. Οι μάζες αυτές προέρχονται από μια διάτρητη κοινωνία, στις οποίες έρχεται το εθνικιστικό συναίσθημα (ο εθνικισμός αποτελεί πάντοτε πεμπτουσία των περισσότερων στρατιωτικών καθεστώτων) να συγκολλήσει.

Η χρόνια αποπολιτικοποίηση, ο ζαμανφουτισμός, το κλείσιμο του καθενός στην ιδιωτική του σφαίρα, και η αποξένωση συνθέτουν το παζλ της κρίσης της δυτικής κοινωνίας, και της ελληνικής συμπεριλαμβανομένης. Τόση απο-πολιτικοποίηση και εθισμό στην κουλτούρα του κιτς και της ξενοιασιάς, πραγματικά θα τη ζήλευαν ακόμα και οι στρατιωτικοί δικτάτορες. Σε μια σύγχρονη Δυτική κοινωνία δεν χρειάζεται κάποιο καθεστώς να ασκήσει σωματική βία από τη στιγμή που τα ελέγχει τα Μέσα Ενημέρωσης και Ψυχαγωγίας, τα οποία έχουν πετύχει ν’ απομακρύνουν τον καθένα μας από την πολιτική σφαίρα, βομβαρδίζοντάς μας καθημερινά με εικόνες lifestyle, δημιουργώντας ψεύτικες ανάγκες, χτυπώντας την πιο κεντρική δομή του ανθρώπινου ενστίκτου, την ψυχή, όπως θα έλεγε και ο Φρόιντ, και ελέγχοντας τα συναισθήματα μέσα από προβαλλόμενες εικόνες, καλλιεργώντας το φαντασιακό της υπερκατανάλωσης. Έτσι το πολιτικό όν ο άνθρωπος μετατρέπεται σε μαζάνθρωπος, εθίζεται στον καταναλωτισμό και την απάθεια, αναζητώντας διεξόδους μέσα από τις διάφορες φετιχιστικές εικόνες και διαφημίσεις. Είχε άδικο, συνεπώς, ο Ουμπέρτο Έκο, όταν έλεγε πως σήμερα μόνο οι ηλίθιοι κάνουν πραξικοπήματα με τανκς, όταν υπάρχει τηλεόραση; Μιλάμε, συνεπώς, για την κρίση σαν να πρόκειται για ένα φαινόμενο των τελευταίων δύο-τριών ετών, αποφεύγοντας να εξετάσουμε τα μικρές φυσαλίδες της φούσκας που μόλις έσκασε. Η συστηματική διαστρέβλωση των ιστορικών γεγονότων, η δημιουργία εθνικών μύθων, οι κατά καιρούς «μεγάλες ιδέες» (οι οποίες ξεκινούν από τη«πάλι με χρόνια με καιρούς πάλι δικιά μας θα ναι» και φτάνουν στην Ευρωζώνη και τους Ολυμπιακούς Αγώνες), η διαχρονική ανευθυνότητα και υποκειμενικότητα στη διαχείριση και μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος, η καλλιέργεια του πολιτισμού του σκυλάδικου, η συνολική απαξίωση της πολιτικής και η μετάλλαξη της σ’ ένα σόου τηλεκαρναβάλων, καθώς και πολλές άλλες φυσαλίδες αιωρούνται γύρω μας, καθώς εμείς συνεχίζουμε να βυθιζόμαστε όλο και πιο βαθιά στην ιδιωτική μας ζωή, αποστρεφόμενοι την συμμετοχή, την κοινωνικοποίηση και συνεχίζοντας την διαίρεση της κοινωνίας σε εκατομμύρια μικροσκοπικά «εγώ».

Όταν, όμως, έσκασε η μεγάλη φούσκα της κατανάλωσης, ο μαζάνθρωπος αυτός, ο άγνωστος μεταξύ αγνώστων, αναζητά μια νέα φούσκα για να κουρνιάσει μέσα της, να βρει την ασφάλεια που έχει χάσει, να πατήσει στη γη που έφυγε από τα πόδια του. Πώς, λοιπόν, θα αποφύγει ο μαζάνθρωπος το αυτομαστίγωμα στον οποίο καθημερινά τον καλούν η πολιτική τάξη, oι διεθνείς κι εγχώριες οικονομικές ελίτ, τα ΜΜΕ; ΄Πως θα ξεπεράσει και την ίδια του τη φυσική του ροπή προς την ιδιοτέλεια, την αδράνεια, τον φετιχισμό και την ασημαντότητα; Πώς θα απαλύνει τον πόνο της υπευθυνότητας, της αυτοκριτικής, πώς θ’ απομακρυνθεί και πάλι απ΄ τον δύσβατο δρόμο της κοινωνικής δημιουργίας που απλώνεται ανοιχτός μπροστά του; O εθνικιστικός ναρκισσισμός, και πάλι, θα του προσφέρει χείρα βοηθείας… έτσι ώστε να τον διαχωρίσει απ΄το γείτονα του, να του προσφέρει το βάθρο της (τάχα μου) φυλετικής ανωτερότητας, να δικαιολογήσει τα λάθη του παρελθόντος ρίχνοντας τις ευθύνες σε Εβραίους, ιλλουμινάτι, ψεκασμούς αεροπλάνων, μετανάστες και αριστερούς ή αναρχικούς.

Ο μαζάνθρωπος, λοιπόν, είναι εδώ. Είναι ο γείτονας με τον οποίο δεν έχουμε ανταλλάξει καλημέρα, είναι ο συνάδελφος στη δουλειά με τον οποίο δεν έχουμε πιει ποτέ ένα καφεδάκι, είναι η φουρνάρισσα την οποία δεν ρωτήσαμε ποτέ αν είναι καλά. Είναι μέσα σε σπίτι με κλειστά παντζούρια, σε αγέλαστο τραπέζι στο καφενείο, σε οθόνη υπολογιστή που μένει ανοιχτή εικοσιτετράωρα ολόκληρα. Κι όσο δεν κοινωνικοποιείται, όσο δεν ψάχνει για ζωή, τόσο η νέα φούσκα του εθνικού παραληρήματος τον παρασύρει εντός της. Ο μαζάνθρωπος δεν είναι πάντα ο Μαλάκας της ιστορίας μας. Ο Μαλάκας όμως είναι πάντα μαζάνθρωπος.

ΠΟΥΛΑ ΜΟΥ ΛΙΓΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ

Ο Μαλάκας της ιστορίας μας είναι ένας άνθρωπος που δεν έχει ακόμη απογαλακτιστεί. Όπως στα πρώτα χρόνια της ζωής του, περίμενε το παραμύθι της μητέρας για να γλυκοκοιμηθεί, έτσι και στην ενήλικη ζωή του αναζητά το παραμύθι αυτό που θα τον κοιμίσει για τα καλά και θα τον ξεκουράσει στις αγκάλες, όχι του Μορφέα, αλλά του εκάστοτε εξουσιομανή. Τα απλοϊκά επιχειρήματα που θέτει ο Μαλάκας μας, κινούνται από το «τουλάχιστον τότε κοιμόμουν ήσυχα» και το «επί χούντας φτιάχτηκαν δρόμοι» έως το «δεν υπήρξαν νεκροί στο Πολυτεχνείο». Θα επιχειρήσουμε παρακάτω, όσο πιο σύντομα γίνεται, να εκθέσουμε τα χιλιοειπωμένα παραμύθια των χουντολάγνων.

Οι νεκροί του Πολυτεχνείου

Είναι τουλάχιστον προσβολή προς τις οικογένειες ανθρώπων που έδωσαν τη ζωή τους για την ελευθερία ν’ αναφέρονται απαξιωτικά σ’ αυτούς γνωστοί τηλεμαϊντανοί βουλευτές και κάθε λογής φασιστοειδή , άνθρωποι που δεν έχουν αγωνιστεί για τίποτε απολύτως, πέρα απ’ την τσέπη τους, αποκαλώντας τους «παραμύθια». Πέραν των νεκρών, χιλιάδες αγωνιστές βασανίστηκαν, πολλοί περισσότεροι αντιμετώπισαν την καθημερινή Κρατική Τρομοκρατία, τη ρουφιανιά, τη λογοκρισία, το κυνήγι, είτε επειδή αντιστέκονταν στο αυταρχικό καθεστώς, είτε απλά έτυχε να συγγενεύουν με κάποιον αγωνιστή, είτε επειδή απλά τολμούσαν να πουν ό,τι σκέφτονταν. Χωρίς να επεκταθούμε στο ζήτημα των μεθόδων τρομοκρατίας της Χούντας, καθώς και η βιβλιογραφία είναι μεγάλη, αλλά και το ζήτημα εκτενές, παραθέτουμε τη λίστα των νεκρών αγωνιστών του Πολυτεχνείου.

Σπυρίδων Κοντομάρης (ετών 57, δικηγόρος, 16.11.1973, ώρα 20.30)
Διομήδης Κομνηνός (ετών 17, μαθητής, 16.11.1973, ώρα 21.30)
Σωκράτης Μιχαήλ (ετών 57, εμπειρογνώμων ασφαλιστικής εταιρείας , 16.11.1973, ώρα μεταξύ 22.30 & 23.00)
Βασίλειος Φάμελλος (ετών 26, ιδιωτικός υπάλληλος, 16.11.1973, ώρα 23.30)
Torill Engeland Magrette (ετών 22, 16.11.1973, φοιτήτρια, ώρα 23.30)
Γεώργιος Σαμούρης (ετών 22, 16.11.1973, φοιτητής ώρα 24.00)
Δημήτριος Κυριακόπουλος (ετών 35, οικοδόμος 16.11.1973, βραδυνή ώρα )
Σπύρος Μαρίνος (Γεωργαράς) (ετών 35, ιδιωτικός υπάλληλος, 16.11.1973, βραδυνή ώρα)
Νικόλαος Μαρκούλης (ετών 24 , εργάτης, 17.11.1973, πρωινή ώρα)
Αικατερίνη Αργυροπούλου (ετών 76, 17.11.1973, ώρα 10.00)
Στυλιανός Καραγεωργής (ετών 19, οικοδόμος, 17.11.1973, ώρα 10.15)
Μάρκος Καραμανής (ετών 23, ηλεκτρολόγος, 17.11.1973, ώρα 10.30)
Αλέξανδρος Σπαρτίδης (ετών 16, μαθητής 17.11.1973, ώρα 10.30-11.00)
Δημήτριος Παπαϊωάννου (ετών 60, διευθυντής ταμείου αλευροβιομηχάνων, 17.11.1973, ώρα 11.30)
Γεώργιος Γεριτσίδης (ετών 48, εφοριακός υπάλληλος, 17.11.1973, ώρα 11.30)
Βασιλική Μπεκιάρη (ετών 17, μαθήτρια, 17.11.1973, ώρα 12.00)
Δημήτρης Θεοδωράς (ετών 5 1/2, 17.11.1973, ώρα 13.00)
Αλέξανδρος Βασίλειος (Μπασρί) Καράκας (ετών 43, ταχυδακτυλουργός, 17.11.1973, ώρα 13.00)
Αλέξανδρος Παπαθανασίου (ετών 59, συνταξιούχος εφοριακός, 18.11.1973, ώρα 10.00)
Ανδρέας Κούμπος (ετών 63, βιοτέχνης, 18.11.1973, ώρα 11.00)
Μιχαήλ Μυρογιάννης (ετών 20, ηλεκτρολόγος, 18.11.1973, ώρα 12.00)
Κυριάκος Παντελεάκης (ετών 43, δικηγόρος, 18.11.1973, ώρα 12.00-12.30)
Ευστάθιος Κολινιάτης (ετών 47, 18.11.1973)
Ιωάννης Μικρώνης (ετών 22 φοιτητής, συμμετείχε στην κατάληψη του Πανεπιστημίου Πατρών)

Η οικονομία επί χούντας

Η ελληνική ακροδεξιά, έχοντας εξασφαλίσει την συμμετοχή του Κράτους και των ΜΜΕ στην συστηματική συσκότιση της Ιστορίας, διατείνεται πως η (αμερικανοκίνητη) χούντα των συνταγματαρχών αποτέλεσε ένα «οικονομικό θαύμα», ενώ στην πραγματικότητα κατά την περίοδο αυτή επικράτησε η συνέχεια της πορείας που είχε αρχίσει να διαγράφεται από την αρχή της δεκαετίας του 60.  Οι ίδιοι οι συνταγματάρχες προέβαλαν ως επιχείρημα για το πραξικόπημα (εκτός από τον «κομμουνιστικό κίνδυνο») το φόβο του «οικονομικού χάους». Η οικονομική πραγματικότητα όμως της εποχής περιγράφεται ως εξής: «Η πρόοδος των τελευταίων πέντε ετών, όσον αφορά την αύξηση του εθνικού εισοδήματος και την βελτίωση του επιπέδου ζωής, βασίστηκε στη νομισματική σταθεροποίηση που επιτεύχθηκε τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 50’ και ήταν συνέπεια των μηχανισμών αναπτύξεως που μπήκαν σε κίνηση και ενισχύθηκαν επιτυχώς στη δεκαετία 1957-1966. Στο τέλος του 1966 τα αποθέματα χρυσού και εξωτερικού συναλλάγματος ήταν εξαιρετικά μεγάλα. Κάτω από τέτοιες συνθήκες και με τέτοια ώθηση, η περαιτέρω πρόοδος της οικονομίας ήταν σχεδόν βέβαιη»[2]. Συνεπώς καταλαβαίνουμε ότι πραγματικά «φόβος οικονομικού χάους», δεν υπήρξε ποτέ (όπως ούτε «κομμουνιστικός κίνδυνος» απεδείχθη ποτέ πως υπήρξε).

Παρόλα αυτά η επιβολή του στρατιωτικού καθεστώτος, δημιούργησε κλίμα αβεβαιότητας προς την Ελλάδα διεθνώς. Κι έτσι υπήρξε πτώση στα έσοδα απ’ τον τουρισμό, μεταξύ 1967-1971, της τάξης των 200.000.000 δολαρίων. Συνυπολογίζοντας και τα κεφάλαια ύψους 200.000.000 δολαρίων που θα παραχωρούσε η Ε.Ο.Κ, μέσα στην τετραετία αυτή, τα οποία δεν δόθηκαν, το σύνολο φτάνει στα 400.000.000 δολάρια. Έτσι το στρατιωτικό καθεστώς προχώρησε σε «ενέργειες εκτάκτου ανάγκης» με βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα δάνεια με σκοπό την κάλυψη του ελλείμματος στο ισοζύγιο πληρωμών. Με αυτόν τον τρόπο και μέσα σε μια πενταετία (1966-1971), το εξωτερικό χρέος υπερδιπλασιάστηκε και συνολικά υπολογίζεται ότι έφτασε το ύψος των 2,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Ο παρακάτω πίνακας  αποδεικνύει ξεκάθαρα τα κοινά χαρακτηριστικά της ευρύτερης περιόδου 60-73. Όπως βλέπουμε, το δημοσιονομικό έλλειμμα ως ποσοστό του ΑΕΠ βρισκόταν στο 1,22% το 1966, ενώ το 1974 έφτασε το 2,76% του ΑΕΠ…Το 1961- 1966 οι ετήσιοι ρυθμοί ανάπτυξης κυμάνθηκαν από το 6,5% έως το 13,2%, και ο πληθωρισμός από 0% μέχρι 4,8% . Το 1967 -73 οι ρυθμοί ανάπτυξης «έτρεχαν» με ετήσιους ρυθμούς από 5,7% μέχρι 11,6%, ενώ πληθωρισμός με 0,3% έως το αρνητικό ρεκόρ 15,55% (το 1973).

