Καταλήψεις Στέγης Παντού!

Ominous-Octopus-Omnibus-500x294

Με την ανεργία να αγγίζει το 30 % μέσα στο 2013 σύμφωνα με τις πιο έγκυρες προβλέψεις, με τους πολίτες ν’ αδυνατούν όλο και πιο συχνά να καλύψουν τις βασικότερες ανάγκες (στέγη, διατροφή, ένδυση κλπ. – ενδεικτικά αναφέρουμε την κατακόρυφη αύξηση των εξώσεων σε μισθώσεις κατοικίας αλλά και σε επαγγελματικές), αλλά και τους ιδιοκτήτες ακινήτων να μην μπορούν πια να αποπληρώσουν τους κάθε λογής φόρους που επιβάλλονται επί της ακίνητης περιουσίας, ενώ, την ίδια στιγμή, το 25% των στεγαστικών δανείων βρίσκονται στο κόκκινο, οι δρόμοι που ανοίγονται μπροστά μας είναι δύο: είτε θα βρεθούμε στα πεζοδρόμια, τις πλατείες και τις στοές των μεγαλουπόλεων μένοντας σε χαρτοσπιτόκουτα, αντιμέτωποι με την πιο μεγάλη ανθρωπιστική κρίση που έχει αντικρίσει η χώρα μετά την κατοχή, συνηθίζοντας στο θέαμα του θανάτου ανθρώπων σε δρόμους ή αίθουσες αναμονής των (διαλυμένων πια) νοσοκομείων και αρκούμενοι στον κυνισμό των πολιτικών που με βαρύγδουπες δηλώσεις λένε «όσοι κοιμούνται στο δρόμο να κάνουν υπομονή να έρθει η άνοιξη», είτε θα ακολουθήσουμε τον άλλο δρόμο, αυτόν της πολυεπίπεδης αντίστασης και του σφετερισμού, στην πράξη, της εξουσίας: μαζικές και συλλογικές καταλήψεις κτιρίων που δεν αξιοποιούνται και μέσα από αυτές, οργάνωση της καθημερινότητας και της ζωής μας σε πρότυπα αυτο-οργάνωσης, αυτοδιαχείρισης και αλληλεγγύης.

Πολλοί βέβαια θα πουν πως «μα το κτίριο αυτό, ίσως να το έχει εγκαταλείψει ο ιδιοκτήτης του εδώ και χρόνια, όμως του ανήκει». Ίσως αυτός ο ισχυρισμός να στέκει νομικά (αν και όχι πάντα), κατά πόσον όμως μπορεί να σταθεί ηθικά ειδικά στην εποχή της πλήρους απονομιμοποίησης (μεταφορικά και κυριολεκτικά) του αστικού πολιτεύματος; Πόσο ανήθικο μπορεί να είναι το νομοθέτημα αυτό που προστατεύει το απαραβίαστο της ιδιοκτησίας, και αφήνει έρμαιο των οικονομικών και κοινωνικών καταστάσεων τον ίδιο τον άνθρωπο; Κι αν, για το νόμο, η κατάληψη στέγης είναι αδίκημα, τότε, ηθικά, τι ακριβώς είναι η ιδιοκτησία; O Προυντόν έγραψε σχετικά με την ιδιοκτησία:

«Αν έπρεπε ν’ απαντήσω στο ερώτημα «τι είναι δουλεία;» κι αν επρόκειτο να απαντήσω με μια λέξη «έγκλημα», θα με καταλάβαιναν αμέσως όλοι. Δεν θα χρειαζόταν να χρησιμοποιήσω μια μακροσκελή επιχειρηματολογία για να δείξω πως η εξουσία ν’ αποστερείς έναν άνθρωπο απ’ τις σκέψεις του, τη βούληση του και την προσωπικότητα του, κι ότι το να υποδουλώνεις έναν άνθρωπο είναι σαν να τον δολοφονείς. Γιατί τότε στο ερώτημα «τι είναι ιδιοκτησία» να μην μπορώ ν’ απαντήσω παρόμοια «κλοπή», δίχως να ξέρω πως θα με παρεξηγήσουν όλοι, παρόλο που η δεύτερη πρόταση αποτελεί απλώς μια παραλλαγή της πρώτης;» (Π.Ζ. Προυντόν, Τι είναι η Ιδιοκτησία)

Εάν πραγματικά επιθυμούμε να αλλάξει τούτη η ζοφερή κατάσταση, τότε το πρώτο πράγμα που θα πρέπει να καταλάβουμε είναι ότι οι νόμοι δεν είναι ούτε δοσμένοι από κάποιον θεό, ούτε γραμμένοι σε κάποια ιερή πέτρα. Τους νόμους είτε τους δημιουργούμε εμείς, είτε μια ολιγαρχία. Μπορούμε να τους αλλάζουμε ή να τους καταργούμε, έχουμε (ηθικά τουλάχιστον) το δικαίωμα αυτό, όταν πραγματικά κρίνουμε ότι αυτό είναι αναγκαίο. Επαναστατικά κινήματα, όπως το εργατικό κίνημα, τα κινήματα των γυναικών, των μειονοτήτων κ.α. ήταν αυτά που κατάφεραν και επέφεραν κοινωνικές αλλαγές, αμφισβητώντας νόμους και αξίες που για την εποχή τους θεωρούνταν θέσφατα. Αυτό δεν το πέτυχαν υπακούοντας στο μοιρολατρικό δόγμα του νόμου και της τάξης, αλλά, αντίθετα, μέσω της επαναστατικής δράσης· μέσα από τις συγκρούσεις με τους μηχανισμούς που προστάτευαν τους εκάστοτε θεσμούς της καταπίεσης. Βέβαια, παρότι τα κινήματα του παρελθόντος πέτυχαν αρκετά, δεν κατάφεραν να δημιουργήσουν μια στέρεη βάση, μια κοινωνία που θα αυτοθεσμίζεται, αυτοοργανωμένη και δεκτική σε διαρκή κοινωνικό έλεγχο και αμφισβήτηση. Αντιθέτως, αντιμετωπίζουμε και πάλι ένα κλειστό σύστημα εξουσιών, που αποκλείει την γνώμη και την παρέμβαση της πλειοψηφίας, προστατεύοντας αποκλειστικά και μόνο όσους ανήκουν στην ισχυρή, αλλά όχι παντοδύναμη, μειοψηφία. Μήπως, όμως, έφτασε η στιγμή ν’ αμφισβητήσουμε κάθε νόμο τον οποίο δεν συνδιαμορφώσαμε, κάθε στοιχείο της συλλογικής μας συνείδησης που υιοθετήσαμε πριν καν το θέσουμε σε κριτική; Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, είναι ανάγκη να αμφισβητήσουμε ριζικά όλο αυτό το σύστημα ιδεών και νόμων που καθιστούν δυνατή τη συγκέντρωση ιδιοκτησίας, κεφαλαίου και εξουσίας, απομυθοποιώντας και περιφρονώντας την «ιερότητα» όλων όσων αυτά συμβολίζουν.

Είναι σίγουρο ότι θα βρεθούν πολλοί που θα χρησιμοποιήσουν το γνωστό και ιδεολογικά φορτισμένο, ιδιοκτητικό επιχείρημα πως «όποιος θέλει να χρησιμοποιήσει έναν χώρο ας δουλέψει ώστε να μπορεί να τον πληρώσει και, τέλος, ας κάνει μέσα ό,τι επιθυμεί». Αυτού του είδους οι απόψεις (που, φυσικά είναι ευρέως διαδεδομένες σε πολλές αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες), δεν είναι μόνο μυωπικές (δεδομένου ότι η ανεργία, κυρίως στους νέους ξεπερνά τα 50% ενώ το όριο συνταξιοδότησης αγγίζει τα 68-70), αλλά, ταυτόχρονα, αναπαράγουν την αξιακή πεμπτουσία του καπιταλισμού: να μην επιθυμείς και να μην προσφέρεις τίποτα χωρίς αντίτιμο, να απολαμβάνεις μόνο ότι αρκεί να καλύψει ο μισθός σου, διαφορετικά είσαι τεμπέλης. Κοινώς: αυτός που δεν δουλεύει δεν θα φάει (βλ. Μαξ Βέμπερ: Η προτεσταντική ηθική και το πνεύμα του καπιταλισμού). Έννοιες όπως «τεμπέλης» και «τζαμπατζής» έχουν κωδικοποιηθεί με σκοπό να διαφεντέψουν την κοινωνική ανισότητα, την αδικία, τα προνόμια, καθώς χρησιμοποιούνται από διάφορους προπαγανδιστές των ΜΜΕ με σκοπό τον αποπροσανατολισμό. Προσπαθούν μέσω της καλλιέργειας μιας ενοχικής ηθικής να περάσουν το μήνυμα ότι «τα πράγματα είναι καλά και μόνο αυτοί που δεν δουλεύουν πληρώνουν τις συνέπειες των πράξεών τους». Με τέτοιου είδους επιχειρήματα καταστρατηγούνται βασικά δικαιώματα, όπως αυτό της στέγης, που κερδήθηκαν με αίμα και θυσίες εκατομμυρίων ανθρώπων. Το δικαίωμα στην στέγαση είναι αυτονόητο και μή διαπραγματεύσιμο. Εκτός κι αν συμφωνήσουμε με τις ολιγαρχίες πως δεν έχουν όλοι δικαίωμα στην αξιοπρέπεια, αλλά μόνο όσοι στέκονται αντάξιοι της ανηθικότητας που επιβάλλει η διαδικασία αναρρίχησης στην θέση του ισόβιου εξουσιαστή. Λες και όσοι τα κατάφεραν καλά με τα καπιταλιστικά αξιολογικά κριτήρια, οι έχοντες, δεν τα κατάφεραν εκμεταλλευόμενοι τον μόχθο των μη εχόντων…

Μια άλλη μερίδα ανθρώπων θα υποστήριζε ότι όλες αυτές οι κινήσεις που θα στοχεύουν στην φροντίδα των νεοάστεγων, των αναξιοπαθούντων, θα πρέπει να γίνουν από τους κρατικούς φορείς και όχι από εμάς τους ίδιους. Δηλαδή, από τους αρμόδιους οι οποίοι εκλέχθηκαν «δημοκρατικά» ή διορίστηκαν «αξιοκρατικά» γι’ αυτόν ακριβώς το σκοπό. Αυτή η τοποθέτηση είναι εσφαλμένη αφού αγνοεί ότι το Κράτος δεν είναι θεσμός που παράσχει αλληλεγγύη αλλά, όπως και κάθε γραφειοκρατικός οργανισμός (όπως θα έλεγε και ο Μαξ Βέμπερ βλ. Essays in Sociology κεφ.8), αποσκοπεί στο κέρδος. Κάθε Κράτος αποτελεί μια επιχείρηση της οποίας απώτερος σκοπός είναι η προστασία της περιουσίας των ολιγαρχιών η οποία παρουσιάζει τα δικά της συμφέροντα ως τα μοναδικά που συμβάλλουν στο κοινό καλό είχε πει ο Μαρξ και ο Ένγκελς, κι έτσι διαιωνίζεται η αδικία καθώς εμείς αδυνατούμε να έρθουμε σε επαφή με την πραγματικότητα, όπου η κατάσταση βαδίζει καθημερινά από το κακό στο χειρότερο. Το γεγονός ότι σε κάποιες χώρες υπάρχει «ισχυρό Κράτος Πρόνοιας» που δίνει στους φτωχούς «ψίχουλα από το τραπέζι των πλουσίων» οφείλεται στους εξής παράγοντες: α) πριν από μερικά χρόνια κάποιοι άνθρωποι συγκρούστηκαν με τα συμφέροντα των ολιγαρχιών κι έτσι κατάφεραν να ελέγξουν τους μηχανισμούς καταστολής για δικό τους όφελος και β) οι ίδιοι οι πλούσιοι αναγνώρισαν ότι αν δεν δώσουν ψίχουλα από το τραπέζι τους η οργή θα μετατραπεί σε έκρηξη, εφαρμόζοντας πλήρως την Μακιαβελική τακτική του «δίνε λίγα για να έχεις πολλά». Τί γίνεται, όμως, όταν σε καθεστώς μαζικής απάθειας οι συγκρούσεις με την καθεστηκυία τάξη απουσιάζουν και αντί για πολιτική δράση υπομένουμε μοιρολατρικά; Τότε η Πρόνοια εξαφανίζεται και μένει σκέτο το Κράτος, το οποίο αρχίζει να δείχνει τον πραγματικό του εαυτό: είσαι άνεργος; Πήγαινε να δουλέψεις δωρεάν! Είσαι άστεγος; Εμείς θα κάνουμε παράνομες τις καταλήψεις ώστε να πεθάνεις στο δρόμο. Αυτή είναι για παράδειγμα η πάγια λογική της Βρετανικής κυβέρνησης που έχει κηρύξει τον πόλεμο σε κάθε είδους αναξιοπαθούντα. Το πιο ανησυχητικό όμως απ’ όλα είναι πως το δικαίωμα στην δωρεάν στέγαση αμφισβητείται με την ανοχή της ίδιας της κοινωνίας (λόγω αδιαφορίας, απάθειας και αποπολιτικοποίησης ή άκρατου συντηρητισμού και αλλοτρίωσης) όλο και περισσότερο αντί να συμβαίνει το αντίθετο, αντί δηλαδή να απορρίπτονται μαζικά στις συνειδήσεις των πολιτών οι πολιτικές δαιμονοποίησης της φτώχειας. Έτσι η στέγαση μετατρέπεται σε προνόμιο για λίγους με τραγικές συνέπειες για τις κοινωνίες μας, καθώς σε όλη την Ευρώπη ψηφίζονται από τα Κοινοβούλια νόμοι που θέλουν παράνομες της καταλήψεις περνάνε δίχως να συναντήσουν καμία αντίσταση (ήδη στην Ολλανδία θεωρείται πλέον ποινικό αδίκημα).

Κλείνοντας, κρίνουμε σκόπιμη την παράθεση μέρους της ανακοίνωσης των αντιεξουσιαστών και αντιεξουσιαστριών που κατέλαβαν το κτίριο στην οδό Σαχίνης 3 στα Ιωάννινα:

«Δε θεωρούμε κανέναν πιο αρμόδιο να φροντίσει για τις ανάγκες και τις ζωές μας πέρα από εμάς τους ίδιους και τις κοινότητές μας. Με όπλο την αυτοοργάνωση και την οριζοντιότητα, παίρνουμε τις ζωές μας στα χέρια μας και δημιουργούμε το δικό μας κόσμο, αυτόν της ελεύθερης κάλυψης των αναγκών χωρίς τη μεσολάβηση κέρδους για κανέναν, τον κόσμο της ελεύθερης δημιουργίας και της ισότιμης απόλαυσης. Δε κλαιγόμαστε στα γραφεία κανενός κομματάρχη (αριστερού ή δεξιού) για να μας λύσει το πρόβλημα για στέγη, παρά δρούμε αυτόνομα και αδιαμεσολάβητα. Δεν εναποθέτουμε τις ελπίδες στο θεό, σε μια αριστερή κυβέρνηση, στο στοίχημα, στην καλή μας τύχη ή στη φιλευσπλαχνία της οικογένειας, αλλά βάζουμε τον πλούτο των γνώσεων, των ικανοτήτων, των εμπειριών, των συναισθημάτων και της ευφυΐας μας στην υπηρεσία των συλλογικών μας αναγκών. Δεν περιμένουμε να ξαναπαχύνουν οι καπιταλιστικές αγελάδες ώστε να μπορεί το κράτος να μας ανέχεται στα ειδικά διαμορφωμένα περιθώρια του ως παράσιτα, αλλά καταλαμβάνουμε και δημιουργούμε χώρους αντιεξουσίας. Δεν ελπίζουμε στο ξεπέρασμα της κρίσης και την ανάκαμψη των αγορών για να βρεθεί μια γωνίτσα και για εμάς, αλλά αγωνιζόμαστε να κάνουμε πράξη τα λόγια του Κροπότκιν, δηλαδή «να κατεδαφίσουμε αυτόν τον κόσμο χτίζοντας το δικό μας».

Και ακριβώς αυτό θα κάνουμε. Θα κατεδαφίσουμε αυτό τον κόσμο για να φτιάξουμε τον δικό μας, όχι από ηρωισμό ή μόνο επειδή έχουμε υψηλά ιδανικά, αλλά γιατί απλώς δεν γίνεται διαφορετικά. Ή ζωή με αξιοπρέπεια ή καπιταλισμός που κακοφορμίζει μέρα με τη μέρα.

Συνδιαμορφώθηκε από: Ian Delta, Michael Theodosiadis, Efor

Σύντομο URL: http://eagainst.com/?p=47404

Λίγο ακόμα για τη Συνωμοσιολογία

Δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο να κατανοήσει κανείς τους λόγους που οι διαφόρων ειδών θεωρίες συνωμοσίας κατακλύζουν τα Μέσα Ενημέρωσης και το διαδίκτυο. Στην εποχή του ποβερισμού, της ασημαντότητας, της απουσίας πολιτικού στοχασμού και έλλειψης νοήματος, το φαινόμενο εξελίσσεται σε μάστιγα. Όλο και περισσότεροι δημαγωγοί εμφανίζονται μέρα με τη μέρα, κάνοντας λόγο για κάποια «Νέα Τάξη Πραγμάτων» (ΝΤΠ), για τους Ιλλουμινάτι, ή υποστηρίζουν ότι η τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου ήταν εσωτερική δουλειά κάποιων συνωμοτών (κυρίως Εβραίων). Ζώντας στην εποχή της μαζικής απάθειας και απο-πολιτικοποίησης, δεν μας εκπλήσσει καθόλου που η εν γένει πραγματικότητα επιχειρείται να προσεγγιστεί μέσω αβάσιμων σεναρίων επιστημονικής φαντασίας. Η έλλειψη πολιτικών προταγμάτων και κινήτρων είναι μάλλον αυτό που ως επί τω πλείστων χαρακτηρίζει τις σύγχρονες Δυτικές κοινωνίες, οι οποίες έχοντας πέσει σε βαθύ λήθαργο για πάνω από δύο δεκαετές (όπου η πλασματική οικονομία ευημερούσε, η εξασφάλιση της επιβίωσης μέσω του βολέματος και της θεσούλας θεωρούνταν δεδομένη για μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού), ξαφνικά συνειδητοποιούν ότι αυτό το απατηλό καταναλωτικό όνειρο κρέμεται από μια κλωστή. Βλέπουν τον εαυτό τους ένα βήμα πριν την πτώση στο βάραθρο που οι ίδιες έσκαψαν εδώ και τόσα χρόνια. Το μέλλον τους φαντάζει ζοφερό. Η αυτο-κριτική τις τρομάζει. Έτσι, επιλέγουν να κλείσουν τα μάτια τους και να εφεύρουν ένα ψέμα, να κατασκευάσουν μια εικονική πραγματικότητα που θα δικαιολογεί κάθε τους σφάλμα, νομίζοντας πως έτσι θα καταφέρουν να δραπετεύσουν από τον εφιάλτη που τις κυνηγά, από την Λερναία Ύδρα που ανέστησαν προκειμένου να ικανοποιήσουν την ψευδαίσθηση ότι όλα είναι εφικτά στο καταναλωτικό Κυνήγι της Ευτυχίας. Εδώ γεννιέται ο νέος Leviathan της εποχής μας, η ανευθυνότητα, η ευκολία, η αδράνεια και η αποκτήνωση, η μονομέρεια, ο homo economicus ανίκανος να μεταστραφεί σε homo politicus εθισμένος στην ευκολία και ακρισία καταντά ένας θλιβερός και ασήμαντος ανθρωπάκος.

Από τον Μπρέιβικ, τους ναζιστές, τη Χρυσή Αυγή και τους ακροδεξιούς που κάνουν λόγο για πολιτισμικό εξισλαμισμό καθοδηγούμενο από ισχυρά κέντρα εξουσίας, μέχρι τους αριστερούς εθνικιστές, όλοι πλέον οι πολιτικοί χώροι εντός των οποίων η συνωμοσιολογία ευδοκιμεί, κάνουν λόγο για μια κρυφή συνωμοσία πανίσχυρων ανθρώπων, που στόχο έχουν να υποδουλώσουν την ανθρωπότητα για δικό τους συμφέρον. Όλοι, σχεδόν μιλούν για μια «Παγκόσμια Κυβέρνηση», για «αεροψεκασμούς», ή στην πιο ακραία τους εκδοχή, για UFO και μυστικά ταξίδια στο διάστημα. Μάλιστα, όπως άλλωστε λέει και ο Josh Lucker, σε άρθρο του στο Marxist.com (2012), η συνωμοσιολογία είναι εξαιρετικά δημοφιλής στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σύμφωνα με δημοσκοπήσεις, το 80% των Αμερικανών πιστεύουν ότι η κυβέρνηση κρύβει πληροφορίες σχετικά με τα UFO, ενώ ένα ποσοστό της τάξης του 15% απορρίπτει ότι η Αλ-Κάιντα ήταν υπεύθυνη για τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου. Μεγάλο ποσοστό, επίσης, χρηστών του διαδικτύου σερφάρει σε ιστοσελίδες που «αποκαλύπτουν» ποιες διασημότητες είναι μέλη των «Illuminati» ή ελευθεροτέκτονες, ενώ, όπως αναφέρει η Guardian (2012, μέσω tvxs) κατά 250% έχουν αυξηθεί στις Η.Π.Α οι ρατσιστικές και ακροδεξιές ομάδες, που βασίζουν την ιδεολογία τους σε συνωμοσιολογικά σενάρια. Ποιός, άραγε, δεν έχει υπ’ όψιν του τις περίφημες δοξασίες περί «κλωνοποιημένου Hitler», αποικιών στη Σελήνη, ή τις διάφορες «αποκαλύψεις» του Νοστράδαμου, του Παίσιου και άλλων «προφητών» που αναπαράγονται συνεχώς από τα διάφορα κιτς ιστολόγια; Πόσες φορές δεν έχουμε έρθει σε επαφή με ανθρώπους που κάνουν λόγο για «Σιωνιστικές κρυφές ατζέντες που έχουν βαλθεί να αλλοιώσουν τις παραδόσεις μας μέσω της μαζικής μετανάστευσης» ή για την περιβόητη επιστολή φάντασμα του Κίσσιγκερ, για τα σχέδια εξισλαμισμού της Ελλάδας από τους Τούρκους, για «προδότες» και «ανθέλληνες»…;

Τί πραγματικά, όμως, θα μπορούσε να θεωρηθεί ως «θεωρία συνωμοσίας»; Ονομάζουμε, λοιπόν, συνωμοσιολογικό κάθε επιχείρημα σύμφωνα με το οποίο, ένα γεγονός ή μια σειρά από γεγονότα ερμηνεύονται αποκλειστικά και μόνο ως αποτέλεσμα συνωμοτικής, μυστικής, οργανωμένης και υπόγειας δράσης ατόμου ή ομάδας ανθρώπων (π.χ. κυβερνήσεων ή αδελφάτων). Στην ευρύτερη πολιτική γλώσσα, αποκαλούμε «θεωρία συνωμοσίας» οποιοδήποτε (αυθαίρετο) συμπέρασμα προκύπτει μέσω μη διασταυρωμένων πληροφοριών, δίχως να υπάρχουν αποδείξεις και τεκμήρια ή, έστω, λογική ερμηνεία των καταστάσεων και των γεγονότων βάσει μιας σαφούς μεθοδολογίας. Πρόκειται για παραληρητικές και, εν μέρη, κατασκευασμένες ιστορίες που περισσότερο μοιάζουν με σενάριο ταινίας του Hollywood, αλλά πλασάρονται ως «αληθινές» ή «πιθανές» εξαιτίας μιας αληθοφάνειας που τους προσδίδεται. Με άλλα λόγια, οι θεωρίες συνωμοσίας αναφέρονται συχνά σε κάτι που θα μπορούσε να είναι αληθινό ή πιθανό εξαιτίας της αληθοφάνειάς του. Όπως κάθε προπαγανδιστικός λόγος έτσι και ο συνωμοσιολογικός, θα πρέπει πάντοτε να χρησιμοποιεί ένα προσωπείο μιας δήθεν αντικειμενικότητας, να είναι απλός (ή απλουστευτικός), ώστε να υιοθετείται εύκολα από τις απο-πολιτικοποιημένες μάζες. Θα πρέπει να απευθύνεται στη βούληση του γενικού συνόλου (όπως θα έλεγε και ο Jacques Ellul) παρά στο άτομο ως ξεχωριστή και αυτόνομη οντότητα. Έτσι κάθε συνωμοσιολογική θεώρηση κατασκευάζει έναν δικό της μύθο[1] εντός του οποίου εντάσσεται κάθε προσπάθεια προσέγγισης της παγκόσμιας πολιτικής σκηνής. Τα (συχνά ιδεολογικά χρωματισμένα) σενάρια αυτά λειτουργούν ως αφετηρία σε κάθε προσπάθεια προσέγγισης του «πολιτικού» πράττειν, των δηλώσεων και των πράξεων διαφόρων ηγετών ή πολιτικών προσώπων. Κοντολογίς, κάθε πολιτική κίνηση μπαίνει στο ιδεολογικό κρεβάτι του Προκρούστη και ερμηνεύεται με βάση ένα ήδη έτοιμο δοσμένο συμπέρασμα-απάντηση συνοδευόμενα από έναν δήθεν επιστημονικό βερμπαλισμό – πως για παράδειγμα, οι αποφάσεις κάποιων ηγετών αναγκαστικά εξυπηρετούν ή αντιτάσσονται στα σχέδια της ΝΤΠ – αντί να προσπαθεί κανείς να αναζητήσει απαντήσεις αναφορικά με τους λόγους και τις αιτίες που λαμβάνονται οι εκάστοτε αποφάσεις, έπειτα από στοχασμό και διαύγαση του κεντρικού πυρήνα των αξιών που διέπουν το κοινωνικό υποκείμενο.

Φυσικά, σε μια περίοδο που ο παγκόσμιος καπιταλισμός ταλανίζεται από τις εγγενείς αδυναμίες του, δεν φαίνεται καθόλου παράξενο το γεγονός ότι αντιδραστικές ιδεολογίες (οι οποίες αποτελούν πεμπτουσία της συνωμοσιολογίας) κερδίζουν έδαφος. Μια από τις βασικότερες επιδιώξεις των συνωμοσιολόγων είναι να τονίζουν πως τα τεράστια προβλήματα που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε σήμερα δεν αποτελούν παράγωγα της φύσης του καπιταλιστικού συστήματος (δηλαδή του ασύστολου κέρδους, της αέναης εξάπλωσης των παραγωγικών δυνατοτήτων και της αλόγιστης κυριαρχίας του ανθρώπου πάνω στη φύση) αλλά αποτελέσματα της πολιτικής διαφθοράς, δηλαδή «των συνωμοσιών που σκαρφίζονται οι πολιτικοί ηγέτες μεταξύ τους και σε συνεργασία μ’ αυτούς που ελέγχουν τις πολυεθνικές – για δικό τους φυσικά όφελος». Ποιές είναι, όμως, οι πιο διαδεδομένες θεωρίες συνωμοσίας; Ας τις πάρουμε μία μία!

Εβραϊκές συνωμοσίες

Σχεδόν οι περισσότεροι συνωμοσιολόγοι θεωρούν τους Εβραίους υπαίτιους για όλα τα δεινά της ανθρωπότητας με αποκορύφωμα το υπερβολικά διαδεδομένο επιχείρημα ότι «οι Εβραίοι υπάλληλοι στους Δίδυμους Πύργους γνώριζαν για την επίθεση και απουσίαζαν από τα γραφεία τους εκείνη τη μέρα, και για τον λόγο αυτόν κανένας Εβραίος δεν υπήρξε θύμα την ημέρα της επίθεσης». Ακόμα, όμως, και αν, στη χειρότερη των υποθέσεων, όπου, εξαντλώντας κάθε αίσθημα ανθρωπιάς, υιοθετήσουμε το παραπάνω επιχείρημα (που μόνο ορθό δεν είναι, δεδομένου ότι τουλάχιστον 270-400 άτομα Εβραϊκής καταγωγής βρήκαν τραγικό θάνατο μέσα στο World Trade Center, εκ των οποίων οι πέντε ήταν Ισραηλινοί πολίτες) οι απαντήσεις που θα λάβουμε όχι μόνο μισανθρωπικές θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν, αλλά, ταυτόχρονα, και πέρα για πέρα μυωπικές [2].

Μια από τις ευρύτερα διαδεδομένες αντι-σημιτικές θεωρίες συνωμοσίας είναι Τα πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών, (βιβλίο που σήμερα προωθείται συστηματικά από τα αυταρχικά καθεστώτα της Μέσης Ανατολής). Στην πραγματικότητα, τα ΠΣΦ δεν είναι τίποτα περισσότερο παρά μια πλαστογραφία ίσως ενός ενός αναρχικού μανιφέστο του 1900 που αναφέρονταν στις κινήσεις των πολιτικών αρχηγών και στους τρόπους με τους οποίους οι ίδιοι επιβάλλονται στις μάζες, κείμενο που παραποιήθηκε από την Τσαρική αντί-σημιτική Ρωσική αστυνομία (ή στην πιο απλή εκδοχή του, ένα απλό κατασκεύασμα της Οχράνα με στόχο να δικαιολογηθούν οι αντι-Εβραϊκές Τσαρικές πολιτικές και τα αντί-σημιτικά πογκρόμ στη Ρωσία). Μόλις, δηλαδή, το ανέκδοτο μανιφέστο διέρρευσε και έπεσε στα χέρια του Τσαρικού μηχανισμού προκειμένου να στοχοποιηθεί το εγχώριο εβραϊκό στοιχείο αντικατέστησε τη λέξη εξουσία με τη λέξη Σιωνιστές, ώστε να φαίνεται ότι πίσω από την μελλοντική πολιτική πορεία κρύβεται κάποιος Σιωνιστικός κίνδυνος. Εξέδωσε, στη συνέχεια, το βιβλίο αυτό σε χιλιάδες αντίτυπα, από τα οποία αργότερα όταν κυκλοφόρησαν στην Ευρώπη έγιναν διάσημα με το όνομα Τα πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών.

Όπως αναφέρουν οι Back και Solomos (2000), όλα ξεκίνησαν στην Γαλλία, κάπου μεταξύ 1894 και 1899 διαρκούσης της υπόθεσης Dreyfus. Η Γαλλική δεξιά και ο όχλος κατηγορούσαν τον Dreyfus πως υποκινούσε μυστική συνωμοσία με σκοπό την υποδούλωση της ανθρωπότητας από την φυλή των Εβραίων – κατηγορία που υποστήριξε επίσης και η Ρώσικη αστυνομία. Κατά την διάρκεια της εποχής εκείνης, γράφει η Hannah Arendt (1996)[3], ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένη η άποψη ότι οι Εβραίοι μαζί με ελευθεροτέκτονες προετοιμάζονταν για τη δημιουργία ενός δικού τους «υπερ-κράτους». Έτσι, τα ΠΣΦ, ήρθαν ακριβώς στην κατάλληλη στιγμή, προσφέροντας αυτό που πραγματικά ο Γαλλικός όχλος επιθυμούσε: ένα ψέμα για να επιβεβαιώσει τη μανία, την αγανάκτηση και την οργή του. Ως αποτέλεσμα όλης αυτής της μαζικής υστερίας μίσους, οι αντί-σημιτικές θεωρίες συνωμοσίας από τα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα πυροδοτούν αντί-εβραϊκές ταραχές καί στη Γαλλία (καθώς και σε διάφορα άλλα μέρη της Ευρώπης) που τροφοδοτούσαν η αντιδραστική αριστοκρατία και η καθολική εκκλησία και στην συνέχεια, αποτέλεσαν αναπόσπαστο κομμάτι της προπαγάνδας των φασιστικών καθεστώτων που οδήγησαν στο Ολοκαύτωμα, ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας όπου περισσότεροι από 6.000.000 Εβραίοι θανατώθηκαν (επιπλέον, πάνω από 1.500.000 τσιγγάνοι εξοντώθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης ή εκτελέστηκαν επί τόπου από τα αποσπάσματα των Ναζί και ντόπιων συνεργατών τους σε ολόκληρη την ήπειρο, καθώς και εκατοντάδες άλλοι, άτομα μειονοτικών πληθυσμών ακολούθησαν τον ίδιο δρόμο). Αυτός είναι λοιπόν ο απολογισμός της πιο θλιβερής συκοφάντησης και στοχοποίησης μιας ομάδας ανθρώπων εναντίον της οποίας για αιώνες οι ευρωπαϊκοί πληθυσμοί αντιμετώπιζαν με τόση καχυποψία και δυσπιστία (φαινόμενο που εξακολουθεί να υφίσταται μέσα στους χώρους της αριστεράς και της ακροδεξιάς όπου η βρίθει η συνωμοσιολογία).

Περί Νέας Τάξης Πραγμάτων

Ολόκληρη η μπλογκόσφαιρα διαρκώς κάνει λόγο για την εφαρμογή ενός κρυφού σχεδίου που ακούει στο όνομα Νέα Παγκόσμια Τάξη Πραγμάτων. Ο όρος αυτός, στην Ελληνική πολιτική, φυσικά, όταν αναπαράγεται συνεχώς από τους διάφορους δημαγωγούς, συγγραφείς και «ερευνητές» της συμφοράς, πανούργους εμπόρων βιβλίων, εκφωνητές ραδιοφωνικών εκπομπών ή παρουσιαστές τηλεοπτικών παραγωγών, συχνά συνδέεται με τις αντι-εβραϊκές συνωμοσίες (ότι πίσω από όλα κρύβεται μια πανίσχυρη ομάδα Σιωνιστών οι οποίοι ελέγχουν τον παγκόσμιο πλούτο και επιδιώκουν να επιβάλουν μια αυστηρά συγκεντρωτική πολιτική με στόχο να κυριαρχήσουν ολοκληρωτικά σε κάθε γωνιά του πλανήτη). Όλοι τους πάνω απ’ όλα, έμποροι, τις περισσότερες φορές με έντονο εθνικιστικό χαρακτήρα και άλλοτε με μια πιο ελευθεριακή επίφαση, λειτουργούν ως «διαμορφωτές συνειδήσεων», προσπαθώντας ν’ αποκοιμίσουν το κοινό με τον αόριστο, τρομολαγνικό και διφορούμενο λόγο τους, εκστομίζοντας ατεκμηρίωτες ασυναρτησίες, με στόχο να εκμεταλλευτούν τον φόβο που αισθάνεται ο σύγχρονος άνθρωπος μπροστά στο άγνωστο μέλλον.

Βέβαια, η ΝΤΠ λοιπόν χρησιμοποιήθηκε αρχικά από διάφορους νεοσυντηρητικούς θεωρητικούς, όπως ο Πολωνός αντι-κομμουνιστής Zbigniew Brzezinski και ο Αμερικανός Samuel Huntington, ενώ στη συνέχεια υιοθετήθηκε και από διάφορους ακαδημαϊκούς, όπως ο Noamh Chomsky. Για τί πράγμα μιλούν όμως οι αναφορές στα περί νέας τάξης πραγμάτων (και όχι Νέα Τάξη Πραγμάτων) που κάνουν οι παραπάνω σε σύγκριση με αυτά που αναπαράγει η μισή μπλογκόσφαιρα;

  1. Η ΝΤΠ, ως Νεοφιλελεύθερη ιδεολογία υιοθετήθηκε από μια περιθωριακή φράξια κατά το τέλος της δεκαετίας του 90. Πρόκειται για κάποιον ασαφή Μακιαβελικό «οδηγό» άσκησης (οικονομικής κυρίως) πολιτικής – πάντα με βάση τον πιο ακραίο και αγοραίο φιλελευθερισμό – και όχι μια αυστηρά συγκεκριμενοποιημένη στρατηγική επιβολής και κυριαρχίας.
  2. Ο George Herbet Walker Bush κατά τη διάρκεια του συνεδρίου της 11 Σεπτέμβρη του 1990, δήλωσε τα εξής:

    Μια νέα συνεργασία εθνών ξεκινάει, και σήμερα βρισκόμαστε σε μια μοναδική και εξαιρετική στιγμή. Η κρίση στον Περσικό Κόλπο, παρότι πολύ σοβαρή, μας προσφέρει και μια σπάνια ευκαιρία να προχωρήσουμε προς μια ιστορική περίοδο συνεργασίας. Από αυτή την ταραγμένη εποχή μπορεί να γεννηθεί μια νέα τάξη πραγμάτων: Μια νέα εποχή, πιο ελεύθερη από τον φόβο της τρομοκρατίας, πιο ισχυρή στην επιδίωξη του δικαίου και πιο ασφαλής στην αναζήτηση της ειρήνης. Μια εποχή στην οποία όλα τα έθνη του κόσμου, σε ανατολή και δύση, βορρά και νότο, μπορούν να ευημερούν και να ζουν σε αρμονία». ημέρες ήταν (υποτίθεται) και πάνω από μια νέα παγκόσμια τάξη αναδύθηκε, όπου η ανθρωπότητα θα είναι «απαλλαγμένη από την απειλή της τρομοκρατίας, ισχυρότερη στην επιδίωξη της δικαιοσύνης , και πιο ασφαλείς στην επιδίωξη της ειρήνης. Μια εποχή στην οποία τα έθνη του κόσμου, Ανατολής και Δύσης, Βορρά και Νότου, θα μπορούν να ευημερούν και να ζουν σε αρμονία.

    Εδώ ο όρος ΝΤΠ χρησιμοποιείται με σκοπό κατανοηθούν κάποιες αλλαγές που λαμβάνουν χώρα στο παγκόσμιο (γεω)πολιτικό τοπίο μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, του διπολισμού ΕΣΣΔ έναντι ΗΠΑ και τον τερματισμό των εχθροπραξιών στον Περσικό Κόλπο. Αν και τα γεγονότα αυτά αναμφίβολα υποδηλώνουν το τέλος μιας περιόδου και το ξεκίνημα μιας άλλης (γι’ αυτό άλλωστε και γίνεται λόγος και για νέα παγκόσμια τάξη, εφόσον η παλιά έχει ριζικά τελειώσει), ωστόσο η ερμηνεία που αποδίδεται εδώ όχι μόνο δεν αφορά μυστικές αδελφότητες Σιωνιστών που συνεδριάζουν σε μυστικά υπόγεια αρχηγεία, αλλά, απεναντίας, βλέπουμε ότι σχεδόν όλες οι ίντριγκες γίνονται στα φανερά παρά εντός σκοτεινών δωματίων. Άλλωστε, στον αιώνα της τεχνολογίας, τα καταπιεστικά καθεστώτα δεν χρειάζονται υπόγειες συναθροίσεις για να επιβληθούν, καθώς και αυτά καταφέρνουν να πετύχουν τους σκοπούς τους καθώς – αν κρίνουμε από το αποτέλεσμα των Ελληνικών εκλογών του 2012 – πολύ εύκολα καταφέρνουν να κατευνάσουν τις αντιδράσεις και την αγανάκτηση των μαζών.

  3. Σε αντίθεση, λοιπόν, με τα παραπάνω, οι διάφοροι ακροδεξιοί και απανταχού εθνικιστές προσδίδουν μια μεταφυσική χροιά και ένα είδος αρνητικής προφητείας, θα λέγαμε, στην έννοια της ΝΤΠ. Εν κατακλείδι, τους χωρίζει μια άβυσσος από τους πολιτικούς, θεωρητικούς, ακαδημαϊκούς ή οικονομολόγους οι οποίοι δεν αναφέρονται στην ΝΤΠ σαν να πρόκειται για έναν αυστηρά ιδεολογικοποιημένο όρο, αλλά σαν μια απλή έκφραση που περιγράφει συγκεκριμένες στιγμιαίες καταστάσεις, οι οποίες δεν είναι απαραίτητα προϊόν κάποιας κρυφο-σχεδιασμένης ατζέντας.

Η Παγκόσμια Διακυβέρνηση

Συχνά συγχέεται με την ΝΤΠ. Πολλοί εσφαλμένα την κατανοούν ως παγκόσμια κυβέρνηση. Ιδιαίτερα μετά τις δηλώσεις του Γ.Α.Παπανδρέου, «We need global governance» (και όχι global government), εκατοντάδες αναρτήσεις πλημμύρισαν το διαδίκτυο, για το πώς ο Γ.Α.Π είναι πράκτορας των Σιωνιστών, πώς εξυπηρετεί σκοτεινά «ανθελληνικά» συμφέροντα και οτιδήποτε μπορεί να φανταστεί το μυαλό ενός ανθρώπου[4].

Μέρος της Παγκόσμιας Διακυβέρνησης (ΠΔ) θα μπορούσε να ονομαστεί η λειτουργία οποιουδήποτε διακρατικού θεσμού: από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την Μαφία, την Καθολική Εκκλησία, τα Χρηματιστήρια, την Monsanto, την Google (της οποίας την πλατφόρμα Blogspot χρησιμοποιούν οι διάφοροι πολέμιοι της ΠΔ!!!), μέχρι και την Διεθνής Αμνηστία, τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα, τον ΟΗΕ, το Human Rights Watch και το internet. Συνεπώς, η ΠΔ δεν είναι κάτι απαραίτητα αρνητικό, ιδιαίτερα αν συνυπολογίσουμε τις δυναμικές του διαδικτύου στην διάδοση πληροφοριών από διάφορα μέρη του πλανήτη που τα επίσημα ΜΜΕ αποκρύπτουν. (Αναζητήστε περισσότερα σχετικά τόσο με την δική μου στάση, όσο και των υπόλοιπων μελών της ιστοσελίδας, απέναντι στην Παγκοσμιοποίηση σε αυτόν τον σύνδεσμο).

Οι «Ιλλουμινάτι»:

Ίσως η διασημότερη θεωρία συνωμοσίας στις μέρες μας. Το τάγμα των «Πεφωτισμένων» (όπως ακριβώς μεταφράζεται) αντιμετωπίστηκε από τους συντηρητικούς Χριστιανούς με υπερβολική εχθρότητα. Ακόμα και σήμερα διάφοροι συνωμοσιολόγοι ισχυρίζονται πως το τάγμα αυτό δρα μυστικά με στόχο να πλήξει τις παραδόσεις και τα έθιμα ενός λαού. Αγνοούν, βέβαια, πως η διάρκεια ζωής του τάγματος των «Πεφωτισμένων» δεν ξεπέρασε τα δέκα χρόνια (1776–1785)….

Συνωμοσιολογία vs μυωπικός φιλελευθερισμός vs αυτονομία

Ωστόσο, και προς αποφυγή οποιασδήποτε αναπόφευκτης παρεξήγησης, ο πόλεμος αυτός ενάντια στους διάφορους τσαρλατάνους συνωμοσιολάγνους, δεν αναιρεί και ούτε πρόκειται να αναιρέσει το γεγονός ότι το πολιτικό μας σύστημα έχει στηθεί πάνω σε σκευωρίες και προβοκάτσιες, ή ότι οι ολιγαρχίες έχουν την δύναμη ν’ ασκούν εξουσία μέσα στην κοινωνία (άλλωστε ο Μακιαβέλλι, που για πολλούς θεωρείται ο πατέρας της σύγχρονης πολιτικής θεωρίας, στον Ηγεμόνα μιλά συνεχώς για συνωμοσίες και ίντριγκες μεταξύ εξουσιαστών, δίνοντας σαφή οδηγίες στους Μέδικους της Φλωρεντίας για το πώς θα επιβληθούν στον λαό με κάθε μέσο). Η λέσχη Μπίλντερμπεργκ, για παράδειγμα, δεν αποτελεί μύθο όπως κι άλλες ανάλογες λέσχες. Οι ολιγαρχίες ή συγκεκριμένες μερίδες τους, και άλλα λόμπι, έχουν την ικανότητα να καθορίζουν υπουργούς ή ακόμα και πρωθυπουργούς. Ωστόσο, το οργανωτικό και διοικητικό χάος δε συνεπάγεται απαραίτητα ότι δεν υπάρχει μια βούληση ελέγχου του όλου πράγματος. Η αντίληψη, βέβαια, των συνωμοσιολόγων ότι ο κόσμος είναι ένα καλοκουρδισμένο ρολόι στα χέρια μιας μειοψηφίας, κατά βάθος, ευνουχίζει κάθε κινηματική δυναμική καθώς:

  1. δεν είναι μόνο οι ίντριγκες που χαρακτηρίζουν την διεθνής πολιτική σκακιέρα. Δεν είναι μόνο η χειραγώγηση μέσω της προπαγάνδας, ο κύριος λόγος που το σύστημα καταφέρνει κι επιβιώνει εδώ και τόσα χρόνια. Ο Δυτικός καπιταλισμός, έχει υποστεί σημαντικές αλλαγές από τις πρώτες μέρες της απόλυτης κυριαρχίας του. Λόγω των εργατικών αγώνων και της σύγκρουσης των αδύναμων με τα οικονομικά συμφέροντα των ολιγαρχιών, των κοινωνικών κινημάτων των γυναικών, ομοφυλόφιλων, μεταναστών και μειονοτήτων μπορεί πλέον και εξασφαλίζει μια θέση εργασίας, έναν μισθό και μια καταναλωτική ζωή σε μεγάλη μερίδα του πληθυσμού, του οποίου την εμπιστοσύνη κερδίζει, προσφέροντας μια Α ποιότητα ζωής, εκμεταλλευόμενος την φυσική ροπή του ανθρώπου προς την αδράνεια, τον ατομικισμό και το «βόλεμα». Δεν χρειάζονται, συνεπώς, κρυφά σχέδια και οργανώσεις (που αν υπάρχουν πρόκειται για μικρότερης κλίμακας κλειστές ομάδες, σε αντίθεση με την προπαγάνδα των συνωμοσιολόγων) για να διατηρηθεί το υπάρχον σύστημα. Υπάρχει το κέρδος, (για τις ολιγαρχίες) και η «θρησκεία» της κατανάλωση για τον μέσο άνθρωπο που εξαγοράζει κάθε νόημα ύπαρξης, με αποτέλεσμα ο καπιταλισμός ως σύστημα αξιών να ριζώνει βαθιά στο είναι και στο φαίνομαι του μέσου ανθρώπου.
  2. Οι θεωρίες συνωμοσίας παροτρύνουν τον πληθυσμό μιας χώρας να αποδοκιμάσει τους τραπεζίτες, τους πολιτικούς και τους δικαστές. Όμως, οι ίδιοι (οι συνωμοσιολόγοι) παρασυρόμενοι από το κλίμα εσωστρέφειας που κάθε κοινωνία εν ώρα κρίσης καλλιεργεί από μόνη της γίνονται φορείς ολοκληρωτικών ιδεών. Εν ολίγοις, από ένα σημείο και μετά, το επίκεντρο της συζήτησης παύει πλέον να εστιάζεται στο αν όσα λέγονται με βάση τους αεροψεκασμούς είναι αλήθειες ή ψέμματα. Η εξαθλίωση, ο φόβος, η αβεβαιότητα και ο πανικός δεν επιτρέπουν βαθιές πολιτικές και ανθρωπολογικές αναλύσεις. Απεναντίας, καταρρακώνουν κάθε αίσθημα ευσυνειδησίας, ενώ παράλληλα, το ατομικό ένστικτο της αυτοπροστασίας εντός μιας κοινωνίας που καταρρέει, δίνει ώθηση σε κάθε είδους καχυποψία να καπελώσει το πολιτικό πράττειν. Όλη αυτή η καχυποψία πως πίσω απ’ το κάθετί κρύβεται μια συνωμοσία είναι σχεδόν παρόμοια με ίδια τακτική που χρησιμοποιούν τα ολοκληρωτικά καθεστώτα, (χαφιεδισμός και παρακολουθήσεις «υπόπτων» που θα μπορούσαν να είναι πράκτορες του εχθρού).