Άλλο επιχείρημα των χουντολάγνων που υποστηρίζει την επταετή δικτατορία, είναι τα χαμηλά ποσοστά ανεργίας της εποχής. Φυσικά, αποκρύπτεται το γεγονός πως α)τα επίπεδα της ανεργίας κινούνταν στα ίδια περίπου επίπεδα και πριν το πραξικόπημα και β) πως η στατιστική της ανεργίας ήταν τεχνητή, αφού οι εν δυνάμει εργαζόμενοι πολίτες μετανάστευαν μαζικά προς το εξωτερικό, όπως δείχνει και ο παρακάτω πίνακας.

¨Έτος

Χιλιάδες

¨Έτος

Χιλιάδες

1963 67,7 1967 30,8
1964 63,8 1968 56,9
1965 54,9 1969 90,3
1966 23,3 1970 83,6

Όσον αφορά τους «υψηλούς μισθούς» επί χούντας, η σκόπιμη διασπορά ψευδών πληροφοριών από φασιστολόγια μπορεί εύκολα να διαπιστωθεί με μία ματιά στον παρακάτω πίνακα. Οι μόνοι μισθοί που στην αυξήθηκαν ήταν αυτοί των χρήσιμων υπαλλήλων του καθεστώτος: των στρατιωτικών…(έτσι εξηγούνται και οι «κόκκινες γραμμές» του Μιχαλολιάκου αποκλειστικά στις περικοπές στις ένοπλες δυνάμεις και τις δυνάμεις καταστολής-όπως περιγράφτηκαν στο λογύδριο του εντός του Κοινοβουλίου)

Συγκριτική αύξηση αποδοχών

                                                                           1963-66

1967-70

1968-71

Δημόσιοι υπάλληλοι 9 7,5
Στρατιωτικοί 10 13
Υπάλληλοι δημοσίων επιχειρήσεων-τραπεζών 8,8 4,7
Ωραία αμοιβή στη Βιομηχανία 9,3 8,8 6,3
Εβδομαδιαίες αποδοχές στη Βιομηχανία 8,8 8,6 8,6
Μηνιαίοι μισθοί στη Βιομηχανία 7,8 7,7 6,9
Μίνιμουμ μισθοί (άνδρες) 8 8,4 5,4

 

Μέσα διακυβέρνησης της χούντας

Αν συνοψίζαμε τα μέσα διακυβέρνησης της χούντας σε δέκα λέξεις, αυτές θα ήταν οι εξής: lifestyle, καλλιέργεια ενός κλίματος απο-πολιτικοποίησης, εθνικιστικός λαϊκισμός, υποσχέσεις, τρομοκρατία, διώξεις, μεταθέσεις, εκκαθαρίσεις, παροχές, λογοκρισία, απειλές.

Η δικτατορία της 21ης Απρίλη για να μπορέσει να μπορέσει να κυβερνήσει, απαγόρευσε τα πολιτικά κόμματα, διέλυσε τα εργατικά και επαγγελματικά σωματεία, διέλυσε κάθε οργάνωση που είχε κάποιο κοινωνικό περιεχόμενο. Στη συνέχεια απέλυσε τους υπάρχοντες δικαστικούς ώστε να τρομοκρατήσει και τους υπόλοιπους και προώθησε αυτούς που είχαν δεθεί με την δική τους πολιτική. Παρόλα αυτά η χούντα δεν μπορούσε να έχει εμπιστοσύνη στους τακτικούς δικαστές κι έτσι, εγκατέστησε στρατοδικεία σε ολόκληρη τη χώρα, που θα εφάρμοζαν πιστά τις εντολές της.

Η ίδια τακτική ακολουθείται και στους υπαλλήλους του κρατικού μηχανισμού σε κάθε κλίμακα. Απολύουν μερικούς και τρομοκρατούν τους άλλους. Στο στρατό το παιχνίδι τους είναι περισσότερο πολύπλοκο. Μετά το βασιλικό πραξικόπημα της 13/12/67 έχουν όλη την άνεση να τον εκκαθαρίσουν από τα στοιχεία που δεν θα πειθαρχήσουν σ’ αυτούς. Μα δεν αρκούνται μόνο σ’ αυτό. Πρέπει να προωθήσουν και να αποστρατεύσουν όλους τους αξιωματικούς που είχαν μεγαλύτερο βαθμό από αυτούς, γιατί διαφορετικά οι ανώτεροι αξιωματικοί ποτέ δε θα πειθαρχούσαν σε κατώτερούς τους. Η επετηρίδα έχει μεγάλη σημασία γι’ αυτούς. Αλλά δεν περιορίζονται μόνο σ’ αυτό. Αποστρατεύουν και μια σειρά καθαρά χουντικούς αξιωματικούς για να τους χρησιμοποιήσουν αμέσως σε επίκαιρα σημεία του κρατικού μηχανισμού. Οι αξιωματικοί που επιλέγονται για το σκοπό αυτό προάγονται, παίρνουν μια καλή σύνταξη και στη συνέχεια διορίζονται σε υψηλές δημόσιες  θέσεις με πολύ μεγάλο μισθό. Προωθεί γρήγορα νεότερους αξιωματικούς σε ανώτερους βαθμούς και φυσικό είναι, οι αξιωματικοί αυτοί να γίνονται πιστοί και αφοσιωμένοι στη χούντα. Και θα υποστηρίζουν τη χούντα, γιατί αν ανατραπεί και επανέλθουν οι διωγμένοι αντίθετοι της χούντας, θα πρέπει να υποβιβασθούν. Με παρόμοιο τρόπο λειτουργούν και με τους πολίτες της χώρας, έτσι ώστε να έχουν όση περισσότερη απήχηση και ανοχή από μέρος αυτών. Έτσι δεν λείπουν και τα ρουσφέτια προς μέρος της κοινωνίας που είναι φιλικά προσκείμενοι προς το στρατιωτικό καθεστώς, όπως χορήγηση χαριστικών δανεικών-κι αγύριστων από το Κράτος προς υποστηρικτές του καθεστώτος, χορήγηση αδειών κτλ.

Η χούντα χρησιμοποιεί το δημόσιο χρήμα για να δημιουργήσει γύρω της αφοσιωμένους ανθρώπους. Τον πρώτο καιρό μετά τη μεταπολίτευση το θέμα απασχόλησε επανειλημμένα τα ΜΜΕ, για προφανείς όμως λόγους οι σχετικές κατηγορίες ουδέποτε ερευνήθηκαν σε βάθος. Αποκαλυπτικά είναι δύο έγγραφα του τότε αρχηγού της ΚΥΠ Μιχαήλ Ρουφογάλη που αποκάλυψε ο «Ταχυδρόμος» (29/8 και 12/9/74), με το ενδοκαθεστωτικό φακέλωμα «δανείων άτινα θεωρούνται χαριστικά ή επισφαλή», καθώς και των παραγόντων που «παρενέβησαν» για τη χορήγησή τους. Το συνολικό ύψος των «χορηγηθέντων» δανείων ήταν 1.519.000.000 δρχ. και των «υπό έγκρισιν» 1.644.000.000 δρχ.Τα δισεκατομμύρια σκορπιούνται σε φίλους και γνωστούς, που υποτίθεται ότι κάνουν κάποια δημόσια έργα ή έχουν κάποια αποστολή. Μισθοδοτούν ένα πλήθος χαφιέδων που παρακολουθούν τους ανθρώπους σε κάθε τους βήμα. Όλοι όσοι θα περάσουν σαν στρατιώτες από την ΕΣΑ του Λαδά και του αρχιβασανιστή Ιωαννίδη θα μισθοδοτούνται σε συνέχεια σαν πληροφοριοδότες.Με τον τρόπο αυτό, δένει τους βασικούς κρίκους της διοίκησης με ανθρώπους αφοσιωμένους στη χούντα.

Λογοκρισία

«Έχετε υποχρέωσιν να δεχθήτε την σοβαρότητα της εγχειρήσεως και να μας βοηθήσετε», ήταν το πρώτο διάγγελμα του Παπαδόπουλου προς τους δημοσιογράφους, λίγες μέρες μετά την επιβολή της δικτατορίας.

Η πανομοιότυπη εμφάνιση των εφημερίδων που κυκλοφόρησαν από τη μεθεπόμενη του πραξικοπήματος, έδειχνε ξεκάθαρα την υποταγή τους στην άγρια λογοκρισία. Ίδια πρωτοσέλιδα, ίδιες επίσημες ανακοινώσεις και υπαγορευμένα δημοσιεύματα, ίδια σχόλια. Πέντε εφημερίδες έλειπαν από τις πρώτες κυκλοφορίες. Η «Αυγή» και η «Δημοκρατική Αλλαγή» που κάλυπταν τον αριστερό πολιτικό χώρο, των οποίων απαγορεύτηκε η κυκλοφορία, η «Ελευθερία», καθώς και οι συντηρητικές «Καθημερινή» και η «Μεσημβρινή». Από τις εφημερίδες που εκδόθηκαν, οι ακροδεξιές «Ελεύθερος Κόσμος» και «Εστία» υποστήριξαν ανοιχτά το καθεστώς (και η κυκλοφορία των οποίων δεν ξεπέρασε ποτέ τις τελευταίες θέσεις). Οι συντηρητικές και φιλοβασιλικές, «Ακρόπολις», «Απογευματινή» και «Βραδυνή» υποτάχτηκαν πλήρως στο καθεστώς λογοκρισίας. Δυσάρεστη έκπληξη προκάλεσαν στους αναγνώστες τους οι τέσσερις εφημερίδες, «Αθηναϊκή», «Βήμα», «Έθνος» και «Νέα», οι οποίες στην αρχική φάση τουλάχιστον αποδέχτηκαν τη λογοκρισία των συνταγματαρχών. Λίγες μέρες μετά, η κεντροαριστερή «Αθηναϊκή» σταμάτησε την έκδοσή της.  Η εφημερίδα «Έθνος» χτυπημένη από τα βαριά πρόστιμα και τη φυλάκιση των εκδοτών της ,λόγω της έντονης κριτικής στο καθεστώς και της δημοσίευσης συνέντευξης του οικονομολόγου Ζίγδη για το κυπριακό ζήτημα, σταμάτησε την έκδοσή της την 1.4.1970.

Τα «καθαρά χέρια» της χούντας

Μπορεί οι στρατιωτικοί δικτάτορες να μη χαιρετούσαν ναζιστικά, όπως οι σημερινοί νοσταλγοί τους στο κοινοβούλιο, όμως ούτε «καθαρά χέρια» είχαν (όπως φυσικά ούτε οι μαχαιροβγάλτες της νεοναζιστικής συμμορίας έχουν). Τα σκάνδαλα της χούντας δεν ήταν ούτε λίγα, ούτε ασήμαντα (όπως ούτε αυτά των κοινοβουλευτικών συνεχιστών τους φυσικά).

Το πρώτο πράγμα που φρόντισαν να νομοθετήσουν ήταν η αύξηση του μισθού τους.  Με τον Α.Ν. 5 του 1967, ο μισθός του πρωθυπουργού υπερδιπλασιάστηκε (από 23.600 σε 45.000 δρχ), των υπουργών και υφυπουργών αυξήθηκε από 22.400 σε 35.000 δρχ, ενώ θεσπίστηκαν -για πρώτη φορά- ημερήσια «εκτός έδρας» 1.000 και 850 δρχ αντίστοιχα («Πολιτικά Θέματα» 5/10/73). Ακολούθησαν, φυσικά, κι άλλες «τακτοποιήσεις», όπως η καταχρηστική στεγαστική αποκατάσταση «αξιωματικών διαδραματισάντων εξέχοντα ρόλον» στο πραξικόπημα με ειδική ρύθμιση του 1970 («Πολιτικά Θέματα» 8/2/75).

Ο πρώτος νόμος «περί ευθύνης» υπουργών δεν είναι προϊόν των σημερινών συγκυβερνώντων ΝΔ-Πασοκ, αλλά της δικτατορίας των συνταγματαρχών που φρόντισαν να θεσμοθετήσουν τη μελλοντική ασυλία τους.Η χουντική νομοθεσία «περί ευθύνης υπουργών» (Ν.Δ. 802 της 30/12/1970) περιείχε «μεταβατική διάταξη» (§ 48) βάσει της οποίας δίωξη υπουργού ή υφυπουργού της χούντας μπορούσε να γίνει μόνο με απόφαση των… συναδέλφων του. Επιπλέον, όλα τα «εγκλήματα διά τα οποία δεν ησκήθη ποινική δίωξις μέχρι της ημέρας συγκλήσεως» της μελλοντικής Βουλής θεωρούνταν αυτομάτως παραγεγραμμένα! Όλα αυτά θα μπορούσαν, βέβαια, να επιτευχθούν με μία ομαλή μετάβαση σε ένα ψευδοδημοκρατικό καθεστώς, σχέδιο που τίναξε στον αέρα η εξέγερση του Πολυτεχνείου και το έγκλημα που διέπραξαν στην Κύπρο.

Από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα ήταν αυτό του Τομ Πάπας και της εταιρείας Esso Pappas. Σύμφωνα με κατάθεση του δημοσιογράφου Η. Δηματρακόπουλου στο αμερικάνικο κογκρέσο, η χούντα διοχέτευσε στο ταμείο της εκστρατείας του Νίξον 549.000 δολάρια σε μετρητά για τη προεκλογική εκστρατεία του το 1968. Το ποσό αυτό προερχόταν από τα κονδύλια που η CIA διοχέτευσε στην ελληνική ΚΥΠ, για την αντικομουνιστική της εκστρατεία. Η χρηματοδότηση γινόταν με εντολή του Παπαδόπουλου, μέσω του διοικητή της ΚΥΠ Μιχάλη Ρουφογάλη (δηλαδή ξέπλυμα χρημάτων μέσω του Πάπας). Το αντάλλαγμα για τον Πάπας από τη Χούντα ήταν ευνοϊκές συμβάσεις με το ελληνικό δημόσιο (οι οποίες είχαν αμφισβητηθεί από την Ένωση Κέντρου). «Το μερίδιό του στην Ελλάδα περιλαμβάνει την πολυδιαφημισμένη προνομιακή σύμβαση για την COCA-COLA, μονοπώλιο του δικαιώματος αγοράς της ντομάτας της Δυτικής Ελλάδας, και ένα σύμπλεγμα πολλών εκατομμυρίων δολαρίων από χημικές και χαλυβουργικές εγκαταστάσεις, διυλιστήρια και στόλους πετρελαιοφόρων» (ριζοσπάστης, 29.4.2000). Από τα μεγαλύτερα επιχειρηματικά «επιτεύγματά» του ήταν η εξασφάλιση άδειας για τη δημιουργία εργοστασίου εμφιάλωσης της Κόκα-Κόλα στην Ελλάδα. Η αμερικανική πολυεθνική προσπαθούσε για μια δεκαετία να μπει στην ελληνική αγορά, χωρίς αποτέλεσμα. Επίσης, ένας προσωπάρχης του Τομ Πάπας με σκανδαλώδες παρελθόν, ο Παύλος Τοτόμης, διορίστηκε το 1967 υπουργός Δημόσιας Τάξης και κατόπιν πρόεδρος της ΕΤΒΑ.