Βρισκόμαστε όμως εδώ σε ένα εξαιρετικά λεπτό σημείο, όπου και καλούμαστε να απορρίψουμε εξίσου και την πίσω όψη της συνωμοσιολογίας: τον χυδαίο και επιτηδευμένα ρηχό θετικιστικό φιλελευθερισμό του δήθεν «κοινού νου», ο οποίος, προκειμένου να χλευάσει τους συνωμοσιολόγους, καταλήγει να αρνείται ότι υπάρχει οποιοδήποτε «δεύτερο» επίπεδο της πραγματικότητας πίσω από το φαινομενικό και αυτονόητο. Είναι η πεμπτουσία των διαφόρων «ρεαλιστών», της κάθε Νεοφιλελεύθερης ιντελιγκέντσιας, των τεχνοκρατών και του κάθε ειδήμονα που βαφτίζουν οποιονδήποτε έρχεται σε ρήξη με την καπιταλιστική βαρβαρότητα, ως «λαϊκιστή» ή ουτοπιστή, δεδομένου ότι γι’ αυτούς κάθε προσπάθεια να εξηγήσουμε τις κοινωνικές συμπεριφορές των από κάτω και τις πολιτικές αποφάσεις των από πάνω μέσω της επίκλησης και άλλων παραγόντων πέραν της απλής «επιλογής» τους, ταυτίζεται απαραίτητα με την κατάφωρη συνωμοσιολογία.

Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, συγκαλύπτεται η σημαντικότητα μιας ανάλυσης με όρους φαντασιακών σημασιών, που προσπαθεί να διαυγάσει τους κυρίαρχους θεσμούς κάθε κοινωνίας, να δει πώς δρα και αντιδρά το άτομο μέσα σε αυτήν την κοινωνική θέσμιση. Οι μεν συνωμοσιολόγοι αποφεύγουν να μιλούν γι’ αυτά, καθώς πιστεύουν πως αυτού του είδους οι προσεγγίσεις είναι κατευθυνόμενες και στοχεύουν να συγκαλύψουν τις ενέργειες των ολιγαρχιών, εφόσον θεωρούμε ότι υπάρχουν κι άλλοι παράγοντες διαμόρφωσης της πραγματικότητας εκτός από τις πολιτικές και τις ραδιουργίες των ελίτ. Οι δε φιλελεύθεροι επειδή πιστεύουν ότι αν προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε γιατί ο κόσμος, σε μια δεδομένη περίοδο, ενεργεί κατ’ αυτόν τον τρόπο, κάνοντας αναφορά στις κυρίαρχες αξίες με βάση τις οποίες διαμορφώνεται, συγκαλύπτουμε το γεγονός ότι τελικά όλα έχουν να κάνουν με «συνειδητές επιλογές» των ατόμων, τα οποία εκλαμβάνονται ως όντα αυτοφυή και όχι διαμορφωμένα κοινωνικά. Αυτό το θετικιστικό φαντασιακό αντανακλά έναν συγκεκαλυμμένο Χομπσιανό ντετερμινισμό, χαρακτηριστικό της φιλελεύθερης θεώρησης των πραγμάτων: ότι ο άνθρωπος ελάχιστα επηρεάζεται από το γύρω του περιβάλλον. Ότι υπάρχει μια σταθερή και αμετάβλητη αρχή που διέπει τον άνθρωπο, μια τετελεσμένη φύση, κάτι που συνεπάγεται ότι η σύγχρονη κοινωνία δεν αποτελεί τίποτα παραπάνω από μια αντανάκλαση των φυσικών αδυναμιών αλλά και επιτευγμάτων μας.

Επίλογος

Η φύση των θεωριών συνωμοσίας παρουσιάζει κοινά χαρακτηριστικά με δομή της σκέψης ενός παραληρητικού που πιστεύει ότι τον απατά η σύζυγός του ενώ αυτή όλη τη μέρα σφουγγαρίζει πατώματα ή σφραγίζει επιταγές. Θα μπορούσε, βέβαια, να τον απατά! Πόσο συχνά δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο; Στα πλαίσια της συζήτησης αυτής, όμως, δεν μας ενδιαφέρει τόσο αν η σύζυγος είναι άπιστη ή όχι, αν οι όλες οι αποφάσεις λαμβάνονται κεκλεισμένων των θυρών, αλλά ο τρόπος που διαχέονται οι διαφόρων ειδών θεωρίες συνωμοσίας σε μια κοινωνία, καθώς και τον αντικειμενικό ρόλο που αυτές παίζουν, επισημαίνοντας την αδυναμία της σύγχρονης Δυτικής κοινωνίας να ελέγξει τον εαυτό της, ώστε ν’ αποκομίσει, κατά το δυνατόν, αξιοπρεπή και λογικά συμπέρασμα (τα οποίο βέβαια, μπορούμε ν’ αναθεωρήσουμε κατόπιν καλύτερης και πιο διεισδυτικής σκέψης και διαύγασης των γεγονότων).

[1] Με βάση τον Jacques Ellul (1965 : 11), ο κάθε προπαγανδιστικός μύθος, «αποκτά τέτοια δύναμη, που εισβάλλει σε κάθε περιοχή της συνείδησης, μην αφήνοντας καμία ικανότητα ή κίνητρο ανέπαφο. […] Ο μύθος έχει μια τέτοια κινητήρια δύναμη που, μετά την αποδοχή, ελέγχει το σύνολο του ατόμου, στο βαθμό που καθίσταται απρόσβλητο σε οποιαδήποτε άλλη επιρροή»

[2] Κατηγορώντας σύσσωμη μια κοινωνική ομάδα για ένα αποτρόπαιο έγκλημα, κλείνουμε τα μάτια μας στις σχέσεις εκμετάλλευσης που υπάρχουν εντός της ίδιας. Όταν, δηλαδή, οι νεοσυντηρητικοί κρετίνοι στοχοποιούν όλους τους μουσουλμάνους του πλανήτη ως εν δυνάμει τρομοκράτες και αιμοδιψή όντα που κάνουν τα αδύνατα δυνατά προκειμένου να υποτάξουν κάθε ελεύθερο άνθρωπο στον θρησκευτικό τους σκοταδισμό, αυτόματα, όλη αυτή η χονδροειδής γενίκευση δεν μας επιτρέπει ούτε και στο ελάχιστο να διακρίνουμε τις σχέσεις εκμετάλλευσης εντός των μουσουλμανικών κοινοτήτων, και, πάνω απ’ όλα, αγνοούνται πλήρως οι φωνές των σεκουλαριστών, μεταρρυθμιστών ή και αγνωστικιστών που ζουν σε Ισλαμικές χώρες. Ως, εκ τούτου, κρίνουμε ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό να τελειώνουμε με όλες αυτές τις γενικεύσεις, απορρίπτοντας την ιδέα ότι μια εθνική ομάδα αποτελεί μια συμπαγής και ομογενοποιημένη οντότητα και όχι ένα σύνολο ξεχωριστών ανθρώπων, που ο καθένας τους θα μπορούσε να έχει τη δική του βούληση η οποία δεν είναι απαραίτητο να ταυτίζεται με τις κοινές αξίες της ομάδας αυτής.

[3] βλ. Η γέννεση του Ολοκληρωτισμού, κεφάλαιο «Αντισημιτισμός: μια εκτροπή της κοινής λογικής».

[4] Στην πραγματικότητα, ο Γ.Α.Π. δεν αποτελεί τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο, από έναν ακόμη παπατζή πολιτικάντη πρωθυπουργό, που τίποτα δεν έχει να ζηλέψει από τους προηγούμενους ομόλογούς του.

Πηγές
Arendt H., 1996. The Origins of Totalitarianism, 3d ed, London.
Back L., Solomos J., 2000. Theories of race and racism: a reader, New York: Routledge
Elul, J., 1965. Propaganda: the formation of men’s attitudes. New York: Vintage Books.
Lucker J., 2012. Class Struggle or Conspiracy? In Defence of Marxism. Διαθέσιμο: http://www.marxist.com/class-struggle-or-conspiracy.htm [Ημερομηνία πρόσβασης 8 Δεκεμβρίου 2012]

A For Alexis, Graphic Novel (gr)

http://www.scribd.com/embeds/114899395/content?start_page=1&view_mode=scroll&access_key=key-1gfyt5oduyovkj5jhwe

Το A for Alexis είναι μία απόπειρα απόδοσης του πασίγνωστου κόμικ V for Vendetta στα ελληνικά. Λέγοντας απόδοση δεν εννοούμε την ακριβή μετάφραση των κειμένων από τα αγγλικά στα ελληνικά, αλλά την μεταφορά της ιστορίας σ’ ένα δυστοπικό 2022, με την δράση να εξελίσσεται στην Αθήνα.

Όταν γράφηκε το V for Vendetta, το 1981, απ’ τον Alan Moore, η βρετανική κοινωνία δεχόταν την Νεοφιλελεύθερη επίθεση από την ολιγαρχία που εκπροσωπούσε η Μάργκαρετ Θάτσερ. Η ένταση της καταστολής, η κρατική τρομοκρατία, η ανυπαρξία πολιτικού λόγου, η ιδιωτικοποίηση της δημόσιας περιουσίας, η μετατροπή του Πολίτη σε υπήκοο, η οικολογική καταστροφή, η προπαγάνδα των ΜΜΕ, η εξύψωση της ηθικής της εργασίας ήταν μερικά από τα στοιχεία εκείνα που οδήγησαν στη δημιουργία αυτού του κόμικ. Οι ίδιοι, επίσης, λόγοι οδήγησαν εμάς στη μετάφραση και επικαιροποίηση του έργου αυτού, 31 χρόνια μετά. Το ρόλο της Θάτσερ στην Ελλάδα έχουν πρόθυμα αναλάβει επαγγελματίες πολιτικοί και τεχνοκράτες, σχηματίζοντας ένα ισχυρό αντικοινωνικό μέτωπο.Δημοσιογράφοι σε ρόλο δικαστή των κοινωνικών αγώνων,μεσάζοντες του φόβου και της καταστροφολογίας.

Οπλισμένοι φασίστες σε ρόλο συστημικού μαστιγίου, πλαισιώνουν τις ορδές των κρανοφόρων με τα χακί, διαπράττοντας καθημερινά, και ατιμώρητα, τερατώδη εγκλήματα και σπέρνοντας το μόνο τους πιστεύω, το μίσος. Εργοδότες, που ανέπτυξαν τις επιχειρήσεις τους με κρατικές επιδοτήσεις και φοροαπαλλαγές, συνεχίζουν να καρπώνονται την υπεραξία της εργασίας μας, είτε συσσωρεύοντας τα υπερκέρδη τους σε φορολογικούς παραδείσους, είτε τζογάροντας πάνω σε χρηματιστικά «προϊόντα»

Η ελληνική κοινωνία σήμερα, δεν έχει ανάγκη από έναν V. Έχει ανάγκη από εκατοντάδες χιλιάδες V, με ή χωρίς μάσκες, με ή χωρίς κουκούλες, βίαιους ή μη βίαιους, που θ΄απαντήσουν στην ερώτηση που τέθηκε το Δεκέμβρη του 2008. Τότε που οι ολιγαρχίες τρομοκρατήθηκαν, τότε που τα αφεντικά τρόμαξαν, τότε που εκατομμύρια αλληλέγγυοι πολίτες σε όλο τον πλανήτη φώναξαν πως “δεν ζητάμε τίποτα, τα θέλουμε όλα”! Σήμερα, δεν ψάχνουμε αφορμή σε άλλη μια κρατική δολοφονία. Σήμερα οι αφορμές είναι καθημερινές. Η αφορμή είναι γραμμένη πάνω στην κάρτα ανεργίας, είναι στον τίτλο των ειδήσεων των οκτώ, είναι χαραγμένη στην καταθλιπτική καθημερινότητα, είναι μέσα στο άδειο ψυγείο, είναι στον απλήρωτο λογαριασμό της ΔΕΗ, είναι στο χώμα που σκεπάζει τον αυτόχειρα της ημέρας. Η αφορμή είναι μπροστά μας. Η προοπτική της κοινωνικής επανάστασης επίσης…Ας δώσουμε στην οργή μας τρόπο.

Το V for Vendetta είναι έργο των Alan Moore και David Lloyd.

Επίσης στη δημιουργία του συνετέλεσαν οι Siobhan Dodd, Jenny O’Connor, Steve Craddock

Θέλεις Παπαδόπουλο μαλάκα;

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Εν έτει 2014, διαπιστώνεται πως ο Μαλάκας παραμένει διαχρονικά πιστός στις ιστορικές του συνήθειες: την εθελοδουλεία, την αναπαραγωγή της κυρίαρχης κουλτούρας, την «εθελοντική» στράτευση του στην πλευρά των καταπιεστών. Έτσι, µόλις 40 έτη µετά την πτώση της τελευταίας εν Ελλάδι δικτατορίας, συναντούμε ακόμη νοσταλγούς της δολοφονικής φάρσας που ακούει στο όνομα «δικτατορία των συνταγματαρχών». Ακούμε συχνά για τα «παραμύθια του Πολυτεχνείου» (ακόμη κι από θεσμικούς παράγοντες του Κράτους ,όπως ο πρώην υπουργός Υγείας,  Ά.Γεωργιάδης) που µάλιστα  βρίσκουν υποστηρικτές σε ένα διευρυμένο, αν και πιθανότατα μειοψηφικό, μέρος της ελληνικής κοινωνίας. Το κλισέ «ένας Παπαδόπουλος µας χρειάζεται» είχαµε συνηθίσει να το ακούµε από γραφικούς παππούδες που νοσταλγούσαν τις µέρες που ήταν είτε ρουφιάνοι, είτε βασανιστές, είτε ευνοούµενοι µε διάφορους τρόπους (όπως θα δούµε παρακάτω) από το στρατιωτικό καθεστώς. Κανείς δεν έδινε σηµασία, είτε διότι οι ιστορικές µνήµες της οδυνηρής επταετίας ήταν πρόσφατες, είτε διότι η µετέπειτα κοινοβουλευτική δηµοκρατία άνοιξε τον κρατικό µπουφέ για µεγάλο µέρος του πληθυσµού, δηµιουργώντας το ολοδικό της πελατειακό κράτος, διεφθαρµένων υπερκαταναλωτών και χειροκροτητών ψηφοφόρων.

Με την οικονοµικοπολιτική κρίση, όµως, η ελληνική κοινωνία ξεβρακώθηκε, αποκαλύπτοντας την πνευµατική και πολιτισµική της ασχήμια. Το προαναφερθέν κλισέ έγινε για κάποιους «Χρυσή Αυγή που σας χρειάζεται», ο άλλοτε γραφικός χριστιανικός όχλος αποκτά πλάτες με την βοήθεια της ναζιστικής αυτής γκρούπας, επιχειρώντας να λιντσάρει τους ηθοποιούς του Corpus Cristi για λόγους «βλασφημίας» πριν δύο χρόνια (όπως ακριβώς συμβαίνει και σε πολλές θεοκρατικές κοινωνίες). Η συγκέντρωση/ στοίβαξη µεγάλου αριθµού µεταναστών στα αστικά κέντρα, που προστίθεται στο ήδη διογκωμένο πλεονάζον για τον καπιταλισμό εργατικό δυναμικό, η αύξηση της εγκληµατικότητας ως συνέπειας της  ανέχειας και της ανισότητας, και η  ρατσιστική προπαγάνδα  των ΜΜΕ (που τη μία παριστάνουν τους θεσμικούς αντιφασίστες και την άλλη επιχειρούν να παρουσιάσουν το«ανθρώπινο» πρόσωπο νεοναζιστών) εδώ και αρκετά χρόνια,  συνέβαλαν ώστε ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού να οδηγηθεί, είτε με πλήρη συνείδηση της επιλογής του είτε διαμαρτυρόμενο, είτε  στη νεοναζιστική συμμορία της Χρυσής Αυγής, είτε στη συντηρητική ακροδεξιά (Νέα Δημοκρατία – ΛΑ.Ο.Σ).

Έτσι, ο Μαλάκας της ιστορίας μας, κρύβεται πίσω απ΄την εθνική του σημαία, κουνώντας το δάχτυλο σ’ όλους όσους θεωρεί πως φταίνε για την κατάντια του: οι απεργοί, οι καταληψίες, οι διαδηλωτές, οι φοιτητές, οι μετανάστες, ΟΙ «αλήτες – προδότες – πολιτικοί». Αφού ανακαλυψε λοιπόν τους εχθρούς του, αναζητά και ένα…επιτυχημένο ιστορικό αντιπαράδειγμα. Έτσι, γίνεται ταυτόχρονα και νοσταλγός  της δικτατορίας  του Παπαδόπουλου, ή του Μεταξά (χωρίς, ωστόσο, κανείς να τον εμποδίζει να μεταναστεύσει σε μια χώρα που ένα τέτοιο καθεστώς έχει εδραιωθεί), αναπαράγοντας τις μπούρδες των φασιστολογίων που έχουν κατακλύσει το διαδικτυακό χώρο, χωρίς να αναζητήσει φυσικά πηγές και χωρίς να αναπτύξει έστω στο ελάχιστο την κριτική ιστορική γνώση, εξαργυρώνοντας µε χουντολαγνεία τη χρόνια αποπολιτικοποίηση του. Το κείμενο, λοιπόν, αυτό απευθύνεται κυρίως στον Μαλάκα, και έχει ως βασικό του στόχο να αποτελέσει σηµείο προβληµατισµού γι’ αυτόν, και όχι προϊόν εκ νέου αναπαραγωγής και παπαγαλισµού επιχειρηµάτων.

Ο ΜΑΖΑΝΘΡΩΠΟΣ

Τα απολυταρχικά καθεστώτα δεν μπορούν να υπάρξουν χωρίς την κοινωνία αυτή που θα στηρίξει τον ολοκληρωτισμό. Ο Χίτλερ, σε ομιλία του προς τα S.A είπε: «Ό,τι είσαστε, το είσαστε χάρη σ’ εμένα. Ό,τι είμαι, το είμαι χάρη σ’εσάς και μόνο». Ο ανθρωπολογικός τύπος που συμβάλει περισσότερο στην κυριαρχία και διαιώνιση των ολοκληρωτικών καθεστώτων, δεν είναι τόσο αυτός του κτήνους του βασανιστή ή του χαφιέ, αλλά ο μαζάνθρωπος, βασικό χαρακτηριστικό του οποίου είναι ο εθισμός στο lifestyle, στην εύκολη και ανέμελη ζωή, στο θέαμα και η απομόνωση ή έλλειψη φυσιολογικών κοινωνικών σχέσεων. Οι φασιστική δικτατορία του Μουσολίνι, τα στρατιωτικά καθεστώτα του Σαλαζάρ, του Πινοσέτ και του Παπαδόπουλου βάσιζαν την κυριαρχία τους όχι μόνο στις διώξεις των πολιτικών τους αντιπάλων, αλλά στην καλλιέργεια ενός ξένιαστου lifestyle, μιας συνεχόμενης και επαναλαμβανόμενης εικόνας μιας ατέλειωτου πανηγυριού, σαν να πρόκειται για το ακριβό περιτύλιγμα ενός  χαλασμένου προϊόντος, μια βιτρίνα που κρύβει τις πληγές μιας κοινωνίας  που αιμορραγεί αλλά όντας υπνωτισμένη από τα καταναλωτικά ναρκωτικά. Προκειμένου να καταλάβουμε καλύτερα, θα πρέπει να θυμηθούμε αρχικά την ταινία Roma  του Φεντερίκο Φελίνι, που απεικονίζει την ζωή των Ιταλών κάτω από το  φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι, κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Φελίνι περιγράφει με απόλυτη ακρίβεια το πρώτο βασικό στοιχείο που  συναντά κανείς στον φασισμό: η υλιστική ζωή, η πληθώρα των απολαύσεων  και οι θεατρικές επιθεωρήσεις μας δίνουν την εντύπωση ότι οι άνθρωποι κάτω από ένα τέτοιο καθεστώς ζουν ευχάριστα. Η κρατική βία και οι  διώξεις έρχονται σε δεύτερη μοίρα και συχνά δεν αγγίζουν τον όχλο ο οποίος έχει κυριολεκτικά παραλύσει (γι’ αυτό και άλλωστε είναι όχλος και  όχι πια πολίτες) μέσα σ’ ένα βαθύ κλίμα απο-πολιτικοποίησης, απάθειας ή  στείρας αναπαραγωγής κρατικής προπαγάνδας. (Η απο-πολιτικοποίηση  αποτελεί βασικό στοιχείο που οδηγεί στον ολοκληρωτισμό για την Hannah  Arendt). Τα θεάματα που τα καθεστώτα αυτά προσφέρουν είναι είτε αστείες παρωδίες δίχως πολιτικό περιεχόμενο, είτε προπαγανδιστικά show, με σκοπό να προσελκύσουν τον όχλο στο πανηγύρι του lifestyle. Οι μάζες αυτές προέρχονται από μια διάτρητη κοινωνία, στις οποίες έρχεται το εθνικιστικό συναίσθημα (ο εθνικισμός αποτελεί πάντοτε πεμπτουσία των περισσότερων στρατιωτικών καθεστώτων) να συγκολλήσει.