Χαρακτηριστικός ήταν και ο νεποτισμός των δικτατόρων:

  • Ο Μακαρέζος διόρισε υπουργό Γεωργίας (κι αργότερα Βορείου Ελλάδος) τον κουνιάδο του, Αλέξανδρο Ματθαίου.
  • Ο Λαδάς έκανε τον ένα ξάδερφό του διοικητή της ΑΣΔΕΝ και τον άλλο γ.γ. Κοινωνικών Υπηρεσιών.
  • Ο γαμπρός του Παττακού Αντρέας Μεϊντάσης επιδόθηκε σε μπίζνες με το Δήμο Αθηναίων από την κατασκευή του υπόγειου γκαράζ της Κλαυθμώνος μέχρι μια τεχνική μελέτη αξιοποίησης δημοτικού ακινήτου, ύψους 1.109.000 δρχ.
  • Τα αδέρφια του αρχηγού βολεύτηκαν κι αυτά. Ο Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος ως στρατιωτικός ακόλουθος, γ.γ. του υπ. Προεδρίας, περιφερειακός διοικητής Αττικής και «υπουργός παρά τω πρωθυπουργώ». Ο Χαράλαμπος Παπαδόπουλος αναρριχήθηκε αστραπιαία στην υπαλληλική ιεραρχία για να αναλάβει γ.γ. Δημ. Τάξεως. Σύμφωνα με τα απομνημονεύματα βαθμοφόρου υφισταμένου του, «μένει γνωστός σαν «μπον φιλέ» γιατί, τυλιγμένος σε χειμωνιάτικο παλτό, τρέχει νύκτα μαζί με αξιωματικούς αστυνομίας πόλεων στα καμπαρέ σαν γκάγκστερς και τρώγουν φιλέτο» (Αλέξανδρος Δρεμπέλας, «Ο θρήνος του χωροφύλακα», Αθήνα 1998, σ. 118)

Η αισθητική των καραβανάδων

«Καλή τέχνη είναι αυτή που είναι καλή για την Μητέρα Πατρίδα» γράφει ο συνταγματάρχης Λαδιάς. Και όπου «Μητέρα Πατρίδα» μπορείτε ελεύθερα να συμπεράνετε το στρατιωτικό καθεστώς. Αποδεκτή μορφή τέχνης για την δικτατορία είναι αυτή που εξυμνεί το καθεστώς ή τουλάχιστον δεν το ενοχλεί.Τα αυταρχικά καθεστώτα συνήθως φροντίζουν με φτηνά υποκατάστατα κουλτούρας να κρατούν «τις μάζες σε κατάσταση ικανοποιημένης νάρκης», όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο Ρ. Ρούφος, δείχνοντας  ανοχή σε «ουδέτερες» εκδηλώσεις.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι η κυριολεκτικά «πτωχή τω πνεύματι» κληρονομιά που άφησε πίσω της η Χούντα, ενθαρρύνοντας κάθε είδους ανόητη δημιουργία μόνο και μόνο επειδή αυτή τύχαινε να την εγκωμιάζει ή να κρατά τον κόσμο μακριά από επικίνδυνους στοχασμούς, μας εκπλήσσει ακόμα και σήμερα. Σε κάποιες περιπτώσεις δε, έχει αφήσει ευδιάκριτα τα ίχνη της, κυρίως στον κόσμο της τηλεόρασης και στον πολεοδομικό σχεδιασμό. Ως προς την αισθητική της αρχιτεκτονικής των «ψηλών κτιρίων», που χτίστηκαν κατά κόρον την περίοδο της δικτατορίας κι έχουν ταυτιστεί με τον αυταρχικό χαρακτήρα του καθεστώτος (κοντινότερο στους φοιτητές παράδειγμα, το γυάλινο κτίριο στο Πάντειο Πανεπιστήμιο), αρκεί να υπενθυμίσουμε τη δήλωση του Παττακού, που υποστηρίζει ότι οι επόμενες γενιές θα τον ευγνωμονούν για την απόφασή του να αυξήσει κατά 40% το επιτρεπόμενο ύψος δόμησης [3]

Η δικτατορία φρόντιζε να χαρίζει δωρεάν θέαμα στο κοινό, με τις θρυλικά αντιαισθητικές  εκδηλώσεις  της στο Παναθηναϊκό Στάδιο, όπου προσπαθούσε να «εξυψώσει το πατριωτικό συναίσθημα» σε δίχως αρχή και τέλος δρώμενα, όπου συνευρίσκονταν σπαρτιάτικες φάλαγγες, βυζαντινοί αυτοκράτορες, τσολιάδες, γιγάντιοι αστραφτεροί φοίνικες-άρματα, ενώ στην άλλη άκρη του γηπέδου χόρευαν καλαματιανό και τσάμικο…με σκοπό το«ομαδικό τραγούδι να διαλύσει την ατομικότητα εντός του συνόλου και να επισφραγίσει το ψυχολογικό ενιαίο των ατόμων» . Σταθμός, όμως, στην πνευματική ζωή της χώρας και ένδειξη των «υψηλών» αισθητικών κριτηρίων που διέθετε η Χούντα αποτελεί η «ποιητική έξαρση» που παρατηρήθηκε τα πρώτα χρόνια μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα, την οποία αξιοποίησε η κυβέρνηση εκδίδοντας το 1969 τη «Λαϊκή Μούσα», συλλογή στίχων από υποστηρικτές του καθεστώτος σε όλη τη χώρα. Ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα είναι το εξής:

«Μεσ’ τον Απρίλη έφθασαν
τρεις μάγοι με τα δώρα
Ο Γιώργος Παπαδόπουλος
κι ο Παττακός στην ώρα.
Ακόλουθα στέκει πιστός
ο Νίκος Μακαρέζος
που στάθηκε στο ραντεβού
και τώρα σαν Εγγλέζος».
(Πρόδρομος Σακελάριος Μιχαηλίδης, ιερέας)

ΑΠΕΥΘΥΝΣΗ ΣΤΟ ΜΑΛΑΚΑ

«Για ένα απροσδιόριστο ακόμη χρονικό διάστημα, την Ιστορία θα κινούν οι δυνάμεις της βίας και του χρήματος, ενάντια στα συμφέροντα των λαών και στην αλήθεια των ανθρώπων» (Albert Camus)

Σ’ έναν κόσμο που βαλτώνει στην καταπίεση, την ανισότητα, την εξαθλίωση, οι κάθε λογής τσοπάνηδες βγαίνουν στο λιβάδι προσπαθώντας να μαντρώσουν όσο περισσότερους μπορούν, γύρω από τα (παρα)πολιτικά τους μαντριά. Αν, λοιπόν, αγαπητέ Μαλάκα της ιστορίας έχεις σκοπό να σταματήσεις βελάζεις, ν΄ αρχίσεις να μιλάς, κι από υπήκοος να πάρεις το ρόλο του Πολίτη, τότε καλό θα ΄ταν  να μην ψάχνεις την ασφάλεια σε εύπεπτα παραμυθάκια. Ο Παπαδόπουλος ψόφησε, οι μικροί δικτάτορες της δημοκρατίας όμως ζουν και βασιλεύουν, δημιουργώντας μεγάλες ολιγαρχίες. Καιρός να σταματήσουμε ν’ αναζητούμε δικτάτορες κι ολιγαρχίες. Καιρός να επιτεθούμε…

«Η εσχάτη ταπείνωση, θα οδηγήσει σε κάποια αντίδραση» (Κ.Παλαμάς)

Σημειώσεις:
[1] Να υπενθυμίσουμε πως όποιος θα χαρακτήριζε υπερβολική την κυβέρνηση Εθνικής Σωτηρίας που σχηματίστηκε εκτάκτως από τον τεχνοκράτη Λ.Παπαδήμο, ανατρέποντας τον Γ.Παπανδρέου, πως τα δικτατορικά πραξικοπήματα στην Ρωμαϊκή αυτοκρατορία είχαν διάρκεια ζωής έξι μηνών (περίπου) και κύριο χαρακτηριστικό τους δεν ήταν η καταστολή όσο ο σφετερισμός μιας νόμιμης εξουσίας. Τα καθεστώτα αυτά συνήθως επικαλούνταν κάποια έκτακτη ανάγκη που με την περάτωσή της, έκλειναν τον κύκλο τους και παρέδιναν την εξουσία πάλι στους νόμιμους θεσμούς. Οποιαδήποτε ομοιότητα με την περίπτωση Μ.Μόντι και Λ.Παπαδήμου δεν είναι τυχαία.
(2)Γιώργου Γιαννόπουλου – RichardClogg 1976 «Η Ελλάδα κάτω από στρατιωτικό ζυγό»
(3)Εμμανουήλ Τραχανάς (2009), «Οικονομετρική ανάλυση των δυναμικών χαρακτηριστικών των διδύμων ελλειμμάτων: Η περίπτωση της Ελλάδας», Μεταπτυχιακή Διατριβή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (link)
(3)Το Κιτς της Χούντας, Κλεονίκη Αλεξοπούλου
(4) Περικλής Ροδάκης, Η δικτατορία των συνταγματαρχών
(5) Σόλωνος Γρηγοριάδη, Ιστορία της δικτατορίας
(6) Χαρίτου Κορίζη, Το αυταρχικό καθεστώς 67-74
(7) Χάνα Αρέντ, Το ολοκληρωτικό σύστημα
(8) Βίλχελμ Ράιχ, Η μαζική ψυχολογία του φασισμού
(9) Ελευθεροτυπία,Ιός της Κυριακής, Εφτά χρόνια αρπαχτή

Συγγραφή: Μιχάλης Θ., Efor., Χριστοφορος Π.

Σύγχρονη Ελλάδα: μία ακόμα στιγμή κατάρρευσης του θεμέλιου μύθου

EU-Greece-Acropolis

The article in English

Αν το έθνος συγκροτείται κατά κύριο λόγο γύρω από μια πνευματική αρχή, όπως υποστηρίζει ο Ρέναν, τότε η Ελλάδα σήμερα βρίσκεται σε δίλημμα. Αν το έθνος κουβαλάει ένα κοινό παρελθόν και προσδίδει σ’ αυτό μια προσωρινή συναίνεση που πρέπει να αναπαράγεται επ’ αόριστο, αν η ύπαρξη ενός έθνους είναι «ένα καθημερινό δημοψήφισμα», τότε σήμερα η Ελλάδα ως έθνος προσπαθεί να επαναδιαπραγματευτεί το παρελθόν της μέσω της δημιουργίας του μέλλοντος, το πεδίο των δυνατοτήτων είναι διάπλατα ανοιχτό. Είναι μόλις η δεύτερη φορά στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας που συμβαίνει κάτι τέτοιο. Αυτό αποτελεί σπάνιο φαινόμενο, καθώς η σύγχρονη Ελλάδα προσπαθούσε πάντα να καθορίσει την πολιτισμική της χρονικότητα για να απεικονίσει ένα αμνημόνευτο παρελθόν που θα αναπαράγεται αενάως. Ως εκ τούτου, το μέλλον δε θα πρέπει να εκπλήσσει, αφού αποτελεί ζωντανό μνημείο της νεωτερικότητας. Η πρώτη φορά, από την εμφάνιση της σύγχρονης Ελλάδας που έγινε προσπάθεια να δημιουργηθεί ιστορία από τα κάτω, οδήγησε σε έναν ανελέητο εμφύλιο πόλεμο με σοβαρές συνέπειες για τη χώρα. Το αποτέλεσμα ήταν πάνω από τριάντα χρόνια αυταρχισμού και άγριας καταστολής όλων των δημοκρατικά σκεπτόμενων ανθρώπων. Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΚΕ) νομιμοποιήθηκε μόλις το 1974, αφού η δικτατορία της 21η Απρίλη παρέδωσε την εξουσία στον Κ. Καραμανλή. Η συνεχής εξονυχιστική καταστολή της καθημερινής ζωής σε συνδυασμό με το πραξικόπημα του 1967, κράτησε υπό έλεγχο τις μεγάλες δυνάμεις μετασχηματισμού της κοινωνίας που ήταν σε εξέλιξη από το τέλος του Β ‘Παγκοσμίου Πολέμου και επανεμφανίστηκαν στις αρχές της δεκαετίας του εξήντα. Ένα μετα-δικτατορικό συμβόλαιο σφράγισε τη νέα συναίνεση, γύρω από την οποία εξελίχθηκαν τα πράγματα. Το σύστημα βρήκε το σημείο ισορροπίας που τόσο χρειαζόταν για την επιβίωσή του, δαμάζοντας τη βούληση του λαού. Αλλά αυτό το κοινωνικό συμβόλαιο, με την χρεοκοπία και την έλευση της τρόικας, δηλαδή των ΔΝΤ-ΕΕ-ΕΚΤ, έχει παραβιαστεί ανεπανόρθωτα. Οι ανάγκες και οι επιθυμίες των Ελλήνων, η βούλησή τους, όλο και περισσότερο έρχονται σε αντίθεση με τη βούληση του κράτους, η κοινωνική σφαίρα κινείται κάθε μέρα πιο μακριά από τον κρατικό μηχανισμό.

Η τρόικα εσωτερικού, δηλαδή η νέα κυβέρνηση συνασπισμού (ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ), με την άκρως αυταρχική πολιτική ρητορική της και μια άγρια νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική, προσπαθεί να ενσταλάξει αισθήματα κοινής προσπάθειας και κοινού πόνου στο έθνος, προκειμένου να επιβάλει καθήκοντα, και μια απαιτούμενη κοινή προσπάθεια σε «ορθολογικά σκεπτόμενους πολίτες». Παρ ‘όλα αυτά, η προσφυγή γίνεται πάντα στο όνομα ενός αφηρημένου έθνους και κατευθύνεται προς όλους τους Έλληνες πολίτες, οι οποίοι πρέπει να υποστηρίξουν «την κολοσσιαία προσπάθεια» της κυβέρνησης. Οι υπόλοιποι πρέπει να γίνουν «η σιωπηλή πλειοψηφία» (ο Ραχόι χρησιμοποίησε αυτόν τον όρο για να καταστήσει παράνομους στα μάτια της κοινωνίας όλους όσοι χρησιμοποιούν το δικαίωμα στη διαδήλωση. Αυτός ο όρος χρησιμοποιήθηκε από τον Νίξον στο παρελθόν, για να αντιπαραβάλει «μια σιωπηλή πλειοψηφία» που δεν είχε πρόβλημα με τον πόλεμο στο Βιετνάμ, με μια θορυβώδη μειοψηφία που τραβούσε όλη την προσοχή των μέσων ενημέρωσης). Αν όχι, θα αντιμετωπιστούν ως ο εσωτερικός εχθρός.

Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε το γεγονός ότι, πολλές φορές, στην ιστορία ενός έθνους η συλλογική μνήμη οργανώνεται γύρω από συμφορές και λύπες. Τέτοιες κακές στιγμές στην ιστορία ενός έθνους λειτουργούν ως το σημείο αναδιοργάνωσης των εθνικών αναμνήσεων, και απαιτούν κοινή προσπάθεια και θυσίες για το μέλλον. Η συνεχής έκκληση προς το έθνος ως «ιερής αγελάδας» που πρέπει να διατηρηθεί ανέπαφη ό,τι κι αν γίνει, αναφέρεται στην πλασματική σύγχρονη Ελλάδα που κατασκευάστηκε από την εμφάνιση του έθνους-κράτους. Ακόμη περισσότερο, η εκδοχή της ελληνικότητας στην οποίο καλούμαστε να υποβληθούμε, είναι, υπό την κυβέρνηση συνασπισμού με την ΝΔ στην ηγεσία, μια νέα έκδοση στην νεοφιλελεύθερη εποχή της Ελλάδας του Ελληνο-χριστιανισμού. Η σύλληψη του «Γέροντα Παστίτισου», ενός χρήστη του facebook, λόγω του νόμου κατά της βλασφημίας, που χρησιμοποίησε τη σελίδα του για να σατιρίσει τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό˙ και επιπλέον, η ταπεινωτική μεταχείριση και ο βασανισμός των 15 συλληφθέντων αντιφασιστών από τις δυνάμεις ασφαλείας, σε αντιδιαστολή με την ήπια μεταχείριση, και σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και συνένοχη στάση απέναντι σε ρατσιστικά εγκλήματα και φασίστες, σε συνδυασμό με την επιχείρηση «Ξένιος Δίας» σε όλη την Ελλάδα, ώστε να φυλακιστούν επ ‘αόριστον οι μετανάστες χωρίς χαρτιά, μαζί με το επιχείρημα της «σιωπηλής πλειοψηφίας» (στην Ελλάδα θα μπορούσε να μεταφραστεί ως νοικοκυραίοι), σκιαγραφούν την εικόνα του εθνικά διαμορφωμένου πολίτη του 21ου αιώνα.