Η χρόνια αποπολιτικοποίηση, ο ζαμανφουτισμός, το κλείσιμο του καθενός στην ιδιωτική του σφαίρα, και η αποξένωση συνθέτουν το παζλ της κρίσης της δυτικής κοινωνίας, και της ελληνικής συμπεριλαμβανομένης. Τόση απο-πολιτικοποίηση και εθισμό στην κουλτούρα του κιτς και της ξενοιασιάς, πραγματικά θα τη ζήλευαν ακόμα και οι στρατιωτικοί δικτάτορες. Σε μια σύγχρονη Δυτική κοινωνία δεν χρειάζεται κάποιο καθεστώς να ασκήσει σωματική βία από τη στιγμή που τα ελέγχει τα Μέσα Ενημέρωσης και Ψυχαγωγίας, τα οποία έχουν πετύχει ν’ απομακρύνουν τον καθένα μας από την πολιτική σφαίρα, βομβαρδίζοντάς μας καθημερινά με εικόνες lifestyle, δημιουργώντας ψεύτικες ανάγκες, χτυπώντας την πιο κεντρική δομή του ανθρώπινου ενστίκτου, την ψυχή, όπως θα έλεγε και ο Φρόιντ, και ελέγχοντας τα συναισθήματα μέσα από προβαλλόμενες εικόνες, καλλιεργώντας το φαντασιακό της υπερκατανάλωσης. Έτσι το πολιτικό όν ο άνθρωπος μετατρέπεται σε μαζάνθρωπος, εθίζεται στον καταναλωτισμό και την απάθεια, αναζητώντας διεξόδους μέσα από τις διάφορες φετιχιστικές εικόνες και διαφημίσεις. Είχε άδικο, συνεπώς, ο Ουμπέρτο Έκο, όταν έλεγε πως σήμερα μόνο οι ηλίθιοι κάνουν πραξικοπήματα με τανκς, όταν υπάρχει τηλεόραση; Μιλάμε, συνεπώς, για την κρίση σαν να πρόκειται για ένα φαινόμενο των τελευταίων δύο-τριών ετών, αποφεύγοντας να εξετάσουμε τα μικρές φυσαλίδες της φούσκας που μόλις έσκασε. Η συστηματική διαστρέβλωση των ιστορικών γεγονότων, η δημιουργία εθνικών μύθων, οι κατά καιρούς «μεγάλες ιδέες» (οι οποίες ξεκινούν από τη«πάλι με χρόνια με καιρούς πάλι δικιά μας θα ναι» και φτάνουν στην Ευρωζώνη και τους Ολυμπιακούς Αγώνες), η διαχρονική ανευθυνότητα και υποκειμενικότητα στη διαχείριση και μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος, η καλλιέργεια του πολιτισμού του σκυλάδικου, η συνολική απαξίωση της πολιτικής και η μετάλλαξη της σ’ ένα σόου τηλεκαρναβάλων, καθώς και πολλές άλλες φυσαλίδες αιωρούνται γύρω μας, καθώς εμείς συνεχίζουμε να βυθιζόμαστε όλο και πιο βαθιά στην ιδιωτική μας ζωή, αποστρεφόμενοι την συμμετοχή, την κοινωνικοποίηση και συνεχίζοντας την διαίρεση της κοινωνίας σε εκατομμύρια μικροσκοπικά «εγώ».

Όταν, όμως, έσκασε η μεγάλη φούσκα της κατανάλωσης, ο μαζάνθρωπος αυτός, ο άγνωστος μεταξύ αγνώστων, αναζητά μια νέα φούσκα για να κουρνιάσει μέσα της, να βρει την ασφάλεια που έχει χάσει, να πατήσει στη γη που έφυγε από τα πόδια του. Πώς, λοιπόν, θα αποφύγει ο μαζάνθρωπος το αυτομαστίγωμα στον οποίο καθημερινά τον καλούν η πολιτική τάξη, oι διεθνείς κι εγχώριες οικονομικές ελίτ, τα ΜΜΕ; ΄Πως θα ξεπεράσει και την ίδια του τη φυσική του ροπή προς την ιδιοτέλεια, την αδράνεια, τον φετιχισμό και την ασημαντότητα; Πώς θα απαλύνει τον πόνο της υπευθυνότητας, της αυτοκριτικής, πώς θ’ απομακρυνθεί και πάλι απ΄ τον δύσβατο δρόμο της κοινωνικής δημιουργίας που απλώνεται ανοιχτός μπροστά του; O εθνικιστικός ναρκισσισμός, και πάλι, θα του προσφέρει χείρα βοηθείας… έτσι ώστε να τον διαχωρίσει απ΄το γείτονα του, να του προσφέρει το βάθρο της (τάχα μου) φυλετικής ανωτερότητας, να δικαιολογήσει τα λάθη του παρελθόντος ρίχνοντας τις ευθύνες σε Εβραίους, ιλλουμινάτι, ψεκασμούς αεροπλάνων, μετανάστες και αριστερούς ή αναρχικούς.

Ο μαζάνθρωπος, λοιπόν, είναι εδώ. Είναι ο γείτονας με τον οποίο δεν έχουμε ανταλλάξει καλημέρα, είναι ο συνάδελφος στη δουλειά με τον οποίο δεν έχουμε πιει ποτέ ένα καφεδάκι, είναι η φουρνάρισσα την οποία δεν ρωτήσαμε ποτέ αν είναι καλά. Είναι μέσα σε σπίτι με κλειστά παντζούρια, σε αγέλαστο τραπέζι στο καφενείο, σε οθόνη υπολογιστή που μένει ανοιχτή εικοσιτετράωρα ολόκληρα. Κι όσο δεν κοινωνικοποιείται, όσο δεν ψάχνει για ζωή, τόσο η νέα φούσκα του εθνικού παραληρήματος τον παρασύρει εντός της. Ο μαζάνθρωπος δεν είναι πάντα ο Μαλάκας της ιστορίας μας. Ο Μαλάκας όμως είναι πάντα μαζάνθρωπος.

ΠΟΥΛΑ ΜΟΥ ΛΙΓΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ

Ο Μαλάκας της ιστορίας μας είναι ένας άνθρωπος που δεν έχει ακόμη απογαλακτιστεί. Όπως στα πρώτα χρόνια της ζωής του, περίμενε το παραμύθι της μητέρας για να γλυκοκοιμηθεί, έτσι και στην ενήλικη ζωή του αναζητά το παραμύθι αυτό που θα τον κοιμίσει για τα καλά και θα τον ξεκουράσει στις αγκάλες, όχι του Μορφέα, αλλά του εκάστοτε εξουσιομανή. Τα απλοϊκά επιχειρήματα που θέτει ο Μαλάκας μας, κινούνται από το «τουλάχιστον τότε κοιμόμουν ήσυχα» και το «επί χούντας φτιάχτηκαν δρόμοι» έως το «δεν υπήρξαν νεκροί στο Πολυτεχνείο». Θα επιχειρήσουμε παρακάτω, όσο πιο σύντομα γίνεται, να εκθέσουμε τα χιλιοειπωμένα παραμύθια των χουντολάγνων.

Οι νεκροί του Πολυτεχνείου

Είναι τουλάχιστον προσβολή προς τις οικογένειες ανθρώπων που έδωσαν τη ζωή τους για την ελευθερία ν’ αναφέρονται απαξιωτικά σ’ αυτούς γνωστοί τηλεμαϊντανοί βουλευτές και κάθε λογής φασιστοειδή , άνθρωποι που δεν έχουν αγωνιστεί για τίποτε απολύτως, πέρα απ’ την τσέπη τους, αποκαλώντας τους «παραμύθια». Πέραν των νεκρών, χιλιάδες αγωνιστές βασανίστηκαν, πολλοί περισσότεροι αντιμετώπισαν την καθημερινή Κρατική Τρομοκρατία, τη ρουφιανιά, τη λογοκρισία, το κυνήγι, είτε επειδή αντιστέκονταν στο αυταρχικό καθεστώς, είτε απλά έτυχε να συγγενεύουν με κάποιον αγωνιστή, είτε επειδή απλά τολμούσαν να πουν ό,τι σκέφτονταν. Χωρίς να επεκταθούμε στο ζήτημα των μεθόδων τρομοκρατίας της Χούντας, καθώς και η βιβλιογραφία είναι μεγάλη, αλλά και το ζήτημα εκτενές, παραθέτουμε τη λίστα των νεκρών αγωνιστών του Πολυτεχνείου.

Σπυρίδων Κοντομάρης (ετών 57, δικηγόρος, 16.11.1973, ώρα 20.30)
Διομήδης Κομνηνός (ετών 17, μαθητής, 16.11.1973, ώρα 21.30)
Σωκράτης Μιχαήλ (ετών 57, εμπειρογνώμων ασφαλιστικής εταιρείας , 16.11.1973, ώρα μεταξύ 22.30 & 23.00)
Βασίλειος Φάμελλος (ετών 26, ιδιωτικός υπάλληλος, 16.11.1973, ώρα 23.30)
Torill Engeland Magrette (ετών 22, 16.11.1973, φοιτήτρια, ώρα 23.30)
Γεώργιος Σαμούρης (ετών 22, 16.11.1973, φοιτητής ώρα 24.00)
Δημήτριος Κυριακόπουλος (ετών 35, οικοδόμος 16.11.1973, βραδυνή ώρα )
Σπύρος Μαρίνος (Γεωργαράς) (ετών 35, ιδιωτικός υπάλληλος, 16.11.1973, βραδυνή ώρα)
Νικόλαος Μαρκούλης (ετών 24 , εργάτης, 17.11.1973, πρωινή ώρα)
Αικατερίνη Αργυροπούλου (ετών 76, 17.11.1973, ώρα 10.00)
Στυλιανός Καραγεωργής (ετών 19, οικοδόμος, 17.11.1973, ώρα 10.15)
Μάρκος Καραμανής (ετών 23, ηλεκτρολόγος, 17.11.1973, ώρα 10.30)
Αλέξανδρος Σπαρτίδης (ετών 16, μαθητής 17.11.1973, ώρα 10.30-11.00)
Δημήτριος Παπαϊωάννου (ετών 60, διευθυντής ταμείου αλευροβιομηχάνων, 17.11.1973, ώρα 11.30)
Γεώργιος Γεριτσίδης (ετών 48, εφοριακός υπάλληλος, 17.11.1973, ώρα 11.30)
Βασιλική Μπεκιάρη (ετών 17, μαθήτρια, 17.11.1973, ώρα 12.00)
Δημήτρης Θεοδωράς (ετών 5 1/2, 17.11.1973, ώρα 13.00)
Αλέξανδρος Βασίλειος (Μπασρί) Καράκας (ετών 43, ταχυδακτυλουργός, 17.11.1973, ώρα 13.00)
Αλέξανδρος Παπαθανασίου (ετών 59, συνταξιούχος εφοριακός, 18.11.1973, ώρα 10.00)
Ανδρέας Κούμπος (ετών 63, βιοτέχνης, 18.11.1973, ώρα 11.00)
Μιχαήλ Μυρογιάννης (ετών 20, ηλεκτρολόγος, 18.11.1973, ώρα 12.00)
Κυριάκος Παντελεάκης (ετών 43, δικηγόρος, 18.11.1973, ώρα 12.00-12.30)
Ευστάθιος Κολινιάτης (ετών 47, 18.11.1973)
Ιωάννης Μικρώνης (ετών 22 φοιτητής, συμμετείχε στην κατάληψη του Πανεπιστημίου Πατρών)

Η οικονομία επί χούντας

Η ελληνική ακροδεξιά, έχοντας εξασφαλίσει την συμμετοχή του Κράτους και των ΜΜΕ στην συστηματική συσκότιση της Ιστορίας, διατείνεται πως η (αμερικανοκίνητη) χούντα των συνταγματαρχών αποτέλεσε ένα «οικονομικό θαύμα», ενώ στην πραγματικότητα κατά την περίοδο αυτή επικράτησε η συνέχεια της πορείας που είχε αρχίσει να διαγράφεται από την αρχή της δεκαετίας του 60.  Οι ίδιοι οι συνταγματάρχες προέβαλαν ως επιχείρημα για το πραξικόπημα (εκτός από τον «κομμουνιστικό κίνδυνο») το φόβο του «οικονομικού χάους». Η οικονομική πραγματικότητα όμως της εποχής περιγράφεται ως εξής: «Η πρόοδος των τελευταίων πέντε ετών, όσον αφορά την αύξηση του εθνικού εισοδήματος και την βελτίωση του επιπέδου ζωής, βασίστηκε στη νομισματική σταθεροποίηση που επιτεύχθηκε τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 50’ και ήταν συνέπεια των μηχανισμών αναπτύξεως που μπήκαν σε κίνηση και ενισχύθηκαν επιτυχώς στη δεκαετία 1957-1966. Στο τέλος του 1966 τα αποθέματα χρυσού και εξωτερικού συναλλάγματος ήταν εξαιρετικά μεγάλα. Κάτω από τέτοιες συνθήκες και με τέτοια ώθηση, η περαιτέρω πρόοδος της οικονομίας ήταν σχεδόν βέβαιη»[2]. Συνεπώς καταλαβαίνουμε ότι πραγματικά «φόβος οικονομικού χάους», δεν υπήρξε ποτέ (όπως ούτε «κομμουνιστικός κίνδυνος» απεδείχθη ποτέ πως υπήρξε).

Παρόλα αυτά η επιβολή του στρατιωτικού καθεστώτος, δημιούργησε κλίμα αβεβαιότητας προς την Ελλάδα διεθνώς. Κι έτσι υπήρξε πτώση στα έσοδα απ’ τον τουρισμό, μεταξύ 1967-1971, της τάξης των 200.000.000 δολαρίων. Συνυπολογίζοντας και τα κεφάλαια ύψους 200.000.000 δολαρίων που θα παραχωρούσε η Ε.Ο.Κ, μέσα στην τετραετία αυτή, τα οποία δεν δόθηκαν, το σύνολο φτάνει στα 400.000.000 δολάρια. Έτσι το στρατιωτικό καθεστώς προχώρησε σε «ενέργειες εκτάκτου ανάγκης» με βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα δάνεια με σκοπό την κάλυψη του ελλείμματος στο ισοζύγιο πληρωμών. Με αυτόν τον τρόπο και μέσα σε μια πενταετία (1966-1971), το εξωτερικό χρέος υπερδιπλασιάστηκε και συνολικά υπολογίζεται ότι έφτασε το ύψος των 2,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Ο παρακάτω πίνακας  αποδεικνύει ξεκάθαρα τα κοινά χαρακτηριστικά της ευρύτερης περιόδου 60-73. Όπως βλέπουμε, το δημοσιονομικό έλλειμμα ως ποσοστό του ΑΕΠ βρισκόταν στο 1,22% το 1966, ενώ το 1974 έφτασε το 2,76% του ΑΕΠ…Το 1961- 1966 οι ετήσιοι ρυθμοί ανάπτυξης κυμάνθηκαν από το 6,5% έως το 13,2%, και ο πληθωρισμός από 0% μέχρι 4,8% . Το 1967 -73 οι ρυθμοί ανάπτυξης «έτρεχαν» με ετήσιους ρυθμούς από 5,7% μέχρι 11,6%, ενώ πληθωρισμός με 0,3% έως το αρνητικό ρεκόρ 15,55% (το 1973).

Άλλο επιχείρημα των χουντολάγνων που υποστηρίζει την επταετή δικτατορία, είναι τα χαμηλά ποσοστά ανεργίας της εποχής. Φυσικά, αποκρύπτεται το γεγονός πως α)τα επίπεδα της ανεργίας κινούνταν στα ίδια περίπου επίπεδα και πριν το πραξικόπημα και β) πως η στατιστική της ανεργίας ήταν τεχνητή, αφού οι εν δυνάμει εργαζόμενοι πολίτες μετανάστευαν μαζικά προς το εξωτερικό, όπως δείχνει και ο παρακάτω πίνακας.

¨Έτος

Χιλιάδες

¨Έτος

Χιλιάδες

1963 67,7 1967 30,8
1964 63,8 1968 56,9
1965 54,9 1969 90,3
1966 23,3 1970 83,6

Όσον αφορά τους «υψηλούς μισθούς» επί χούντας, η σκόπιμη διασπορά ψευδών πληροφοριών από φασιστολόγια μπορεί εύκολα να διαπιστωθεί με μία ματιά στον παρακάτω πίνακα. Οι μόνοι μισθοί που στην αυξήθηκαν ήταν αυτοί των χρήσιμων υπαλλήλων του καθεστώτος: των στρατιωτικών…(έτσι εξηγούνται και οι «κόκκινες γραμμές» του Μιχαλολιάκου αποκλειστικά στις περικοπές στις ένοπλες δυνάμεις και τις δυνάμεις καταστολής-όπως περιγράφτηκαν στο λογύδριο του εντός του Κοινοβουλίου)

Συγκριτική αύξηση αποδοχών

                                                                           1963-66

1967-70

1968-71

Δημόσιοι υπάλληλοι 9 7,5
Στρατιωτικοί 10 13
Υπάλληλοι δημοσίων επιχειρήσεων-τραπεζών 8,8 4,7
Ωραία αμοιβή στη Βιομηχανία 9,3 8,8 6,3
Εβδομαδιαίες αποδοχές στη Βιομηχανία 8,8 8,6 8,6
Μηνιαίοι μισθοί στη Βιομηχανία 7,8 7,7 6,9
Μίνιμουμ μισθοί (άνδρες) 8 8,4 5,4

 

Μέσα διακυβέρνησης της χούντας

Αν συνοψίζαμε τα μέσα διακυβέρνησης της χούντας σε δέκα λέξεις, αυτές θα ήταν οι εξής: lifestyle, καλλιέργεια ενός κλίματος απο-πολιτικοποίησης, εθνικιστικός λαϊκισμός, υποσχέσεις, τρομοκρατία, διώξεις, μεταθέσεις, εκκαθαρίσεις, παροχές, λογοκρισία, απειλές.

Η δικτατορία της 21ης Απρίλη για να μπορέσει να μπορέσει να κυβερνήσει, απαγόρευσε τα πολιτικά κόμματα, διέλυσε τα εργατικά και επαγγελματικά σωματεία, διέλυσε κάθε οργάνωση που είχε κάποιο κοινωνικό περιεχόμενο. Στη συνέχεια απέλυσε τους υπάρχοντες δικαστικούς ώστε να τρομοκρατήσει και τους υπόλοιπους και προώθησε αυτούς που είχαν δεθεί με την δική τους πολιτική. Παρόλα αυτά η χούντα δεν μπορούσε να έχει εμπιστοσύνη στους τακτικούς δικαστές κι έτσι, εγκατέστησε στρατοδικεία σε ολόκληρη τη χώρα, που θα εφάρμοζαν πιστά τις εντολές της.

Η ίδια τακτική ακολουθείται και στους υπαλλήλους του κρατικού μηχανισμού σε κάθε κλίμακα. Απολύουν μερικούς και τρομοκρατούν τους άλλους. Στο στρατό το παιχνίδι τους είναι περισσότερο πολύπλοκο. Μετά το βασιλικό πραξικόπημα της 13/12/67 έχουν όλη την άνεση να τον εκκαθαρίσουν από τα στοιχεία που δεν θα πειθαρχήσουν σ’ αυτούς. Μα δεν αρκούνται μόνο σ’ αυτό. Πρέπει να προωθήσουν και να αποστρατεύσουν όλους τους αξιωματικούς που είχαν μεγαλύτερο βαθμό από αυτούς, γιατί διαφορετικά οι ανώτεροι αξιωματικοί ποτέ δε θα πειθαρχούσαν σε κατώτερούς τους. Η επετηρίδα έχει μεγάλη σημασία γι’ αυτούς. Αλλά δεν περιορίζονται μόνο σ’ αυτό. Αποστρατεύουν και μια σειρά καθαρά χουντικούς αξιωματικούς για να τους χρησιμοποιήσουν αμέσως σε επίκαιρα σημεία του κρατικού μηχανισμού. Οι αξιωματικοί που επιλέγονται για το σκοπό αυτό προάγονται, παίρνουν μια καλή σύνταξη και στη συνέχεια διορίζονται σε υψηλές δημόσιες  θέσεις με πολύ μεγάλο μισθό. Προωθεί γρήγορα νεότερους αξιωματικούς σε ανώτερους βαθμούς και φυσικό είναι, οι αξιωματικοί αυτοί να γίνονται πιστοί και αφοσιωμένοι στη χούντα. Και θα υποστηρίζουν τη χούντα, γιατί αν ανατραπεί και επανέλθουν οι διωγμένοι αντίθετοι της χούντας, θα πρέπει να υποβιβασθούν. Με παρόμοιο τρόπο λειτουργούν και με τους πολίτες της χώρας, έτσι ώστε να έχουν όση περισσότερη απήχηση και ανοχή από μέρος αυτών. Έτσι δεν λείπουν και τα ρουσφέτια προς μέρος της κοινωνίας που είναι φιλικά προσκείμενοι προς το στρατιωτικό καθεστώς, όπως χορήγηση χαριστικών δανεικών-κι αγύριστων από το Κράτος προς υποστηρικτές του καθεστώτος, χορήγηση αδειών κτλ.

Η χούντα χρησιμοποιεί το δημόσιο χρήμα για να δημιουργήσει γύρω της αφοσιωμένους ανθρώπους. Τον πρώτο καιρό μετά τη μεταπολίτευση το θέμα απασχόλησε επανειλημμένα τα ΜΜΕ, για προφανείς όμως λόγους οι σχετικές κατηγορίες ουδέποτε ερευνήθηκαν σε βάθος. Αποκαλυπτικά είναι δύο έγγραφα του τότε αρχηγού της ΚΥΠ Μιχαήλ Ρουφογάλη που αποκάλυψε ο «Ταχυδρόμος» (29/8 και 12/9/74), με το ενδοκαθεστωτικό φακέλωμα «δανείων άτινα θεωρούνται χαριστικά ή επισφαλή», καθώς και των παραγόντων που «παρενέβησαν» για τη χορήγησή τους. Το συνολικό ύψος των «χορηγηθέντων» δανείων ήταν 1.519.000.000 δρχ. και των «υπό έγκρισιν» 1.644.000.000 δρχ.Τα δισεκατομμύρια σκορπιούνται σε φίλους και γνωστούς, που υποτίθεται ότι κάνουν κάποια δημόσια έργα ή έχουν κάποια αποστολή. Μισθοδοτούν ένα πλήθος χαφιέδων που παρακολουθούν τους ανθρώπους σε κάθε τους βήμα. Όλοι όσοι θα περάσουν σαν στρατιώτες από την ΕΣΑ του Λαδά και του αρχιβασανιστή Ιωαννίδη θα μισθοδοτούνται σε συνέχεια σαν πληροφοριοδότες.Με τον τρόπο αυτό, δένει τους βασικούς κρίκους της διοίκησης με ανθρώπους αφοσιωμένους στη χούντα.

Λογοκρισία

«Έχετε υποχρέωσιν να δεχθήτε την σοβαρότητα της εγχειρήσεως και να μας βοηθήσετε», ήταν το πρώτο διάγγελμα του Παπαδόπουλου προς τους δημοσιογράφους, λίγες μέρες μετά την επιβολή της δικτατορίας.

Η πανομοιότυπη εμφάνιση των εφημερίδων που κυκλοφόρησαν από τη μεθεπόμενη του πραξικοπήματος, έδειχνε ξεκάθαρα την υποταγή τους στην άγρια λογοκρισία. Ίδια πρωτοσέλιδα, ίδιες επίσημες ανακοινώσεις και υπαγορευμένα δημοσιεύματα, ίδια σχόλια. Πέντε εφημερίδες έλειπαν από τις πρώτες κυκλοφορίες. Η «Αυγή» και η «Δημοκρατική Αλλαγή» που κάλυπταν τον αριστερό πολιτικό χώρο, των οποίων απαγορεύτηκε η κυκλοφορία, η «Ελευθερία», καθώς και οι συντηρητικές «Καθημερινή» και η «Μεσημβρινή». Από τις εφημερίδες που εκδόθηκαν, οι ακροδεξιές «Ελεύθερος Κόσμος» και «Εστία» υποστήριξαν ανοιχτά το καθεστώς (και η κυκλοφορία των οποίων δεν ξεπέρασε ποτέ τις τελευταίες θέσεις). Οι συντηρητικές και φιλοβασιλικές, «Ακρόπολις», «Απογευματινή» και «Βραδυνή» υποτάχτηκαν πλήρως στο καθεστώς λογοκρισίας. Δυσάρεστη έκπληξη προκάλεσαν στους αναγνώστες τους οι τέσσερις εφημερίδες, «Αθηναϊκή», «Βήμα», «Έθνος» και «Νέα», οι οποίες στην αρχική φάση τουλάχιστον αποδέχτηκαν τη λογοκρισία των συνταγματαρχών. Λίγες μέρες μετά, η κεντροαριστερή «Αθηναϊκή» σταμάτησε την έκδοσή της.  Η εφημερίδα «Έθνος» χτυπημένη από τα βαριά πρόστιμα και τη φυλάκιση των εκδοτών της ,λόγω της έντονης κριτικής στο καθεστώς και της δημοσίευσης συνέντευξης του οικονομολόγου Ζίγδη για το κυπριακό ζήτημα, σταμάτησε την έκδοσή της την 1.4.1970.

Τα «καθαρά χέρια» της χούντας

Μπορεί οι στρατιωτικοί δικτάτορες να μη χαιρετούσαν ναζιστικά, όπως οι σημερινοί νοσταλγοί τους στο κοινοβούλιο, όμως ούτε «καθαρά χέρια» είχαν (όπως φυσικά ούτε οι μαχαιροβγάλτες της νεοναζιστικής συμμορίας έχουν). Τα σκάνδαλα της χούντας δεν ήταν ούτε λίγα, ούτε ασήμαντα (όπως ούτε αυτά των κοινοβουλευτικών συνεχιστών τους φυσικά).

Το πρώτο πράγμα που φρόντισαν να νομοθετήσουν ήταν η αύξηση του μισθού τους.  Με τον Α.Ν. 5 του 1967, ο μισθός του πρωθυπουργού υπερδιπλασιάστηκε (από 23.600 σε 45.000 δρχ), των υπουργών και υφυπουργών αυξήθηκε από 22.400 σε 35.000 δρχ, ενώ θεσπίστηκαν -για πρώτη φορά- ημερήσια «εκτός έδρας» 1.000 και 850 δρχ αντίστοιχα («Πολιτικά Θέματα» 5/10/73). Ακολούθησαν, φυσικά, κι άλλες «τακτοποιήσεις», όπως η καταχρηστική στεγαστική αποκατάσταση «αξιωματικών διαδραματισάντων εξέχοντα ρόλον» στο πραξικόπημα με ειδική ρύθμιση του 1970 («Πολιτικά Θέματα» 8/2/75).

Ο πρώτος νόμος «περί ευθύνης» υπουργών δεν είναι προϊόν των σημερινών συγκυβερνώντων ΝΔ-Πασοκ, αλλά της δικτατορίας των συνταγματαρχών που φρόντισαν να θεσμοθετήσουν τη μελλοντική ασυλία τους.Η χουντική νομοθεσία «περί ευθύνης υπουργών» (Ν.Δ. 802 της 30/12/1970) περιείχε «μεταβατική διάταξη» (§ 48) βάσει της οποίας δίωξη υπουργού ή υφυπουργού της χούντας μπορούσε να γίνει μόνο με απόφαση των… συναδέλφων του. Επιπλέον, όλα τα «εγκλήματα διά τα οποία δεν ησκήθη ποινική δίωξις μέχρι της ημέρας συγκλήσεως» της μελλοντικής Βουλής θεωρούνταν αυτομάτως παραγεγραμμένα! Όλα αυτά θα μπορούσαν, βέβαια, να επιτευχθούν με μία ομαλή μετάβαση σε ένα ψευδοδημοκρατικό καθεστώς, σχέδιο που τίναξε στον αέρα η εξέγερση του Πολυτεχνείου και το έγκλημα που διέπραξαν στην Κύπρο.

Από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα ήταν αυτό του Τομ Πάπας και της εταιρείας Esso Pappas. Σύμφωνα με κατάθεση του δημοσιογράφου Η. Δηματρακόπουλου στο αμερικάνικο κογκρέσο, η χούντα διοχέτευσε στο ταμείο της εκστρατείας του Νίξον 549.000 δολάρια σε μετρητά για τη προεκλογική εκστρατεία του το 1968. Το ποσό αυτό προερχόταν από τα κονδύλια που η CIA διοχέτευσε στην ελληνική ΚΥΠ, για την αντικομουνιστική της εκστρατεία. Η χρηματοδότηση γινόταν με εντολή του Παπαδόπουλου, μέσω του διοικητή της ΚΥΠ Μιχάλη Ρουφογάλη (δηλαδή ξέπλυμα χρημάτων μέσω του Πάπας). Το αντάλλαγμα για τον Πάπας από τη Χούντα ήταν ευνοϊκές συμβάσεις με το ελληνικό δημόσιο (οι οποίες είχαν αμφισβητηθεί από την Ένωση Κέντρου). «Το μερίδιό του στην Ελλάδα περιλαμβάνει την πολυδιαφημισμένη προνομιακή σύμβαση για την COCA-COLA, μονοπώλιο του δικαιώματος αγοράς της ντομάτας της Δυτικής Ελλάδας, και ένα σύμπλεγμα πολλών εκατομμυρίων δολαρίων από χημικές και χαλυβουργικές εγκαταστάσεις, διυλιστήρια και στόλους πετρελαιοφόρων» (ριζοσπάστης, 29.4.2000). Από τα μεγαλύτερα επιχειρηματικά «επιτεύγματά» του ήταν η εξασφάλιση άδειας για τη δημιουργία εργοστασίου εμφιάλωσης της Κόκα-Κόλα στην Ελλάδα. Η αμερικανική πολυεθνική προσπαθούσε για μια δεκαετία να μπει στην ελληνική αγορά, χωρίς αποτέλεσμα. Επίσης, ένας προσωπάρχης του Τομ Πάπας με σκανδαλώδες παρελθόν, ο Παύλος Τοτόμης, διορίστηκε το 1967 υπουργός Δημόσιας Τάξης και κατόπιν πρόεδρος της ΕΤΒΑ.

Χαρακτηριστικός ήταν και ο νεποτισμός των δικτατόρων:

  • Ο Μακαρέζος διόρισε υπουργό Γεωργίας (κι αργότερα Βορείου Ελλάδος) τον κουνιάδο του, Αλέξανδρο Ματθαίου.
  • Ο Λαδάς έκανε τον ένα ξάδερφό του διοικητή της ΑΣΔΕΝ και τον άλλο γ.γ. Κοινωνικών Υπηρεσιών.
  • Ο γαμπρός του Παττακού Αντρέας Μεϊντάσης επιδόθηκε σε μπίζνες με το Δήμο Αθηναίων από την κατασκευή του υπόγειου γκαράζ της Κλαυθμώνος μέχρι μια τεχνική μελέτη αξιοποίησης δημοτικού ακινήτου, ύψους 1.109.000 δρχ.
  • Τα αδέρφια του αρχηγού βολεύτηκαν κι αυτά. Ο Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος ως στρατιωτικός ακόλουθος, γ.γ. του υπ. Προεδρίας, περιφερειακός διοικητής Αττικής και «υπουργός παρά τω πρωθυπουργώ». Ο Χαράλαμπος Παπαδόπουλος αναρριχήθηκε αστραπιαία στην υπαλληλική ιεραρχία για να αναλάβει γ.γ. Δημ. Τάξεως. Σύμφωνα με τα απομνημονεύματα βαθμοφόρου υφισταμένου του, «μένει γνωστός σαν «μπον φιλέ» γιατί, τυλιγμένος σε χειμωνιάτικο παλτό, τρέχει νύκτα μαζί με αξιωματικούς αστυνομίας πόλεων στα καμπαρέ σαν γκάγκστερς και τρώγουν φιλέτο» (Αλέξανδρος Δρεμπέλας, «Ο θρήνος του χωροφύλακα», Αθήνα 1998, σ. 118)

Η αισθητική των καραβανάδων

«Καλή τέχνη είναι αυτή που είναι καλή για την Μητέρα Πατρίδα» γράφει ο συνταγματάρχης Λαδιάς. Και όπου «Μητέρα Πατρίδα» μπορείτε ελεύθερα να συμπεράνετε το στρατιωτικό καθεστώς. Αποδεκτή μορφή τέχνης για την δικτατορία είναι αυτή που εξυμνεί το καθεστώς ή τουλάχιστον δεν το ενοχλεί.Τα αυταρχικά καθεστώτα συνήθως φροντίζουν με φτηνά υποκατάστατα κουλτούρας να κρατούν «τις μάζες σε κατάσταση ικανοποιημένης νάρκης», όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο Ρ. Ρούφος, δείχνοντας  ανοχή σε «ουδέτερες» εκδηλώσεις.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι η κυριολεκτικά «πτωχή τω πνεύματι» κληρονομιά που άφησε πίσω της η Χούντα, ενθαρρύνοντας κάθε είδους ανόητη δημιουργία μόνο και μόνο επειδή αυτή τύχαινε να την εγκωμιάζει ή να κρατά τον κόσμο μακριά από επικίνδυνους στοχασμούς, μας εκπλήσσει ακόμα και σήμερα. Σε κάποιες περιπτώσεις δε, έχει αφήσει ευδιάκριτα τα ίχνη της, κυρίως στον κόσμο της τηλεόρασης και στον πολεοδομικό σχεδιασμό. Ως προς την αισθητική της αρχιτεκτονικής των «ψηλών κτιρίων», που χτίστηκαν κατά κόρον την περίοδο της δικτατορίας κι έχουν ταυτιστεί με τον αυταρχικό χαρακτήρα του καθεστώτος (κοντινότερο στους φοιτητές παράδειγμα, το γυάλινο κτίριο στο Πάντειο Πανεπιστήμιο), αρκεί να υπενθυμίσουμε τη δήλωση του Παττακού, που υποστηρίζει ότι οι επόμενες γενιές θα τον ευγνωμονούν για την απόφασή του να αυξήσει κατά 40% το επιτρεπόμενο ύψος δόμησης [3]

Η δικτατορία φρόντιζε να χαρίζει δωρεάν θέαμα στο κοινό, με τις θρυλικά αντιαισθητικές  εκδηλώσεις  της στο Παναθηναϊκό Στάδιο, όπου προσπαθούσε να «εξυψώσει το πατριωτικό συναίσθημα» σε δίχως αρχή και τέλος δρώμενα, όπου συνευρίσκονταν σπαρτιάτικες φάλαγγες, βυζαντινοί αυτοκράτορες, τσολιάδες, γιγάντιοι αστραφτεροί φοίνικες-άρματα, ενώ στην άλλη άκρη του γηπέδου χόρευαν καλαματιανό και τσάμικο…με σκοπό το«ομαδικό τραγούδι να διαλύσει την ατομικότητα εντός του συνόλου και να επισφραγίσει το ψυχολογικό ενιαίο των ατόμων» . Σταθμός, όμως, στην πνευματική ζωή της χώρας και ένδειξη των «υψηλών» αισθητικών κριτηρίων που διέθετε η Χούντα αποτελεί η «ποιητική έξαρση» που παρατηρήθηκε τα πρώτα χρόνια μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα, την οποία αξιοποίησε η κυβέρνηση εκδίδοντας το 1969 τη «Λαϊκή Μούσα», συλλογή στίχων από υποστηρικτές του καθεστώτος σε όλη τη χώρα. Ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα είναι το εξής:

«Μεσ’ τον Απρίλη έφθασαν
τρεις μάγοι με τα δώρα
Ο Γιώργος Παπαδόπουλος
κι ο Παττακός στην ώρα.
Ακόλουθα στέκει πιστός
ο Νίκος Μακαρέζος
που στάθηκε στο ραντεβού
και τώρα σαν Εγγλέζος».
(Πρόδρομος Σακελάριος Μιχαηλίδης, ιερέας)

ΑΠΕΥΘΥΝΣΗ ΣΤΟ ΜΑΛΑΚΑ

«Για ένα απροσδιόριστο ακόμη χρονικό διάστημα, την Ιστορία θα κινούν οι δυνάμεις της βίας και του χρήματος, ενάντια στα συμφέροντα των λαών και στην αλήθεια των ανθρώπων» (Albert Camus)

Σ’ έναν κόσμο που βαλτώνει στην καταπίεση, την ανισότητα, την εξαθλίωση, οι κάθε λογής τσοπάνηδες βγαίνουν στο λιβάδι προσπαθώντας να μαντρώσουν όσο περισσότερους μπορούν, γύρω από τα (παρα)πολιτικά τους μαντριά. Αν, λοιπόν, αγαπητέ Μαλάκα της ιστορίας έχεις σκοπό να σταματήσεις βελάζεις, ν΄ αρχίσεις να μιλάς, κι από υπήκοος να πάρεις το ρόλο του Πολίτη, τότε καλό θα ΄ταν  να μην ψάχνεις την ασφάλεια σε εύπεπτα παραμυθάκια. Ο Παπαδόπουλος ψόφησε, οι μικροί δικτάτορες της δημοκρατίας όμως ζουν και βασιλεύουν, δημιουργώντας μεγάλες ολιγαρχίες. Καιρός να σταματήσουμε ν’ αναζητούμε δικτάτορες κι ολιγαρχίες. Καιρός να επιτεθούμε…

«Η εσχάτη ταπείνωση, θα οδηγήσει σε κάποια αντίδραση» (Κ.Παλαμάς)

Σημειώσεις:
[1] Να υπενθυμίσουμε πως όποιος θα χαρακτήριζε υπερβολική την κυβέρνηση Εθνικής Σωτηρίας που σχηματίστηκε εκτάκτως από τον τεχνοκράτη Λ.Παπαδήμο, ανατρέποντας τον Γ.Παπανδρέου, πως τα δικτατορικά πραξικοπήματα στην Ρωμαϊκή αυτοκρατορία είχαν διάρκεια ζωής έξι μηνών (περίπου) και κύριο χαρακτηριστικό τους δεν ήταν η καταστολή όσο ο σφετερισμός μιας νόμιμης εξουσίας. Τα καθεστώτα αυτά συνήθως επικαλούνταν κάποια έκτακτη ανάγκη που με την περάτωσή της, έκλειναν τον κύκλο τους και παρέδιναν την εξουσία πάλι στους νόμιμους θεσμούς. Οποιαδήποτε ομοιότητα με την περίπτωση Μ.Μόντι και Λ.Παπαδήμου δεν είναι τυχαία.
(2)Γιώργου Γιαννόπουλου – RichardClogg 1976 «Η Ελλάδα κάτω από στρατιωτικό ζυγό»
(3)Εμμανουήλ Τραχανάς (2009), «Οικονομετρική ανάλυση των δυναμικών χαρακτηριστικών των διδύμων ελλειμμάτων: Η περίπτωση της Ελλάδας», Μεταπτυχιακή Διατριβή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (link)
(3)Το Κιτς της Χούντας, Κλεονίκη Αλεξοπούλου
(4) Περικλής Ροδάκης, Η δικτατορία των συνταγματαρχών
(5) Σόλωνος Γρηγοριάδη, Ιστορία της δικτατορίας
(6) Χαρίτου Κορίζη, Το αυταρχικό καθεστώς 67-74
(7) Χάνα Αρέντ, Το ολοκληρωτικό σύστημα
(8) Βίλχελμ Ράιχ, Η μαζική ψυχολογία του φασισμού
(9) Ελευθεροτυπία,Ιός της Κυριακής, Εφτά χρόνια αρπαχτή

Συγγραφή: Μιχάλης Θ., Efor., Χριστοφορος Π.

The Greek antifascist volunteers in the Spanish Civil War

On July 17 1936 a group of fascist officers in Spanish Morocco, led by Colonel Seguin, rebelled and overthrew the legitimate democratic authorities which had been elected in February of the same year. This was the beginning of the fascist coup, which spread like lightning in the country, and caused the massacre of the Spanish people for nearly three years.

The fascist coup was not the result of a shoddy plot. It was a very well thought out and organized coup, guided by a group of experienced generals known for their sympathies to the Hitler regime, and for their fascist beliefs, among whom was Francisco Franco, who became their leader. He was firmly supported by the bourgeoisie of the country, the landowners, and by (who else?) the clergy. Fascist organizations such like Falange, the Carlists and others, acted almost legitimately consisting the para-state, and eroding the entire state apparatus. Franco even had the support of foreign fascist regimes, and inflicted an open and well-organized attack against Republican Spain, which for the first time in history, was governed by all, without exception, the democratic parties; an attack that could be characterised as a rehearsal for World War II.

However, the fascist plans did not fully succeed, thanks to the sacrifices of the Spanish people, and above all of the Spanish working class. From the first moment of the fascist attack a giant popular mobilization embraced the country. Massive demonstrations took place in Madrid, Barcelona, Valencia and in other cities with the cry «We want arms». The regular army of the Republic was almost dissolved because over 80% of the officers joined the fascists. But another army was being formed by the working classes in the cities and the countryside. It was the new army of the Spanish Republic, which heroically confronted the fascist hordes for more than 32 months. Thus, the forecast of Franco and his clique that all would end within a few days was proved wrong. After the first successes of the fascists and after the democratic people began to re-organise and counter-attack, the situation for the coup became critical. The areas they had occupied in metropolitan Spain were in danger. The fascists were saved thanks to two factors:

a) the immediate help of the fascist regimes of Germany and Italy. The two dictators gave Franco’s fascists 1,650 airplanes, 1,150 tanks and armoured vehicles, 2,630 cannons, 8,800 heavy and light machine guns, 1,430 mortars, more than half a million rifles, huge quantities of ammunition, and 250,000 soldiers, officers and technical consultants.

b) to the «neutral» stance of urban democracies of Europe and America. The governments of America, France, and England, followed the hypocritical policy of «non-interference», which in essence meant recognition and enhancement of the Francoist regime.

Solidarity of the peoples

But if the Spanish people were abandoned in the most tragic moments in history by the rulers of the «free» world, they were not abandoned by the democratic people of the earth. Paris, London, New York and many other cities around the world began to form committees of solidarity with the people of the Spanish Republic. Money was collected from fundraising to purchase and send food, medicine, and weapons. All over the world, all the people with the ideals of freedom, justice and human dignity burning inside them, turned their eyes with understanding, and offered their solidarity to the struggling Spaniards.

Thousands of citizens from the Soviet Union, the USA, Canada, Cuba, Argentina, the Balkans, Central Europe, England, France and many other countries responded to the call for voluntary support to the armed struggle of the Spanish people. Industrial workers, teachers, farmers, sailors, miners, doctors, engineers, journalists, students, men and women, ordinary people voluntarily enlisted on the side of the Spanish fighters. Anarchists, socialists, communists and democrats, in total 53,000 people from 53 nationalities took up arms and fought in Spain, a great proportion of them being French (8,000). The units formed by the volunteers were named «International Brigades».

In early November 1936, the first coherent brigade, the 11th (which consisted of the battalions a) «Edgar Andre», b) «Paris Commune and c)» Dobrofsky «) arrived at the Madrid Front and was installed at the most dangerous spot. «People of Spain,» said a call of the volunteers, «we came to help and defend your capital as if it was the capital of each of us. Your honour is our honour. Your fight is our fight.» And they kept their word. The army of the fascists failed to get anywhere near the Madrid Front.

The course of the International Brigades during the war is the same as the course of the Spanish Republican Army. Not only in Madrid, but in all fronts, Guadalajara, Zaragoza, Brunete, Ebro etc, they contributed significantly to the struggles of the Spanish people, writing with their blood some of the brightest pages of the world revolutionary movement.

Volunteers from Greece

In Greece, under the conditions created by the Metaxas dictatorship, the difficulties and obstacles were many and great. In the short time between Franco’s coup and the dictatorship of Metaxas (17 July – 4 August), things where relatively easy, therefore more than 2000 volunteered. However, after August 4 things changed. Legitimate roads closed, passports were not permitted to leftists many of whom were arrested. There remained only illegal routes abroad, but they were extremely dangerous. However, despite the risks, there were people who found their way out of the border, and took the road to Spain. The destination of the volunteers was initially Marseilles, where they would supposedly work as labourers in factories. Once arrived there, they came in contact with the Greek organization of Marseille – mainly sailors – and were brought on to Spain.

The volunteer fighter Stefanos Tsermegas writes:

«On New Year’s Eve 1937, we disembark at the port of Havre, France, from where we would proceed to Spain. It was 10am. We went to customs to have our luggage checked. The scene that followed is unforgettable. When the French customs officials opened our suitcases, and saw that they were filled with military supplies, uniforms, bandoliers, flasks, and other military items, they all erupted into a frenzy of excitement. They lifted up their fists and hailed us with the usual at the time Spanish antifascist salute «NO PASARAN».

And P. Aivatzis, who were among the first volunteers:

«… The first group of Greek volunteers started with a few hundred anti-fascists from other countries, in October 1936, from France to Spain»

Also, many Greeks of the diaspora, mostly from France and the USA participated in the International Brigades. In a book written about the 15th International Brigade, and published in Madrid in 1937, an entire chapter is devoted to Greek Volunteers of America. It emphasises the dual importance of their contribution: «Their struggle was not only a struggle for Republican Spain, but also for the restoration of democracy in their own country.» In Cyprus, although the English banned the fundraising for Spain, the Cypriots managed to collect a good deal of money; the first instalment of more than 4,000 pounds was sent in 1937. More than 60 Cypriots from England and America went to Spain to fight.