Ευρωκεντρικές σκοπιμότητες νομιμοποίησαν τη λεηλασία του παρελθόντος της Ελλάδας και τώρα μια νέα έκδοση της ίδιας ιστορίας προσπαθεί να νομιμοποιήσει την πραγματική λεηλασία της χώρας. Παραμένοντας στην Ευρώπη εξασφαλίζεται η αρχέγονη Ελληνική ενότητα της χώρας, και η Ελλάδα παραμένει στο φαντασιακό χώρο της «δύσης», ενώ την ίδια στιγμή δίνεται ελπίδα για τη διατήρηση του πολιτικού μηχανισμού. Στην πραγματικότητα, ο συγκεκριμένος πολιτικός μηχανισμός θα ήταν αδύνατος χωρίς την δυτική υποστήριξη και εξάρτηση. Αυτό είναι που ο κ. Δένδιας, Υπουργός Δημόσιας Τάξης, δηλώνει ρητά όταν αναφωνεί ότι «ή θα σωθούμε όλοι ή κανείς μας», αυτή είναι προφανώς η «υπαρξιακή αγωνία» του και των συναδέλφων του, και όχι των Ελλήνων γενικά. Αυτό που πραγματικά φοβάται είναι η σίγουρη πολιτική εξάλειψή του με την «υποτιθέμενη» απόσυρση της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αφού η ύπαρξή του εξαρτάται απόλυτα από τη στήριξη της Ε.Ε. και των Η.Π.Α. Υπενθυμίζοντάς μας ακόμη φορά ότι το σκάφος είναι έτοιμο να βυθιστεί με εμάς επάνω, δεν ξεχνά ποτέ να κατηγορεί εκείνους που φέρουν την ευθύνη, σ’ αυτή την περίπτωση τους ναυπηγούς, οι οποίοι σύμφωνα με τον υπουργό «μας» είναι εξτρεμιστές που διαταράσσουν την προσπάθεια που γίνεται. Αυτές είναι οι θορυβώδεις μάζες, οι «τεμπέληδες» που δε θέλουν καμία αλλαγή στη ζωή τους, ο γνωστός εσωτερικός εχθρός, γενικώς η αριστερά, γιατί συνεχίζει δηλώνοντας τη λύπη του για τους αριστερούς και κομμουνιστές βουλευτές που υποστήριξαν τον αγώνα των εργαζομένων.

Κάποιος πρέπει να υπενθυμίσει στους ιστορικά αδαείς ότι οι μεταφυσικές ή μεσσιανικές αφαιρέσεις δεν πείθουν τους άνεργους και τους πεινασμένους. Ο πρώτη μεσσιανική, αλυτρωτική αφήγηση, η «Μεγάλη Ιδέα», αναπτύχθηκε στην Ελλάδα κατά τον 19ο αιώνα, και κατέληξε με την αναγκαστική μετανάστευση σχεδόν ενάμισι εκατομμυρίου μικρασιατών ελληνόφωνων ορθόδοξων πληθυσμών. Ενώ, η δεύτερη αφήγηση, ήρθε ως υπόσχεση της προόδου και της ανάπτυξης, που θα μας κάνουν αντάξιους της ιστορίας μας στην Ευρώπη. Από την δεκαετία του ενενήντα αυτή η συζήτηση έχει επηρεαστεί ιδιαίτερα από την νεοφιλελεύθερη ατζέντα, και οργανώνεται, όπως αναφέρει ο Χαμηλάκης (2007), με την αναζήτηση της άλλης σύγχρονης «Ελληνικής Ιδέας», των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004. Αλλά μετά την σημερινή πτώχευση και την συμφωνία της τρόικας κανείς δεν θα έκανε σκόπιμα θυσίες με βάση αυτή τη σύγχρονη «Μεγάλη Ιδέα». Το στείρο όραμα της Ελλάδας άδειο από πολιτισμική χρονικότητα δεν μπορεί πια να είναι η βάση για την αναδιοργάνωση της χώρας. Συμβολικές κινήσεις, όπως η «εισβολή» των εργαζομένων των ναυπηγείων στην αυλή του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, πριν από λίγες μέρες, για να δείξουν τον αποτροπιασμό τους για την εξαθλίωση τους, και η διακοπή της παρέλασης στη Θεσσαλονίκη το 2011, κατά τη διάρκεια των εορτασμών για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο απεικονίζουν το βαθμό στον οποίο οι ενοποιητικές εθνικές αφηγήσεις δεν είναι σε θέση να ελέγξουν τις μάζες. Το όραμα, αν υπάρχει, που η κυβέρνηση προσφέρει στο λαό της Ελλάδας, δεν μπορεί να γίνει η βάση για την επιθυμία της συνέχισης της κοινής ζωή του έθνους. Γι ‘αυτό ο κ. Δένδιας ακούγεται παράλογος όταν μιλάει σαν να μην υπάρχει κρίση. Όταν το κράτος δεν έχει καμία εξουσία, παραδομένο στους διεθνείς οργανισμούς, τότε ακούγεται εντελώς παράλογο να περιμένεις από τους ανθρώπους να σε σώσουν ενώ σώζουν τους εαυτούς τους – το πιο πιθανό είναι ότι θα προτιμούσαν να μην σωθούν, μόνο και μόνο για να έχουν την ευχαρίστηση να σε καταστρέψουν.

1) Renan, Ernest (1993) What is a nation? in Nation and Narration eds Hommi K. Bhabba Routledge, London and New York
2) Hamilakis, Yannis (2007) The Nation and Its Ruins: Antiquity, Archeology and National Imagination in Greece, Oxford University Press, New York

Ιουλία Γιοβάνη
Phd Candidate at the Centre for Cultural Studies
Goldsmiths College
University of London

Κινηματική ανασκόπηση: μια γενική εικόνα

Οι κινητοποιήσεις και οι πορείες  διαμαρτυρίας, στα πλαίσια της γενικής απεργίας της 26ης Σεπτεμβρίου είναι πια παρελθόν. Για μια ακόμη φορά, εκατοντάδες χιλιάδες πολιτών σε όλη τη χώρα, αψήφησαν την πολύπλευρη τρομοκρατία του καθεστώτος, επιλέγοντας το δρόμο της άρνησης στην εξαθλίωση, με αποτέλεσμα να βιώσουν για ακόμη μια φορά την στυγνή  κρατική καταστολή. Κοντολογίς, τα χθεσινά γεγονότα, αποτελούν μια ακόμη επανάληψη των όλων όσων συμβαίνουν στις απεργίες και πορείες διαμαρτυρίας που κατά καιρούς, απεργίες που  οργανώνουν τα μεγάλα συνδικάτα της χώρας. Εμείς, έχοντας αποκομίσει μια συνολική εικόνα των όσων συνέβησαν το τελευταίο χρονικό διάστημα όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σχεδόν σε ολόκληρη την Ευρώπη, θα προσπαθήσουμε και πάλι να δούμε με μια πιο κριτική ματιά όλα αυτά που διαδραματίζονται γύρω μας, με γνώμονα τον επιθυμητό κοινωνικό μετασχηματισμό, προς μια κατεύθυνση εγκαθίδρυσης αμεσοδημοκρατικών κοινωνικών δομών, ικανών να προωθήσουν την πολιτική, οικονομική και κοινωνική ισότητα.

Τα Μέσα Ενημέρωσης στο βρώμικο παιχνίδι της εξουσίας και η υπεράσπιση του σάπιου πολιτισμού

Τα διεθνή μέσα ενημέρωσης, κατατρομαγμένα προσπάθησαν να καλύψουν την κοινωνική οργή πίσω από τα στερεότυπα και κονσερβαρισμένα ψέματά τους, κάνοντας και πάλι λόγο για τους ανεύθυνους, τεμπέληδες και κρατικοδίαιτους Έλληνες πολίτες. Γι’ αυτούς, κάθε πολιτική δράση, όπως απεργίες, πορείες, καταλήψεις, συνελεύσεις, κλεισίματα δρόμων, άρνηση πληρωμών και ό,τι άλλο έρχεται σε σύγκρουση με τις αξίες της δικτατορίας του οικονομισμού και της Προτεσταντικής ηθικής, του πολιτισμού της κατανάλωσης και διανοητικής παρακμής, αποτελεί ειδεχθές έγκλημα. Αποκορύφωμα αυτού του «ενημερωτικού» οχετού, αποτέλεσε δημοσίευμα του BBC και των Γερμανικών φυλλάδων που δίχως κανέναν απολύτως συναισθηματισμό, δίχως καμία εξαίρεση, παρουσίασαν τις χθεσινές συγκρούσεις ως αποτέλεσμα της δράσης κάποιων ανεγκέφαλων χούλιγκανς, μεταδίδοντας ταυτόχρονα – προκειμένου να στηρίξουν την προκατασκευασμένη μιντιακή πραγματικότητά τους – απόψεις ατόμων που υιοθετούν ανοιχτά το Νεοφιλελεύθερο Δόγμα (με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την κοινωνία), ή τις βασικές θέσεις της ακίνδυνης (για το σύστημα) σοσιαλδημοκρατίας, θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να περάσουν το μήνυμα πως για μια ακόμη φορά ο Ελληνικός λαός που δεν εργάζεται όσο σκληρά θα έπρεπε, αναδεικνύει την ανευθυνότητά του, το θράσος και την αχαριστία του στους «δουλευταράδες» του Βορρά. Το γεγονός αυτό, δεν φανερώνει μονάχα την στυγνότητα των ολιγαρχιών, που θα έφταναν ακόμα και στο σημείο να λοιδορήσουν έναν ολόκληρο λαό, αλλά και την απο-πολιτικοποίηση στην οποία έχουν περιπέσει οι Δυτικές κοινωνίες, την θυσία του κοινωνικού στοχασμού στο βωμό της θεσούλας, της αδράνειας και του lifestyle της απάθειας στο οποίο έχουν βυθιστεί και εθιστεί, επιτρέποντας, έτσι, έννοιες όπως η δημοκρατία και η ισότητα να χάσουν πέρα για πέρα την ζωτική τους χροιά, την ίδια στιγμή που το ναρκωμένο πλήθος βαφτίζει την δουλεία υποχρέωση και τον αγώνα για ελευθερία ως έγκλημα. Είχε άραγε δίκιο ο Μέτερνιχ, όταν σχεδόν δύο αιώνες πριν, είχε δηλώσει πως οι Ευρωπαίοι δεν επιθυμούν ελευθερία αλλά κοινωνική ειρήνη; Πόσο επίκαιρο φαντάζει αυτό το ρητό για εμάς σήμερα;

Όμως, και τα εγχώρια ΜΜΕ δεν έχουν και πολλά να ζηλέψουν απ’ αυτά του εξωτερικού. Πιστά, και αυτά, στο δόγμα της πολιτισμικής μιζέριας, της δικτατορίας του κυνισμού και της χυδαιότητας, βάφτισαν τα χθεσινά γεγονότα κάτι σαν «θλιβερό έθιμο», με βάση το οποίο η Αστυνομία οφείλει να μετέλθει κάθε μέσο προκειμένου οι πολίτες να σταματήσουν να διαδηλώνουν, και να φυλακιστούν ολοσχερώς στην ατομική τους σφαίρα, περιμένοντας τη στιγμή που τα μέτρα λιτότητας και οι «θυσίες» θ’ αρχίσουν ν΄ αποδίδουν – αν υποθέσουμε ότι θα μπορούσε ποτέ ένα αποτυχημένο φάρμακο να σώσει από τον βέβαιο θάνατο έναν κλινικά νεκρό ασθενή. Γι’ αυτά η πραγματικότητα θυμίζει το αρνητικό ενός φιλμ, εντελώς αντεστραμμένη, πράγμα που σε συνδυασμό με τα όσα διαδραματίστηκαν στην Μαδρίτη, και άλλες πόλεις στην Ισπανία, την 25η Σεπτεμβρίου, (κινητοποιήσεις οι οποίες, τη στιγμή που γράφεται το άρθρο αυτό, συνεχίζονται με ένταση) φανερώνει ότι πάνω από τις χώρες της Νότιας Ευρώπης πλανάται ένα φάντασμα: το φάντασμα της κοινωνικής  αλλαγής.

Όσο, όμως, η πραγματικότητα ωθεί όλο και περισσότερους ανθρώπους στην απελπισία, την ανέχεια και την εξαθλίωση, τόσο περισσότερο οι σκέψεις για γενικευμένο ξεσηκωμό, για μια ριζική κοινωνική επανάσταση μεταμορφώνεται από απλή ευχή μιας μειοψηφίας σε αναγκαίο μέσο επιβίωσης για τους πολλούς. Όσο, λοιπόν, και αν προσπαθούν οι τυποποιημένες αναλύσεις των ΜΜΕ και των φιλελεύθερων σαλτιμπάγκων και του κάθε οικονομολόγου-αυθεντίας, να μας πείσουν πως δεν υπάρχει άλλος δρόμος πέρα από τον συμβιβασμό με τον άθλιο αυτόν πολιτισμό της εθελοδουλίας, του κιτς και της ασημαντότητας, τόσο η εμπιστοσύνη του κόσμου απέναντί τους θα γκρεμίζεται, καθώς, όπως φαίνεται, τα διάφορα social media και οι σελίδες κοινωνικής δικτύωσης, προσφέρουν μια τελείως διαφορετική οπτική γωνία στην ενημέρωση του πολίτη. Πέρα από τις υπερβολές και τον ανορθολογισμό που επικρατεί στο διαδίκτυο, όπου ακόμα και το κάθε ψέμα γίνεται πιστευτό όταν επαναληφθεί για πολλές φορές, (πράγμα που πίστευε και ο Γκέμπελς), βλέπουμε πως, όλο και περισσότεροι χρήστες του internet, καταφεύγουν στις διάφορες κινηματικές σελίδες του Facebook, (με αποκορύφωμα τη σελίδα του Occupy Wall Street που έχει ξεπεράσει τις 430.000 εγγραφές), προκειμένου να έρθουν σ’ επαφή με την «άλλη» πραγματικότητα, αυτήν που τα συμβατικά ΜΜΕ αποκρύπτουν για δικούς τους λόγους. Το αν η λογική θα υπερισχύσει της συνωμοσιολογικής μανίας, αυτό είναι ένα άλλο ζήτημα που σαφέστατα και θα πρέπει να μας απασχολεί, δεδομένου ότι η οργή και η απόγνωση μπορεί να μετατραπεί σε έναν πολύ κακό σύμβουλο, όταν δεν συνοδεύεται από την λογική, και παραμένει, απλά, μια συναισθηματική παρόρμηση. [1]

Κρατική βία και καταστολή. 

Επιστρέφοντας στα δικά μας, το αξιοσημείωτο από τη χθεσινή γενική απεργία δεν είναι τόσο η κρατική βία, η μιντιακή υπερπραγματικότητα ή η κατά παραγγελία επιστημονικοφανής υπεράσπιση των αντικοινωνικών και παρανοϊκών, από κάθε άποψη, νεοφιλελεύθερων πολιτικών – πρακτικές που πολύ σύντομα θα αποτελέσουν την καθημερινότητα και των Ισπανών που βρίσκονται στην αρχή του ίδιου θλιβερού δρόμου που περπατήσαμε εμείς από τον Μάιο του 2010 – αλλά το ότι, για ακόμα μια φορά η αντίδραση της κοινωνίας ήταν λιγότερο δυναμική και χειρότερα οργανωμένη και στοχευμένη απ’ ό,τι επιτάσσουν οι πραγματικές συνθήκες. Υπάρχει δηλαδή μια αναντιστοιχία μεταξύ όσων έχουν πλέον συνειδητοποιήσει την ανάγκη για ένα ριζικό κοινωνικό μετασχηματισμό (ποσοστό που αυξάνεται όχι πια με γεωμετρική πρόοδο αλλά λογαριθμικά) και των μέσων, των μεθόδων που υιοθετούνται προς επίτευξη αυτού του σκοπού.

Αν δεχτούμε την αμέσως παραπάνω παρατήρηση ως ορθή, δεν απομένει παρά να αναζητήσουμε τους βασικότερους λόγους που θα εξηγήσουν αυτή την αναντιστοιχία, με αυτονόητο ζητούμενο την εξεύρεση τρόπων, μεθόδων και μέσων που θα βοηθήσουν στην πραγματοποίηση του διαρκώς αποσαφηνιζόμενου και προσδιοριζόμενου στόχου (δηλαδή του ριζικού κοινωνικού μετασχηματισμού ή, καλύτερα, της πυροδότησης της διαδικασίας της διαρκούς κοινωνικής επανάστασης). Γιατί καμία 24ωρη (ή ακόμα και 48ωρη) γενική απεργία δεν έχει την αναμενόμενη συμμετοχή; Για ποιούς λόγους η συμμετοχή του κόσμου στις αντίστοιχες διαδηλώσεις, βαίνει μειούμενη; Ή διαφορετικά: γιατί ακόμα και οι πιο επιτυχημένες απεργίες και διαδηλώσεις (από άποψη συμμετοχής) δεν έχουν κανένα απολύτως αποτέλεσμα; Και τί θα μπορούσε να γίνει, τί πρέπει να κάνουμε, προκειμένου να μην δούμε πάλι το ίδιο έργο και την επόμενη φορά; Πιστεύοντας πως αυτά είναι τα βασικά ερωτήματα που πρέπει να συζητηθούν, θα επιχειρηθεί, μια επανοηματοτοδότηση των εννοιών της απεργίας, της κοινωνικής διαμαρτυρίας και του σκοπού που πρέπει αυτές να επιδιώκουν.

Τα δεδομένα λοιπόν είναι τα εξής:

Μετά την υπογραφή του 1ου Μνημονίου, και επιτυχημένες απεργίες έγιναν και μαζικότατες διαδηλώσεις. Όλες ανεξαιρέτως, είχαν την ίδια τύχη: βίαιη καταστολή, τις περισσότερες φορές με ακρότητες που εκφεύγουν τα όρια της νομιμότητας ακόμα και της αστυνομικής βίας (σημ.: η νομιμότητα για την οποία μιλάμε εδώ δεν είναι κάποιο κοινώς αποδεκτό όριο μια υπερβατική νομική κανονικότητα που εμείς αποδεχόμαστε ως τέτοια – μιλάμε απλώς για τα όρια εντός των οποίων επιτρέπεται να κινηθούν οι κρατικοί μηχανισμοί σύμφωνα με τους νόμους που το ίδιο το Κράτος, δηλαδή οι ολιγαρχίες, έχουν θεσπίσει κυριαρχικά, οι οποίοι παραβιάζονται απροσχημάτιστα από τους κύκλους που την επικαλούνται διαρκώς). Μάλιστα, δεν έχει γίνει καθολική πεποίθηση στην κοινωνία ότι ΕΛ.ΑΣ. και ακροδεξιές οργανώσεις, όπως η νεοναζιστική Χρυσή Αυγή, είναι συγκοινωνούντα δοχεία. Αυτό σημαίνει, εκτός από τα προφανή (π.χ.: σε ποιά χώρα του κόσμου είδατε τους πάνοπλους μπάτσους να πανηγυρίζουν σαν παίκτες ποδοσφαιρικής ομάδας μετά την απρόκλητη επίθεσή τους κατά διαδηλωτών που συντεταγμένα και απόλυτα ειρηνικά, φεύγουν – γεγονότα επί της Πανεπιστημίου της 26.09.2012), και την λουμπενοποίηση, ή για να ειπωθεί απλούστερα, την σχεδόν επίσημη μαφιοζοποίηση του Κράτους, την οριστική απαλοιφή των ορίων μεταξύ Κράτους και Παρακράτους.

Το επόμενο βήμα;

Καμία απολύτως απεργία δεν κάλυψε το σύνολο των εργαζομένων, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων αδυνατεί να απεργήσει αντιμετωπίζοντας τον κίνδυνο της απόλυσης σε μια χώρα που η πραγματική ανεργία ξεπερνά πια το 25%. Συνεπώς υπάρχει σοβαρό πρόβλημα και ως προς τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων των σχετικών με τις απεργιακές κινητοποιήσεις και, κατ’ επέκταση, είναι προφανής ο συνδικαλιστικός ξεπεσμός, ειδικά των τριτοβάθμιων σωματείων – την στιγμή που ελάχιστα πρωτοβάθμια δραστηριοποιούνται και μάλιστα επιτυχώς. Υπάρχει, όμως, και ένα βαθύτερο ζήτημα εδώ που πρέπει να συζητηθεί: αυτό της έλλειψης πραγματικού προτάγματος. Κοντολογίς, μεγάλο μέρος του πληθυσμού κινητοποιείται, είτε αποφασίζει να δράσει μαζικά, μόνο όταν δει ότι θίγονται τα δικά του οικονομικά συμφέροντα, απαιτώντας, ταυτόχρονα, είτε φορολογικές ελαφρύνσεις, είτε αυξήσεις, είτε περισσότερα επιδόματα. Αναμφισβήτητα, όλα αυτά τα αιτήματα είναι δίκαια, ιδιαίτερα σε μια εποχή σαν τη δική μας, όπου δικαιώματα που κερδήθηκαν με αγώνες και αίμα χιλιάδων ανθρώπων (οχτάωρο, δωρεάν παιδεία, υγεία, στέγαση). Όμως, κρίνουμε εξαιρετικά σημαντικό την περαιτέρω διεκδίκηση, αν όχι την δημιουργία αντιδομών που θ’ αντικαταστήσουν τους παλιούς ιεραρχημένους κοινωνικούς θεσμούς, και θα προωθούν την ισονομία, την άμεση δημοκρατία, τον κοινωνικό στοχασμό αλλά και τον συνολικό επανακαθορισμό των αναγκών, σε κάθε στιγμή. Μέσα σε μια τέτοια προοπτική θα μπορούσαν να βρεθούν, αν όχι λύσεις, τουλάχιστον σημαντικές απαντήσεις στην ανθρωπολογική κρίση των καιρών, που μαστίζει τις σύγχρονες κοινωνίες. Θα μπορούσε, έτσι, να καταστεί δυνατή η λειτουργία αυτόνομων κοινωνικών θεσμών, μέσω της δημιουργίας μιας πραγματικά δημόσιας ή πολιτικής σφαίρας, που θα επιδιώκουν την ατομική και συλλογική απελευθέρωση, ως εκ τούτου, τη διαμόρφωση ενός νέου ανθρωπολογικού τύπου, πιο υπεύθυνου, σκεπτόμενου και πραγματικά ελεύθερου. Κοινώς, κρίνεται απαραίτητη η υιοθέτηση πολιτικού προτάγματος, πέρα από την δικαίωση των οικονομικών αιτημάτων. Κάτι τέτοιο, φυσικά, δεν μπορεί να ξεπηδήσει μέσα από μια μονοήμερη (ή έστω και διήμερη) απεργία ή στάση εργασίας, παρά μόνο μέσα από μια διαρκής και συνεχιζόμενη πάλη ενάντια στο παλιό καθεστώς, με σκοπό να ριζώσει στη συνείδηση των πολιτών η ιδέα και η επιθυμία για ρήξη με τις αξίες που αυτό πρεσβεύει.

Ο ίδιος ο κόσμος που υποφέρει και επιζητά «μια αλλαγή», δυσκολεύεται να κατανοήσει (υπό την πίεση και της καθημερινά βιούμενης οικονομικής δυσπραγίας) ότι κάθε απεργία που δεν είναι πολιτική αλλά και διαρκής, και που δεν κηρύχθηκε εξ αρχής ως τέτοια και μάλιστα ως πολιτική, είναι καταδικασμένη σε αποτυχία και μάλλον αποτελεί ευχάριστο δώρο στην εργοδοσία και τα κάθε είδους αφεντικά (δημοσίου ή ιδιωτικού τομέα). Κανείς και τίποτα δεν μπόρεσε να οργανώσει, ούτε κατ’ ελάχιστον τις αμέτρητες στρατιές ανέργων, οι οποίοι, από μόνοι τους θα επαρκούσαν, ώστε να παίξουν καταλυτικό ρόλο σε κάθε κινητοποίηση (από δυναμικές διαδηλώσεις έως περιφρούρηση των απεργιών όσων ακόμα εργάζονται, από απεργοσπάστες και κάθε είδους απεργοσπαστικούς μηχανισμούς). Σίγουρα, δράσεις, όπως η αυτο-διαχείριση του νοσοκομείου του Κιλκίς αποτελούν πηγές έμπνευσης για περαιτέρω πολιτική δράση, μιας και θέτουν γερές βάσεις για την αντικατάσταση των παλιών θεσμών παραγωγής και εργασίας με νέους, όμως κάτω από τις υπάρχουσες συνθήκες, οι καταλήψεις εργοστασίων και επιχειρήσεων θα μπορούσαν να καταστούν πιο γενικευμένες, αντί να περιμένουμε μεσσιανικά κάποιον ηγέτη, κάποια αυθεντία, κάποιον πεφωτισμένο γνώστη που θα μας οδηγήσει έξω από το αδιέξοδο στο οποίο έχουμε περιέλθει.

Στο μεταξύ, η αυξανόμενη φτώχεια και η αθλιότητα, αποτελεί ένα ολοένα και διογκούμενο εμπόδιο σε κάθε έμφυτη ή οργανωμένη προσπάθεια για κοινωνική αλληλεγγύη. Όταν κάποιος δεν μπορεί να εξασφαλίσει τα μέσα για να ικανοποιήσει ούτε τις βασικές του ανάγκες, δύσκολα θα βοηθήσει τον επίσης εξαθλιωμένο (ίσως με άλλο τρόπο) γείτονά του ή συνάδελφό του ή, ακόμα και τον στενό του συγγενή. Τι μπορεί να γίνει λοιπόν; Πώς και ποιοί θα πείσουν τις εξαθλιωμένες (και απόλυτα αιφνιδιασμένες) μάζες να οργανωθούν και να δράσουν, με την έννοια της καθολικής κοινωνικής ανυπακοής, και μάλιστα σε βάσεις που να αποκλείουν την παρείσφρηση φασιστοειδών ή βαθιά συντηρητικών στοιχείων; Φυσικά, μέσα από ένα άρθρο, δεν μπορούν να δοθούν απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά. Εξάλλου, δεν είμαστε ούτε εξουσιοδοτημένοι για κάτι τέτοιο. Θα λέγαμε, όμως, πως, ούτε καν το επιθυμούμε, γιατί οποιαδήποτε έτοιμη απάντηση ή θ’ αποτελούσε προσωπική γνώμη είτε πλάνη. Το θέμα είναι να συμφωνήσουμε στην κρισιμότητα των παρατηρήσεων και στην ορθότητα των ερωτημάτων. Οι απαντήσεις θα έρθουν μέσα από την τριβή στους κοινωνικούς αγώνες και υπό την πίεση της ανάγκης. Δεν μπορούμε όμως παρά να υπενθυμίσουμε κάποια πράγματα που είναι αυτονόητα (ακόμα κι αν, ως τέτοια, πολλοί τα λησμονούν):

  • Η κοινωνική επανάσταση κρίνεται επιτακτική. Η ίδια η πραγματικότητα είναι που την καθιστά ως την μόνη πιθανή διέξοδο από τον πλήρη ατομικό, κοινωνικό και πνευματικό αφανισμό.
  • Η σύγκρουση με την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων δεν είναι απαραίτητο και (δεν θέλουμε, άλλωστε) να μετέλθει με βίαια μέσα παρά μόνο στο βαθμό που αυτά θα χρησιμοποιηθούν ως αυτοάμυνα: είναι ανόητη αλλά και αναποτελεσματική η επίθεση σε πάνοπλους αστυνομικούς•  είναι καταστροφική, επίσης η τάση λουμπενοποίησης που επικρατεί σε διάφορους παραδοσιακούς επαναστατικούς χώρους (σύγκρουση μόνο και μόνο για χάρη της σύγκρουσης). Και σε επικοινωνιακό επίπεδο, επίσης, αυτού του είδους η τακτική είναι καταδικασμένη σε αποτυχία, μιας και φτάνει στα μάτια των τηλε-πολιτών, εντελώς διαστρεβλωμένη και φετιχοποιημένη. Είναι, όμως, απόλυτα επιθυμητή και κατορθώσιμη η υπεράσπιση με κάθε τρόπο μιας αυτόνομης δομής όπως μια κοινότητα εναλλακτικής/ανταλλακτικής οικονομίας, ή η υπεράσπιση μιας απεργίας είτε από τις δυνάμεις καταστολής του παλαιού καθεστώτος, είτε από γραφειοκράτες που θα προσπαθήσουν να «καπελώσουν» για προσωπικό (ή κομματικό) τους όφελος μια τέτοια δράση. Οι πρώτοι δεν μπορεί ν’ αντιμετωπιστούν απολύτως ειρηνικά. Οι δεύτεροι θα πρέπει ν’ απομακρυνθούν από το πολιτικό σώμα, με κάθε μέσο και κάθε τρόπο. Παράλληλα, και με σκοπό την επίτευξη των παραπάνω στόχων, η μεταμόρφωση αυτών των τηλε-πολιτών σε ενεργούς συμμάχους κρίνεται αναγκαία και ο τρόπος να το καταφέρουμε αυτό φαίνεται πως δεν μπορεί παρά ν’ αρχίσει σε τοπικό επίπεδο, σε χώρους δουλειάς, σε κάθε μικροκοινωνικό επίπεδο.
  • Καμία ενέργειά μας δεν πρόκειται να έχει αποτελέσματα αν δεν έχουμε την απαραίτητη οργανωτική δομή, η οποία οργανωτική δομή σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να έχει ιεραρχικά χαρακτηριστικά, αλλά, αντίθετα, οφείλει να είναι οριζόντια.
  • Καμία ενέργειά μας δεν πρόκειται να επιτύχει αν δεν διασπάσει την οργανωμένη κρατική καταστολή, σε πάρα πολλά μέτωπα. Η σχεδόν πατροπαράδοτη σύγκρουση με τις δυνάμεις καταστολής στα κέντρα των πόλεων, για παράδειγμα,

Για άλλη μια φορά, τελειώνοντας, θα πούμε ότι η γενική πολιτική απεργία διαρκείας είναι ένα όπλο που, ίσως, θα μπορούσε να μας εξασφαλίσει μια μεγάλη νίκη. Μέχρι να μπορέσουμε να οργανώσουμε επιτυχώς ένα τέτοιο εγχείρημα, μικρές νίκες στην καθημερινότητά μας θα πρέπει να μάθουμε να κατακτούμε, νίκες που προαπαιτούν πάντα ως ζητούμενο, όχι μόνο να ικανοποιήσουν μια δεδομένη ανάγκη της στιγμής ή κάποιο επί μέρους αίτημα, αλλά ν’ αποτελέσουν, συνειδητά, έναν παραπόταμο ικανό να βοηθήσει στο να ξεχειλίσει ο κύριος ποταμός με όλη του την δύναμη, την αγριότητα και την ομορφιά του.