The number of Greek volunteers cannot be determined with certainty, as the conditions prevailing in the country did not allow proper registration. Approximately, P. Aivazis (see «Avgi» 10/12/75) estimates them at 300. John Kampitis (volunteer) claims they were 290. The historian Karanikolas («Radical 5.10.75) estimates 400. The same number gives the Cypriot newspaper «Haravgi» (see 11.2.75). The vast majority of the Greek volunteers were labourers, and almost half of them sailors. Politically, most of the Greek volunteers belonged to the Communist Party, and there was a group of Greek anarchists who acted basically in the area of Barcelona, where the Spanish anarchists gathered most of their power. It was never known whether among the Greeks there were women volunteers either as fighters or other auxiliary services, like women from other countries.

Action of the Greek volunteers in Spain

The majority of the Greek volunteers fought from the beginning of 1937 in the lines of the 15th International Brigade, and especially in the Balkan battalion «G. Dimitrof.» But they were also scattered in all batallions. As time passed, in mid-1937, a Greek company was established, whose commander was Yiannis Pantelias, carpenter, under the pseudonym Yiannis Margaritis, deputy commander was Anagnostis Deliyannis, tobacco worker, under the pseudonym Yiannis Siganos, and political commissioner was Kyriakos Stefopoulos, railway worker, nicknamed Dimitris Perros. The company was named «Rigas Fereos», that is the name of the great visionary of the Balkan Federation. For a time the company was called «Zachariades.» However, many Greeks remained in the units where they fought, and did not join the Greek company.

The Greek company, part of the 15th International Brigade, participated in the battle of Brunete where they acted as force of conflict and occupied the small town Villanueva de la Cañada, after three weeks of fighting. The loss of the brigade was huge, as nearly half of the fighters were lost. The losses of the Greeks have not been determined, but if we consider the losses of the brigade in general, they must have been quite a lot. Among those killed is the 35-year-old Cypriot Achilleas Kanaris, and Dimitris Rapitis from Chios, who according to his comrade Kostas Makrinos fell fighting on his machinegun, covering the retreat of the fighters of his unit.

Another battle of the Greek company was in Belchite, where the objective was the capture of Saragossa, held by the fascists. The attack began on August 24 with first target Belchite, a small but well-fortified city. In one of the counterattacks of the fascists, the Dimitrov Battalion and particularly the Greek company suffered great losses. In this battle the commander of the battalion Pantelias was killed, as well as the political commissioner Stefopoulos, who left their lives on the machineguns, surrounded by soldiers of Franco. Deputy Deligiannis became commander and together with the remaining fighters, continued the battles with selfless heroism «defending not only democracy in Spain, but with the belief that fighting they defended democracy around the world, and their homeland.» After fierce battles, Belchite was finally occupied on September 8.

The Greek company also participated in the occupation of Teruel in December 1937. Indeed, one of the first who entered the city of Teruel was the Greek officer Minas Thomaidis, from the Black Sea. In early March 1938, the fascists after a fierce air bombardment (provided by the Nazis to the fascists), attacked the front of Aragon. The democratic troops, fatigued by the constant battles and without war material, began to retreat. The 15th International Brigade was the last antifascist unit which abandoned the ruined city, with great, however, losses. At least 11 Cypriots were killed, and two Greek fighters were captured and executed on the spot because, according to those who escaped, refused to shout «long live General Franco.» In the vicinity of Cadesa more than 20 Greeks were killed, and dozens were injured.

In honour of the Greek fighters of the International Brigades, there was an event in Barcelona, where along with the Greek anti-fascists, most of them wounded, took part several sailors who had come to port with supplies for Republican Spain. The Spaniard in charge of the event said in his speech: «… In your face we see the live democratic antifascist Greece struggling against our common enemy, fascism, for democracy, independence, and prosperity of our people …»

The retreat

«… the farewell to the heroes of the International Brigades, despite the festive atmosphere, was chill and melancholy. The heart filled with bitterness watching those heroes pass on the big «aveniada» of Barcelona where the popular farewell had been organised. We were thinking of our fate and the fate of these people, many of whom could not return to their countries, because fascism prevailed there. They were heroes marked by their participation in the war in Spain, put under suspicion by the diplomacy of non-intervention, like lepers; they would be persecuted, handed over to the police insanity, put in camps, finally surrendered to Hitler and Mussolini». (see Memoirs of Pasionaria, Avgi, 25.5.63).

Indeed, those who had nowhere to go were many; among them the surviving Greeks, with the exception of the Greeks of America and England who returned there. The rest stayed in Spain until the end, and passed to France after the collapse, after they gave the last battles in Catalonia together with the Spanish antifascists, thus enabling hundreds of thousands of women, children, and wounded to cross the border.

According to the available data, the known names of the Greeks who were killed in the Spanish civil war are 53, of which 2 were missing. However, they are believed to be more than 100. The dead Greek antifascists are pioneers in the hundreds of thousands of fighters who were killed in mountains, cities, and by squads, battling the local and international fascism.

Source: Μ. Paleologou, Greek antifascist volunteers in the Spanish civil war, Athens, 1979.

More photos of Greek antifascist volunteers here.


Short URL: http://wp.me/pyR3u-bqo

Σύγχρονη Ελλάδα: μία ακόμα στιγμή κατάρρευσης του θεμέλιου μύθου

EU-Greece-Acropolis

The article in English

Αν το έθνος συγκροτείται κατά κύριο λόγο γύρω από μια πνευματική αρχή, όπως υποστηρίζει ο Ρέναν, τότε η Ελλάδα σήμερα βρίσκεται σε δίλημμα. Αν το έθνος κουβαλάει ένα κοινό παρελθόν και προσδίδει σ’ αυτό μια προσωρινή συναίνεση που πρέπει να αναπαράγεται επ’ αόριστο, αν η ύπαρξη ενός έθνους είναι «ένα καθημερινό δημοψήφισμα», τότε σήμερα η Ελλάδα ως έθνος προσπαθεί να επαναδιαπραγματευτεί το παρελθόν της μέσω της δημιουργίας του μέλλοντος, το πεδίο των δυνατοτήτων είναι διάπλατα ανοιχτό. Είναι μόλις η δεύτερη φορά στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας που συμβαίνει κάτι τέτοιο. Αυτό αποτελεί σπάνιο φαινόμενο, καθώς η σύγχρονη Ελλάδα προσπαθούσε πάντα να καθορίσει την πολιτισμική της χρονικότητα για να απεικονίσει ένα αμνημόνευτο παρελθόν που θα αναπαράγεται αενάως. Ως εκ τούτου, το μέλλον δε θα πρέπει να εκπλήσσει, αφού αποτελεί ζωντανό μνημείο της νεωτερικότητας. Η πρώτη φορά, από την εμφάνιση της σύγχρονης Ελλάδας που έγινε προσπάθεια να δημιουργηθεί ιστορία από τα κάτω, οδήγησε σε έναν ανελέητο εμφύλιο πόλεμο με σοβαρές συνέπειες για τη χώρα. Το αποτέλεσμα ήταν πάνω από τριάντα χρόνια αυταρχισμού και άγριας καταστολής όλων των δημοκρατικά σκεπτόμενων ανθρώπων. Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΚΕ) νομιμοποιήθηκε μόλις το 1974, αφού η δικτατορία της 21η Απρίλη παρέδωσε την εξουσία στον Κ. Καραμανλή. Η συνεχής εξονυχιστική καταστολή της καθημερινής ζωής σε συνδυασμό με το πραξικόπημα του 1967, κράτησε υπό έλεγχο τις μεγάλες δυνάμεις μετασχηματισμού της κοινωνίας που ήταν σε εξέλιξη από το τέλος του Β ‘Παγκοσμίου Πολέμου και επανεμφανίστηκαν στις αρχές της δεκαετίας του εξήντα. Ένα μετα-δικτατορικό συμβόλαιο σφράγισε τη νέα συναίνεση, γύρω από την οποία εξελίχθηκαν τα πράγματα. Το σύστημα βρήκε το σημείο ισορροπίας που τόσο χρειαζόταν για την επιβίωσή του, δαμάζοντας τη βούληση του λαού. Αλλά αυτό το κοινωνικό συμβόλαιο, με την χρεοκοπία και την έλευση της τρόικας, δηλαδή των ΔΝΤ-ΕΕ-ΕΚΤ, έχει παραβιαστεί ανεπανόρθωτα. Οι ανάγκες και οι επιθυμίες των Ελλήνων, η βούλησή τους, όλο και περισσότερο έρχονται σε αντίθεση με τη βούληση του κράτους, η κοινωνική σφαίρα κινείται κάθε μέρα πιο μακριά από τον κρατικό μηχανισμό.

Η τρόικα εσωτερικού, δηλαδή η νέα κυβέρνηση συνασπισμού (ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ), με την άκρως αυταρχική πολιτική ρητορική της και μια άγρια νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική, προσπαθεί να ενσταλάξει αισθήματα κοινής προσπάθειας και κοινού πόνου στο έθνος, προκειμένου να επιβάλει καθήκοντα, και μια απαιτούμενη κοινή προσπάθεια σε «ορθολογικά σκεπτόμενους πολίτες». Παρ ‘όλα αυτά, η προσφυγή γίνεται πάντα στο όνομα ενός αφηρημένου έθνους και κατευθύνεται προς όλους τους Έλληνες πολίτες, οι οποίοι πρέπει να υποστηρίξουν «την κολοσσιαία προσπάθεια» της κυβέρνησης. Οι υπόλοιποι πρέπει να γίνουν «η σιωπηλή πλειοψηφία» (ο Ραχόι χρησιμοποίησε αυτόν τον όρο για να καταστήσει παράνομους στα μάτια της κοινωνίας όλους όσοι χρησιμοποιούν το δικαίωμα στη διαδήλωση. Αυτός ο όρος χρησιμοποιήθηκε από τον Νίξον στο παρελθόν, για να αντιπαραβάλει «μια σιωπηλή πλειοψηφία» που δεν είχε πρόβλημα με τον πόλεμο στο Βιετνάμ, με μια θορυβώδη μειοψηφία που τραβούσε όλη την προσοχή των μέσων ενημέρωσης). Αν όχι, θα αντιμετωπιστούν ως ο εσωτερικός εχθρός.

Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε το γεγονός ότι, πολλές φορές, στην ιστορία ενός έθνους η συλλογική μνήμη οργανώνεται γύρω από συμφορές και λύπες. Τέτοιες κακές στιγμές στην ιστορία ενός έθνους λειτουργούν ως το σημείο αναδιοργάνωσης των εθνικών αναμνήσεων, και απαιτούν κοινή προσπάθεια και θυσίες για το μέλλον. Η συνεχής έκκληση προς το έθνος ως «ιερής αγελάδας» που πρέπει να διατηρηθεί ανέπαφη ό,τι κι αν γίνει, αναφέρεται στην πλασματική σύγχρονη Ελλάδα που κατασκευάστηκε από την εμφάνιση του έθνους-κράτους. Ακόμη περισσότερο, η εκδοχή της ελληνικότητας στην οποίο καλούμαστε να υποβληθούμε, είναι, υπό την κυβέρνηση συνασπισμού με την ΝΔ στην ηγεσία, μια νέα έκδοση στην νεοφιλελεύθερη εποχή της Ελλάδας του Ελληνο-χριστιανισμού. Η σύλληψη του «Γέροντα Παστίτισου», ενός χρήστη του facebook, λόγω του νόμου κατά της βλασφημίας, που χρησιμοποίησε τη σελίδα του για να σατιρίσει τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό˙ και επιπλέον, η ταπεινωτική μεταχείριση και ο βασανισμός των 15 συλληφθέντων αντιφασιστών από τις δυνάμεις ασφαλείας, σε αντιδιαστολή με την ήπια μεταχείριση, και σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και συνένοχη στάση απέναντι σε ρατσιστικά εγκλήματα και φασίστες, σε συνδυασμό με την επιχείρηση «Ξένιος Δίας» σε όλη την Ελλάδα, ώστε να φυλακιστούν επ ‘αόριστον οι μετανάστες χωρίς χαρτιά, μαζί με το επιχείρημα της «σιωπηλής πλειοψηφίας» (στην Ελλάδα θα μπορούσε να μεταφραστεί ως νοικοκυραίοι), σκιαγραφούν την εικόνα του εθνικά διαμορφωμένου πολίτη του 21ου αιώνα.

Ευρωκεντρικές σκοπιμότητες νομιμοποίησαν τη λεηλασία του παρελθόντος της Ελλάδας και τώρα μια νέα έκδοση της ίδιας ιστορίας προσπαθεί να νομιμοποιήσει την πραγματική λεηλασία της χώρας. Παραμένοντας στην Ευρώπη εξασφαλίζεται η αρχέγονη Ελληνική ενότητα της χώρας, και η Ελλάδα παραμένει στο φαντασιακό χώρο της «δύσης», ενώ την ίδια στιγμή δίνεται ελπίδα για τη διατήρηση του πολιτικού μηχανισμού. Στην πραγματικότητα, ο συγκεκριμένος πολιτικός μηχανισμός θα ήταν αδύνατος χωρίς την δυτική υποστήριξη και εξάρτηση. Αυτό είναι που ο κ. Δένδιας, Υπουργός Δημόσιας Τάξης, δηλώνει ρητά όταν αναφωνεί ότι «ή θα σωθούμε όλοι ή κανείς μας», αυτή είναι προφανώς η «υπαρξιακή αγωνία» του και των συναδέλφων του, και όχι των Ελλήνων γενικά. Αυτό που πραγματικά φοβάται είναι η σίγουρη πολιτική εξάλειψή του με την «υποτιθέμενη» απόσυρση της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αφού η ύπαρξή του εξαρτάται απόλυτα από τη στήριξη της Ε.Ε. και των Η.Π.Α. Υπενθυμίζοντάς μας ακόμη φορά ότι το σκάφος είναι έτοιμο να βυθιστεί με εμάς επάνω, δεν ξεχνά ποτέ να κατηγορεί εκείνους που φέρουν την ευθύνη, σ’ αυτή την περίπτωση τους ναυπηγούς, οι οποίοι σύμφωνα με τον υπουργό «μας» είναι εξτρεμιστές που διαταράσσουν την προσπάθεια που γίνεται. Αυτές είναι οι θορυβώδεις μάζες, οι «τεμπέληδες» που δε θέλουν καμία αλλαγή στη ζωή τους, ο γνωστός εσωτερικός εχθρός, γενικώς η αριστερά, γιατί συνεχίζει δηλώνοντας τη λύπη του για τους αριστερούς και κομμουνιστές βουλευτές που υποστήριξαν τον αγώνα των εργαζομένων.

Κάποιος πρέπει να υπενθυμίσει στους ιστορικά αδαείς ότι οι μεταφυσικές ή μεσσιανικές αφαιρέσεις δεν πείθουν τους άνεργους και τους πεινασμένους. Ο πρώτη μεσσιανική, αλυτρωτική αφήγηση, η «Μεγάλη Ιδέα», αναπτύχθηκε στην Ελλάδα κατά τον 19ο αιώνα, και κατέληξε με την αναγκαστική μετανάστευση σχεδόν ενάμισι εκατομμυρίου μικρασιατών ελληνόφωνων ορθόδοξων πληθυσμών. Ενώ, η δεύτερη αφήγηση, ήρθε ως υπόσχεση της προόδου και της ανάπτυξης, που θα μας κάνουν αντάξιους της ιστορίας μας στην Ευρώπη. Από την δεκαετία του ενενήντα αυτή η συζήτηση έχει επηρεαστεί ιδιαίτερα από την νεοφιλελεύθερη ατζέντα, και οργανώνεται, όπως αναφέρει ο Χαμηλάκης (2007), με την αναζήτηση της άλλης σύγχρονης «Ελληνικής Ιδέας», των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004. Αλλά μετά την σημερινή πτώχευση και την συμφωνία της τρόικας κανείς δεν θα έκανε σκόπιμα θυσίες με βάση αυτή τη σύγχρονη «Μεγάλη Ιδέα». Το στείρο όραμα της Ελλάδας άδειο από πολιτισμική χρονικότητα δεν μπορεί πια να είναι η βάση για την αναδιοργάνωση της χώρας. Συμβολικές κινήσεις, όπως η «εισβολή» των εργαζομένων των ναυπηγείων στην αυλή του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, πριν από λίγες μέρες, για να δείξουν τον αποτροπιασμό τους για την εξαθλίωση τους, και η διακοπή της παρέλασης στη Θεσσαλονίκη το 2011, κατά τη διάρκεια των εορτασμών για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο απεικονίζουν το βαθμό στον οποίο οι ενοποιητικές εθνικές αφηγήσεις δεν είναι σε θέση να ελέγξουν τις μάζες. Το όραμα, αν υπάρχει, που η κυβέρνηση προσφέρει στο λαό της Ελλάδας, δεν μπορεί να γίνει η βάση για την επιθυμία της συνέχισης της κοινής ζωή του έθνους. Γι ‘αυτό ο κ. Δένδιας ακούγεται παράλογος όταν μιλάει σαν να μην υπάρχει κρίση. Όταν το κράτος δεν έχει καμία εξουσία, παραδομένο στους διεθνείς οργανισμούς, τότε ακούγεται εντελώς παράλογο να περιμένεις από τους ανθρώπους να σε σώσουν ενώ σώζουν τους εαυτούς τους – το πιο πιθανό είναι ότι θα προτιμούσαν να μην σωθούν, μόνο και μόνο για να έχουν την ευχαρίστηση να σε καταστρέψουν.

1) Renan, Ernest (1993) What is a nation? in Nation and Narration eds Hommi K. Bhabba Routledge, London and New York
2) Hamilakis, Yannis (2007) The Nation and Its Ruins: Antiquity, Archeology and National Imagination in Greece, Oxford University Press, New York

Ιουλία Γιοβάνη
Phd Candidate at the Centre for Cultural Studies
Goldsmiths College
University of London

Κινηματική ανασκόπηση: μια γενική εικόνα

Οι κινητοποιήσεις και οι πορείες  διαμαρτυρίας, στα πλαίσια της γενικής απεργίας της 26ης Σεπτεμβρίου είναι πια παρελθόν. Για μια ακόμη φορά, εκατοντάδες χιλιάδες πολιτών σε όλη τη χώρα, αψήφησαν την πολύπλευρη τρομοκρατία του καθεστώτος, επιλέγοντας το δρόμο της άρνησης στην εξαθλίωση, με αποτέλεσμα να βιώσουν για ακόμη μια φορά την στυγνή  κρατική καταστολή. Κοντολογίς, τα χθεσινά γεγονότα, αποτελούν μια ακόμη επανάληψη των όλων όσων συμβαίνουν στις απεργίες και πορείες διαμαρτυρίας που κατά καιρούς, απεργίες που  οργανώνουν τα μεγάλα συνδικάτα της χώρας. Εμείς, έχοντας αποκομίσει μια συνολική εικόνα των όσων συνέβησαν το τελευταίο χρονικό διάστημα όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σχεδόν σε ολόκληρη την Ευρώπη, θα προσπαθήσουμε και πάλι να δούμε με μια πιο κριτική ματιά όλα αυτά που διαδραματίζονται γύρω μας, με γνώμονα τον επιθυμητό κοινωνικό μετασχηματισμό, προς μια κατεύθυνση εγκαθίδρυσης αμεσοδημοκρατικών κοινωνικών δομών, ικανών να προωθήσουν την πολιτική, οικονομική και κοινωνική ισότητα.

Τα Μέσα Ενημέρωσης στο βρώμικο παιχνίδι της εξουσίας και η υπεράσπιση του σάπιου πολιτισμού

Τα διεθνή μέσα ενημέρωσης, κατατρομαγμένα προσπάθησαν να καλύψουν την κοινωνική οργή πίσω από τα στερεότυπα και κονσερβαρισμένα ψέματά τους, κάνοντας και πάλι λόγο για τους ανεύθυνους, τεμπέληδες και κρατικοδίαιτους Έλληνες πολίτες. Γι’ αυτούς, κάθε πολιτική δράση, όπως απεργίες, πορείες, καταλήψεις, συνελεύσεις, κλεισίματα δρόμων, άρνηση πληρωμών και ό,τι άλλο έρχεται σε σύγκρουση με τις αξίες της δικτατορίας του οικονομισμού και της Προτεσταντικής ηθικής, του πολιτισμού της κατανάλωσης και διανοητικής παρακμής, αποτελεί ειδεχθές έγκλημα. Αποκορύφωμα αυτού του «ενημερωτικού» οχετού, αποτέλεσε δημοσίευμα του BBC και των Γερμανικών φυλλάδων που δίχως κανέναν απολύτως συναισθηματισμό, δίχως καμία εξαίρεση, παρουσίασαν τις χθεσινές συγκρούσεις ως αποτέλεσμα της δράσης κάποιων ανεγκέφαλων χούλιγκανς, μεταδίδοντας ταυτόχρονα – προκειμένου να στηρίξουν την προκατασκευασμένη μιντιακή πραγματικότητά τους – απόψεις ατόμων που υιοθετούν ανοιχτά το Νεοφιλελεύθερο Δόγμα (με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την κοινωνία), ή τις βασικές θέσεις της ακίνδυνης (για το σύστημα) σοσιαλδημοκρατίας, θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να περάσουν το μήνυμα πως για μια ακόμη φορά ο Ελληνικός λαός που δεν εργάζεται όσο σκληρά θα έπρεπε, αναδεικνύει την ανευθυνότητά του, το θράσος και την αχαριστία του στους «δουλευταράδες» του Βορρά. Το γεγονός αυτό, δεν φανερώνει μονάχα την στυγνότητα των ολιγαρχιών, που θα έφταναν ακόμα και στο σημείο να λοιδορήσουν έναν ολόκληρο λαό, αλλά και την απο-πολιτικοποίηση στην οποία έχουν περιπέσει οι Δυτικές κοινωνίες, την θυσία του κοινωνικού στοχασμού στο βωμό της θεσούλας, της αδράνειας και του lifestyle της απάθειας στο οποίο έχουν βυθιστεί και εθιστεί, επιτρέποντας, έτσι, έννοιες όπως η δημοκρατία και η ισότητα να χάσουν πέρα για πέρα την ζωτική τους χροιά, την ίδια στιγμή που το ναρκωμένο πλήθος βαφτίζει την δουλεία υποχρέωση και τον αγώνα για ελευθερία ως έγκλημα. Είχε άραγε δίκιο ο Μέτερνιχ, όταν σχεδόν δύο αιώνες πριν, είχε δηλώσει πως οι Ευρωπαίοι δεν επιθυμούν ελευθερία αλλά κοινωνική ειρήνη; Πόσο επίκαιρο φαντάζει αυτό το ρητό για εμάς σήμερα;

Όμως, και τα εγχώρια ΜΜΕ δεν έχουν και πολλά να ζηλέψουν απ’ αυτά του εξωτερικού. Πιστά, και αυτά, στο δόγμα της πολιτισμικής μιζέριας, της δικτατορίας του κυνισμού και της χυδαιότητας, βάφτισαν τα χθεσινά γεγονότα κάτι σαν «θλιβερό έθιμο», με βάση το οποίο η Αστυνομία οφείλει να μετέλθει κάθε μέσο προκειμένου οι πολίτες να σταματήσουν να διαδηλώνουν, και να φυλακιστούν ολοσχερώς στην ατομική τους σφαίρα, περιμένοντας τη στιγμή που τα μέτρα λιτότητας και οι «θυσίες» θ’ αρχίσουν ν΄ αποδίδουν – αν υποθέσουμε ότι θα μπορούσε ποτέ ένα αποτυχημένο φάρμακο να σώσει από τον βέβαιο θάνατο έναν κλινικά νεκρό ασθενή. Γι’ αυτά η πραγματικότητα θυμίζει το αρνητικό ενός φιλμ, εντελώς αντεστραμμένη, πράγμα που σε συνδυασμό με τα όσα διαδραματίστηκαν στην Μαδρίτη, και άλλες πόλεις στην Ισπανία, την 25η Σεπτεμβρίου, (κινητοποιήσεις οι οποίες, τη στιγμή που γράφεται το άρθρο αυτό, συνεχίζονται με ένταση) φανερώνει ότι πάνω από τις χώρες της Νότιας Ευρώπης πλανάται ένα φάντασμα: το φάντασμα της κοινωνικής  αλλαγής.