[1] Έχει πολλές φορές διαπιστωθεί ότι οι πρωταρχικές ανθρώπινες  αντιδράσεις κινητοποιούνται πρώτα με βάση τα συναισθήματα και έπειτα την λογική, γεγονός που επιτρέπει την αναμετάδοση ψευδών ειδήσεων που απλά ακούγονται όμορφα στ’ αυτιά του απεγνωσμένου ανθρώπου. Έτσι, δεδομένου  ότι βαδίζουμε στην εποχή όπου οι μεγάλοι τηλεοπτικοί και ραδιοφωνικοί  σταθμοί αρχίζουν να περιορίζονται  για χάρη της ανοιχτής διαδικτυακής ενημέρωσης, καλούμαστε να  μετασχηματίσουμε όλες αυτές τις τάσεις που ρέπουν προς τον ολέθριο λαϊκισμό, καθώς μια μοναδική ευκαιρία ανοίγεται μπροστά μας:  η δημιουργία μιας κατά κάποιον τρόπο ψηφιακής πολιτικής σφαίρας/κινηματικής πλατφόρμας, (η  οποία, αναμφισβήτητα, με τίποτα δεν μπορεί ν’ αντικαταστήσει την φυσική), όπου η  πρόσβαση στην γνώση θα μπορούσε να είναι θέμα μερικών δευτερολέπτων αναζήτησης.

Συγγραφή: Ian Delta, Μιχάλης Θ

Το άρθρο στα ισπανικά


Σύντομο URL: http://wp.me/pyR3u-bjp

Στη χώρα της απόλυτης απάθειας

Ο καπιταλισμός είναι πηγή δυστυχίας – αυτό είναι αναμφίβολο. Η αποικιοκρατία και το δουλεμπόριο άφησαν πίσω τους δεκάδες αν όχι εκατοντάδες εκατομμύρια θύματα. Μετά, την εποχή της βιομηχανικής επανάστασης, όταν εμφανίστηκαν και  τα πρώτα σοσιαλιστικά ρεύματα, η ζωή των μη αστών, δηλαδή της συντριπτικής πλειοψηφίας των ανθρώπων στις μητροπολιτικές χώρες του καπιταλισμού, ήταν μια κόλαση από τη στιγμή της γέννησης μέχρι τον (συνήθως πρόωρο) θάνατο. Για τον υπόλοιπο κόσμο ούτε συζήτηση.

Τον 20ο αιώνα η ανθρωπότητα έζησε δυο παγκόσμιους πολέμους και αμέτρητους άλλους περιφερειακούς, τον φασισμό και το ναζισμό, άπειρη φτώχεια και καταπίεση, χούντες, δυο τεράστιες οικονομικές κρίσεις με παγκόσμιες επιπτώσεις (1929 και 1972-73, με την τελευταία να συνδέεται σχεδόν άμεσα μ’ αυτήν του 2008 αφού αποτελεί την αρχή μιας διαρκούς καπιταλιστικής παρακμής παρά τα κάποια εμβόλιμα σκαμπανεβάσματα). Σα να μην έφταναν αυτά, γνώρισε και την μεγάλη απογοήτευση της ρωσικής επανάστασης, της πιο μεγάλης αποτυχίας του, με την ευρεία έννοια, αντικαπιταλιστικού πόλου, που μέσα σε λίγες στιγμές, από επανάσταση εξελίχθηκε σε σκληρό ολοκληρωτισμό και γραφειοκρατική παρακμή.

Παρ’ όλα αυτά, η ιστορία είχε και αρκετές φωτεινές στιγμές, αρκετές εκλάμψεις. Η πρόοδος σε πάρα πολλούς τομείς της επιστήμης, τα αριστουργήματα που έδωσε η τέχνη, τα ελευθεριακά κινήματα, κατά κάποιο τρόπο διέσωσαν την αξιοπρέπεια της ανθρωπότητας που κατά κανόνα πορεύεται μέσα στο χρόνο σαν κατάδικος εγκλωβισμένος σε μια αίθουσα βασανιστηρίων με βασανιστές και δήμιους την Εξουσία (πολιτική και θρησκευτική) και, από ένα σημείο και μετά, τον καπιταλισμό.

Στην μεταμνημονιακή Ελλάδα όμως, φαίνεται πως κι αυτές οι εκλάμψεις λείπουν. Ακόμα και οι μικρές χαρές της καθημερινότητας που είναι έμφυτες με την ανθρώπινη δραστηριότητα, (π.χ. το γέλιο, ή έστω η πρόσκαιρη ανεμελιά, η αίσθηση ότι «ζεις και αυτό δεν είναι μόνο μια μικρή μεν αλλά διαρκής νίκη, αλλά και ότι ελπίζεις σε κάποιες στιγμές ευτυχίας μέχρι να ξαπλώσεις στο νεκροκρέβατο») φαίνεται πως έχουν εξαφανιστεί οριστικά και αμετάκλητα.

Γιατί τόση απαισιοδοξία; θα ρωτήσει εύλογα κάποιος. Υπήρξαν κι άλλες δύσκολες περίοδοι. Υπήρξαν  χούντες, πόλεμοι, ναζιστική κατοχή, εμφύλιος, το παρακράτος της Δεξιάς, μπατσοκρατία κλπ., αλλά ο κόσμος κατάφερε ν’ αντισταθεί, να ζήσει, να χαρεί, να δημιουργήσει. Ναι, σύμφωνοι. Αλλά αυτό που φαίνεται να διαφοροποιεί τη σύγχρονη μιζέρια από τη γενικευμένη δυστυχία άλλων εποχών είναι η απίστευτη, εξαιρετικά βαθιά, σχεδόν καθολική, απάθεια των δυστυχισμένων της σύγχρονης Ελλάδας. Η πλήρης και εξοργιστική αποπολιτικοποίηση, η ασύλληπτη ηλιθιότητα που οδηγούν σε επιλογές, συμπεράσματα και συμπεριφορές που αρμόζουν σε διανοητικά καθυστερημένο πίθηκο (ένας υγιής χιμπατζής μάλλον θα τα πήγαινε καλύτερα): Για παράδειγμα με τη ανεργία στο απίστευτο 23,6 % και ενώ το 81,5% των αποταμιεύσεων στην Ελλάδα δεν υπερβαίνει τα 2.000 ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών (στοιχεία έως την 30 Ιουνίου), οι Έλληνες έβγαλαν κυβέρνηση που στηρίζει ανοιχτά τις Νεοφιλελεύθερες πολιτικές! Ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι μόνο το 0,4% έχει καταθέσεις που υπερβαίνουν τα 10.000 ευρώ, η απάντηση στο «μα ποιοι ψήφισαν Ν.Δ.,, ΠΑ.ΣΟ.Κ και ΔΗΜ.ΑΡ. ;», όσο κι αν φαινομενικά είναι εύκολη, δεν παύει να αγγίζει τα όρια της μεταφυσικής…

Σ’ όλα αυτά,

αν προσθέσεις το φαινόμενο των νέο-ναζιστών που εγκληματούν σε καθημερινή βάση ενάντια σε όλη την κοινωνία, λέγοντας διαρκώς εξοργιστικά απίστευτες ηλιθιότητες, ανακρίβειες, ψέματα και κάνοντας εμετική Γκεμπελική προπαγάνδα – συμμορία που στηρίχθηκε από 426.000 «ανθρώπους» (;) στις εκλογές του Ιουνίου 2012 και η οποία μετά από κάθε αγριότητα που διαπράττουν τα μέλη της (που κανονικά θυμίζουν ήρωες καρτούν κακής ποιότητας) φαίνεται πως μεγαλώνει την απήχησή της (με τη βοήθεια και των ΜΜΕ).

Αν προσθέσεις τους Ανεξάρτητους Έλληνες που από τη μια μιλούν για «προλεταριάτο» και κατακεραυνώνουν τις νεοφιλελεύθερες κυβερνητικές επιλογές και από την άλλη ξυπνούν και κοιμούνται με το φόβο της «Νέας Τάξης Πραγμάτων» και ζουν αποβλακωμένοι μέσα στα πιο γελοία και αστήριχτα συνωμοσιολογικά σενάρια, σύμφωνα με τα οποία, εν ολίγοις, ο Εκλεκτός Ελληνικός Λαός έχει μπει στο στόχαστρο των πάντων, Κρατών, πολυεθνικών, ανθρώπων και εξωγήινων (μην ρωτάτε το γιατί ειδικά η Ελλάδα….).

Αν προσθέσεις το νερόβραστο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. που παρά την τεράστια εκλογική του επιτυχία, δεν καταφέρνει (άραγε, δεν θέλει, δεν μπορεί ή και τα δύο;) να υπερασπίσει την κοινωνία ούτε στο πιο ασήμαντο ζήτημα και δεν μπορεί να οργανώσει ούτε ένα υποτυπώδες «Ενιαίο Κοινωνικό Μέτωπο» που θα διεκδικούσε για αρχή έστω κάποια στοιχειώδη.

Αν προσθέσεις το ΚΚΕ που, παρόλο που εισέπραξε την μεγαλύτερη μεταπολιτευτική εκλογική φάπα, δεν καταφέρνει καν να σκεφτεί ότι ίσως πρέπει να κάνει κάποια αυτοκριτική, αλλά αρκείται σε γιορτάσια και φεστιβάλ όπου (ελάχιστοι πλέον) νεολαίοι και νεολαίες, με βλέμμα φανατικού χριστιανού, τραγουδούν μια φορά το χρόνο κάποιο τραγούδι για την τιμημένη εργατιά και παίρνουν θέσεις στις πλατείες όταν μιλάει η Γ.Γ. με πειθαρχία και ακρίβεια συμμετέχοντος σε σοβιετικό υπερθέαμα.

Αν προσθέσεις την πολυδιασπασμένη εξωκοινοβουλευτική Αριστερά που δεν μπορεί να συνειδητοποιήσει ότι κάποιο εργαλείο ανάλυσής της μάλλον είναι εκτός λειτουργίας και γι’ αυτό μονολογεί διαρκώς, σαν χαλασμένο ρομπότ, «κινεζοποίηση – κινεζοποίηση».

Αν προσθέσεις τον αναρχικό/αντιεξουσιαστικό χώρο που παρά τις καλές προθέσεις, το ρεύμα που φαίνεται να έχει και την βελτίωσή του από άποψη πολιτικής συνειδητοποίησης και στόχευσης, δεν μπορεί ποτέ και με τίποτα να οργανώσει ούτε καν τις δικές του αμέτρητες συλλογικότητες σε κάποια κοινή δράση που θα είχε αποτελέσματα και απήχηση σε περισσότερο κόσμο.

Αν προσθέσεις το ρατσισμό και την ξενοφοβία που έχει διαχυθεί στο συντριπτικά μεγαλύτερο κομμάτι της κοινωνίας, την πίστη των περισσότερων σε πράγματα αδιανόητα όπως π.χ. η θρησκεία (και το σεβασμό στην Εκκλησία Α.Ε.) και τον βαθύ συντηρητισμό της πλειοψηφίας σε κάθε θέμα που είναι γενικού ενδιαφέροντος.

Αν προσθέσεις την βαθιά αμορφωσιά αλλά και την ολοφάνερη απέχθεια για μόρφωση (με την έννοια της κοινωνικής ηλιθιότητας και της αφελώς αποσπασματικής αντίληψης του κόσμου και των πραγμάτων – όχι της έλλειψης ακαδημαϊκών γνώσεων), την παντελή έλλειψη αλληλεγγύης, την συνεχή γκρίνια για τα πάντα η οποία όμως ποτέ δεν συνδυάζεται με καμία απολύτως δράση (όπως απεργίες, πορείες διαμαρτυρίας, συμμετοχή σε αντιδομές κλπ. που ναι μεν υπάρχουν αλλά δεν έχουν μαζική συμμετοχή και όποιος συμμετέχει, τελικά βλέπει συνέχεια γνωστές φάτσες που πετύχαινε από παλιά σε παρόμοιες συνθήκες ή σε διακοπές στην Ικαρία και σε συναυλίες…),

ε, αν μετά απ’ όλα αυτά (και πολλά άλλα κωμικοτραγικά που συμβαίνουν σ’ αυτή τη χώρα) δεν ντρέπεσαι που είσαι Έλληνας, είναι επειδή μάλλον δεν αντέχεις πια και αρχίζει να σε παίρνει και σένα η κάτω βόλτα.

Το άρθρο στα ισπανικά

Shortlink: http://wp.me/pyR3u-bfW

Οι αναρχικοί τα φάγανε…

Το καλοκαίρι πλησιάζει στο τέλος του και μία νέα τηλεοπτική σεζόν αρχίζει. Η κατανάλωση των συνηθισμένων τηλεσκουπιδιών έχει πέσει δραματικά (ακόμα και ο πιο εξαρτημένος τηλεθεατής δυσκολεύεται να δει την ίδια τηλεσαπουνόπερα για δέκατη φορά). Ο διαρκής βομβαρδισμός του μυαλού με τρομολαγνικά σενάρια από τα δελτία ειδήσεων, έχει μπει από καιρό για τα καλά στα σαλόνια των σπιτιών μας. Η Κυβέρνηση της «επαναδια-πραγμάτευσης του Μνημονίου», με συνιστώσες που μιλούν για «απαγκίστρωση από το Μνημόνιο» και «Ανάπτυξης» εντός της Ευρωπαϊκής «Ένωσης», ετοιμάζεται να λάβει τα πιο αντικοινωνικά μέτρα λιτότητας που έχουν ληφθεί ποτέ – μέτρα που, κατά κάποιον τρόπο, ήταν προαποφασισμένα ήδη από τον Φεβρουάριο 2012, όταν ο σημερινός πρωθυπουργός και ο αρχηγός του ΠΑ.ΣΟ.Κ. δεσμεύτηκαν ενυπόγραφα πως θα τα υιοθετήσουν. Η μετεκλογική επιστράτευση των κλόουνς της Δημοκρατικής «Αριστεράς» και η εξειδίκευση που πραγματοποιείται αυγουστιάτικα των όσων συμφωνήθηκαν πριν 6 μήνες, κάπως πρέπει να συγκαλυφθεί. Με όποιον τρόπο γίνεται, για όσες περισσότερες ημέρες είναι δυνατόν.

Επειδή τα μέτρα λιτότητας (στην κυριολεξία: τα μέτρα κοινωνικοποίησης των ζημιών που υπέστησαν οι οικονομικές ελίτ μέσα στο περιβάλλον του σύγχρονου καπιταλισμού-καζίνο) δεν μπορεί παρά να γίνουν αισθητά από όλους με τον πιο επώδυνο τρόπο και από στιγμή σε στιγμή, η Κυβέρνηση, με την βοήθεια των επικοινωνιακών της συμμάχων, των ΜΜΕ, θα προσπαθήσει να μάς κάνει να πιστέψουμε πως δεν υπάρχει άλλη λύση πέρα από την εφαρμογή των μέτρων. Όμως το έργο αυτό έχει παιχτεί ήδη πολύ, και, όπως όλα δείχνουν, ακόμα και ο πιο απαθής τηλε-πολίτης ενδέχεται να μην είναι σε θέση να καταπιεί αμάσητο το ίδιο χιλιοπαιγμένο, μέσα σε τόσο μικρό διάστημα, σενάριο. Μακριά, φυσικά, από τις προ διμήνου προεκλογικές δηλώσεις περί αναδιαπραγμάτευσης, ανάπτυξης κτλ, ο Α.Σαμαράς δεν εξέπληξε κανέναν και σήμερα, παραδεχόμενος πως θα εφαρμόσει ό,τι θέλει η Τρόικα.

Υπό αυτές τις συνθήκες είναι ορατή η προσπάθεια αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης. Το υπερθέαμα των τελευταίων ημερών είναι φτιαγμένο για όλη την οικογένεια. Μετά την πολιτική εκμετάλλευση από εθνικιστές και ακροδεξιούς του αποτρόπαιου βιασμού της 15χρονης, που με τη βοήθεια των ΜΜΕ, επιχείρησαν να αποδείξουν την ορθότητα των πολιτικών τους (παρα)λογισμών με σημείο αναφοράς ένα ανθρώπινο δράμα – που θα μπορούσε να είχε συμβεί οποτεδήποτε, οπουδήποτε και με πρωταγωνιστές οποιουσδήποτε – και τις αγριότητες που κάνουν οι «λεβέντες» της ΕΛ.ΑΣ. μαντρώνοντας μετανάστες σε στρατόπεδα «φιλοξενίας» (όπως διέταξε ο αρμόδιος υπουργός, Δένδιας, αμέσως μετά την εγρήγορση των πιο συντηρητικών αντανακλαστικών της Ελληνικής κοινωνίας απέναντι στο υπαρκτό πρόβλημα του μεταναστευτικού) και με τη συνοδεία της επιφανειακής πολιτικής προσέγγισης των Μ.Μ.Ε (σημείο των καιρών της ασημαντότητας και της διανοητικής ένδειας που εξουδετερώνει κάθε διάθεση για αναζήτηση νέων ιδεών και νέας θέσμισης), σαν να πρόκειται για βούτυρο στο ψωμί του κατάφωρου λαϊκισμού (είτε πρόκειται για τον γνωστό λαϊκισμό της άκρας δεξιάς και των αριστερών, όπου βλέπουν παντού κρυφές συνωμοσίες, επιλέγοντας να ρίξουν την ευθύνη πάντα σε κάποιον εξωτερικό στόχο, είτε για τον λαϊκισμό των υπεραπλουστευτικών αναλύσεων της κάθε Νεοφιλελεύθερης αυθεντίας και των ιδεολογικών φορέων των «πραγματιστών» οικονομολόγων που έχουν βαφτίσει την συμφιλίωση με την εξαθλίωση «υπεύθυνη πολιτική στάση») το θλιβερό περιστατικό της 15χρονης ήρθε και έδεσε με την περιβόητη υπόθεση «τρομοκρατίας» της Πάρου.

Ένας άνθρωπος ο οποίος αρνείται κάθε εμπλοκή του στην υπόθεση ληστείας μετά φόνου της Πάρου, ο οποίος απλώς αυτοπροσδιορίζεται ως αναρχικός, ο οποίος θα μπορούσε να είχε ενεργήσει (αν ενήργησε ποτέ) παρακινούμενος από οποιοδήποτε κίνητρο, μετονομάστηκε από την κυβερνώσα συντηρητική παράταξη και τον ακροδεξιό χώρο, σε μέγα τρομοκράτη. Οδηγούμενος στον Εισαγγελέα και τον Ανακριτή, όλη η χώρα είδε το πρόσωπο του καινούργιου «ανθρωπόμορφου τέρατος», να περιστοιχίζεται από κουκουλοφόρους ασφαλίτες και μπάτσους, που τρέχουν σαν να θέλουν να κάνουν πανελλήνιο ρεκόρ σε αγώνες ταχύτητας. Η αδρεναλίνη ανεβαίνει: άσπρα αλεξίσφαιρα γιλέκα για τον κακό που σαν χαμένος κοιτάζει γύρω του, μαύρες κουκούλες από τα όργανα της τάξης που έχουν επιφορτιστεί με την δύσκολη αποστολή να «βγάλουν τις κουκούλες από τους κουκουλοφόρους»…!!! Σ’ αυτή την χώρα όμως, τις κουκούλες τις φορούν κατ’ επάγγελμα οι δωσίλογοι, οι ταγματασφαλίτες και οι απόγονοί τους. Τις φορούν μπροστά σε όλους, παίζοντας στο reality της ελληνικής τρομο-όρασης, χωρίς κανένα λόγο… Ποιό τεκμήριο αθωότητας και ανοησίες…; Τι σημασία έχει αν τα στοιχεία της δικογραφίας δεν είναι αρκετά ώστε να εκτεθεί ένας άνθρωπος τόσο; Τι σημασία έχει αν αρνείται οποιαδήποτε ανάμειξή του στην υπόθεση; Αν υποστηρίζει πως δεν ήταν καν στην Πάρο την επίμαχη ημέρα; Αν υποστηρίζει ότι το γενετικό υλικό, που αποτέλεσε την βασική αιτία σύλληψής του και απαγγελίας κατηγοριών, λήφθηκε με τρόπο παράνομο και κατά παράβαση των σχετικών δικονομικών διατάξεων; Αν καμία συλλογικότητα ή ομάδα του αναρχικού αντιεξουσιαστικού χώρου δεν τον αναγνωρίζει ως «δικό της»; Αυτά είναι ψιλά γράμματα στην μεταμνημονιακή Ελλάδα της κοινωνικής εξαθλίωσης, του ρατσισμού, της άμετρης και πέρα από κάθε φαντασία καταστολής των κινημάτων.

Αλλά ακόμα κι αν υπήρχαν αδιάσειστες αποχρώσες ενδείξεις ενοχής του φερόμενου ως δράστη – ικανές να δικαιολογήσουν την άσκηση ποινικής δίωξης, ποιος πιστεύει ότι θ’ άλλαζε κάτι στον τρόπο δραματοποίησης του μιντιακού γεγονότος; Άνδρες της ΕΛ.ΑΣ τρέχουν χωρίς λόγο, κουκουλωμένοι χωρίς λόγο, φορώντας άσπρα αλεξίσφαιρα γιλέκα χωρίς λόγο, σέρνοντας και τραβολογώντας έναν κατηγορούμενο που επίσης φοράει την ίδια κωμικοτραγική συμβολική στολή χωρίς λόγο, ο οποίος εκτίθεται δημόσια στο πανελλήνιο… χωρίς λόγο. Ή μήπως υπάρχει κάποιος λόγος που παρακολουθούμε όλο αυτό το θλιβερής ποιότητας τρομακτικό reality που θυμίζει ταινίες του Μαστοράκη την εποχή της ξενιτιάς του στην Αμερική; Πού απευθύνονται αυτές οι εικόνες; Σε ποια μυαλά, σε ποιούς ανθρώπους; Τι πραγματικά δείχνουν και τι καλύπτουν;

«Μα σε μια Δημοκρατία το έγκλημα πρέπει να παταχτεί», θα μπορούσε να πει κανείς σαν αντίλογο. Αλήθεια, έχουμε δημοκρατία; Υπάρχει κανείς που πραγματικά πιστεύει ότι το καθεστώς στο οποίο ζούμε είναι, έστω και κατ’ επίφαση δημοκρατικό; Ή μήπως προσπαθούμε να επιβιώσουμε κάτω από την μπότα μιας ολιγαρχίας, η οποία μέρα με τη μέρα γίνεται όλο και πιο κατασταλτική; Στην πραγματικότητα, αυτή η εκπόρνευση της λέξης δημοκρατία από το κυρίαρχο καπιταλιστικό φαντασιακό, δεν αποτελεί τίποτα περισσότερο από μια αντανάκλαση της φτωχοποίησης της πολιτικής σκέψης, εντός του μεταμοντέρνου χαοϊσμού. Αν, πραγματικά, κάποιος πιστεύει ότι ζούμε σε δημοκρατική κοινωνία, τότε ας αναρωτηθεί τα εξής: Πόσες φορές είδαμε τους νεοναζί και κάθε είδους φασίστες που σφάζουν άντρες, γυναίκες και παιδιά επειδή δεν έχουν «ελληνικό αίμα», που σέρνουν στις επαρχίες μετανάστες σε χωματόδρομους, δεμένους σε αυτοκίνητα (μιμούμενοι πρακτικές Φαρ Ουέστ και της ΚΚΚ) να οδηγούνται από τα πρώτα τους ξαδέρφια, τους Έλληνες αστυνομικούς, υπό τις ίδιες συνθήκες, όπως ένας αναρχικός (ή «αναρχικός») ενώπιον εισαγγελέων, ανακριτών και δικαστηρίων; Καμία. Ούτε για δείγμα! Φυσικά,  για την περίπτωση ενός χρήση του Facebook, που έχει ανοίξει λογαριασμό  στο όνομα Ανδρέας Ασημακόπουλος , και σε συζήτηση με άλλους χρήστες  ομολόγησε το ότι συμμετείχε στο μαχαίρωμα ενός Ιρακινού μετανάστη (ο  οποίος τελικά απεβίωσε), γι’ αυτό το άτομο δεν θα φροντίσει κανείς να  μας ενημερώσει, καθώς, κατά πάσα πιθανότητα, οι πολιτικές του  πεποιθήσεις δεν τον καθιστούν «ανθρωπόμορφο τέρας»! Έτσι, δεν θα δούμε  την φωτογραφία του να κατακλείζει το διαδίκτυο, και μάλλον, κανείς δεν  πρόκειται να εξιχνιάσει την συγκεκριμένη υπόθεση, (πέρα από την χακτιβιστική ομάδα των Anonymous, οι οποίοι ήταν οι μόνοι που μπήκαν σε  διαδικασία αναζήτησης πληροφοριών για το ποιόν του). Έτσι, λοιπόν, στο σημείο αυτό, ας σκεφτούμε το εξής: μπορεί να υπάρξει δημοκρατία δίχως ισότητα; Θα μπορούσε μια κοινωνία που κάνει τα στραβά μάτια μπροστά στις ρατσιστικές εξάρσεις (που, σιωπηλά, μεγάλο κομμάτι της τις αποδέχεται), που αδιαφορεί στην ποινικοποίηση ιδεών ν’ αποκαλείται δημοκρατική; Ή μήπως η δημοκρατία προϋποθέτει και δημοκρατικούς πολίτες;

Συνεπώς, μιλάμε για ένα σύστημα διωκτικών αρχών δύο ταχυτήτων, το οποίο στηρίζεται από ένα σύστημα ΜΜΕ δύο ταχυτήτων, τα οποία συνεργαζόμενα και αλληλεπιδρώντας, εκτός από το να γλείφουν τον ακροδεξιό όχλο και να τσιγκλήζουν τον βαθιά ριζωμένο μικροαστισμό του – πεινασμένου πλέον – «μέσου» (και ακόμα πιο κάτω από «μέσου» πλέον) Έλληνα, καταφέρνουν να στρέψουν την προσοχή μας από την πολιτική στο άτομο, από τα εγκλήματα της Κυβέρνησης και των ολιγαρχιών κατά της κοινωνίας (τα οποία είναι αναμφισβήτητα και τετελεσμένα), στις πιθανές εγκληματικές ενέργειες ατόμων, αρκεί αυτά ν’ ανήκουν ή να πιθανολογείται ότι ανήκουν (ή να πρέπει να ανήκουν…) στον ευρύτερο αντιεξουσιαστικό χώρο ή να είναι μετανάστες.

Το χειρότερο όμως είναι ότι όλη αυτή η επιθετική προπαγάνδα, παρά την καταφανή της γελοιότητα και την ολοφάνερη, και καθόλου ουδέτερη και αντικειμενική, πολιτική της διάσταση (συντηρητική – φιλοφασιστική), καταφέρνει να επηρεάσει και μέρος του ίδιου του αντιεξουσιαστικού χώρου, σπέρνοντας σύγχυση και πανικό. Άτομα του χώρου σπεύδουν να υποστηρίξουν κάποιον ο οποίος αρνείται πως έχει οποιαδήποτε ανάμειξη με την συγκεκριμένη υπόθεση. [1] Πράξη πολιτικά αφελής αλλά συναισθηματικά δικαιολογημένη – δεδομένης της διαχρονικής και ακραίας καταστολής που έχει δεχτεί ο αναρχικός και ευρύτερος αντιεξουσιαστικός χώρος κατά την μεταπολιτευτική περίοδο (και όχι μόνο). Το χειρότερο όμως είναι ότι βρέθηκαν και μέντορες της Αναρχίας, οι οποίοι, από τη θέση του «έμπειρου», του «διαβασμένου», του «παλιού», του «υποψιασμένου» καλλιεργούν και αναπαράγουν την μιντιακή σαπίλα, σπεύδοντας, πρώτοι από όλους, να καταδικάσουν το αυτονόητο, τον θάνατο ενός ανθρώπου, απολογούμενοι για τα λάθη των αναρχικών, ουσιαστικά ενοχοποιώντας και όλο τον χώρο αλλά και συγκεκριμένα άτομα για τα οποία, αν μη τι άλλο, το τεκμήριο αθωότητας έπρεπε να γίνει απόλυτα σεβαστό. Τι να πεις για αυτούς τους «αναρχικούς» που αποκαλούν τους υπόλοιπους αναρχικούς «επαναστατικές ελίτ» κλπ., υιοθετώντας (αβασάνιστα, αφελώς, εσκεμμένα – κανείς δεν μπορεί ν’ απαντήσει σ’ αυτό) την αντι-αναρχική προπαγάνδα στο έπακρο; Τι να πεις γι αυτούς που υποτίθεται ότι αν και ανήκουν στον «ελευθεριακό» πολιτικό χώρο, πέφτουν (;) στην ίδια παγίδα: α) ενοχοποιώντας εντελώς άδικα και χωρίς κανένα απολύτως στοιχείο έναν ολόκληρο πολιτικό χώρο, β) ενοχοποιούν εμμέσως πλην σαφώς, ανθρώπους που κατηγορούνται για πράξεις τις οποίες αρνούνται κατηγορηματικά και οι οποίες, σε κάθε περίπτωση θα μπορούσαν να μην είναι «πολιτικές» ενέργειες, αλλά προσωπικές πράξεις, γ) συμβάλλουν στην μετατόπιση του ενδιαφέροντος της κοινωνίας, από την κοινωνική γενοκτονία που συντελείται μπροστά στα μάτια όλων μας, στο αστυνομικό ρεπορτάζ, και μάλιστα από την θέση του «Άσωτου Υιού» που είδε πια την Αλήθεια και, προκειμένου να αποστασιοποιηθεί, δεν διστάζει να ταυτιστεί, έστω και έμμεσα με τις πιο συντηρητικές και κακοπροαίρετες απόψεις που ίπτανται σαν αδέσποτες σφαίρες στην μπλογκόσφαιρα, στα social media και στα υπόλοιπα ΜΜΕ.

Προς επίρρωση της επιχειρηματολογίας μας, ας θυμηθούμε κάποια πολιτικά ζητήματα της επικαιρότητας που επισκιάζονται από την γνωστή καραμέλα της «Τρομοκρατίας» και της «Λαθρομετανάστευσης»: Τη στιγμή που, νέα επώδυνα μέτρα του ύψους 11,5 δις έχουν ανακοινωθεί (μάλιστα ήδη από την 23.8.2012 άρχισε να γίνεται λόγος για μέτρα 19 και πλέον δις ευρώ) και ενώ βασικά πολιτικά και εργασιακά δικαιώματα (τα οποία κατακτήθηκαν με σκληρούς αγώνες κατά τους προηγούμενους αιώνες) καταστρατηγούνται ή καταργούνται, όπως ακριβώς συμβαίνει και με κοινωνικά κεκτημένα που από κάποιους, αφελώς, εθεωρούντο αυτονόητα (δωρεάν παιδεία, υγεία, κοινωνική ασφάλιση κλπ.), το καθεστώς της φιλελεύθερης ολιγαρχίας [2], έχει πια εισέλθει σε φάση απο-φιλελευθεροποίησης και το στυγνό – μα πραγματικό – του πρόσωπο, γίνεται όλο και πιο σκληρό. Προφανώς, για αρκετούς συμπολίτες μας, δεν έχει γίνει πλήρως κατανοητό ότι τα μέτρα που λήφθηκαν από το πρώτο Μνημόνιο έως τις εκλογές του Ιουνίου 2012, τα οποία βύθισαν το σύνολο σχεδόν της κοινωνίας στην εξαθλίωση, την φτώχεια και την απόγνωση, απέφεραν στο κράτος περί τα 5,5 δισ. ευρώ, ενώ παράλληλα εκτόξευσαν το χρέος ακόμα περισσότερο – τόσο ώστε να φτάσουμε στη γνωστή ιστορία του «κουρέματος», του νέου δανείου και του τελευταίου Μνημονίου.