Όσο, όμως, η πραγματικότητα ωθεί όλο και περισσότερους ανθρώπους στην απελπισία, την ανέχεια και την εξαθλίωση, τόσο περισσότερο οι σκέψεις για γενικευμένο ξεσηκωμό, για μια ριζική κοινωνική επανάσταση μεταμορφώνεται από απλή ευχή μιας μειοψηφίας σε αναγκαίο μέσο επιβίωσης για τους πολλούς. Όσο, λοιπόν, και αν προσπαθούν οι τυποποιημένες αναλύσεις των ΜΜΕ και των φιλελεύθερων σαλτιμπάγκων και του κάθε οικονομολόγου-αυθεντίας, να μας πείσουν πως δεν υπάρχει άλλος δρόμος πέρα από τον συμβιβασμό με τον άθλιο αυτόν πολιτισμό της εθελοδουλίας, του κιτς και της ασημαντότητας, τόσο η εμπιστοσύνη του κόσμου απέναντί τους θα γκρεμίζεται, καθώς, όπως φαίνεται, τα διάφορα social media και οι σελίδες κοινωνικής δικτύωσης, προσφέρουν μια τελείως διαφορετική οπτική γωνία στην ενημέρωση του πολίτη. Πέρα από τις υπερβολές και τον ανορθολογισμό που επικρατεί στο διαδίκτυο, όπου ακόμα και το κάθε ψέμα γίνεται πιστευτό όταν επαναληφθεί για πολλές φορές, (πράγμα που πίστευε και ο Γκέμπελς), βλέπουμε πως, όλο και περισσότεροι χρήστες του internet, καταφεύγουν στις διάφορες κινηματικές σελίδες του Facebook, (με αποκορύφωμα τη σελίδα του Occupy Wall Street που έχει ξεπεράσει τις 430.000 εγγραφές), προκειμένου να έρθουν σ’ επαφή με την «άλλη» πραγματικότητα, αυτήν που τα συμβατικά ΜΜΕ αποκρύπτουν για δικούς τους λόγους. Το αν η λογική θα υπερισχύσει της συνωμοσιολογικής μανίας, αυτό είναι ένα άλλο ζήτημα που σαφέστατα και θα πρέπει να μας απασχολεί, δεδομένου ότι η οργή και η απόγνωση μπορεί να μετατραπεί σε έναν πολύ κακό σύμβουλο, όταν δεν συνοδεύεται από την λογική, και παραμένει, απλά, μια συναισθηματική παρόρμηση. [1]

Κρατική βία και καταστολή. 

Επιστρέφοντας στα δικά μας, το αξιοσημείωτο από τη χθεσινή γενική απεργία δεν είναι τόσο η κρατική βία, η μιντιακή υπερπραγματικότητα ή η κατά παραγγελία επιστημονικοφανής υπεράσπιση των αντικοινωνικών και παρανοϊκών, από κάθε άποψη, νεοφιλελεύθερων πολιτικών – πρακτικές που πολύ σύντομα θα αποτελέσουν την καθημερινότητα και των Ισπανών που βρίσκονται στην αρχή του ίδιου θλιβερού δρόμου που περπατήσαμε εμείς από τον Μάιο του 2010 – αλλά το ότι, για ακόμα μια φορά η αντίδραση της κοινωνίας ήταν λιγότερο δυναμική και χειρότερα οργανωμένη και στοχευμένη απ’ ό,τι επιτάσσουν οι πραγματικές συνθήκες. Υπάρχει δηλαδή μια αναντιστοιχία μεταξύ όσων έχουν πλέον συνειδητοποιήσει την ανάγκη για ένα ριζικό κοινωνικό μετασχηματισμό (ποσοστό που αυξάνεται όχι πια με γεωμετρική πρόοδο αλλά λογαριθμικά) και των μέσων, των μεθόδων που υιοθετούνται προς επίτευξη αυτού του σκοπού.

Αν δεχτούμε την αμέσως παραπάνω παρατήρηση ως ορθή, δεν απομένει παρά να αναζητήσουμε τους βασικότερους λόγους που θα εξηγήσουν αυτή την αναντιστοιχία, με αυτονόητο ζητούμενο την εξεύρεση τρόπων, μεθόδων και μέσων που θα βοηθήσουν στην πραγματοποίηση του διαρκώς αποσαφηνιζόμενου και προσδιοριζόμενου στόχου (δηλαδή του ριζικού κοινωνικού μετασχηματισμού ή, καλύτερα, της πυροδότησης της διαδικασίας της διαρκούς κοινωνικής επανάστασης). Γιατί καμία 24ωρη (ή ακόμα και 48ωρη) γενική απεργία δεν έχει την αναμενόμενη συμμετοχή; Για ποιούς λόγους η συμμετοχή του κόσμου στις αντίστοιχες διαδηλώσεις, βαίνει μειούμενη; Ή διαφορετικά: γιατί ακόμα και οι πιο επιτυχημένες απεργίες και διαδηλώσεις (από άποψη συμμετοχής) δεν έχουν κανένα απολύτως αποτέλεσμα; Και τί θα μπορούσε να γίνει, τί πρέπει να κάνουμε, προκειμένου να μην δούμε πάλι το ίδιο έργο και την επόμενη φορά; Πιστεύοντας πως αυτά είναι τα βασικά ερωτήματα που πρέπει να συζητηθούν, θα επιχειρηθεί, μια επανοηματοτοδότηση των εννοιών της απεργίας, της κοινωνικής διαμαρτυρίας και του σκοπού που πρέπει αυτές να επιδιώκουν.

Τα δεδομένα λοιπόν είναι τα εξής:

Μετά την υπογραφή του 1ου Μνημονίου, και επιτυχημένες απεργίες έγιναν και μαζικότατες διαδηλώσεις. Όλες ανεξαιρέτως, είχαν την ίδια τύχη: βίαιη καταστολή, τις περισσότερες φορές με ακρότητες που εκφεύγουν τα όρια της νομιμότητας ακόμα και της αστυνομικής βίας (σημ.: η νομιμότητα για την οποία μιλάμε εδώ δεν είναι κάποιο κοινώς αποδεκτό όριο μια υπερβατική νομική κανονικότητα που εμείς αποδεχόμαστε ως τέτοια – μιλάμε απλώς για τα όρια εντός των οποίων επιτρέπεται να κινηθούν οι κρατικοί μηχανισμοί σύμφωνα με τους νόμους που το ίδιο το Κράτος, δηλαδή οι ολιγαρχίες, έχουν θεσπίσει κυριαρχικά, οι οποίοι παραβιάζονται απροσχημάτιστα από τους κύκλους που την επικαλούνται διαρκώς). Μάλιστα, δεν έχει γίνει καθολική πεποίθηση στην κοινωνία ότι ΕΛ.ΑΣ. και ακροδεξιές οργανώσεις, όπως η νεοναζιστική Χρυσή Αυγή, είναι συγκοινωνούντα δοχεία. Αυτό σημαίνει, εκτός από τα προφανή (π.χ.: σε ποιά χώρα του κόσμου είδατε τους πάνοπλους μπάτσους να πανηγυρίζουν σαν παίκτες ποδοσφαιρικής ομάδας μετά την απρόκλητη επίθεσή τους κατά διαδηλωτών που συντεταγμένα και απόλυτα ειρηνικά, φεύγουν – γεγονότα επί της Πανεπιστημίου της 26.09.2012), και την λουμπενοποίηση, ή για να ειπωθεί απλούστερα, την σχεδόν επίσημη μαφιοζοποίηση του Κράτους, την οριστική απαλοιφή των ορίων μεταξύ Κράτους και Παρακράτους.

Το επόμενο βήμα;

Καμία απολύτως απεργία δεν κάλυψε το σύνολο των εργαζομένων, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων αδυνατεί να απεργήσει αντιμετωπίζοντας τον κίνδυνο της απόλυσης σε μια χώρα που η πραγματική ανεργία ξεπερνά πια το 25%. Συνεπώς υπάρχει σοβαρό πρόβλημα και ως προς τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων των σχετικών με τις απεργιακές κινητοποιήσεις και, κατ’ επέκταση, είναι προφανής ο συνδικαλιστικός ξεπεσμός, ειδικά των τριτοβάθμιων σωματείων – την στιγμή που ελάχιστα πρωτοβάθμια δραστηριοποιούνται και μάλιστα επιτυχώς. Υπάρχει, όμως, και ένα βαθύτερο ζήτημα εδώ που πρέπει να συζητηθεί: αυτό της έλλειψης πραγματικού προτάγματος. Κοντολογίς, μεγάλο μέρος του πληθυσμού κινητοποιείται, είτε αποφασίζει να δράσει μαζικά, μόνο όταν δει ότι θίγονται τα δικά του οικονομικά συμφέροντα, απαιτώντας, ταυτόχρονα, είτε φορολογικές ελαφρύνσεις, είτε αυξήσεις, είτε περισσότερα επιδόματα. Αναμφισβήτητα, όλα αυτά τα αιτήματα είναι δίκαια, ιδιαίτερα σε μια εποχή σαν τη δική μας, όπου δικαιώματα που κερδήθηκαν με αγώνες και αίμα χιλιάδων ανθρώπων (οχτάωρο, δωρεάν παιδεία, υγεία, στέγαση). Όμως, κρίνουμε εξαιρετικά σημαντικό την περαιτέρω διεκδίκηση, αν όχι την δημιουργία αντιδομών που θ’ αντικαταστήσουν τους παλιούς ιεραρχημένους κοινωνικούς θεσμούς, και θα προωθούν την ισονομία, την άμεση δημοκρατία, τον κοινωνικό στοχασμό αλλά και τον συνολικό επανακαθορισμό των αναγκών, σε κάθε στιγμή. Μέσα σε μια τέτοια προοπτική θα μπορούσαν να βρεθούν, αν όχι λύσεις, τουλάχιστον σημαντικές απαντήσεις στην ανθρωπολογική κρίση των καιρών, που μαστίζει τις σύγχρονες κοινωνίες. Θα μπορούσε, έτσι, να καταστεί δυνατή η λειτουργία αυτόνομων κοινωνικών θεσμών, μέσω της δημιουργίας μιας πραγματικά δημόσιας ή πολιτικής σφαίρας, που θα επιδιώκουν την ατομική και συλλογική απελευθέρωση, ως εκ τούτου, τη διαμόρφωση ενός νέου ανθρωπολογικού τύπου, πιο υπεύθυνου, σκεπτόμενου και πραγματικά ελεύθερου. Κοινώς, κρίνεται απαραίτητη η υιοθέτηση πολιτικού προτάγματος, πέρα από την δικαίωση των οικονομικών αιτημάτων. Κάτι τέτοιο, φυσικά, δεν μπορεί να ξεπηδήσει μέσα από μια μονοήμερη (ή έστω και διήμερη) απεργία ή στάση εργασίας, παρά μόνο μέσα από μια διαρκής και συνεχιζόμενη πάλη ενάντια στο παλιό καθεστώς, με σκοπό να ριζώσει στη συνείδηση των πολιτών η ιδέα και η επιθυμία για ρήξη με τις αξίες που αυτό πρεσβεύει.

Ο ίδιος ο κόσμος που υποφέρει και επιζητά «μια αλλαγή», δυσκολεύεται να κατανοήσει (υπό την πίεση και της καθημερινά βιούμενης οικονομικής δυσπραγίας) ότι κάθε απεργία που δεν είναι πολιτική αλλά και διαρκής, και που δεν κηρύχθηκε εξ αρχής ως τέτοια και μάλιστα ως πολιτική, είναι καταδικασμένη σε αποτυχία και μάλλον αποτελεί ευχάριστο δώρο στην εργοδοσία και τα κάθε είδους αφεντικά (δημοσίου ή ιδιωτικού τομέα). Κανείς και τίποτα δεν μπόρεσε να οργανώσει, ούτε κατ’ ελάχιστον τις αμέτρητες στρατιές ανέργων, οι οποίοι, από μόνοι τους θα επαρκούσαν, ώστε να παίξουν καταλυτικό ρόλο σε κάθε κινητοποίηση (από δυναμικές διαδηλώσεις έως περιφρούρηση των απεργιών όσων ακόμα εργάζονται, από απεργοσπάστες και κάθε είδους απεργοσπαστικούς μηχανισμούς). Σίγουρα, δράσεις, όπως η αυτο-διαχείριση του νοσοκομείου του Κιλκίς αποτελούν πηγές έμπνευσης για περαιτέρω πολιτική δράση, μιας και θέτουν γερές βάσεις για την αντικατάσταση των παλιών θεσμών παραγωγής και εργασίας με νέους, όμως κάτω από τις υπάρχουσες συνθήκες, οι καταλήψεις εργοστασίων και επιχειρήσεων θα μπορούσαν να καταστούν πιο γενικευμένες, αντί να περιμένουμε μεσσιανικά κάποιον ηγέτη, κάποια αυθεντία, κάποιον πεφωτισμένο γνώστη που θα μας οδηγήσει έξω από το αδιέξοδο στο οποίο έχουμε περιέλθει.

Στο μεταξύ, η αυξανόμενη φτώχεια και η αθλιότητα, αποτελεί ένα ολοένα και διογκούμενο εμπόδιο σε κάθε έμφυτη ή οργανωμένη προσπάθεια για κοινωνική αλληλεγγύη. Όταν κάποιος δεν μπορεί να εξασφαλίσει τα μέσα για να ικανοποιήσει ούτε τις βασικές του ανάγκες, δύσκολα θα βοηθήσει τον επίσης εξαθλιωμένο (ίσως με άλλο τρόπο) γείτονά του ή συνάδελφό του ή, ακόμα και τον στενό του συγγενή. Τι μπορεί να γίνει λοιπόν; Πώς και ποιοί θα πείσουν τις εξαθλιωμένες (και απόλυτα αιφνιδιασμένες) μάζες να οργανωθούν και να δράσουν, με την έννοια της καθολικής κοινωνικής ανυπακοής, και μάλιστα σε βάσεις που να αποκλείουν την παρείσφρηση φασιστοειδών ή βαθιά συντηρητικών στοιχείων; Φυσικά, μέσα από ένα άρθρο, δεν μπορούν να δοθούν απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά. Εξάλλου, δεν είμαστε ούτε εξουσιοδοτημένοι για κάτι τέτοιο. Θα λέγαμε, όμως, πως, ούτε καν το επιθυμούμε, γιατί οποιαδήποτε έτοιμη απάντηση ή θ’ αποτελούσε προσωπική γνώμη είτε πλάνη. Το θέμα είναι να συμφωνήσουμε στην κρισιμότητα των παρατηρήσεων και στην ορθότητα των ερωτημάτων. Οι απαντήσεις θα έρθουν μέσα από την τριβή στους κοινωνικούς αγώνες και υπό την πίεση της ανάγκης. Δεν μπορούμε όμως παρά να υπενθυμίσουμε κάποια πράγματα που είναι αυτονόητα (ακόμα κι αν, ως τέτοια, πολλοί τα λησμονούν):

  • Η κοινωνική επανάσταση κρίνεται επιτακτική. Η ίδια η πραγματικότητα είναι που την καθιστά ως την μόνη πιθανή διέξοδο από τον πλήρη ατομικό, κοινωνικό και πνευματικό αφανισμό.
  • Η σύγκρουση με την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων δεν είναι απαραίτητο και (δεν θέλουμε, άλλωστε) να μετέλθει με βίαια μέσα παρά μόνο στο βαθμό που αυτά θα χρησιμοποιηθούν ως αυτοάμυνα: είναι ανόητη αλλά και αναποτελεσματική η επίθεση σε πάνοπλους αστυνομικούς•  είναι καταστροφική, επίσης η τάση λουμπενοποίησης που επικρατεί σε διάφορους παραδοσιακούς επαναστατικούς χώρους (σύγκρουση μόνο και μόνο για χάρη της σύγκρουσης). Και σε επικοινωνιακό επίπεδο, επίσης, αυτού του είδους η τακτική είναι καταδικασμένη σε αποτυχία, μιας και φτάνει στα μάτια των τηλε-πολιτών, εντελώς διαστρεβλωμένη και φετιχοποιημένη. Είναι, όμως, απόλυτα επιθυμητή και κατορθώσιμη η υπεράσπιση με κάθε τρόπο μιας αυτόνομης δομής όπως μια κοινότητα εναλλακτικής/ανταλλακτικής οικονομίας, ή η υπεράσπιση μιας απεργίας είτε από τις δυνάμεις καταστολής του παλαιού καθεστώτος, είτε από γραφειοκράτες που θα προσπαθήσουν να «καπελώσουν» για προσωπικό (ή κομματικό) τους όφελος μια τέτοια δράση. Οι πρώτοι δεν μπορεί ν’ αντιμετωπιστούν απολύτως ειρηνικά. Οι δεύτεροι θα πρέπει ν’ απομακρυνθούν από το πολιτικό σώμα, με κάθε μέσο και κάθε τρόπο. Παράλληλα, και με σκοπό την επίτευξη των παραπάνω στόχων, η μεταμόρφωση αυτών των τηλε-πολιτών σε ενεργούς συμμάχους κρίνεται αναγκαία και ο τρόπος να το καταφέρουμε αυτό φαίνεται πως δεν μπορεί παρά ν’ αρχίσει σε τοπικό επίπεδο, σε χώρους δουλειάς, σε κάθε μικροκοινωνικό επίπεδο.
  • Καμία ενέργειά μας δεν πρόκειται να έχει αποτελέσματα αν δεν έχουμε την απαραίτητη οργανωτική δομή, η οποία οργανωτική δομή σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να έχει ιεραρχικά χαρακτηριστικά, αλλά, αντίθετα, οφείλει να είναι οριζόντια.
  • Καμία ενέργειά μας δεν πρόκειται να επιτύχει αν δεν διασπάσει την οργανωμένη κρατική καταστολή, σε πάρα πολλά μέτωπα. Η σχεδόν πατροπαράδοτη σύγκρουση με τις δυνάμεις καταστολής στα κέντρα των πόλεων, για παράδειγμα,

Για άλλη μια φορά, τελειώνοντας, θα πούμε ότι η γενική πολιτική απεργία διαρκείας είναι ένα όπλο που, ίσως, θα μπορούσε να μας εξασφαλίσει μια μεγάλη νίκη. Μέχρι να μπορέσουμε να οργανώσουμε επιτυχώς ένα τέτοιο εγχείρημα, μικρές νίκες στην καθημερινότητά μας θα πρέπει να μάθουμε να κατακτούμε, νίκες που προαπαιτούν πάντα ως ζητούμενο, όχι μόνο να ικανοποιήσουν μια δεδομένη ανάγκη της στιγμής ή κάποιο επί μέρους αίτημα, αλλά ν’ αποτελέσουν, συνειδητά, έναν παραπόταμο ικανό να βοηθήσει στο να ξεχειλίσει ο κύριος ποταμός με όλη του την δύναμη, την αγριότητα και την ομορφιά του.

[1] Έχει πολλές φορές διαπιστωθεί ότι οι πρωταρχικές ανθρώπινες  αντιδράσεις κινητοποιούνται πρώτα με βάση τα συναισθήματα και έπειτα την λογική, γεγονός που επιτρέπει την αναμετάδοση ψευδών ειδήσεων που απλά ακούγονται όμορφα στ’ αυτιά του απεγνωσμένου ανθρώπου. Έτσι, δεδομένου  ότι βαδίζουμε στην εποχή όπου οι μεγάλοι τηλεοπτικοί και ραδιοφωνικοί  σταθμοί αρχίζουν να περιορίζονται  για χάρη της ανοιχτής διαδικτυακής ενημέρωσης, καλούμαστε να  μετασχηματίσουμε όλες αυτές τις τάσεις που ρέπουν προς τον ολέθριο λαϊκισμό, καθώς μια μοναδική ευκαιρία ανοίγεται μπροστά μας:  η δημιουργία μιας κατά κάποιον τρόπο ψηφιακής πολιτικής σφαίρας/κινηματικής πλατφόρμας, (η  οποία, αναμφισβήτητα, με τίποτα δεν μπορεί ν’ αντικαταστήσει την φυσική), όπου η  πρόσβαση στην γνώση θα μπορούσε να είναι θέμα μερικών δευτερολέπτων αναζήτησης.

Συγγραφή: Ian Delta, Μιχάλης Θ

Το άρθρο στα ισπανικά


Σύντομο URL: http://wp.me/pyR3u-bjp

Στου καλοκαιρού την Ανοχή

1. Η δικτατορία του κυνισμού και η παντοκρατορία της ηλιθιότητας

Καθώς η κρίση όχι μόνο χρονίζει αλλά βαθαίνει όλο και περισσότερο κι ενώ, παράλληλα, τα διεθνή μέσα κάνουν πια ανοιχτά λόγο για έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη, καταδεικνύοντας ακόμα μια φορά την τεράστια πολιτική απάτη που διενεργήθηκε, με την επικοινωνιακή επιβολή ως πραγματικού του δήθεν «διακυβεύματος» των τελευταίων εθνικών εκλογών που δεν ήταν άλλο παρά το: «εντός ή εκτός ευρώ, εντός ή εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, σωτηρία και ανάπτυξη μετά θυσιών ή βέβαιος θάνατος»…, τα «δημοκρατικά» προσωπεία πέφτουν μέρα με τη μέρα.