Η προσπάθεια κλοπής από την κοινωνία, υπερδιπλάσιων ποσών μέσω της λήψης νέων μέτρων λιτότητας –  και μάλιστα τη στιγμή που ήδη η κοινωνία έχει λυγίσει οριστικά και αμετάκλητα (βλ. π.χ.τα απίστευτα ποσοστά ανεργίας, ύφεσης κλπ.) – εκτός από αδύνατη, ανέφικτη και παρανοϊκή, προεχόντως είναι βάρβαρη και ευθέως, κυριολεκτικά και απερίφραστα εγκληματική, αφού στρέφεται ποικιλοτρόπως κατά του συνόλου των κατοίκων αυτής της χώρας. Πώς, άραγε, θα επιχειρήσουν οι ντόπιες και διεθνείς ολιγαρχίες να λάβουν τόσο ακραία μέτρα; Φυσικά, με την ίδια τακτική που κατάφεραν να εξασφαλίσουν την κυριαρχία τους στις εκλογές του Ιουνίου, τρομοκρατώντας (όπως, ακριβώς, συνέβη και κατά την προ-εκλογική περίοδο, όπου οι διάφοροι σαλτιμπάγκοι «ρεαλιστές» συνεχώς βομβάρδιζαν το κοινό με απειλές του είδους «πως σε περίπτωση που δεν εφαρμοστούν τα μέτρα θα έρθει η απόλυτη καταστροφή») και καταστέλλοντας. Αν, πραγματικά, δεν πάρουμε την κατάσταση στα χέρια μας, αν δεν εμπιστευτούμε τις δυνάμεις μας ώστε ν’ αλλάξουμε την ροή των πραγμάτων, ίσως τότε να ζήσουμε στιγμές ακόμα σκληρότερης καταστολής και λογοκρισίας. Ήδη οι καθεστωτικές tabloid φυλλάδες έχουν αρχίσει να μιμούνται κατά πολύ τις αντίστοιχες του εξωτερικού, κάνοντας λόγο για επέμβαση του στρατού με στόχο τον περιορισμό της εγκληματικότητας! Αναμφισβήτητα η εγκληματικότητα είναι υπαρκτό πρόβλημα. Μήπως, όμως, η έξαρσή της οφείλεται στην όξυνση της κρίσης χρέους, στην εξαθλίωση και την σταδιακή υποβάθμιση του επιπέδου ζωής στις μεγάλες πόλεις (και όχι μόνο); Μήπως ένα πολύ μεγάλο μέρος της προέρχεται από Έλληνες (σύμφωνα με επίσημα στοιχεία της Αστυνομίας), νεο-ναζί, αστυνομικούς; Θα μπορούσε άραγε αυτή η εγκληματικότητα να περιοριστεί μέσω της καταστολής; Όσο και αν οι διάφοροι προπαγανδιστές σάπιων ιδεών, ή αλλιώς, οι λαϊκιστές με προσωπείο υπευθυνότητας, προσπαθούν να ταυτίσουν την εγκληματικότητα με το μεταναστευτικό, κάνοντας λόγο για την «ανάγκη να εφαρμοστούν ακόμη πιο σκληρά κατασταλτικά μέσα» είναι αποδεδειγμένο πως ιστορικά, ουδέποτε η αύξηση της καταστολής, τόσο σε νομοθετικό επίπεδο, όσο και σε επίπεδο εφαρμογής της δεν μείωσε την εγκληματικότητα, ενώ τίποτα και κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι το φοβερό αυτό όπλο της Εξουσίας δεν θα χρησιμοποιηθεί κάποια στιγμή και εναντίον όσων ορθώνουν το ανάστημά τους ενάντια στο γερασμένο αυτό σύστημα και την Νεοφιλελεύθερη βαρβαρότητα, από τη θέση του πολιτικού αντιπάλου [3]

Σε όλους όσους βιώνουν την Νεοφιλελεύθερη τραγωδία στην Ελλάδα, τόσο σε οικονομικό όσο και σε πολιτικο-κοινωνικό επίπεδο (βαθιά φτωχοποίηση του συνόλου σχεδόν της κοινωνίας και στροφή προς μια άνευ προηγουμένου αυταρχικότητα – η οποία είναι εντελώς αναμενόμενη αφού τέτοιες πολιτικές μπορούν να εφαρμοστούν μόνο δια πυρός και σιδήρου) και ταυτόχρονα αντιστέκονται ή τείνουν να αντισταθούν στην σύγχρονη αυτή βαρβαρότητα μέσα από τη συμμετοχή τους σε κοινωνικά κινήματα, αντιδομές, πολιτικές οργανώσεις, χώρους εργασίας κλπ., είναι απόλυτα ξεκάθαρο πως το όλο επικοινωνιακό παιχνίδι με το «μεταναστευτικό» και την «τρομοκρατία», τους δύο – κατά τα συστημικά κόμματα, τις ολιγαρχίες και τα ΜΜΕ – βασικούς πυλώνες της εγκληματικότητας, δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια γενική πρόβα καταστολής που διεξάγεται ταυτόχρονα σε δύο επίπεδα: 1) Σε επίπεδο ψυχολογικό: να ποιος φταίει, φταις εσύ! Να τι θα πάθεις αν δεν πληρώσεις (ηθική της ενοχής). 2) Σε πρακτικό επίπεδο (ασκήσεις καταστολής με τη συμμετοχή του στρατού, εν όψει των αναμενόμενων αντιδράσεων μια κοινωνίας που ψυχορραγεί).

Επανερχόμενοι στο θέμα που αποτέλεσε το κίνητρο για να γραφτούν αυτές εδώ οι γραμμές, την υπόθεση ληστείας μετά φόνου της Πάρου, αξίζει να γίνουν κάποιες τελευταίες διευκρινίσεις:

  • Στην χώρα της φτώχειας, της καταστολής, των μαζικών και καθημερινών εγκλημάτων των νεο-ναζί και των ρατσιστών, η εστίαση της δημόσιας συζήτησης στα περί τρομοκρατίας και εγκληματικότητας των μεταναστών, είναι απλώς μια ακόμη απέλπιδα προσπάθεια αποπροσανατολισμού των πολιτών.
  • Η εντελώς άδικη και ηθελημένη διαφορετική αντιμετώπιση εκ μέρους της Πολιτείας και των ΜΜΕ των μαζικών εγκλημάτων του ακροδεξιού χώρου σε σχέση με ενέργειες που αβασάνιστα, βεβιασμένα και προκλητικά αποδίδονται στον αντεξουσιαστικό χώρο ή και στην Αριστερά (ορολογία Α. Γεωργιάδη), είναι περισσότερο επικίνδυνη από όσο φαίνεται – τόσο περισσότερο ώστε να προκαλεί σύγχυση ακόμα και στον ίδιο τον αναρχικό-αντιεξουσιαστικό χώρο που σπεύδει, ηλιθιωδώς, είτε να υπερασπιστεί είτε να καταδικάσει γεγονότα που πιθανότατα δεν συνδέονται με αυτόν άμεσα ή έμμεσα (το τεκμήριο αθωότητας παραβιάζεται από όλες τις πλευρές και αγνοείται ότι ένας άνθρωπος, δράστης ή όχι, ένοχος ή αθώος, μπορεί πάντα να λειτουργεί και να ενεργεί από προσωπικά κίνητρα, απόψεις, συναισθήματα κλπ.).
  • Η μετατόπιση του ενδιαφέροντος, ακόμα και εντός της συζήτησης περί εγκληματικότητας, από την πολιτική της διάσταση στις λεπτομέρειες μιας συγκεκριμένης υπόθεσης, είναι αδόκιμη, πολιτικά αφελής και εσφαλμένη και ηθικά αδικαίωτη, ενώ ταυτόχρονα, ηθελημένα ή μη, το μόνο που επιτυγχάνεται είναι η αναπαραγωγή (θετικά ή αρνητικά, φιλικά ή εχθρικά) της επίσημης προπαγάνδας που αποπροσανατολίζει και νανουρίζει όλους εμάς με αίμα, ίντριγκες, συνωμοσίες και μυστήρια, μετατρέποντάς μας σε τηλεθεατές που παρακολουθούν με ανοιχτό το στόμα τα μοντέρνα σίριαλ της ελληνικής καθημερινότητας, τη στιγμή που μας κλέβουν τις ζωές μας.
  • Η ελευθερία λόγου βάλλεται από παντού. Μάλιστα οι γνωστοί παπαγάλοι της ακροδεξιάς συνιστώσας της Ν.Δ. (πρώην μέλη του ΛΑ.Ο.Σ. και όχι μόνο), άρχισαν και πάλι να βάλλουν ενάντια στο athens.indymedia, προσπαθώντας να καταστείλουν ακόμη περισσότερο την αντιπληροφόρηση και να περιορίσουν την ελεύθερη διακίνηση ιδεών. Η ποινικοποίηση, όχι μόνο του ακραίου πολιτικού λόγου, αλλά και της υποψίας πως κάποιο άτομο θα μπορούσε να είναι υποστηρικτής κάποιας ακροαριστερής οργάνωσης, με αργά και σταθερά μέσα οδηγεί στην αυταρχικοποίηση του κρατικού μηχανισμού. Έτσι, καθίσταται τρομακτικό ακόμα και εντός μας, να ομολογήσουμε στον εαυτό μας τι θεωρούμε σωστό και τι όχι.

Δεν ήρθε η ώρα να βάλουμε τέρμα στις χωρίς κανένα λόγω απολογίες για πράγματα που δεν κάνουμε; Μπορούμε και να αισθανόμαστε απέχθεια και στενοχώρια για κάθε φόνο και ταυτόχρονα να πιστεύουμε πως οι πραγματικοί ληστές είναι οι οικονομικές ολιγαρχίες (μαζί με όλους τους οργανισμούς που τις προστατεύουν: κράτος, τράπεζες, πολυεθνικές), ότι και οι ίδιες, ακόμη, αποτελούν γέννημα θρέμμα των αξιών που διέπουν το καπιταλιστικό σύστημα: του αδηφάγου κέρδους και της αλόγιστης και απεριόριστης εξάπλωσης των παραγωγικών δυνατοτήτων, στο βαθμό που ο μισός πλανήτης να έχει καταντήσει νεκροταφείο πλαστικών σκουπιδιών, η χημική σύσταση πολλών θαλασσών να είναι ακαθόριστη και ο αέρας που αναπνέουμε γεμάτος τοξικές ουσίες! Μπορούμε να πούμε ότι δεν μας ενδιαφέρει να ληστέψουμε μια τράπεζα γιατί είναι κουτό και ανώφελο από πολιτική άποψη και, ταυτόχρονα, έχουμε το θάρρος της γνώμης μας και λέμε ανοιχτά ότι σκοπός μας είναι η πλήρης κατάργηση των τραπεζών με την έννοια του ξεπεράσματος του καπιταλισμού μια για πάντα.

Δεν θα μπούμε στη διαδικασία να λέμε τα αυτονόητα επειδή οι κακοπροαίρετοι μας εξαναγκάζουν να αισθανόμαστε ενοχές! Ξαναλέμε, για μια ακόμη φορά, πως καταδικάζουμε τον φόνο ενός ανθρώπου. Όμως, παράλληλα σεβόμαστε το τεκμήριο αθωότητας ενός κατηγορουμένου, έχοντας μάλιστα και την εμπειρία από ένα σύστημα δικαιοσύνης που έχει το αριστερό μάτι ορθάνοιχτο και το δεξιό αιωνίως κλειστό. Σκοπός μας δε, είναι η δημιουργία ενός όσο το δυνατόν μεγαλύτερου ενιαίου κοινωνικού μετώπου που με το σκεπτικό της συνδιαμόρφωσης, της αυτοδιαχείρισης και μέσα από αντι-ιεραρχικές δομές θα έρθει σε ευθεία σύγκρουση με τον καπιταλισμό και τις ολιγαρχίες, διεκδικώντας από τις πιο μικρές, καθημερινές νίκες, έως το τελικό ξεπέρασμα και την καταστροφή ενός πολιτικο-οικονομικό-κοινωνικού συστήματος που μας σκοτώνει. [4]
 

Σημειώσεις:

[1] Κάτι,τέτοιο, φυσικά, δεν σημαίνει ότι υπερασπιζόμαστε πράξεις που έχουν ως  αυτοσκοπό τους την αιματοχυσία. Αρκεί, κάποιος, να ρίξει μια μόνο ματιά  στην ιστορία προκειμένου να δει πού οδηγούν όλες αυτές οι τάσεις  λουμπενοποίησης των τσαρλατάνων αυτο-αποκαλούμενων επαναστατών. Στην  συγκεκριμένη περίπτωση, αυτό που λέμε εμείς, ξεκάθαρα είναι το εξής: Αν ο  ίδιος ο κατηγορούμενος είναι πραγματικά (συν)υπεύθυνος για την  δολοφονία συμπολίτη μας κατά τη διάρκεια της ληστείας στην Πάρο, αυτό θα  πρέπει να εξακριβωθεί! Έτσι, θα πρέπει να παραπεμφθεί σε δίκαιη δίκη,  αλλά μόνο όταν τα αποδεικτικά στοιχεία (τα οποία κάτω από αντικειμενική και εξονυχιστική έρευνα) αποδείξουν την ενοχή του. Αυτό, φυσικά, συνεπάγεται και την άρση του τρομονόμου, και όλων των μέτρων που  επισύρουν ποινές σε άτομα συγκεκριμένων πολιτικών χώρων. Διαφορετικά, δεν είναι δυνατόν να υπάρξει δίκαιη δίκη, δεδομένου και της διαφθοράς  που έχει διαβρώσει όχι μόνο κομμάτι του κρατικού μηχανισμού (δεν είναι,  άλλωστε, τυχαίο που ένας στους δύο αστυνομικούς επέλεξε το κόμμα της  Χρυσής Αυγής στις πρόσφατες εκλογές), αλλά και ολόκληρης της Ελληνικής κοινωνίας. Άλλωστε, ακόμα και οι  εγκληματίες Γερμανοί Ναζί, μετά το  τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, είχαν το δικαίωμα να παραπεμφθούν σε δίκαιη δίκη, στη Νυρεμβέργη).
[2] Έτσι αποκαλούσε ο Κορνήλιος Καστοριάδης την αστική «δημοκρατία».
[3] Κανείς δεν μπορεί ν’ αμφισβητήσει ότι για την εγκληματικότητα ευθύνονται και μετανάστες (και μάλιστα σε μεγάλο βαθμό – όχι όμως μεγαλύτερο από τους γηγενείς). Ωστόσο, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως πρόκειται για τις πιο εξαθλιωμένες κοινωνικές ομάδες, πράγμα που, αναπόφευκτα, τους εξωθεί στην παρανομία, προκειμένου να επιβιώσουν.
[4] Ως καταστροφή του υπάρχοντος πολιτικο-οικονομικό-κοινωνικού συστήματος, δεν εννοούμε ότι θα πρέπει κάποια μέρα να πάμε να βομβαρδίσουμε τα μουσεία και όλα τα κυβερνητικά κτίρια. Πρόκειται για τον στόχο της ριζικής αλλαγής της πορείας που έχει χαράξει η ανθρωπότητα τους τρεις τελευταίους αιώνες, για την αναζήτηση ενός προτάγματος πραγματικού κοινωνικού αυτομετασχηματισμού, για την αναζήτηση νέας κοινωνικής θέσμισης και την νοηματοδότησης της ζωής μας κάτω από αξίες που θα μας επιτρέπουν να συμβιώνουμε αρμονικότερα, αξίες ικανές να προωθήσουν την ισότητα (πολιτική, οικονομική, κοινωνική) και να επιτρέψουν τον συλλογικό επανακαθορισμό των αναγκών για μια κοινωνία πιο ανθρώπινη, πιο δίκαιη.

Συνδιαμόρφωση: Ian Delta, Efor, Μιχάλης Θ


Σύντομο URL: http://wp.me/pyR3u-ba8