Παρά την εκλογική νίκη των κομμάτων που είναι τα φερέφωνα (καλύτερα, το θλιβερό υπηρετικό προσωπικό) των οικονομικών ελίτ και παρά τις αντίθετες διαβεβαιώσεις περί μη εξόδου της χώρας από την ευρωζώνη αν εκλεγούν οι εφαρμοστές των Νεοφιλελεύθερων πολιτικών λιτότητας – διλήμματα και μηνύματα που προπαγανδίστηκαν με τρόπο απροκάλυπτα εκβιαστικό από διεθνή και εγχώρια ΜΜΕ σε βαθμό που τελικά έκριναν το εκλογικό αποτέλεσμα – το ζήτημα της αποπομπής της Ελλάδας από την Ευρωζώνη και η «άτακτη χρεοκοπία» επανέρχεται από όλο και πιο επίσημους κύκλους, μην αποτελώντας πλέον ούτε ταμπού αλλά ούτε και «σενάριο υπερβολής» όπως ανέφεραν μέχρι πριν λίγους μήνες τα γερμανικά ΜΜΕ. Όλα αυτά συμβαίνουν τη στιγμή που οι κυβερνώντες, στον οικονομικό τομέα εφαρμόζουν τις πιο ακραίες νεοφιλελεύθερες και αντιλαϊκές πολιτικές, ενώ πολιτικά είναι από τους πιο συντηρητικούς και αυταρχικούς. Τραγικό για κάποιους, αλλά απόλυτα αναμενόμενο για εμάς είναι το γεγονός της (υποτιθέμενης αριστερής) νομιμοποίησης της ΔΗΜ.ΑΡ. η οποία παρέχει ένα εντελώς ανέντιμο πολιτικό άλλοθι στην Κυβέρνηση αφού (στα μάτια πάρα πολλών συμπολιτών μας) την αναβαπτίζει από μια κυβερνητική συμμαχία τεράτων, από απλή συμμορία ληστών που είναι στην πραγματικότητα, σε «Κυβέρνηση Εθνικής Συνευθύνης και Σωτηρίας».

Σ’ ολόκληρη την γηραιά μας ήπειρο, η ψαλίδα μεταξύ βορρά και νότου ανοίγει όλο και περισσότερο, ενώ, παράλληλα, οι Ευρωπαϊκές ελίτ μιλούν πλέον ανοιχτά για την ανάγκη θεσμοθέτησης και λήψης νέων μέτρων καταστολής, επενδύοντας στη λογική του φόβου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η Βρετανία, όπου:

  1. Σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις αναφορικά με το ερώτημα αν θα έπρεπε να επαναφερθεί ή όχι η ποινή του θανάτου για ορισμένα εγκλήματα, η συντριπτική πλειοψηφία τάσσεται υπέρ της επαναφοράς της,
  2. κατά την περίοδο των ταραχών του Αυγούστου του 2011, οι δημοσκοπήσεις έδειχναν ότι το μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού τασσόταν υπέρ της επέμβασης των ενόπλων δυνάμεων για την καταστολή τους – αντίληψη που σημαίνει ρητή ή σιωπηρή συναίνεση στην παράκαμψη θεμελιωδών αρχών του ίδιου του αστικού νομικού πολιτισμού (κράτος δικαίου και όχι στρατοκρατία, αρχή αναλογικότητας, τεκμήριο αθωότητας, δίκαιη δίκη κλπ.), και
  3. τα δρακόντεια μέτρα προστασίας που λήφθηκαν για την διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων του 2012, όπου ο στρατός θα βρίσκεται σε πλήρη ετοιμότητα επέμβασης μόνο και μόνο βάσει ενός εντελώς υποθετικού ενδεχόμενου επανάληψης επεισοδίων, σαν αυτά του περασμένου έτους. Έτσι, καθώς τα ακριβά στολίδια της «δημοκρατικής Ευρώπης» που «σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα» δεν αποσπούν πια την προσοχή του κοινού το οποίο αριστεύει στην αναπαραγωγή μεσαιωνικού τύπου αντιλήψεων, σπάει η βιτρίνα της πολιτικής ορθότητας και αποκαλύπτεται η πνευματική μας γύμνια, ενώ παράλληλα διασφαλίζει την κυριαρχία της μια αυταρχική ολιγαρχία που καρτερούσε απλά τις συνθήκες εκείνες που θα την έφερναν στο φως.

Η δικτατορία του κυνισμού, και η παντοκρατορία της εθελοδουλίας και της ηλιθιότητας, είναι, πλέον, αναμφισβήτητο γεγονός, καθώς χιλιάδες πιστοί δούλοι της τήν στηρίζουν με κάθε μέσο αντί να την πολεμούν και μάλιστα την στηρίζουν ενώ οι αντικειμενικές συνθήκες που επικρατούν στην Ευρώπη της εξαθλίωσης φυσιολογικά θα ήταν ένας λόγος, ένα ισχυρό κίνητρο να την αντιπαλέψουν. Ζώντας, λοιπόν, στην εποχή της ασημαντότητας, παρατηρούμε για πρώτη φορά μετά από αρκετές δεκαετίες, τα μέλη μιας κοινωνίας να επιδοκιμάζουν την κρατική καταστολή (με κάθε μέσο), να ονειρεύονται το κλείσιμο των συνόρων και να ζητούν μαζικές απελάσεις, ενώ η στάση μιας μεγάλης μερίδας του πληθυσμού των χωρών της Βόρειας Ευρώπης απέναντι στους λαούς του Νότου φανερώνει ξεκάθαρα την πολιτισμική πλευρά της κρίσης (η οποία, όπως έχουμε πολλές φορές τονίσει, δεν είναι μόνο οικονομική), όπου η επιφανειακότητα, η έλλειψη αλληλεγγύης και ο ακραίος ατομικισμός κυριαρχούν σε κάθε επίπεδο με τον οικονομικό ανταγωνισμό να έχει εξαλείψει κάθε ίχνος ανθρωπιάς μετατρέποντας τους πολίτες σε πωλητές (και αγοραστές), εθισμένους στην κατανάλωση σκουπιδοπροϊόντων ή μετατρέποντάς τους σε σκουπιδοφάγους εμπορευματοποιημένων επιθυμιών. Είτε φορώντας τη γραβάτα του πολιτικού προσωπικού, είτε κρατώντας το μαχαίρι του Νεοναζί μισθοφόρου της, είτε με το φόβο για οποιαδήποτε αλλαγή πορείας στον «ασφαλή» δρόμο προς την εξαθλίωση, εμείς οι ίδιοι οι πολίτες στήνουμε αόρατα τείχη, εντός των οποίων εγκλωβιζόμαστε, δίχως να μπορούμε (είτε μάλλον, χωρίς καν να επιθυμούμε) να έρθουμε πιο κοντά με τον συνάνθρωπο μας.

Η καθημερινότητα μας έχει γεμίσει με τις άναρθρες κραυγές των πιστών υπηκόων είτε του ακραίου κέντρου, είτε της Σταλινογενούς αριστεράς, είτε της άκρας δεξιάς, οι οποίοι λειτουργώντας χάριν του οπισθοδρομισμού και της συντήρησης, και στοχεύοντας στα πιο φοβικά ανθρώπινα συναισθήματα, παρασύρουν μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας στην τακτική του σαλιγκαριού. Την υποχώρηση δηλαδή στο εσωτερικό του κελύφους, σφραγίζοντας την είσοδο του με τις ιδεοληψίες του εθνικισμού, του ρατσισμού, ακόμη και του φασισμού. Έτσι, μεγάλο μέρος της μπλογκόσφαιρας κατέληξε να ασχολείται με μη ζητήματα, όπως την «κατάργηση των φωνηέντων» που αναπαρήγαγε σύσσωμος ο ακροδεξιός-εθνικιστικός διαδικτυακός χώρος, αποκαλύπτοντας την υποκριτική «περηφάνια» του για τη γλώσσα, της οποίας έγινε ξεκάθαρο πια στον καθένα πως δεν γνωρίζει καν τα βασικά της χαρακτηριστικά. Παρομοίως, το πολιτικό προσωπικό της κυβέρνησης, σε συνεργασία φυσικά με τα ΜΜΕ, αναδεικνύει ήδη από τις πρώτες μέρες της θητείας του ζητήματα που είναι πολύ πιθανό να συναντήσουν την αντίσταση του ελληνικού λαού, όπως η ιδιωτικοποίηση κάθε άξονα της οικονομίας, η συνέχιση όλων αυτών των πολιτικών που οδηγούν στην εξαθλίωση, η πιθανή έξοδος της χώρας από τη ζώνη του ευρώ (όχι με δημοκρατικούς όρους, αλλά υπό την καθοδήγηση των αγορών) καθώς και η άμεση καταστολή κάθε εγχειρήματος αντίστασης (μέσω της καταστρατήγησης του δικαιώματος στην απεργία και την πολύπλευρη ενίσχυση του υπαρκτού φασιστικού παρακράτους).

2. Σκάσε και δούλευε, δούλε άνεργε!

Πιστή στο δόγμα του Νεοφιλελευθερισμού η κυβέρνηση Σαμαρά επικαλείται το «ιερό δικαίωμα στην εργασία» δικαιολογώντας, έτσι, την επέμβαση των ΜΑΤ στη Χαλυβουργία με σκοπό να σπάσει η απεργία. Την ίδια στιγμή, βέβαια, στην Ελλάδα αυτό το «ιερό» δικαίωμα το στερούνται περίπου 1,5 εκατομμύρια πολίτες, αδυνατώντας να εξασφαλίσουν την επιβίωση των ίδιων και των οικογενειών τους. «Το δικαίωμα στην εργασία είναι ιερό και πρέπει η κυβέρνηση να το υπερασπιστεί με κάθε τρόπο» δήλωσε ο πρωθυπουργός, ενώ, λίγο αργότερα, το ΠΑ.ΣΟ.Κ εξέδωσε την εξής ανακοίνωση: «Το δικαίωμα στην εργασία και ο παραγωγικός ιστός της χώρας πρέπει να προστατευτούν και πρέπει όλες οι πολιτικές δυνάμεις, με τη συμπεριφορά τους, να βοηθήσουν τη μεγάλη προσπάθεια ανασυγκρότησης της ελληνικής οικονομίας». Αλήθεια, πόση ειρωνεία και πόσο κρετινισμό χρειάζεται να διαθέτει κανείς για ν’ αποκαλέσει τον εκβιασμό και την εκπόρνευση της επιβίωσης έναντι παροχής υπηρεσιών ως «δικαίωμα»;

Ακολουθώντας τις πιο ακραίες Νεοφιλελεύθερες αξίες (όπως η ηθική της εργασίας, για την οποία είχαμε στο παρελθόν μιλήσει, αποκαλώντας την ως θεσμισμένη δουλία) επιχειρείται να επιβληθεί στην κοινωνία το δόγμα του «ρεαλισμού», του «δούλευε και μην ερεύνα», με βάση το οποίο οι κοινωνικοί αγώνες δεν έχουν καμία σημασία, μιας και για τους περισσότερους «πραγματιστές» – που, στην πραγματικότητα, πρόκειται για μια κάστα ντετερμινιστών δαρβινιστών «διανοούμενων» – η κοινωνία αλλάζει αργά και με σταθερό ρυθμό, κι έτσι θα πρέπει να εγκαταλείψουμε τις «συλλογικές ουτοπίες» και να ενδιαφερόμαστε μονάχα για τον εαυτό μας. Πρόκειται για τον «πραγματισμό» της εθελοδουλίας και του καναπέ, το δόγμα της σχολής του Σικάγο, που προβλέπει πως κανένα αγαθό και καμιά υπηρεσία δεν θα πρέπει να προσφέρεται δωρεάν. Απεναντίας το κάθε τί (το κάθε αυτονόητο, επί της ουσίας) θα πρέπει να κερδίζεται με κόπο και σκληρή εργασία. Όποιος, όμως, αμφισβητεί αυτήν την «θεωρία», βαφτίζεται ως ουτοπιστής, χαραμοφάης και «κουκουλοφόρος». Ζούμε, πλέον, την χούντα της εποχής μας (όπως λέει και το γνωστό αναρχικό σύνθημα), με βάση την οποία, το να ζητά κανείς δημοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη ονομάζεται τεμπελιά και αλαζονεία. Αντιθέτως, η αβασάνιστη και αναντίρρητη αποδοχή όλων των Νεοφιλελεύθερων αξιών, η συμφιλίωση με την εξαθλίωση και η μετατροπή ολόκληρων κοινωνιών σε ατομικιστικά κελιά απομόνωσης ονομάζεται «ρεαλισμός». Σε αυτήν την νέου τύπου θρησκεία, εμείς απαντάμε ως εξής: ρεαλιστές είμαστε εμείς που διεκδικούμε το «αδύνατο», δηλαδή, το αυτονόητο! Δεν θα πενθούμε για τα όνειρά μας. Θα τα κάνουμε πραγματικότητα, σχεδιάζοντάς τα.

3. Ενάντια στους λαϊκιστές!

Ενδεικτική της πνευματικής ένδειας και της ελλειμματικής πολιτικής σκέψης που προβάλλουν κυρίαρχες στην κεντρική πολιτική σκηνή, είναι ο λόγος και τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούν οι έχοντες χρέη εκπροσώπου της κυβέρνησης σε δημόσιες τοποθετήσεις τους, είτε οι διάφοροι αριστεροί και ακροδεξιοί δημαγωγοί (όπως το κόμμα του Π.Καμμένου, η Χρυσή Αυγή, η Σπίθα, το Κ.Κ.Ε και μέρος του ΣΥ.ΡΙΖ.Α) που προωθούν και προβάλουν τον συντηρητισμό τους ως μια «απάντηση στο αδιέξοδο του Νεοφιλελευθερισμού». Επαγγελματίες πολιτικάντηδες, συχνά φαιδροί αλλά όχι και ακίνδυνοι απαραίτητα, όπως ο Βύρων Πολύδωρας, φροντίζουν να θρέφουν την ανόητη συνωμοσιολογία στη δημόσια συζήτηση λέγοντας σχετικά με το μη ζήτημα της αφαίρεσης φωνηέντων από την ελληνική γλώσσα πως «Δεν είναι λάθος ή αμέλεια. Είναι προμελέτη. Μας λέγουν με πρωτοφανή οίηση: «Πώς τολμάτε, εσείς οι μη λέκτορες, οι μη ειδικοί, οι μη γλωσσολόγοι, οι αγράμματοι, μ’ ένα λόγο να αντιστέκεσθε;». Επομένως, Πόλεμος, Γρηγορείτε Συνέλληνες!». Ήταν ο ίδιος όταν, σαν υπουργός Δημόσιας Τάξης, μιλούσε για «ασύμμετρες απειλές» που αντιμετώπιζε η χώρα και ανακάλυπτε αόρατους εχθρούς, τότε που κάηκαν 268.834 εκτάρια γης σε ολόκληρη την Ελλάδα, 63 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, 6.000 έμειναν άστεγοι και 60.000 μη ανθρώπινα ζώα απανθρακώθηκαν. Αυτός που (σαν υπουργός) δεν απολογήθηκε ποτέ για την τεράστια αυτή καταστροφή, καλεί σε εγρήγορση τους «συνέλληνες» με αφορμή…την (ορθή) αναφορά ενός σχολικού βιβλίου σε φθόγγους.

Άλλος μπροστάρης της κυβερνητικής πολιτικής, μόνιμος θιασώτης δελτίων ειδήσεων, πρωϊνών εκπομπών και Lifefstyle φυλλάδων, ο Άδωνις Γεωργιάδης – ο χαμελαίων της άκρας δεξιάς, ο ομοφοβικός τηλενομάρχης της Θεσσαλονίκης Π.Ψωμιάδης (και πρώην ερμηνευτής λούμπεν επιτυχιών της πίστας) που μαζί του συσπειρώνεται ολόκληρος ο Χριστιανικός όχλος της Βόρειας Ελλάδας, συνθέτουν το κλίμα μιας εξουσίας «ρεαλιστών» που… αντιμάχεται την «πολιτική της ανευθυνότητας και του λαϊκισμού»! Μάλιστα, o πρώτος απ’ αυτούς, είναι ο Δανδής… των σκυλοκοσμικών φυλλάδων και ταυτόχρονα ο αποφασισμένος και άτεγκτος εφαρμοστής… του Δικαίου (των αφεντικών), ο οποίος προφανώς έχει αναλάβει τον ρόλο του οργανωτή των κατασταλτικών μηχανισμών απέναντι στις απεργίες, υποστηρίζοντας κυνικά τους απεργοσπάστες της Χαλυβουργικής και την εργοδοσία, αλλά και την βίαια επίθεση των ΜΑΤ στους απεργούς χαλυβουργούς. Φαίνεται πως οι μεταγραφές αυτές από το ΛΑ.Ο.Σ. δεν έγιναν τυχαία, καθώς είναι αυτή η δηλωμένη ακροδεξιά πτέρυγα της Ν.Δ. (Γεωργιάδης, Βορίδης) που σήμερα έχει αναλάβει την εκπροσώπηση των εργοδοτών στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης.

Καλύτερος όμως λαγός της συγκυβέρνησης (ανάλογος με αυτόν του δρομέα μεγάλων αποστάσεων), αποτελεί η Χρυσή Αυγή. Έχοντας καταδικάσει την απεργία των Χαλυβουργών ήδη από το 2011, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που σήμερα το κάνουν τα καθεστωτικά ΜΜΕ και η Νέα Δημοκρατία, έχοντας υπερασπιστεί με σθένος, χέρι-χέρι με τη Ν.Δ., τα ειδικά μισθολόγια των πιστών ψηφοφόρων και συνεργατών της (αστυνομικών και καραβανάδων), έχοντας αποπροσανατολίσει μέρος της κοινωνίας σχετικά με τα αίτια της κρίσης (φταίνε οι…μετανάστες και το… γυμναστήριο της Βουλής), αρκεί για την συγκυβέρνηση να οξύνει τις απάνθρωπες συνθήκες μεταχείρισης όσων συλλαμβάνονται χωρίς χαρτιά, να καταστείλει με βία εργατικές κινητοποιήσεις, να καταστρατηγήσει κάθε δημοκρατικό δικαίωμα, ώστε να ικανοποιήσει τον αντικοινωνικό και ρατσιστικό όχλο που συνθέτουν οι ψηφοφόροι των λαγών του συστήματος. Μάλιστα, δεν περιορίζεται στην διαμαρτυρία, αλλά κάνει και προτάσεις…Όπως η αύξηση της στρατιωτικής θητείας στους 14 μήνες και η επέκταση της και για τις γυναίκες, στα 18 έτη. Πρόταση που υιοθετήθηκε στο παρελθόν ώστε να μειωθεί πλασματικά η ανεργία, από την μητέρα του Νεοφιλελευθερισμού στην Ευρώπη, την Μάργκαρετ Θάτσερ, αλλά και από τον ιδεολογικό πατέρα του Μιχαλολιάκου, τον Αδόλφο Χίτλερ.

4. Η ειρήνη μας τελείωσε…

Πολλοί ίσως να μην είχαν στο μυαλό τους μέχρι το 2008 πως ο καπιταλισμός τύπου καζίνο, θα είχε μία τόσο θεαματική εξέλιξη προς ένα γενικευμένο αδιέξοδο. Πως οι αντιφάσεις του θα έπαιρναν την μορφή ακροτήτων ακόμα και μέσα στις καπιταλιστικές μητροπόλεις και πως η «κοινωνία των 2/3» που ονειρεύονταν οι παλιού τύπου καπιταλιστές ή κάποιοι σοσιαλδημοκράτες, θα μεταμορφωνόταν στην κοινωνία του 1/100, σε ένα τεράστιο Κολοσσαίο που ο καθένας περιμένει αρχικά με αγωνία και στο τέλος μοιρολατρικά, την στιγμή που θα βγει στην αρένα για να φαγωθεί ή να μονομαχήσει με κάποιον άλλο.

Η πραγματικότητα όμως διαψεύδει όλες αυτές τις ελπίδες, είναι μπροστά στα μάτια μας και είναι τόσο εκτυφλωτικά βίαιη, βάρβαρη και παράλογη που σύντομα, όλοι θα την αντιλαμβάνονται και με τα βλέφαρα κλειστά. Αντί ν’ αυνανιζόμαστε με φρούδες ελπίδες ή να αναλωνόμαστε σε προσπάθειες θεραπείες ενός νεκρού που ήδη αποσυντίθεται, ίσως να είναι σοφότερο να συνειδητοποιήσουμε που βρισκόμαστε και να τοποθετήσουμε τον εαυτό μας μέσα στις αντικειμενικές συνθήκες, με ψυχραιμία αλλά και με θάρρος. Ας συγκρίνουμε την δική μας πραγματικότητα με αυτήν που περιέγραψε κάποτε ο Ε. Μαλατέστα κι ας αναλογιστούμε σε ποια θέση βρισκόμαστε και πώς θα πρέπει να πορευτούμε αν θέλουμε να βγούμε από αυτήν.

«Οι αναρχικοί είναι ενάντια στη βία. Αυτό είναι γνωστό. Η κεντρική ιδέα του αναρχισμού είναι η εξαφάνιση της βίας από την κοινωνική ζωή, η οργάνωση των κοινωνικών σχέσεων στη βάση της ελεύθερης θέλησης των ανθρώπων χωρίς την παρέμβαση του χωροφύλακα. Γι’ αυτό είμαστε εχθροί του καπιταλισμού που -βασιζόμενος στην προστασία των χωροφυλάκων- εξαναγκάζει τους εργαζόμενους να γίνονται αντικείμενα εκμετάλλευσης από τους κατόχους των μέσων παραγωγής ή ακόμα και να φυγοπονούν και να πεθαίνουν της πείνας όταν τα αφεντικά έχουν συμφέρον να τους εκμεταλλεύονται. Γι’ αυτό είμαστε εχθροί του Κράτους που είναι η καταναγκαστική, δηλαδή η βίαιη, οργάνωση της κοινωνίας. Όταν όμως ένας ευγενικός άνθρωπος λέει ότι πιστεύει πως είναι ηλίθιο και βάρβαρο κάποιος να σκέφτεται υπό τα κτυπήματα ενός μπαστουνιού, πως είναι άδικο και μοχθηρό να αναγκάζεται κάποιος να πράττει τη θέληση κάποιου άλλου υπό την απειλή ενός ρεβόλβερ, είναι άραγε λογικό να συμπεράνουμε ότι αυτός ο ευγενικός άνθρωπος σκοπεύει να δεχτεί τα χτυπήματα του μπαστουνιού και να υποταχτεί στη θέληση κάποιου άλλου χωρίς να καταφύγει στα πιο ακραία μέσα άμυνας; Η βία δικαιολογείται μόνο όταν είναι απαραίτητη για την άμυνα τη δική μας και των άλλων απέναντι στη βία. Εκεί που τελειώνει η αναγκαιότητα αρχίζει το έγκλημα… Ο σκλάβος βρίσκεται πάντοτε σε κατάσταση νόμιμης άμυνας και επομένως η βία του ενάντια στον αφέντη, ενάντια στον καταπιεστή, είναι πάντοτε ηθικά δικαιολογημένη και πρέπει να καθορίζεται μόνο από το κριτήριο της χρησιμότητας και της εξοικονόμησης της ανθρώπινης προσπάθειας και των ανθρώπινων δεινών» [1]

[1]Errico Malatesta, Umanità Nova, 25 Αυγούστου 1921

Συνδιαμόρφωση: Efor, Ian Delta, Μιχάλης Θ


Σύντομο URL: http://wp.me/pyR3u-b1k